....Ξημέρωσε τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου ἡ μεγάλη ἡμέρα! Τὸν βρῆκε ὄρθρου βαθέως μέσα στὸ Ἱερό! Δὲν εἶχε πάψει οὔτε δευτερόλεπτο νὰ προσεύχεται ...Προσευχὴ ἀγωνίας...Σήμερα θὰ κρινόταν τὸ ὄνειρο τῆς Ἱεροσύνης!
-Ἀπὸ ποὺ θὲς παιδί μου νὰ μιλήσεις; Ἡ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ παπᾶ Κωνσταντίνου τῸν ἔκανε νὰ ἀνοίξει τὰ κλειστὰ βουρκωμένα του μάτια ...Εἶχε ἔρθει λοιπὸν ἡ ὥρα!
- Νὰ ξέρεις ὅτι εἶμαι μαζί σου Ἠλία μου! Θὲς νὰ κηρύξεις ἀπὸ τὴν ὡραία Πύλη, νὰ μὲ αἰσθάνεσαι καὶ κοντά σου; Θὲς ἀπὸ τὸν ἄμβωνα; Μήπως ἀπὸ τὸ Δεσποτικό;
-Ναὶ ..ἀπὸ τὸ Δεσποτικό, νὰ στηρίζομαι καὶ λίγο γιατί νιώθω κάποιες στιγμὲς ὅτι θὰ καταρρεύσω!
Ἀνέβηκε φορῶντας τὸ ρασάκι του! Τὸ ἐκκλησίασμα τὸν περίμενε! Καθημερινὴ ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου ἐκείνη τὴν χρονιά, μὰ σχεδὸν γεμάτη ἡ Ἁγία Τριάδα! Σήκωσε τὸ κεφάλι του ὁ Ἠλία ! Δὲν μπόρεσε νὰ ἀρθρώσει οὔτε συλλαβή... Ὄχι δὲν ἦταν τὸ γνωστὸ πρόβλημα καὶ ὁ κόμπος ...Ἦταν ποὺ ἔνιωσε τὴν ἀνείπωτη ἱερότητα τούτης τῆς στιγμῆς! Συνταράχθηκε τὸ εἶναι του! Ἔβαλε τὰ κλάματα μπροστὰ σὲ ὅλους! Ἦταν ὁ καλύτερος πρόλογος αὐτή του ἡ ἀλήθεια, γιὰ τὸ πρῶτο κήρυγμα τῆς ζωῆς του!
-Ἀδελφοί μου, μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Θεοῦ μας ἀξιωθήκαμε σήμερα νὰ ἔρθουμε ἐδῶ σὲ αὐτὸν τὸν περικαλλῆ Ναὸ τῆς Ἀδιαιρέτου Ἁγίας Τριάδος στὴν μεγάλη ἑορτὴ τοῦ μεγίστου τῶν καθηγητῶν τῆς πανσόφου ἐρήμου ...
Ξεκίνησε νὰ μιλάει, νὰ μιλάει, νὰ μιλάει καὶ ὦ τοῦ θαύματος! Ὦ τῶν θαυμάτων καὶ τῶν ὑπερφυῶν μυστηρίων σου Χριστέ! Ὡς ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματά Σου καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοί Σου! Λύθηκε ἡ γλῶσσα τοῦ Ἠλία! Ἄρρητα ρήματα βγῆκαν ἀπὸ μέσα του! Μιὰ πρωτόγνωρη δύναμη ἔσπρωχνε τὶς λέξεις τὶς θεῖες νὰ ξεστομίζονται χωρὶς τὴν παραμικρὴ δυσκολία! Τὰ δάκρυα τώρα γίνανε τῆς χαρᾶς, τῆς εὐγνωμοσύνης, τῆς ἀνακούφισης, τοῦ ὀνείρου, τοῦ μεγάλου ναὶ καὶ τῆς συμμαρτυρίας ποὺ ἔστειλε ὁ Οὐρανὸς μὲ αὐτὸ τὸ συγκλονιστικὸ γεγονός! Ἀπὸ τότε καὶ γιὰ τὰ ἑπόμενα 50 χρόνια, ἐκεῖνος ὁ κόμπος στὴν λαλιὰ δὲν θὰ ξαναεμφανιζόταν... Τὸ κήρυγμα θὰ γινόταν ἡ καθημερινότητά του ...τὸ δυνατό του φωτεινὸ ὅπλο πρὸς ὕμνηση καὶ μόνο τοῦ δεδοξασμένου Θεοῦ! Ὁ πάτερ Κωνσταντῖνος , ἐνεὸς καὶ κατασυγκινημένος, τὸν ἔσφιξε στὴν ἀγκαλιά του!
-Ἀπὸ ποὺ θὲς παιδί μου νὰ μιλήσεις; Ἡ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ παπᾶ Κωνσταντίνου τῸν ἔκανε νὰ ἀνοίξει τὰ κλειστὰ βουρκωμένα του μάτια ...Εἶχε ἔρθει λοιπὸν ἡ ὥρα!
- Νὰ ξέρεις ὅτι εἶμαι μαζί σου Ἠλία μου! Θὲς νὰ κηρύξεις ἀπὸ τὴν ὡραία Πύλη, νὰ μὲ αἰσθάνεσαι καὶ κοντά σου; Θὲς ἀπὸ τὸν ἄμβωνα; Μήπως ἀπὸ τὸ Δεσποτικό;
-Ναὶ ..ἀπὸ τὸ Δεσποτικό, νὰ στηρίζομαι καὶ λίγο γιατί νιώθω κάποιες στιγμὲς ὅτι θὰ καταρρεύσω!
Ἀνέβηκε φορῶντας τὸ ρασάκι του! Τὸ ἐκκλησίασμα τὸν περίμενε! Καθημερινὴ ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου ἐκείνη τὴν χρονιά, μὰ σχεδὸν γεμάτη ἡ Ἁγία Τριάδα! Σήκωσε τὸ κεφάλι του ὁ Ἠλία ! Δὲν μπόρεσε νὰ ἀρθρώσει οὔτε συλλαβή... Ὄχι δὲν ἦταν τὸ γνωστὸ πρόβλημα καὶ ὁ κόμπος ...Ἦταν ποὺ ἔνιωσε τὴν ἀνείπωτη ἱερότητα τούτης τῆς στιγμῆς! Συνταράχθηκε τὸ εἶναι του! Ἔβαλε τὰ κλάματα μπροστὰ σὲ ὅλους! Ἦταν ὁ καλύτερος πρόλογος αὐτή του ἡ ἀλήθεια, γιὰ τὸ πρῶτο κήρυγμα τῆς ζωῆς του!
-Ἀδελφοί μου, μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Θεοῦ μας ἀξιωθήκαμε σήμερα νὰ ἔρθουμε ἐδῶ σὲ αὐτὸν τὸν περικαλλῆ Ναὸ τῆς Ἀδιαιρέτου Ἁγίας Τριάδος στὴν μεγάλη ἑορτὴ τοῦ μεγίστου τῶν καθηγητῶν τῆς πανσόφου ἐρήμου ...
Ξεκίνησε νὰ μιλάει, νὰ μιλάει, νὰ μιλάει καὶ ὦ τοῦ θαύματος! Ὦ τῶν θαυμάτων καὶ τῶν ὑπερφυῶν μυστηρίων σου Χριστέ! Ὡς ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματά Σου καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοί Σου! Λύθηκε ἡ γλῶσσα τοῦ Ἠλία! Ἄρρητα ρήματα βγῆκαν ἀπὸ μέσα του! Μιὰ πρωτόγνωρη δύναμη ἔσπρωχνε τὶς λέξεις τὶς θεῖες νὰ ξεστομίζονται χωρὶς τὴν παραμικρὴ δυσκολία! Τὰ δάκρυα τώρα γίνανε τῆς χαρᾶς, τῆς εὐγνωμοσύνης, τῆς ἀνακούφισης, τοῦ ὀνείρου, τοῦ μεγάλου ναὶ καὶ τῆς συμμαρτυρίας ποὺ ἔστειλε ὁ Οὐρανὸς μὲ αὐτὸ τὸ συγκλονιστικὸ γεγονός! Ἀπὸ τότε καὶ γιὰ τὰ ἑπόμενα 50 χρόνια, ἐκεῖνος ὁ κόμπος στὴν λαλιὰ δὲν θὰ ξαναεμφανιζόταν... Τὸ κήρυγμα θὰ γινόταν ἡ καθημερινότητά του ...τὸ δυνατό του φωτεινὸ ὅπλο πρὸς ὕμνηση καὶ μόνο τοῦ δεδοξασμένου Θεοῦ! Ὁ πάτερ Κωνσταντῖνος , ἐνεὸς καὶ κατασυγκινημένος, τὸν ἔσφιξε στὴν ἀγκαλιά του!
-Παιδί μου εὐχαρίστησε τὸν Θεό! τοῦ εἶπε ..τίποτε ἄλλο! Τοῦ καταφίλησε τὸ χέρι ὁ Ἠλίας καὶ τὸν εὐχαρίστησε μὲ δάκρυα στὰ μάτια ...
Βγῆκε ἔξω ὕστερα, στὸν παγωμένο ἀέρα! Στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ ξεμάκραιναν καὶ ζύγωναν καράβια...Τὸ δικό του πλοιαράκι , μὲ ἕνα σταυρὸ γιὰ κατάρτι, τὸ ὄνομα τῆς Παντάνασσας χαραγμένο στὸ πλάϊ καὶ κατάφορτο πλέον μὲ τὰ ὁλοζώντανα ὀνείρατά του, ξεκινοῦσε τὸ δρομολόϊ του ὡς τὶς ἀκτὲς τῆς Τσακωνιάς, νὰ πάει τὰ θαυμαστὰ μαντᾶτα ἐκείνου τοῦ πρωινοῦ στοὺς δικούς του ἀνθρώπους, ποὺ ἔκλαψαν σὰν μωρὰ μόλις ἔμαθαν τὴν ἐπίσκεψη τοῦ θαυμαστοῦ Θεοῦ στὸ φτωχικό τους! Μὰ καὶ ὡς τὸ Μπούρτζι καὶ τὴν Ἀκροναυπλία, νὰ μηνύσει πὼς στὸν δρόμο γιὰ ἐκεῖ, ἦταν ἤδη ἕνας ἀφιερωμένος κλητὸς οὐρανόθεν.
Γύρισε πρῶτα στὴν σχολή του στὴν Κόρινθο ὁ Ἠλίας, νὰ πάρει τὸ ἀπολυτήριό του ὡς τὸ τέλος τῆς χρονιᾶς ...Πάντα ἦταν ὁλόχαρο τὸ πρόσωπό του, μὰ ὅλοι διέκριναν κάτι τὸ ἀσυνάντητο ὡς τὰ τώρα ...Μόλις δὲ τὸν ἄκουγαν νὰ μιλάει μὲ εὐφράδεια καὶ τόσο κρυστάλλινα ...Ἔκθαμβοι καὶ ἄλαλοι ἔστεκαν καὶ ἀποροῦσαν! Κάποιοι τοῦ εἶπαν κιόλας, μᾶλλον ἀστειευόμενοι, πὼς τόσον καιρό τοὺς ἐξαπατοῦσε παριστάνοντας τὸν βραδύγλωσσο γιὰ νὰ περνάει μὲ ἄριστα τὰ μαθήματα! Ἐκεῖνος δεχόταν τὰ πειράγματα τῶν συμμαθητῶν του δίχως κουβέντα!
Βγῆκε ἔξω ὕστερα, στὸν παγωμένο ἀέρα! Στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ ξεμάκραιναν καὶ ζύγωναν καράβια...Τὸ δικό του πλοιαράκι , μὲ ἕνα σταυρὸ γιὰ κατάρτι, τὸ ὄνομα τῆς Παντάνασσας χαραγμένο στὸ πλάϊ καὶ κατάφορτο πλέον μὲ τὰ ὁλοζώντανα ὀνείρατά του, ξεκινοῦσε τὸ δρομολόϊ του ὡς τὶς ἀκτὲς τῆς Τσακωνιάς, νὰ πάει τὰ θαυμαστὰ μαντᾶτα ἐκείνου τοῦ πρωινοῦ στοὺς δικούς του ἀνθρώπους, ποὺ ἔκλαψαν σὰν μωρὰ μόλις ἔμαθαν τὴν ἐπίσκεψη τοῦ θαυμαστοῦ Θεοῦ στὸ φτωχικό τους! Μὰ καὶ ὡς τὸ Μπούρτζι καὶ τὴν Ἀκροναυπλία, νὰ μηνύσει πὼς στὸν δρόμο γιὰ ἐκεῖ, ἦταν ἤδη ἕνας ἀφιερωμένος κλητὸς οὐρανόθεν.
Γύρισε πρῶτα στὴν σχολή του στὴν Κόρινθο ὁ Ἠλίας, νὰ πάρει τὸ ἀπολυτήριό του ὡς τὸ τέλος τῆς χρονιᾶς ...Πάντα ἦταν ὁλόχαρο τὸ πρόσωπό του, μὰ ὅλοι διέκριναν κάτι τὸ ἀσυνάντητο ὡς τὰ τώρα ...Μόλις δὲ τὸν ἄκουγαν νὰ μιλάει μὲ εὐφράδεια καὶ τόσο κρυστάλλινα ...Ἔκθαμβοι καὶ ἄλαλοι ἔστεκαν καὶ ἀποροῦσαν! Κάποιοι τοῦ εἶπαν κιόλας, μᾶλλον ἀστειευόμενοι, πὼς τόσον καιρό τοὺς ἐξαπατοῦσε παριστάνοντας τὸν βραδύγλωσσο γιὰ νὰ περνάει μὲ ἄριστα τὰ μαθήματα! Ἐκεῖνος δεχόταν τὰ πειράγματα τῶν συμμαθητῶν του δίχως κουβέντα!
Μόνο ἀσταμάτητα μέσα του, προσευχόταν νὰ κρατήσει τὸ θαῦμα... Συνεχῶς γιὰ τὰ ὑπόλοιπα 50 καὶ πλέον χρόνια θὰ δοκίμαζε πάντα τὴν γλῶσσα του γιὰ νὰ τὸ διαπιστώσει! Δὲν ὑπῆρξε πρωὶ ποὺ νὰ ἐγερθεῖ ἐκ τοῦ ὕπνου καὶ νὰ μὴν ἐξετάσει, ἂν ἔχει ἐπανέλθει ἐκεῖνος ὁ κόμπος... Ὁ Ἠλίας τον κρατοῦσε πάντα αἰχμάλωτο μακριά, μαζὶ μὲ τὸ ἄδειο ἐγώ του, ποὺ ἔσπευδε συχνὰ νὰ λάβει μερίδιο στοῦ Θεοῦ τὸ ὑπέρλογο... Αἰχμαλωτίστηκε ὁ ἴδιος ὅμως δίχως ἐπιστροφὴ στὸν Ἐλευθερωτὴ Χριστό! Δουλώθηκε, ὑποτάχθηκε πλέον πλήρως στὸ δικό Του καὶ μόνο θέλημα! Βέβαια ἀπὸ μικρὸς ἦταν ἀφιερωμένος!
Παπᾶ Λιὰ τὸν φωνάζαν τὰ ἄλλα παιδιὰ στὸ χωριό, Καλόγερο ὅλοι οἱ συμμαθητὲς στὴν σχολή! Ἀπὸ τοὺς 24 τῆς τάξης του, μόνο οἱ 4 τελικὰ φόρεσαν τὸ τριβώνιο τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς. Δὲν ἀρκεῖ ἡ κλίση μόνο ...χρειάζεται πάντα καὶ ἐκεῖνο τὸ ἡ ...τοῦ Θεοῦ νὰ συνυπάρχει! Ὅλα του τὰ καλοκαίρια σὰν παιδί, τὰ θυμόταν στῆς Ἔλωνας τὴς Παναγιᾶς τὸν ἀπότομο βράχο τὸν οὐρανοκρέμαστο! Ἀνδρώα ἡ Μονή της ἐκεῖνα τὰ χρόνια! Ἦταν καὶ ἡ ἀγαμία τότε πόθος του ἀκόμα ἀκαταστάλαχτος στὰ κατάβαθά του! Εἶχε πάει κάποτε κρυφὰ καὶ στὶς Βάρσες στὸ Μοναστήρι νὰ δοκιμαστεῖ ...Τὸν δέχθηκε ὁ ἁπλοῦς καὶ ἁγιασμένος Γέροντας ὁ πάτερ Παΐσιος μὲ ἀγάπη! Τὸν ἀκολούθησε ὅμως ὁ μπαρμπα -Σπύρος ὁ Πατέρας του, ποὺ τὸ ἔμαθε καὶ ἀνέβηκε ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες πάνω στὴν πλαγιὰ τοῦ Κτενιὰ γιὰ νὰ τὸν συναντήσει! Τὸν ἤθελε ἔγγαμο ἐκεῖνος!
-Νὰ δοῦμε ἐγγόνια Ἠλία μου! Ὁ ἀδελφός σου ναυτικός! Ἀπὸ ἐσένα περιμένουμε καὶ ἐμεῖς! Γίνε παπᾶς, μὰ νὰ κάνεις καὶ φαμίλια καὶ παιδιά!
Τὸν εἶδε ὁ Ἠλίας ἀπὸ τὸ παράθυρο τοῦ κελλιοῦ του, νὰ μπαίνει στὶς αὐλὲς τοῦ Ἄη Νικόλα! Φοβήθηκε μὴ καὶ τὸν πάρει μὲ τὴν βία μαζί του! Μὴν κάνει φασαρία μπροστὰ στοὺς φιλήσυχους Πατέρες...Ἤταν καὶ κάπως ἀράθυμος ὁ μπάρμπα -Σπύρος καὶ ἅμα νευρίαζε δὲν ἤξερε τί ἔλεγε ...... Πῆγε λοιπὸν καὶ σκαρφάλωσε σὲ μιὰ βελανιδιὰ στὸ διπλανὸ δάσος! Τὸν ἔψαξε ὁ πατέρας του καὶ κάποια στιγμὴ στάθηκε ἀκριβῶς κάτω ἀπὸ τὸ δέντρο! Περίμενε ὁ Ἠλίας τὸ μάλωμά του, τὶς φωνὲς καὶ τὰ πρέπει του! Μὰ ἐκεῖνος μόλις τὸν εἶδε ἔτσι φοβισμένο στὸ ψηλότερο κλαδί, τὸ μόνο ποὺ τοῦ εἶπε ἦταν:
-Κατέβα παιδάκι μου νὰ σὲ ἀγκαλιάσω καὶ ἔπειτα κάμε ὅ,τι θέλεις! Δὲν θὰ σὲ ἐμποδίσω σὲ τίποτα! Μόνο νὰ εἶσαι καλά!
Ἦταν ἐκεῖνοι οἱ λόγοι τοῦ πατέρα του τόσο ἀγαπητικοὶ ποὺ τὸν ἔκαναν νὰ ἀναθεωρήσει γιὰ τὶς Βάρσες ...Γύρισε μαζί του στὸν Τυρὸ ......
(συνεχίζεται)
Νώντας Σκοπετέας
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο: "Πόσα χωρᾶνε σὲ ἕνα Ἀμήν" ( εκδ.Πρόμαχος Ὀρθοδοξίας) ὅπου συμπεριλαμβάνεται ἡ ἀφηγηματικὴ βιογραφία τοῦ μακαριστοῦ π.Ηλία Ἀλευρᾶ + 28.7.2021
________________________________
Τὰ προηγούμενα μέρη
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου