Ήταν ένας παλαιστής στο Βυζάντιο, καταγόμενος από την Κιλικία, που νικούσε στην τέχνη του. Επειδή οι αντίπαλοί του ευρίσκοντο σε δύσκολη θέση με την τέχνη του, τον φαρμάκωσαν και έπασχε. Οι φίλοι του τον περιέφεραν με ανυπομονησία από ναό σε ναό και από μοναστήρι σε μοναστήρι, λυπούμενοι γι’ αυτόν. Στο τέλος όμως από πολλή ανοησία ή μάλλον τρέλλα οι λεγόμενοι χριστιανοί τον οδήγησαν σε μάγους, απαρνηθέντες τους αγίους για τα παίγνια των μάγων. Οι δε μάγοι έδεσαν σ’ αυτόν πονηρό πνεύμα για δυο έτη και ήταν ακαταμάχητος στο εξής στην τέχνη του και εξ αιτίας της σωματικής του δύναμης, αλλά και εξ αιτίας της ενέργειας του δαίμονα.
Αφού όμως πέρασε η διετία, άρχισε πάλι να υποφέρει περισσότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν. Ήταν αυτό απειλή Θεού για να τον προσελκύσει σε μετάνοια, Αυτού που από ευσπλαχνία δεν θέλει κανενός την απώλεια, αλλά μας θέλει όλους να μετανοήσουμε, παραβλέποντας τις ανομίες μας. Οι δε φίλοι του ντροπιασμένοι και ονειδιζόμενοι από τους αντιπάλους γι’ αυτόν, αφού του έδωσαν αρκετά εφόδια, τον έστειλαν στην αγία Πόλη.