Τῆς Εὐαγγελίας Δημ. Δασκαλάκη
Μαθήτριας Λυκείου
Ἡ μοναξιά τῆς ἀλήθειας
Τρέχει νὰ φύγει
βαρέθηκε νὰ μὴν τὴ λένε πιὰ τῶν ἀνθρώπων τὰ χείλη
κι ὅσο ἀπομακρύνεται πάλι στὰ ἴδια γυρνᾷ
λὲς κι ὁ δρόμος ἔχει σταματήσει νὰ προχωρᾷ.
Κοιτάζει γύρῳ,γύρω ὅλα γνωστὰ καὶ πονεμένα
ἀπὸ καιρὸ ἀρχινισμένα
μὲς τὰ δύο τὰ χέρια κρύβει τὸ πρόσωπό της
νὰ μὴν βλέπει τοὺς καθρέφτες τῶν ματιῶν της.
βαρέθηκε νὰ μὴν τὴ λένε πιὰ τῶν ἀνθρώπων τὰ χείλη
κι ὅσο ἀπομακρύνεται πάλι στὰ ἴδια γυρνᾷ
λὲς κι ὁ δρόμος ἔχει σταματήσει νὰ προχωρᾷ.
Κοιτάζει γύρῳ,γύρω ὅλα γνωστὰ καὶ πονεμένα
ἀπὸ καιρὸ ἀρχινισμένα
μὲς τὰ δύο τὰ χέρια κρύβει τὸ πρόσωπό της
νὰ μὴν βλέπει τοὺς καθρέφτες τῶν ματιῶν της.
Φωνάζει, εἶναι ἐκεῖ
πρέπει ὁ κόσμος νὰ τὴ δεῖ.
Ἀδιάφορα τὴν προσπερνοῦν
καὶ γιὰ πραγματικὴ δὲν τὴ θωροῦν.
πρέπει ὁ κόσμος νὰ τὴ δεῖ.
Ἀδιάφορα τὴν προσπερνοῦν
καὶ γιὰ πραγματικὴ δὲν τὴ θωροῦν.
Ὀργίζεται, θυμώνει
μὰ ξαφνικὰ τὸ μετανιώνει.
Ἕνας εἶναι ὁ τρόπος
ὅταν δὲν ὑπάρχει πιὰ ἄλλος δρόμος.
μὰ ξαφνικὰ τὸ μετανιώνει.
Ἕνας εἶναι ὁ τρόπος
ὅταν δὲν ὑπάρχει πιὰ ἄλλος δρόμος.
Τὰ μάτια θολώνουν
δυὸ ρυάκια τ' αὐλακώνουν
ποὺ ξεχειλίζουν
καὶ σπεύδουν ὅλους νὰ συνετίσουν.
δυὸ ρυάκια τ' αὐλακώνουν
ποὺ ξεχειλίζουν
καὶ σπεύδουν ὅλους νὰ συνετίσουν.
Ἀλίμονο εἶναι ἀργά
ὁ χρόνος δὲ γυρίζει πιά
καὶ σπεύδουν τὰ παιδιὰ νὰ δοῦν
ποῦ ἔφταιξαν καὶ νὰ ξεφύγουν δὲ μποροῦν.
ὁ χρόνος δὲ γυρίζει πιά
καὶ σπεύδουν τὰ παιδιὰ νὰ δοῦν
ποῦ ἔφταιξαν καὶ νὰ ξεφύγουν δὲ μποροῦν.
Ὁ κόσμος φεύγει ἀλλόφρων νὰ σωθεῖ
πῶς καὶ τὴν ἀγνοοῦσαν μέχρι αὐτὴ τὴ στιγμή;
Τώρα τὴ βλέπουν καθαρά
καὶ γιὰ τὸ παρελθὸν μετανοιώνουν πικρά.
πῶς καὶ τὴν ἀγνοοῦσαν μέχρι αὐτὴ τὴ στιγμή;
Τώρα τὴ βλέπουν καθαρά
καὶ γιὰ τὸ παρελθὸν μετανοιώνουν πικρά.
Οἱ ἄνθρωποι ὅσο καὶ ἂν ἐθελοτυφλοῦν
στὸ τέλος θὰ τὴ δοῦν,
θὰ τοὺς γνέφει λυπημένη
ποὺ τὴν ἄφησαν νὰ περιμένει.
στὸ τέλος θὰ τὴ δοῦν,
θὰ τοὺς γνέφει λυπημένη
ποὺ τὴν ἄφησαν νὰ περιμένει.
Εἶναι ἡ ἀλήθεια τελικά
αὐτὴ ποὺ πέφτει θῦμα πιὸ συχνά,
μὰ ἡ Νέμεσις στὸ τέλος θά' ρθεί
νὰ φανερώσει τὴν ἀλήθεια πού' χεῖ φιμωθεῖ.
αὐτὴ ποὺ πέφτει θῦμα πιὸ συχνά,
μὰ ἡ Νέμεσις στὸ τέλος θά' ρθεί
νὰ φανερώσει τὴν ἀλήθεια πού' χεῖ φιμωθεῖ.
Ἡ μετάνοια ὅμως εἶναι τὸ καταφύγιο
τοῦ Ἄπειρου Θεοῦ τὸ δωρητήριο.
Οἱ ἄνθρωποι τὴν ἀλήθεια νὰ ὁμολογοῦν
καὶ στὸ δρόμο τοῦ Χριστοῦ θὰ ξαναβρεθοῦν.
τοῦ Ἄπειρου Θεοῦ τὸ δωρητήριο.
Οἱ ἄνθρωποι τὴν ἀλήθεια νὰ ὁμολογοῦν
καὶ στὸ δρόμο τοῦ Χριστοῦ θὰ ξαναβρεθοῦν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου