Νὰ πᾶνε τουλάχιστον οἱ ἄνθρωποι σὲ ἕναν Πνευματικό νὰ ἐξομολογηθοῦν, νὰ φύγη ἡ δαιμονική ἐπίδραση, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ σκέφτωνται λιγάκι. Τώρα δὲν μποροῦν οὔτε νὰ σκεφθοῦν ἀπὸ τὴν δαιμονική ἐπίδραση. Ἡ μετάνοια, ἡ ἐξομολόγηση κόβει τὸ δικαίωμα τοῦ διαβόλου.
Πρίν λίγο καιρό[1], ἦρθε στὸ Ἅγιον Ὅρος ἕνας μάγος καὶ ἔφραξε μὲ πασσαλάκια καὶ δίχτυα ὅλο τὸν δρόμο, ἐκεῖ σὲ μία περιοχή κοντά στὸ Καλύβι. Ἄν περνοῦσε ἀπὸ 'κει μέσα ἕνας ἀνεξομολόγητος, θὰ πάθαινε κακό. Δὲν θὰ ἤξερε ἀπὸ ποὺ τοῦ ἦρθε.
Μόλις τὰ εἶδα, κάνω τὸν σταυρό μου καὶ περνῶ ἀπὸ μέσα, τὸ διέλυσα. Μετά ὁ μάγος ἦρθε στὸ Καλύβι, μοῦ εἶπε ὅλα τὰ σχέδιά του καὶ ἔκαψε τὰ βιβλία του. σὲ ἕναν ποὺ εἶναι πιστός, ἐκκλησιάζεται, ἐξομολογεῖται, κοινωνάει, ὁ διάβολος δὲν ἔχει καμμιά δύναμη, καμμιά ἐξουσία. Κάνει μόνο λίγο «κάφ-καφ» σάν ἕνα σκυλί ποὺ δὲν ἔχει δόντια.
Σὲ ἕναν ὅμως ποὺ δὲν εἶναι πιστός καὶ τοῦ δίνει δικαιώματα, ἔχει μεγάλη ἐξουσία. Μπορεῖ νὰ τὸν λιντσάρη, ἔχει δόντια καὶ τὸν ξεσκίζει. Ἀνάλογα μὲ τὰ δικαιώματα ποὺ δίνει μία ψυχή, εἶναι καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ ἐπάνω της.
Ἀκόμη καὶ ὅταν πεθάνη κανεὶς καὶ εἶναι τακτοποιημένος, τὴν ὥρα ποὺ ἡ ψυχή τοῦ ἀνεβαίνει στὸν Οὐρανό, εἶναι σάν νὰ τρέχη ἕνα τραῖνο καὶ ἄλλα σκυλιά τρέχουν ἀπὸ πίσω γαυγίζοντας «κάφ-κάφ...», κόβει καὶ κανένα σκυλί τὸ τραῖνο.
Ἀλλά, ἄν δὲν εἶναι τακτοποιημένος, εἶναι σάν νὰ βρίσκεται σὲ τραῖνο ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ τρέξη μὲ ταχύτητα, γιατί εἶναι χαλασμένες οἱ ρόδες,κ οἱ πόρτες ἀνοικτές καὶ μπαίνουν τὰ σκυλιά μέσα καὶ δαγκάνουν καὶ κανέναν.
Ὅταν ὁ διάβολος ἔχη ἀποκτήσει μεγάλα δικαιώματα στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἔχη κυριεύσει, τότε πρέπει νὰ βρεθῆ ἡ αἰτία, γιὰ νὰ κοποῦν τὰ δικαιώματα.
Ἀλλιῶς, ὅση προσευχή καὶ νὰ κάνουν οἱ ἄλλοι, αὐτός δὲν φεύγει. Σακατεύει τὸν ἄνθρωπο. Οἱ ἱερεῖς δωσ' τοῦ-δωσ' τοῦ ἐξορκισμούς, καὶ τελικά τὰ πληρώνει ὁ ἄνθρωπος, γιατί βασανίζεται ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὸν διάβολο.
Πρέπει νὰ μετανοήση ὁ ἄνθρωπος, νὰ ἐξομολογηθῆ, νὰ κοποῦν τὰ διακαιώματα ποὺ ἔχει δώσει, καὶ μετά θὰ φύγη ὁ διάβολος, ἀλλιῶς θὰ ταλαιπωρῆται.
Μία μέρα, δύο μέρες, ἑβδομάδες, μῆνες, χρόνια, διάβασε-διάβασε ἐξορκισμούς, ἀφοῦ ὁ διάβολος ἔχει δικαιώματα, δὲν φεύγει.
________________________________
[1]. Εἰπώθηκε τὸν Ἰούνιο τοῦ 1985. Ὁ Γέροντας τότε ἔμενε στὸ Καλύβι τῆς Παναγούδας.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Α' «Μὲ πόνο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο»
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου