«Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις,
μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾽ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν,
καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (῾Ρωμ. 13,13-14)
Τί κάνει, ἀγαπητοί μου, ἡ μητέρα
ὅταν βλέπῃ τὸ παιδί της νὰ κινδυνεύῃ νὰ πνιγῇ; Βάζει τὶς φωνὲς καὶ
καλεῖ νὰ τὴν βοηθήσουν γιὰ νὰ σώσῃ τὸ παιδί της. Τί κάνει ὁ καπετάνιος
ὅταν στὴν πορεία τοῦ πλοίου διακρίνῃ βράχο μέσα στὴ θάλασσα; Δίνει
ἀμέσως διαταγὴ στοὺς ναῦτες καὶ τοὺς μηχανικοὺς νὰ στρέψουν τὸ καράβι,
ὥστε νὰ μὴν πέσῃ πάνω στὸ βράχο καὶ ν᾽ ἀποφύγῃ τὸ ναυάγιο.
Ἔ, αὐτὸ κάνει τώρα καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ
ἀνάγνωσμα, τῆς Κυριακῆς τῆς Τυροφάγου (βλ. ῾Ρωμ. 13,11 – 14,4). Σὰν τὴ
μάνα μας, ποὺ μᾶς ἀγαπᾷ καὶ πονάει γιὰ μᾶς, καὶ σὰν καλὸς καπετάνιος,
ποὺ θέλει νὰ σώσῃ τὴ ζωή μας ἀπὸ φοβερὸ ναυάγιο, μᾶς φωνάζει. Βλέπει πὼς
τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες, ἀντὶ νὰ γινώμαστε πιὸ συνετοί, πιὸ σώφρονες,
ἐμεῖς κοντεύουμε ὄχι μόνο νὰ χάσουμε τὴν ἀνθρωπιά, τὰ ἀνθρώπινα
χαρακτηριστικά μας, νὰ γίνουμε κτήνη καὶ χειρότεροι ἀπὸ τὰ κτήνη, ἀλλὰ
κινδυνεύουμε νὰ χάσουμε καὶ αὐτὴ τὴ ζωή μας.