Μερικοὶ γονεῖς κάνουν μεγάλο στρύμωγμα στὰ παιδιά τους, καὶ μάλιστα μπροστὰ στοὺς ἄλλους! Λὲς καὶ ἔχουν ἕνα μουλάρι καὶ τὸ ὁδηγοῦν μὲ τὴν βέργα νὰ πάη ἴσα μπροστά· ἔχουν τὸ καπίστρι στὸ χέρι καὶ τοῦ λένε: «Νὰ περπατᾶς ἐλεύθερα!». Ὕστερα φθάνουν καὶ αὐτὰ στὸ σημεῖο νὰ τοὺς δέρνουν. Σήμερα ἦρθε μιὰ μάνα μὲ τὸ παιδί της – ἕνα παλληκάρι μέχρι ἐκεῖ ἐπάνω –, ποὺ ἦταν ἄρρωστο. «Τί νὰ κάνω, Πάτερ; μοῦ λέει, τὸ παιδί μου δὲν τρώει καὶ δὲν θέλει οὔτε νὰ μᾶς δῆ». Τῆς εἶπα τί νὰ κάνη καὶ μὲ ξαναρωτάει: «Τώρα τί νὰ κάνω;».
– Μήπως, Γέροντα, δὲν κατάλαβε τί τῆς εἴπατε;
– Πῶς δὲν κατάλαβε! «Ἐγὼ οὔτε μιὰ ὥρα, τῆς εἶπα, δὲν μπορῶ νὰ καθήσω μαζί σου, πῶς νὰ μείνη τὸ παιδὶ μαζί σου; τὸ παλάβωσες!». «Ὄχι, μοῦ λέει, τὸ ἀγαπάω». «Τί τὸ ἀγαπᾶς, ἀφοῦ δὲν ἀναπαύεται κοντά σου· θέλει νὰ φύγη ἀπὸ τὸ σπίτι, γιατὶ θέλει νὰ βρίσκεται σὲ ἄλλο περιβάλλον. Ὅταν βρίσκεται μακριά σας, εἶναι μιὰ χαρά. Γιὰ νὰ μὴ σᾶς θέλη, φαίνεται φταῖτε κι ἐσεῖς. Νὰ μὴν τὸ ἐρεθίζετε· τὸ σακατεύεις τὸ παιδὶ ἔτσι ποὺ φέρεσαι. Μὲ τὸ καλὸ νὰ τοῦ φέρεσαι, μὲ ὑπομονή». Ἀφοῦ τῆς εἶπα ὅλα αὐτά, μὲ ξαναρωτάει: «Τί νὰ κάνω; Τὸ παιδὶ δὲν μᾶς θέλει». Πῶς νὰ συνεννοηθῆς ἔτσι; Νὰ εἶναι τὸ παιδὶ μιὰ χαρὰ καὶ νὰ τὸ βγάζουν χαζό. Αὐτὸ εἶναι βλάβη.
Μὲ τὸ ζόρισμα οἱ γονεῖς δὲν βοηθοῦν τὰ παιδιά· τὰ πνίγουν. Συνέχεια «μὴ αὐτό, μὴ ἐκεῖνο, αὐτὸ κάν᾿ το ἔτσι...». Πρέπει νὰ τραβοῦν τὰ γκέμια τόσο ποὺ νὰ μὴ σπάζουν. Νὰ ἐλέγχουν μὲ τρόπο τὰ παιδιά, γιὰ νὰ τὰ φέρνουν σὲ ἕναν λογαριασμό, ἀλλὰ νὰ μὴ δημιουργοῦνται χάσματα μεταξύ τους. Νὰ κάνουν ὅ,τι κάνει ὁ καλὸς κηπουρός, ὅταν φυτεύη ἕνα δενδράκι: Τὸ δένει ἁπαλὰ μὲ ἕνα σχοινάκι σὲ ἕναν πάσσαλο, γιὰ νὰ μὴ στραβώση καὶ νὰ μὴν τραυματίζεται, ὅταν τὸ γέρνη ὁ ἀέρας λίγο δεξιὰ-λίγο ἀριστερά. Τὸ φράζει κιόλας γύρω-γύρω καὶ συγχρόνως τὸ ποτίζει, τὸ φροντίζει, μέχρι νὰ μεγαλώσουν τὰ κλωνάρια του, γιὰ νὰ μὴν τὸ φᾶνε τὰ κατσίκια. Γιατί, ἂν τὸ κουτσουρέψουν τὰ κατσίκια, πάει, καταστράφηκε. Ἕνα κουτσουρεμένο δένδρο οὔτε νὰ καρπίση μπορεῖ οὔτε σκιὰ νὰ κάνη. Ὅταν μεγαλώσουν τὰ κλωνάρια του, τότε ὁ κηπουρὸς βγάζει τὸν φράχτη, ὁπότε καὶ καρπίζει τὸ δένδρο καὶ στὴν σκιά του μποροῦν νὰ φιλοξενοῦνται καὶ κατσίκια καὶ πρόβατα καὶ ἄνθρωποι.
Οἱ γονεῖς ὅμως πολλὲς φορὲς ἀπὸ ὑπερβολικὸ ἐνδιαφέρον θέλουν νὰ δέσουν τὸ παιδὶ μὲ σύρμα, ἐνῶ πρέπει νὰ τὸ δένουν ἁπαλά, γιὰ νὰ μὴν τὸ πληγώνουν. Νὰ προσπαθοῦν νὰ βοηθοῦν τὰ παιδιὰ μὲ τὸν ἀρχοντικὸ τρόπο, ὁ ὁποῖος καλλιεργεῖ τὸ φιλότιμο στὶς ψυχές τους, ὥστε νὰ καταλάβουν τὸ καλὸ ὡς ἀνάγκη. Νὰ τοὺς ἐξηγοῦν τὸ καλό, ὅσο μποροῦν μὲ καλὸ τρόπο, μὲ ἀγάπη καὶ μὲ πόνο. Θυμᾶμαι μιὰ μητέρα πού, ὅταν ἔβλεπε τὰ παιδάκια νὰ κάνουν καμμιὰ ἀταξία, τὰ μάτια της βούρκωναν ἀπὸ πόνο καὶ ἔλεγε: «μή, χρυσό μου παιδί». Καὶ μὲ τὸ παράδειγμά της τοὺς μάθαινε νὰ ἀγωνίζωνται μὲ χαρά, γιὰ νὰ ἀποφεύγουν τοὺς πειρασμοὺς τῆς ζωῆς, νὰ μὴν ταράζωνται εὔκολα μπροστὰ σὲ μιὰ δυσκολία, ἀλλὰ νὰ τὴν ἀντιμετωπίζουν μὲ προσευχὴ καὶ μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό.
Σήμερα μικροὶ-μεγάλοι στὸν κόσμο ζοῦν σὰν σὲ τρελλοκομεῖο, γι᾿ αὐτὸ χρειάζεται πολλὴ ὑπομονὴ καὶ πολλὴ προσευχή. Ἕνα σωρὸ παιδιὰ παθαίνουν ἐγκεφαλικό. Εἶναι λίγο χαλασμένο τὸ ρολόι, τὸ κουρντίζουν καὶ οἱ γονεῖς λίγο παραπάνω καὶ σπάζει τὸ ἐλατήριό του. Χρειάζεται διάκριση. Ἄλλο παιδὶ θέλει περισσότερο κούρντισμα καὶ ἄλλο λιγώτερο. Τὰ καημένα τὰ παιδιὰ εἶναι ἐκτεθειμένα σὲ ὅλα τὰ ρεύματα. Ὅταν ἀκοῦν ἔξω στὶς διάφορες συντροφιὲς «μὴ σέβεστε γονεῖς, μὴ σέβεστε τίποτε», καὶ οἱ μητέρες πᾶνε νὰ τὰ σφίξουν, τότε ἀντιδροῦν χειρότερα.
Γι᾿ αὐτὸ λέω στὶς μητέρες νὰ ζοριστοῦν στὴν προσευχή, καὶ ὄχι νὰ ζορίζουν τὰ παιδιά. Ἂν συνέχεια λένε «μή, μὴ» στὸ παιδί, ἀκόμη καὶ γιὰ μικροπράγματα, ἢ καμμιὰ φορὰ καὶ ἄδικα, τότε, ὅταν πρόκειται γιὰ κάτι σοβαρό, ὅταν πάη λ.χ. τὸ παιδάκι νὰ ρίξη βενζίνη στὴν φωτιά, δὲν ἀκούει καὶ τὸ κάνει, ὁπότε μπορεῖ νὰ πάθη μεγάλη ζημιά. Τὸ παιδὶ δὲν καταλαβαίνει ὅτι μέσα στὸ «μὴ» κρύβεται ἡ ἀγάπη. Ἀλλὰ καὶ ὅταν μεγαλώση λίγο, μπαίνει ὁ ἐγωισμὸς καὶ ἀντιδράει, ὅταν τοῦ κάνουν καμμιὰ παρατήρηση, γιατὶ λέει: «μικρὸς εἶμαι καὶ μοῦ φέρονται ἔτσι;». Οἱ γονεῖς πρέπει νὰ δώσουν στὸ παιδὶ νὰ καταλάβη ὅτι, ὅπως, ὅταν ἦταν μικρό, τὸ πρόσεχαν νὰ μὴν καῆ, ἔτσι καὶ τώρα ποὺ μεγάλωσε, ὑπάρχει ἄλλη φωτιά. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ προσέχη, νὰ μὴ δίνη δικαιώματα στὸν πειρασμό, γιὰ νὰ διατηρήση τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.
– Μήπως, Γέροντα, δὲν κατάλαβε τί τῆς εἴπατε;
– Πῶς δὲν κατάλαβε! «Ἐγὼ οὔτε μιὰ ὥρα, τῆς εἶπα, δὲν μπορῶ νὰ καθήσω μαζί σου, πῶς νὰ μείνη τὸ παιδὶ μαζί σου; τὸ παλάβωσες!». «Ὄχι, μοῦ λέει, τὸ ἀγαπάω». «Τί τὸ ἀγαπᾶς, ἀφοῦ δὲν ἀναπαύεται κοντά σου· θέλει νὰ φύγη ἀπὸ τὸ σπίτι, γιατὶ θέλει νὰ βρίσκεται σὲ ἄλλο περιβάλλον. Ὅταν βρίσκεται μακριά σας, εἶναι μιὰ χαρά. Γιὰ νὰ μὴ σᾶς θέλη, φαίνεται φταῖτε κι ἐσεῖς. Νὰ μὴν τὸ ἐρεθίζετε· τὸ σακατεύεις τὸ παιδὶ ἔτσι ποὺ φέρεσαι. Μὲ τὸ καλὸ νὰ τοῦ φέρεσαι, μὲ ὑπομονή». Ἀφοῦ τῆς εἶπα ὅλα αὐτά, μὲ ξαναρωτάει: «Τί νὰ κάνω; Τὸ παιδὶ δὲν μᾶς θέλει». Πῶς νὰ συνεννοηθῆς ἔτσι; Νὰ εἶναι τὸ παιδὶ μιὰ χαρὰ καὶ νὰ τὸ βγάζουν χαζό. Αὐτὸ εἶναι βλάβη.
Μὲ τὸ ζόρισμα οἱ γονεῖς δὲν βοηθοῦν τὰ παιδιά· τὰ πνίγουν. Συνέχεια «μὴ αὐτό, μὴ ἐκεῖνο, αὐτὸ κάν᾿ το ἔτσι...». Πρέπει νὰ τραβοῦν τὰ γκέμια τόσο ποὺ νὰ μὴ σπάζουν. Νὰ ἐλέγχουν μὲ τρόπο τὰ παιδιά, γιὰ νὰ τὰ φέρνουν σὲ ἕναν λογαριασμό, ἀλλὰ νὰ μὴ δημιουργοῦνται χάσματα μεταξύ τους. Νὰ κάνουν ὅ,τι κάνει ὁ καλὸς κηπουρός, ὅταν φυτεύη ἕνα δενδράκι: Τὸ δένει ἁπαλὰ μὲ ἕνα σχοινάκι σὲ ἕναν πάσσαλο, γιὰ νὰ μὴ στραβώση καὶ νὰ μὴν τραυματίζεται, ὅταν τὸ γέρνη ὁ ἀέρας λίγο δεξιὰ-λίγο ἀριστερά. Τὸ φράζει κιόλας γύρω-γύρω καὶ συγχρόνως τὸ ποτίζει, τὸ φροντίζει, μέχρι νὰ μεγαλώσουν τὰ κλωνάρια του, γιὰ νὰ μὴν τὸ φᾶνε τὰ κατσίκια. Γιατί, ἂν τὸ κουτσουρέψουν τὰ κατσίκια, πάει, καταστράφηκε. Ἕνα κουτσουρεμένο δένδρο οὔτε νὰ καρπίση μπορεῖ οὔτε σκιὰ νὰ κάνη. Ὅταν μεγαλώσουν τὰ κλωνάρια του, τότε ὁ κηπουρὸς βγάζει τὸν φράχτη, ὁπότε καὶ καρπίζει τὸ δένδρο καὶ στὴν σκιά του μποροῦν νὰ φιλοξενοῦνται καὶ κατσίκια καὶ πρόβατα καὶ ἄνθρωποι.
Οἱ γονεῖς ὅμως πολλὲς φορὲς ἀπὸ ὑπερβολικὸ ἐνδιαφέρον θέλουν νὰ δέσουν τὸ παιδὶ μὲ σύρμα, ἐνῶ πρέπει νὰ τὸ δένουν ἁπαλά, γιὰ νὰ μὴν τὸ πληγώνουν. Νὰ προσπαθοῦν νὰ βοηθοῦν τὰ παιδιὰ μὲ τὸν ἀρχοντικὸ τρόπο, ὁ ὁποῖος καλλιεργεῖ τὸ φιλότιμο στὶς ψυχές τους, ὥστε νὰ καταλάβουν τὸ καλὸ ὡς ἀνάγκη. Νὰ τοὺς ἐξηγοῦν τὸ καλό, ὅσο μποροῦν μὲ καλὸ τρόπο, μὲ ἀγάπη καὶ μὲ πόνο. Θυμᾶμαι μιὰ μητέρα πού, ὅταν ἔβλεπε τὰ παιδάκια νὰ κάνουν καμμιὰ ἀταξία, τὰ μάτια της βούρκωναν ἀπὸ πόνο καὶ ἔλεγε: «μή, χρυσό μου παιδί». Καὶ μὲ τὸ παράδειγμά της τοὺς μάθαινε νὰ ἀγωνίζωνται μὲ χαρά, γιὰ νὰ ἀποφεύγουν τοὺς πειρασμοὺς τῆς ζωῆς, νὰ μὴν ταράζωνται εὔκολα μπροστὰ σὲ μιὰ δυσκολία, ἀλλὰ νὰ τὴν ἀντιμετωπίζουν μὲ προσευχὴ καὶ μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό.
Σήμερα μικροὶ-μεγάλοι στὸν κόσμο ζοῦν σὰν σὲ τρελλοκομεῖο, γι᾿ αὐτὸ χρειάζεται πολλὴ ὑπομονὴ καὶ πολλὴ προσευχή. Ἕνα σωρὸ παιδιὰ παθαίνουν ἐγκεφαλικό. Εἶναι λίγο χαλασμένο τὸ ρολόι, τὸ κουρντίζουν καὶ οἱ γονεῖς λίγο παραπάνω καὶ σπάζει τὸ ἐλατήριό του. Χρειάζεται διάκριση. Ἄλλο παιδὶ θέλει περισσότερο κούρντισμα καὶ ἄλλο λιγώτερο. Τὰ καημένα τὰ παιδιὰ εἶναι ἐκτεθειμένα σὲ ὅλα τὰ ρεύματα. Ὅταν ἀκοῦν ἔξω στὶς διάφορες συντροφιὲς «μὴ σέβεστε γονεῖς, μὴ σέβεστε τίποτε», καὶ οἱ μητέρες πᾶνε νὰ τὰ σφίξουν, τότε ἀντιδροῦν χειρότερα.
Γι᾿ αὐτὸ λέω στὶς μητέρες νὰ ζοριστοῦν στὴν προσευχή, καὶ ὄχι νὰ ζορίζουν τὰ παιδιά. Ἂν συνέχεια λένε «μή, μὴ» στὸ παιδί, ἀκόμη καὶ γιὰ μικροπράγματα, ἢ καμμιὰ φορὰ καὶ ἄδικα, τότε, ὅταν πρόκειται γιὰ κάτι σοβαρό, ὅταν πάη λ.χ. τὸ παιδάκι νὰ ρίξη βενζίνη στὴν φωτιά, δὲν ἀκούει καὶ τὸ κάνει, ὁπότε μπορεῖ νὰ πάθη μεγάλη ζημιά. Τὸ παιδὶ δὲν καταλαβαίνει ὅτι μέσα στὸ «μὴ» κρύβεται ἡ ἀγάπη. Ἀλλὰ καὶ ὅταν μεγαλώση λίγο, μπαίνει ὁ ἐγωισμὸς καὶ ἀντιδράει, ὅταν τοῦ κάνουν καμμιὰ παρατήρηση, γιατὶ λέει: «μικρὸς εἶμαι καὶ μοῦ φέρονται ἔτσι;». Οἱ γονεῖς πρέπει νὰ δώσουν στὸ παιδὶ νὰ καταλάβη ὅτι, ὅπως, ὅταν ἦταν μικρό, τὸ πρόσεχαν νὰ μὴν καῆ, ἔτσι καὶ τώρα ποὺ μεγάλωσε, ὑπάρχει ἄλλη φωτιά. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ προσέχη, νὰ μὴ δίνη δικαιώματα στὸν πειρασμό, γιὰ νὰ διατηρήση τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Δ' «Οἰκογενειακὴ ζωή»
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου