Kαὶ προσελθῶν ἤψατο τῆς σοροῦ,
οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε·
νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι.
Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν,
καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ.
Λουκᾶ Ζ΄, 14-15
οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε·
νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι.
Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν,
καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ.
Λουκᾶ Ζ΄, 14-15
Μικρὸ παιδὶ ἀρχινᾷ τὸ κρυφτό, παιχνίδι ἀγαπημένο, ὄμορφο, ἁγνὸ ποὺ παίζεται παντοῦ! Κρυφτούλι νὰ παίξουμε, νὰ γελάσουμε, νὰ λαχταρήσουμε μήπως μᾶς βροῦν, νὰ τοὺς ξελευτερώσουμε ὅλους...
Καὶ τὸ κρυφτὸ τὸ τόσο ἀθῶο καὶ ἀπείραστο τῶν μικράτων μας, κάποτε γίνηκε ἀλλιώτικο, θλιβερό, δίχως τὴν παιδικὴ καθαρότητα καὶ τὸ ἄδολο... συνεχίζουμε καὶ τώρα ποὺ μεγαλώσαμε νὰ τὸ παίζουμε, νοθευμένο γιὰ παῖχτες καὶ κρυψῶνες.
Κρύπτες τὰ ὑποκριτικὰ προσωπεῖα μας, ἡ φυγοπονία, τὸ δῆθεν, ὁ ὀλέθριος φόβος, ὁ νοσηρὸς καὶ δαιμονόσπαρτος. Ἀντίπαλός μας, ἀλλοίμονο, ὁ παντογνώστης καὶ μακρόθυμος Θεός, ποὺ καρτερᾷ καὶ ἔμπονα μᾶς ἀναζητᾷ ὅπως τότε τὸν Ἀδάμ.
Παιδί μου ποὺ εἴ; μᾶς φωνάζει! Καὶ ἐμεῖς ἐκεῖ στὶς ὀπὲς τοῦ ἐγώ μας, θαρροῦμε πὼς Τοῦ κρυφτήκαμε καλὰ καὶ δὲν θὰ μᾶς βρεῖ ποτέ! Στὰ σκοτεινά, στὰ ὑπόγεια, στὰ ἀφανέρωτα. Θαρροῦμε πὼς εἴμαστε καὶ ἔξυπνοι πιότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους, τοὺς πιστούς Του δούλους, τοὺς ὑποταγμένους σκλάβους ὅπως ἐμεῖς τοὺς λοιδοροῦμε καὶ συνεχίζουμε τὸ κρυφτούλι μὲ τὴν ἀληθινὴ Ζωὴ καὶ μὲ τὸν θάνατο.
Καὶ ὅταν αὐτὸς ἔρχεται στὸ σπίτι μας, οὔτε περνᾷ ἀπ᾿ τὸ εὑρηματικὸ μυαλό μας ὅτι μᾶς ἐπισκέπτεται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Καὶ τὰ βάφουμε ὅλα μαῦρα! Πενθοφοροῦντες μοιρολογητές, τοῦ Οὐρανοῦ σφοδροὶ ἀντίδικοι! Σπάσε τὸ πιάτο πάνω ἀπ᾿ τὸ μνῆμα...μὴ φτιάχνεις καὶ μὴν κερνᾷς γλυκό, μὴ καὶ γλυκαθεῖ ὁ χάρος καὶ ξανάρθει... Λὲς κι ἂν μείνει ἀκέραστος θὰ δυσαρεστηθεῖ ἐκεῖνος καὶ θ᾿ ἀλλάξει γειτονιὰ καὶ στέκι!
Καὶ τὸ κρυφτὸ συνεχίζεται καὶ ὁ Χριστός μας ἐξακολουθεῖ νὰ μᾶς φωνάζει: Ἐγέρθητε! Σηκωθεῖτε ὅλοι ἐσεῖς οἱ νεκροζώντανοι! Ἐκεῖνος ποὺ κατατρόπωσε καὶ δὲν μολύνεται ἀπ᾿ τὸν θάνατο γιατί τὸν κυριεύει! Μὴν κλαῖτε μᾶς φωνάζει. Μὴ θρηνεῖτε!
Νὰ ὁ γιὸς τῆς χήρας τῆς Ναΐν, τῆς πόλης τῶν ἀρωμάτων σιμὰ στὸ Θαβώρ. Ὀσμὴ θανάτου ἁπλώνεται τώρα γύρω! Ποῖα τοῦ βίου τρυφὴ διαμένει λύπης ἀμέτοχος; Μέσα στὸ φέρετρο μεταφέρεται. Ἀδόκητος ὁ θάνατος τοῦ νεανίσκου. Κι ἡ θλίψη τῆς μάνας του ἀπερίγραπτη. Μὲ δάκρυα σπαρακτικὰ καὶ τοῦ ὀλοφυρμοῦ τὰ γιατί, τὸν κατευοδώνουμε καὶ ἐμεῖς οἱ κρυμμένοι καὶ πεσμένοι... -Σήκω νέε! τοῦ φωνάζει ὁ Κύριος καὶ ἐκεῖνος ἐγείρεται! Καὶ ἔπειτα στρέφεται ξανά σὲ ἐμᾶς:
-Ἐγέρθητε! Σηκωθεῖτε ἀπὸ τοὺς τάφους τῶν παθῶν, ἀπό τα μνήματα τῆς πνευματικῆς σας ἀπονέκρωσης! Πεθάνετε πρὶν πεθάνετε γιὰ μὰ μὴν πεθάνετε ὅταν πεθάνετε! Γιατί εἶναι δεδομένος αὐτὸς ὁ βιολογικός σας θάνατος. Τὸ πλέον βέβαιο στὸ πρόσκαιρό σας!
Ἦταν κάποτε ἕνας παπποῦς, (ἔλεγε ὁ κυρ Δημήτρης ὁ Παναγόπουλος) πάλλευκος, ρυτιδιασμένος ὀλόκορμα, μὰ μὲ μιὰ παιδικὴ ψυχούλα ἀζάρωτη ἀπ᾿ τοῦ ἐγωισμοῦ τὸ δεινοπάθημα.
Κάποιος πολὺ νεότερός του, ἄδικα καὶ μὲ μένος τοῦ ἐπιτέθηκε καὶ περίμενε τὴν ἀντίδρασή του. Καὶ ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: -Πήγαινε στὴν εὐχὴ παιδί μου! Δὲν ἔχω περιθώριο γιὰ νὰ σοῦ ἀπαντήσω!
Ἀλήθεια ἐμεῖς ἔχουμε περιθώρια, ἔχουμε χρόνο μπροστά μας ἄπλετο γιὰ νὰ ἀπαντήσουμε; Ὡς ἑτοιμόλογοι, νὰ βάλουμε στὴν θέση του καὶ νὰ συντρίψουμε τὸν πλησίον μας, τὸν ἔστω ὀχληρό; Τὸ ᾿χουμε μετρημένο τὸ λαδάκι τοῦ καντηλιοῦ μας;
Νὰ ὁ νεανίσκος τῆς Ναϊν! Ὅλο τὸν χρόνο πίστευαν οἱ γύρω του πὼς εἶχε μπρός του! Καὶ τώρα τὸν μεταφέρουν στὰ χέρια! Στ᾿ ἀλήθεια πόσα ἀμέτρητα νέα διδάγματα φανερώνει κάθε εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα στὴν πολλοστή του ἐπανάληψη! Σὲ κάθε εὐλογημένο Ἐκκλησιαστικὸ Ἐνιαυτὸ καὶ μιὰ νέα ἀχτίδα ἀστείρευτου φωτὸς νὰ πέφτει πάνω στὶς ἀνήλιαγες κρυψῶνες μας!
Σηκωθεῖτε λοιπόν,ἀποστραφεῖτε πλέον τὸ σκοτάδι καὶ τὸ ψέμα! Μήν μοῦ κρύβεστε! Ἀγαπῆστε με καὶ ἑνωθεῖτε μαζί μου! Ζωντανέψτε ἐπιτέλους!
Παρηγορητὴς ὁ Χριστός μας! Δὲν ὑπάρχει τέλος, μόνο ἀρχή! Εἰς τὴν Ζωὴν μεταβέβηκεν! Ἐλευθερωτὴς ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἀλλοτρίου! Μόνο Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ πεῖ μὴν κλαῖς, μὴ θρηνεῖς! Ἡ Ζωὴ καὶ ἡ Ἐλπίδα! Ὁ Νικητὴς τοῦ κόσμου καὶ τοῦ θανάτου! Ἡ Αὐτοζωή! Ὁ Ἀθάνατος ποὺ θὰ μᾶς ἐλευθερώσει!
Ἄς σηκωθοῦμε ὅλοι ἀπὸ τὰ σύγχρονα μνημούρια μας! Ἄς ὀρθώσουμε μάτια καὶ ψυχές! Ἀκούστηκε καὶ δὲν σίγασε ποτὲ ἐκεῖνο ποὺ λατρεύαμε νὰ λέμε καὶ νὰ ἀκοῦμε σὰν παιδιά, τό: Φτοὺ ξελευθερία γιὰ ὅλους!
Εἰς μνήμην Γ.Α.
Νώντας Σκοπετέας
Ἀπόσπασμα ἀπὸ ὁμότιτλη ἐκπομπή
Ἀπόσπασμα ἀπὸ ὁμότιτλη ἐκπομπή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου