Κυριακή 2 Απριλίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Μᾶρκ. 8,34-9,1] Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου «ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ: Η ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ» [8-4-1984] [ Β 111 ]


ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Μᾶρκ. 8,34-9,1]


Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου

μὲ θέμα:

« ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ:

Ἡ ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ»

[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 8-4-1984]

[ Β 111 ]

Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, τὴν Ε΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, τὴν ἔχει ἀφιερωμένη εἰς τὴν ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία. Δὲν εἶναι ἡ μνήμη της σήμερα. Εἶναι τὴν 1η Ἀπριλίου. Ἀλλὰ τὴν τοποθετεῖ, ὅπως τοποθετεῖ καὶ τίς μνῆμες ἄλλων, τίς προηγούμενες Κυριακές, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἔχει μία Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως καὶ μία Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀκριβῶς γιατί θέλει κάτι νὰ προβάλει. Καὶ αὐτὸ ποὺ θέλει νὰ προβάλει ἡ Ἐκκλησία, εἶναι τοῦτο: Ὅτι ὁ βίος τῆς ὁσίας μητρὸς ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας ὑπῆρξε πανάθλιος. Ὁ καρπὸς τῆς μετανοίας της καὶ τῶν δακρύων της, ὅμως, τὴν εἰσήγαγε εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἔγινε ἁγία. Συνεπῶς θέλει νὰ πεῖ μὲ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας: «Μὴν ἀπογοητεύεστε. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶναι ἕνα σκάμμα, εἶναι ἕνα στάδιον, εἶναι ἕνα πεδίον ἀγῶνος. Ἀγωνιστεῖτε, μετανοήσατε, δακρύσατε, κλάψατε καὶ θὰ συγχωρηθεῖτε· ὄχι μόνο θὰ συγχωρηθεῖτε, ἀλλὰ καὶ θὰ ἁγιασθεῖτε. Ὄχι μόνο θὰ ἁγιασθεῖτε, ἀλλὰ καὶ θὰ δικαιωθεῖτε. Δηλαδὴ θὰ ἀναγνωριστεῖτε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ ἀγαπημένα, ζῶντας μέσα στὴν αἰωνιότητα, μαζὶ μὲ Ἐκεῖνον».

Πράγματι, ἀγαπητοί, ἂν ἐρωτήσετε τί ἀκριβῶς ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε τὴν ὁσίαν Μαρίαν νὰ μετανοήσει, εἶναι τοῦτο: Κατὰ τὸν βίο της -ἔζησε ἐπὶ Ἰουστινιανοῦ τοῦ Μεγάλου, τὸν 6ο αἰῶνα-  ἦτο Αἰγυπτία, ἦτο ἀκόλαστος, ζοῦσε πολλὰ χρόνια στὴν ἁμαρτία καὶ κάποτε μὲ τοὺς φίλους της, τοὺς ἐραστάς της, ἦλθε στὰ Ἱεροσόλυμα κι αὐτὴ νὰ προσκυνήσει. Ὅπως ἀκριβῶς βλέπουμε καὶ σήμερα ἀγαπητοί, στὸν Ἐπιτάφιο, ἐπὶ παραδείγματι, πηγαίνουνε οἱ νέοι μὲ τίς φιλενάδες τους, πορνικὲς φιλενάδες ἐννοεῖται, ἀνήθικες φιλενάδες, μὲ τὴν κακὴ σημασία τῆς λέξεως «φιλενάδες», πηγαίνουν, παρακολουθοῦν τὸν Ἐπιτάφιο, πηγαίνουν στὴν περιφορά, πηγαίνουν στὰ πανηγύρια, στὶς περιφορὲς ἁγίων εἰκόνων κ.λπ. κ.λπ.  Μὴ σᾶς φαίνεται παράξενο, εἶναι ἕνα ξέφτισμα αὐτὸ πιὰ τῶν Χριστιανῶν, ποὺ ζοῦν μιὰ ἀσυνέπεια. Διότι ἂν ἔπρεπε λίγο νὰ σκεφθοῦν, θὰ ἔπρεπε νὰ ποῦν: «Τί κάνω τώρα; Ἀκολουθῶ τί; Τί ἀκολουθῶ; Τὸν Ἐπιτάφιον τοῦ Χριστοῦ; Κι ἔχω δίπλα μου τὴν φίλη μου, τὸν φίλο μου, καὶ ἁμαρτάνω;». Εἶναι ἀδιανόητο πρᾶγμα.

Ἔτσι λοιπὸν κάπως ἐκινεῖτο καὶ ἡ ὁσία Μαρία. Πῆγε μὲ τοὺς ἐραστάς της στὰ Ἱεροσόλυμα νὰ προσκυνήσει. Ἦταν ἡ ἡμέρα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, 14 Σεπτεμβρίου. Πῆγε νὰ μπεῖ μέσα, ἀλλὰ ἕνα ἀόρατο χέρι τὴν κρατοῦσε στὴν πόρτα καὶ δὲν μποροῦσε νὰ μπεῖ. Προσπαθοῦσε, ἀδύνατον. Προσπαθοῦσε, ἀδύνατον! Κατάλαβε. Ἄρχισε νὰ συνέρχεται. «Εἶμαι ἁμαρτωλή! Εἶμαι πόρνη! Παναγία μου», λέγει, «βοήθησέ με νὰ μπῶ μέσα καὶ θὰ σταματήσω τὸν ἀκόλαστο βίο μου». Καὶ μόλις τὸ εἶπε αὐτό, κατενύγη. Δάκρυα ἦρθαν στὰ μάτια της καὶ τότε σταμάτησε νὰ ἐμποδίζει ἐκεῖνο τὸ ἀόρατο χέρι. Μπῆκε μέσα, προσεκύνησε. Βγῆκε μετὰ ἔξω, ὅταν τελείωσε ἡ Λειτουργία καὶ ἐξαφανίστηκε. Ἐπέρασε τὸν Ἰορδάνη κι ἐκεῖ στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, ἀγαπητοί μου, ἠσκήτευσε μόνη πρὸς μόνον τὸν Θεὸν 41 ὁλόκληρα χρόνια. Καὶ τότε κάποτε ἐκεῖ, στὸ τέλος τῆς ζωῆς της ἐπέρασε ὁ ὅσιος Ζωσιμᾶς, ἱερεύς, πρὸς τὸν ὁποῖον εἶπε τὸν βίο της, τὴν ἐκοινώνησε καὶ τοῦ λέγει: «Ἔλα καὶ τοῦ χρόνου νὰ μὲ κοινωνήσεις». Ἀλλὰ τὴν ἴδια ἡμέρα ποὺ κοινώνησε ἡ ὁσία Μαρία, προαισθανθεῖσα τὸ τέλος της, ἀπέθανε. Βρῆκε τὸ λείψανό της καὶ τὸ ἔθαψε ὁ Ζωσιμᾶς ὕστερα ἀπὸ ἕνα χρόνο.

Αὐτὴν λοιπὸν προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας. Εἶναι μεγάλο πρᾶγμα, ἀγαπητοί. Τί ἦταν τὸ προκαταρκτικὸν τῆς σωτηρίας της; Ἡ κατάνυξις καὶ τὰ δάκρυα. Πράγματι, ὁ ἅγιος Συμεῶν ὁ Νέος Θεολόγος λέγει ὅτι ὁ γέροντάς του,  ὁ ὅσιος Συμεῶν ὁ εὐλαβής, ἔλεγε: «Ποτὲ μὴν κοινωνήσετε, ἐὰν δὲν ἔχετε δακρύσει». Εἶναι πολὺ μεγάλο αὐτό, ὅτι πρέπει νὰ προσεγγίζει κανεὶς τὸν Θεὸν μὲ κατάνυξη. Ἡ κατάνυξις εἶναι ἡ ἀφετηρία νὰ προσεγγίσει κανεὶς τὸν Θεόν, ἀλλὰ εἶναι καὶ ἀκόμη, ἂν θέλετε, καὶ ἕνας καρπός. Ὅπως καρπὸς τῆς κατανύξεως εἶναι τὰ δάκρυα.

Πράγματι, θὰ λέγαμε, ὅτι ἡ κατάνυξις... -Τί θὰ πεῖ κατάνυξις, ἀλήθεια; Πολλὲς φορὲς τὸ λέμε. Ξέρετε, πρέπει νὰ τὸ ἐξηγήσομε. Πολλὲς φορὲς νομίζομε κατάνυξη ὅτι εἶναι ἕνα ἡμίφως, ἕνας μικρὸς χῶρος, ἕνας χῶρος, ἕνα περιβάλλον ποὺ ὑποβάλλει. Λέμε: «Κατανυκτικὸς ναὸς αὐτός· κατανυκτικὸς ναός»· ἤ: «Κατανυκτικὴ Θεία Λειτουργία»· ἤ: «Κατανυκτικοὶ ἦσαν οἱ ψάλτες». Ὅλα αὐτὰ ἀλήθεια τί σημαίνουν; Δὲν ξέρω ἂν προσεγγίζουν τὴν πραγματικότητα. «Κατανύσσω» θὰ πεῖ κατά+νύττω, νύσσω. Θὰ πεῖ: κατά+τρυπῶ. «Νύττω» θὰ πεῖ τρυπῶ. Κατατρυπῶ λοιπὸν θὰ πεῖ κατανύσσω. Δηλαδὴ εἶναι τὸ κατατρύπημα τῆς καρδιᾶς. Ὅταν ἡ καρδιά, μὲ ἄλλα λόγια, τρυπηθεῖ. Ἀπὸ τί τρυπηθεῖ; Ἀπὸ κάτι. Αὐτὸ τὸ κάτι ποὺ θὰ τὴν τρυπήσει, θὰ τὴν πληγώσει. Καὶ τὸ πλήγωμα θὰ ἐπιφέρει τὰ δάκρυα. Αὐτὸ θὰ πεῖ κατάνυξις. Τρύπημα καὶ πλήγωμα τῆς καρδιᾶς, μὲ ἀποτέλεσμα τὰ δάκρυα.

Ἔτσι, ἡ ἀφετηρία τῆς κατ᾿ αἴσθησιν πνευματικῆς ζωῆς, εἶναι, ἀγαπητοί μου, ἡ  κατάνυξις. Καὶ ὁ καρπός της, ὅπως σᾶς εἶπα, τὰ δάκρυα. Πράγματι, ἐγὼ προσωπικὰ εἶμαι μάρτυς κάπου κάπου τέτοιων ψυχῶν, ποὺ βλέπει κανένας ὅτι σὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἤδη ἐπεσκέφθῃ τὴν καρδιά τους ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἔχουν ἤδη κατανυγεῖ. Καὶ τὸ βλέπει κανεὶς νὰ δημιουργεῖ στὸ πρόσωπό τους, γιατί ἤδη ἔχει γίνει στὴν καρδιά τους, στὴν ψυχή τους, μία ἀλλοίωσις. Καὶ αὐτὴ ἡ ἀλλοίωσις εἶναι «ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου». Ὅταν τὸ χέρι τὸ δεξὶ τοῦ Θεοῦ ἀκουμπήσει ἐπάνω στὴν ψυχὴ καὶ ἡ ψυχὴ πυρπολεῖται, πληγώνεται, κατανύσσεται. Τότε ἔρχονται καὶ τὰ δάκρυα. Κι ὅταν δεῖ κανεὶς αὐτὸ σὲ μία ψυχή, τότε λέγει: «Αὐτὴ ἡ ψυχὴ μετενόησε». Ἐπιστρέφει κατ᾿ αἴσθησιν. Δηλαδὴ κατὰ συνείδησιν. Καταλαβαίνει, νιώθει. Πιστέψτε με, ἀγαπητοί μου, δὲν ξέρω ἂν εἶναι φοβερὸς ὁ λόγος ποὺ θὰ πῶ, φοβᾶμαι ὅτι στοὺς ἑκατὸ ἀνθρώπους ποὺ μετανοοῦν, μόνον ὁ ἕνας ξεκινάει μὲ κατάνυξιν. Οἱ πιὸ πολλοί, ψυχροὶ ἔρχονται νὰ μετανοήσουν καὶ ψυχροὶ φεύγουν... Εἶναι σὰν τὴν κατσαρόλα ποὺ τὴν βάλαμε στὴ φωτιά, ἀλλὰ φωτιὰ ἀπὸ κάτω δὲν ὑπάρχει. Καὶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει μαγείρεμα. Ἔτσι ἀκριβῶς, ὅταν δὲν ὑπάρχει τὸ πῦρ τῆς θείας, θὰ λέγαμε, πληγώσεως, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει πνευματικὴ ζωή. Δὲν εἶναι δυνατόν.

Γι᾿ αὐτὸ βλέπει κανεὶς τοὺς Χριστιανούς μας, ἐνῶ ξεκίνησαν ἢ ξεκινοῦν νὰ ἐξομολογοῦνται καὶ νὰ κοινωνοῦν καὶ νὰ πηγαίνουν στὴν Ἐκκλησία, στὴν πραγματικότητα εἶναι περιφερόμενα ψυγεῖα. Καὶ εἶναι φοβερὸ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα... Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι ἕτοιμοι σὲ κάθε περίπτωση πειρασμοῦ, νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν πνευματική τους ζωή, διότι ἐπιτέλους δὲν τοὺς ἐκόστισε...  Δὲν θ᾿ ἀφήσεις ποτὲ κάτι ποὺ σοῦ ἔχει κοστίσει. Ἕνα παιδὶ ποὺ τὸ γέννησες, δὲν τὸ ἐγκαταλείπεις. Γιατί δὲν τὸ ἐγκαταλείπεις; Γιατί πόνεσες. Καὶ μιὰ πνευματικὴ ζωὴ ποὺ βγῆκε μέσα ἀπὸ μία πνευματικὴ γέννηση, ἀπὸ ἕναν πόνο πνευματικό, ἀπὸ ἕνα πλήγωμα τῆς καρδιᾶς, δὲν τὴν ἀφήνεις. Γιατί ἁπλούστατα σὲ ἔχει πονέσει. Ἔχεις προκαλέσει πνευματικὸν τοκετόν. Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ἕνα θαυμάσιο: Ὅτι «ὁ Θεὸς Πατὴρ εἶναι ὁ τοξότης· ὁ Υἱὸς εἶναι τὸ βέλος. Καὶ τοξεύει μὲ τὸ τόξο Του ὁ Θεὸς Πατὴρ τίς ἀνθρώπινες καρδιές, ρίπτοντας τὸ βέλος «Ἰησοῦς Χριστός». Καὶ ὅταν ἡ καρδιὰ τρωθεῖ, πληγωθεῖ, τότε... ὦ, τότε...!».... Πληγωθεῖ ἀπὸ τὸ βέλος, δηλαδὴ Ἰησοῦς Χριστός, τότε, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἄλλο πρᾶγμα. Εἶναι πραγματικὰ ἄλλο πρᾶγμα...

Θυμηθεῖτε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο ὅταν εἶχε ἀρνηθεῖ τὸν Χριστόν. Τὸν ἠρνήθῃ μὲ κάποια εὐκολία. Ὅπως μὲ κάποια εὐκολία Του εἶπε ὅτι δὲν θὰ Τὸν ἀρνηθεῖ. Καὶ μόλις Τὸν ἠρνήθῃ ὁ Πέτρος, ὁ Κύριος ἦτο λίγα μέτρα πιὸ πέρα, ὡς ὑπόδικος. Τότε Τὸν ἀρνεῖται ὁ Πέτρος, φωνάζει ὁ πετεινὸς καὶ γυρίζει ὁ Κύριος καὶ βλέπει τὸν Πέτρον. Κοιτᾶξτε· μόνον ἐγύρισε καὶ Τὸν κοίταξε. Ἅ, ἐκεῖνο τὸ μάτι! Ἅ, ἐκεῖνο τὸ μάτι ἦταν βέλος. Μὲ κέντρον, στόχο, τὴν καρδιὰ τοῦ Πέτρου. Τόσο ἐπληγώθῃ, ὥστε ἀμέσως ἐβγῆκε ἔξω, ὅπως μᾶς λέει τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον, καὶ ἔκλαυσε πικρῶς.

Θυμηθεῖτε ἀκόμη ἐκείνη τὴν πόρνη γυναῖκα, ὅταν ὁ Κύριος ἐπῆγε στὸ σπίτι κάποιου Φαρισαίου, Σίμωνος ὀνόματι, καὶ ἐκείνῃ ἐμπῆκε μέσα καὶ μὲ δάκρυα Τοῦ ἔπλενε τὰ πόδια, μὲ δάκρυα. Γιατί; Γιατί εἶχε κατανυγεῖ ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου, αἰσθανομένη τὴν ἁμαρτωλή της ζωή. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος εἶπε... ἀξίζει νὰ τὸ ποῦμε, στὸν Σίμωνα, ποὺ τοῦ λέγει: «Δὲν μοῦ λές, Σίμων, νὰ σὲ ρωτήσω κάτι -Γιατί ὁ ἴδιος διενοήθῃ καὶ εἶπε... «Ἄν ἦταν προφήτης»- οὔτε κἂν προφήτη δὲν τὸν εἶχε ὁ Σίμων· ἁπλῶς ἕναν διδάσκαλον τὸν εἶχε: «θὰ ἔπρεπε νὰ ξέρει ποιά εἶναι αὐτὴ τώρα ποὺ τοῦ πλένει τὰ πόδια καὶ θά ᾿πρεπε νὰ τῆς δώσει μία κλωτσιὰ καὶ νὰ τὴν ἀποδοκιμάσει». - «Σίμων, θὰ σοῦ πῶ μιὰ ἱστορία. Δύο ἄνθρωποι χρωστοῦσαν σὲ ἕνα ἀφεντικὸ χρήματα. Ὁ ἕνας χρωστοῦσε 50 καὶ ὁ ἄλλος 500. Ἐπειδή, ὅμως, οὔτε ὁ ἕνας, οὔτε ὁ ἄλλος εἶχαν νὰ δώσουν, τοὺς ἐχάρισε καὶ στοὺς δύο τὸ ποσόν. Πές μου, ἀπὸ τοὺς δυὸ ποιός θὰ εἶναι πιὸ εὐγνώμων;». «Ἔ, προφανῶς», λέγει, «ἐκεῖνος ποὺ τοῦ χαρίστηκε τὸ μεγαλύτερο ποσόν, τὰ 500 νομίσματα». -«Ἔ, λοιπόν, αὐτὴ εἶναι ἐδῶ τώρα ποὺ τῆς χαρίστηκαν τὰ 500 νομίσματα. Αὐτὴ εἶναι ἡ πόρνη ποὺ συγχωρήθηκε. Γι᾿ αὐτὸ κλαίει. Ἐσὺ καημένε, ταλαίπωρε, εἶσαι τῶν 50. Σοῦ χαρίστηκαν οἱ ἁμαρτίες, ἀλλὰ δὲν ἔχεις αἴσθηση, δὲν ἔχεις αἴσθηση...».... Εἶναι καταπληκτικό!

Θυμηθεῖτε ἀκόμη, ἀγαπητοί μου, τὰ πλήθη τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Πέτρος βγῆκε στὸν ἐξώστη τοῦ ὑπερώου γιὰ νὰ πεῖ ὅτι αὐτὸ ποὺ ἀκοῦν καὶ βλέπουν εἶναι ἡ ἐπιφοίτησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ἦρθε νὰ μαρτυρήσει ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν ἦταν ἐγκληματίας, δὲν ἦταν πλάνος τοῦ λαοῦ, δὲν ἦταν ψευδομεσσίας. Ἔρχεται νὰ δώσει τὴν μαρτυρία Του ὁ οὐρανός. Διότι ἐὰν ὁ Ἰησοῦς ἦτο πλάνος καὶ ψευδόχριστος, τότε πῶς ἦρθε ἡ Πεντηκοστή; Τὸ εἶχε πεῖ ὁ Χριστός. «Ἐγὼ θὰ φύγω καὶ θὰ στείλω τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον». Γιατί ὁ Ἴδιος εἶπε: «Ἐμένα θὰ μὲ δεῖτε ἐγκληματία, λαοπλάνο, ἀλλὰ Ἐκεῖνος, ὁ Παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, θὰ μαρτυρήσει περὶ Ἐμοῦ Ποιός εἶμαι». Ἡ μαρτυρία του Ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ἡ Πεντηκοστή. Καὶ βγῆκε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος στὸν ἐξώστη· ἀκριβῶς τέτοια τοὺς ἔλεγε. Καὶ τὸ πλῆθος ἐκεῖνο ποὺ συγκεντρώθηκε, κατενύγη, πληγώθηκε ἡ καρδιά του. «Καὶ ἀκούσαντες», λέει τὸ ἱερὸν κείμενον, «κατενύγησαν τῇ καρδίᾳ». Πληγώθηκαν στὴν καρδιά τους. Καὶ εἶπαν: «Ἀδελφοί, τί πρέπει νὰ κάνομε, γιὰ νὰ σωθοῦμε;».

Πάντως, ὅπως ἀντιλαμβάνεσθε, τὸ θέμα τῆς κατανύξεως εἶναι ἕνα ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ἕνα ἔργο τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνον ἔργο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἕνα ἔργο καὶ τῆς ἀγαθῆς προαιρέσεως. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δὲν διαθέτει ἀγαθὴ προαίρεση, τότε ὁ Θεὸς δὲν μπορεῖ τίποτα νὰ κάνει. Ἀκριβῶς γιατί μπροστὰ Του ἔχει τὸ θέμα τῆς προαιρέσεως, δηλαδὴ τῆς ἐλευθερίας. Καὶ βλέπετε, οὔτε Αὐτὸς ὁ Θεὸς ἐπεμβαίνει στὴν ἀνθρώπινη καρδιά, ἂν ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀνοίξει. Τί λέγει ἐκεῖ στὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως; «Ἰδού, ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω». «Νά, στάθηκα στὴν πόρτα καὶ χτυπῶ». Τί θὰ πεῖ «χτυπῶ»; Πληγώνω, ἔρχομαι νὰ πληγώσω. «Ἀλλά, ἀλλά, ἐὰν κανεὶς ἀκούσει τὴν φωνή μου, τότε θὰ μοῦ ἀνοίξει. Ἄν δὲν ἀκούσει τὴν φωνή μου, τότε ἀναμφισβήτητα δὲν θὰ μοῦ ἀνοίξει».

Λέγει ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος κάτι πραγματικὰ θαυμάσιο, τὸ ὁποῖον, παρακαλῶ, ἀκούσατέ το. Μᾶς ἐνδιαφέρει: «Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς μᾶς ἀγαπάει ὅλους καὶ θέλει ὅλοι νὰ σωθοῦμε, τότε ἔρχεται ἡ Χάρις Του καὶ ἀπὸ πάνω ὑπερίπταται ἀπ᾿ τὴν καρδιά μας. Ὑπερίπταται. Ἡ καρδιὰ εἶναι ἀκάθαρτη, εἶναι γεμάτη πάθη. Τότε πετάει ἕνα βέλος. Ἔρχεται καὶ τρυπᾷ τὴν καρδιά, λίγο. Καὶ δημιουργεῖ μία κατάνυξη, ἀλλὰ χωρὶς ἐμεῖς νὰ ἔχομε ἴσως ἀγαθὴν προαίρεσιν. Τίποτα. Εἴμεθα ἁμαρτωλοὶ ἄνθρωποι. Ὁ Θεός, λοιπόν, πληγώνει λίγο τὴν καρδιά. Ἀπὸ ἕνα κήρυγμα, ἀπὸ ἕνα περιβάλλον, ἀπὸ ἕναν λόγο, ἀπὸ ἕνα περιστατικό, ἀπὸ μιὰ κατάσταση. Καὶ πληγώνεται ἡ καρδιά, δηλαδὴ κατα-νύσσεται καὶ τότε αἰσθάνεται μία γλυκύτητα. Καὶ δίνει ὁ Θεὸς ἕνα δεῖγμα καὶ σοῦ λέει: ''Αὐτὸ θὰ νιώθεις, ὅταν καθαρίσεις τὴν καρδιά σου. Ἐγὼ τώρα ἔριξα τὸ βέλος καὶ φεύγω. Τὸ ἀποσύρω τὸ βέλος μου. Ἐσύ, ἂν θέλεις, νὰ διαθέσεις τὴν προαίρεσή σου καὶ τότε θὰ δημιουργήσεις προϋποθέσεις καὶ καταστάσεις ποὺ θὰ ἔχεις μόνιμη γλυκύτητα''». Δηλαδή, μὲ ἄλλα λόγια, μᾶς δίνει ἕνα δεῖγμα. Ἕνα δεῖγμα τῆς δικῆς Του ἀγάπης καὶ τῆς δικῆς Του παρουσίας. Ποιό εἶναι τὸ ἔργο τὸ δικό μας παρακάτω; Νὰ καθαρίσομε τὴν καρδιά μας.

Ἀλλὰ ἂς ποῦμε καὶ δυὸ λόγια, ἀγαπητοί μου, καὶ διὰ τὰ δάκρυα. Λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος στὸν 7ο του λόγο: «Ὁ περὶ τῶν δακρύων λόγος ἐκ πολλῶν καὶ διαφόρων τρόπων τίκτεσθαι λέγεται (ὅτι τὰ δάκρυα, λέει, ἀπὸ διάφορες αἰτίες δημιουργοῦνταιλέγω δή, ἐκ φύσεως (εἶναι κάποιος ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἔτσι ἔχει εὔκολα τὰ δάκρυα ἀπὸ τὴν φύση του. Εἶναι μία κυρίως χαλάρωση τοῦ νευρικοῦ συστήματος πολλὲς φορὲς καὶ μὲ τὸ παραμικρὸ ὁ ἄλλος δακρύει. Μὲ τὸ παραμικρό), ἐκ Θεοῦ, ἐκ θλίψεως ἐναντίας (ἀπὸ μία στενοχώρια), ἐξ ἐπαινουμένης -ὅταν ἐπαινεθεῖ ἕνας ἄνθρωπος, ἀμέσως συγκινεῖται καὶ δακρύζει· ὅταν τὸν ἐπαινέσουν, τὸν ἀνεβάσουν, τοῦ δώσουν ἕνα παράσημο, δακρύει, κλαίει-, ἐκ κενοδοξίας (μπορεῖ νὰ δακρύσει), ἐκ πορνείας (μπορεῖ νὰ δακρύσει), ἐξ ἀγάπης (μπορεῖ νὰ δακρύσει), ἐκ μετανοίας, ἐκ μνήμης θανάτου (ὅταν ἐνθυμεῖται τὸν θάνατον. Ὄχι μὲ τὴν παθητικὴ ἔννοια. Ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι: «Τί κάνω ἐγώ; Τί κάνω ἐγώ; Ἀδικῶ, ἁμαρτάνω, σὰν νὰ ζήσω στὴν ζωὴ αὐτὴ αἰῶνες αἰώνων... Τί κάνω ἐγώ;». Αὐτὴ εἶναι ἡ μνήμη τοῦ θανάτου, ἡ γόνιμη μνήμη τοῦ θανάτου) καὶ ἑτέρων πολλῶν», λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης.

Βλέπετε ὅτι εἶναι πολλὲς οἱ αἰτίες τῶν δακρύων. Ποιὲς ὅμως ἀπὸ αὐτὲς εἶναι οἱ νόμιμες; Ποιὲς εἶναι ἐκεῖνες οἱ ὁποῖες θὰ καθαρίσουν τὴν καρδιά, οἱ καταστάσεις; Ἐκεῖνες ποὺ πραγματικὰ θὰ μοῦ δώσουν πνευματικότητα; Εἶναι τρεῖς. Εἶναι τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας, τὰ δάκρυα τῆς μνήμης τοῦ θανάτου καὶ τὰ δάκρυα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας, ἀγαπητοί μου, εἶναι τὰ δάκρυα ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα κανεὶς χύνει, ὅταν καταλάβει τὴν κατάστασή του τὴν φοβερή. Ὅτι ὑπῆρξε ἁμαρτωλός. Φθάνει νὰ πεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἕναν τολμηρὸν λόγον. Τὸ λέγει ὁ ἴδιος. Λέγει: «Τολμηρὸς εἶναι ὁ λόγος, ἀλλὰ κάπως ἔτσι εἶναι. Ὅτι τὰ δάκρυα ἀποτελοῦν ἕνα δεύτερο βάπτισμα!». Διότι μὲ τὸ βάπτισμα, τὸ νερὸ τοῦ βαπτίσματος, καθαριζόμεθα ἀπὸ τὸν ρύπον τῆς ἁμαρτίας. Καὶ μὲ τὰ δάκρυα καθαριζόμεθα ἀπὸ τὸν ρύπον, τὴν βρωμιὰ τῆς ἁμαρτίας.

Ἀλλὰ εἶναι καὶ τὰ δάκρυα ἀπό τὸ κατὰ Θεὸν πένθος, ἀπὸ τὴν μνήμη τοῦ θανάτου. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βλέπει τίς ἁμαρτίες του καὶ πενθεῖ γιὰ τὸν ἑαυτόν του καὶ ὀδύρεται. Ἄν κάποιος δεῖ ἕναν τέτοιον ἄνθρωπο, θὰ πεῖ ὅτι εἶναι δυστυχισμένος, ὅτι εἶναι μελαγχολικός. Δὲν εἶναι. Εἶναι εὐτυχισμένος. Ἀγαπητοί, μπορεῖτε νὰ φανταστεῖτε, πίσω ἀπὸ ἕνα κατὰ Θεὸν πένθος ὅτι ὑπάρχει εὐτυχία; Ὅτι ὑπάρχει εἰρήνη; Ἄν γνωρίζατε ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος δεῖ τίς ἁμαρτίες του καὶ κλάψει καὶ κλαίει γι᾿ αὐτές, ἔχει μία ἀνείπωτη εἰρήνη, τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ... Τὸ συλλαμβάνετε αὐτό; Νομίζει κάποιος ποὺ εἶναι ἄγευστος τέτοιων καταστάσεων, ὅτι μπορεῖ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος νὰ εἶναι δυστυχισμένος. Ἀλλὰ εἶναι μία ἐλπιδοφόρος μνήμη τοῦ θανάτου. Δηλαδὴ εἶναι τοῦτο· προσέξατέ το. Αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ γέρων Σιλουανός: «Ἔχε τον νοῦ σου εἰς τὸν ἅδη καὶ μὴν ἀπελπίζεσαι». Τί θὰ πεῖ «Ἔχε τὸν νοῦ σου στὸν ἅδη»;. Γιατί ὁ ἅδης εἶναι ὁ τόπος τῶν κολασμένων ψυχῶν, γιὰ τὴν ὥρα. Μέχρι νὰ ξανάρθει ὁ Χριστὸς καὶ νὰ γίνει ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. Ὁ ἅδης εἶναι ἡ πρόγευσις τῆς κολάσεως. Ὄχι κόλασις. Ἡ πρόγευσις τῆς κολάσεως. «Ἔχε λοιπόν τὸν νοῦ σου στὸν ἅδη» θὰ πεῖ, «ἔχε τὸν νοῦ σου ἐκεῖ στὸν τόπο τῶν τιμωριῶν καὶ τῆς βασάνου». Νὰ λές: «Δὲν θὰ σωθῶ». Εἶναι μεγάλο πρᾶγμα αὐτό. Κλαῖς καὶ ὀδύρεσαι γιὰ τίς ἁμαρτίες σου. «Δὲν θὰ σωθῶ. Εἶμαι πολὺ ἁμαρτωλός...»....

Προσέξτε· μερικοὶ τὸ λένε ὑποκριτικά: «Δὲν θὰ σωθῶ». Δὲν τὸ πιστεύουν στὸ βάθος. Νὰ τὸ πιστέψει κανείς: «Δὲν θὰ σωθῶ». Καὶ ταυτοχρόνως, νὰ μὴν χάσει τὴν ἐλπίδα του ὅτι μπορεῖ νὰ σωθεῖ. Διότι ἂν πενθεῖ τίς ἁμαρτίες του καὶ χάσει τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας του, τότε πράγματι εἶναι δυστυχισμένος ἄνθρωπος. Τότε πράγματι κινδυνεύει ἀκόμη καὶ ἀπὸ ἀρρώστια ψυχικὴ νὰ πάθει. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ὁ ὁποῖος πενθεῖ, ἔχει τὸ κατὰ Θεὸν πένθος, ἀλλὰ ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, τότε εἶναι μακάριος. Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ Κύριος στοὺς Μακαρισμούς: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, γιατί αὐτοὶ θὰ γελάσουν». Εἴδατε; Εὐτυχίζει τοὺς πενθοῦντας. Δὲν ἐννοεῖ βέβαια νὰ σοῦ πεθάνουν οἱ συγγενεῖς σου, νὰ χάσεις τὰ ὑπάρχοντά σου. Δὲν τὸ λέει αὐτό. Δὲν ἐννοεῖ αὐτὸ ὁ Κύριος. Ἀλλὰ ἐννοεῖ νὰ πενθήσεις μιὰ κατάστασή σου ἁμαρτωλή. Τότε ἀναμφισβήτητα θὰ ἔχεις τὴν εἰρήνη. Βλέπετε; Μέθοδοι ἀντίθετοι ἀπὸ ἐκεῖνες τίς μεθόδους ποὺ εἰσηγεῖται ὁ κόσμος. Ὁ κόσμος τί εἰσηγεῖται; «Ρίχ᾿ το ἔξω, διασκέδασε, γλέντησε, μὴν ἀφήνεις τίποτα ποὺ νὰ μὴν τὸ δοκιμάσεις! Καὶ θὰ δεῖς πόσο χαρὰ θὰ ἔχεις!». Ἐκεῖ θὰ ἀποκτήσεις τὴν κατάθλιψη καὶ τὴν ἀπουσία τῆς εἰρήνης... Βλέπετε μέθοδοι; Ἀντίθετοι! Ἀντίθετοι αἱ μέθοδοι τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὰς μεθόδους τοῦ κόσμου. Ἐντελῶς ἀντίθετα πράγματα!

Καὶ τέλος εἶναι τὰ δάκρυα ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀγαπάει τὸν Θεό, ἀγαπάει καὶ τὰ δημιουργήματά Του. Καὶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ πουλιὰ καὶ τὰ φυτὰ καὶ τίς πέτρες. Τ᾿ ἀγαπάει ὅλα. Γιατί εἶναι ὅλα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀνακλοῦν τὴν σοφία Του, τὴν ἀγάπη Του καὶ τὴν θεία Του δύναμη. Ἔτσι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει πραγματικὰ ἀγαπήσει τὸν Θεό, εἶναι ἄλλο πρᾶγμα. Λέγει μάλιστα ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος: «Κοίταξε, ὅταν προσκρούσεις τὸν Θεὸ μὲ μιὰ ἁμαρτία, νὰ λυπηθεῖς· ὄχι γιατί θὰ τιμωρηθεῖς, ἀλλὰ γιατί ἐλύπησες τὸν Θεό». Αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸ λέγει κανένας μόνο ὅταν ἀγαπάει τὸν Θεό. Ὅταν Τὸν ἀγαπάει πραγματικὰ τὸν Θεό. Καὶ τότε, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, σὲ μία θαυμασία του ὁμιλία: «Καὶ ὅταν ἔχει κανεὶς αὐτὴν τὴν θεωρία τῆς κτίσεωςθεωρία» δηλαδὴ τὸ νὰ βλέπει τὴν δημιουργία) καὶ ἐκ τῆς μνήμης αὐτῶν τῶν κτισμάτων καὶ τῆς θεωρίας αὐτῶν (μὲ τὸ νὰ τὰ βλέπει) ῥέουσι ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ δάκρυα!». Καὶ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀγάπη ἡ ἀνείπωτη. Ἡ ἀνείπωτη ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὰ δημιουργήματά Του. Ἡμερώνει τὸν ἄνθρωπο, τὸν κάνει Ἄνθρωπο μὲ Α κεφαλαῖο.

Ἄν ἔπρεπε νὰ δοῦμε πρότυπον ἀνθρώπου, ποιό εἶναι αὐτὸ τὸ πρότυπον τοῦ ἀνθρώπου; Ποὺ προβάλλονται μέσα στὴν Ἱστορία καὶ ἀπὸ τὰ διάφορα κοινωνικὰ καὶ φιλοσοφικὰ συστήματα, πρότυπα ἀνθρώπων. Θὰ λέγαμε: Αὐτὸ εἶναι τὸ πρότυπον τοῦ ἀνθρώπου: Ὁ ἀληθινὸς ἄνθρωπος· ποὺ ἔχει την χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἔχει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀγάπη ὅλων τῶν δημιουργημάτων καὶ εἶναι ἀληθινὸς παράδεισος...

Ὦ ἀγαπητοί, ἡ Ἐκκλησία μας ἔβαλε τὴν μνήμη τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας σήμερα, γιὰ νὰ μᾶς πεῖ ὅτι ἡ κατάνυξις καὶ τὰ δάκρυα εἶναι ἡ ἀφετηρία τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή

μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,

μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια:

Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

 

ΠΗΓΕΣ:

•   Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.

•   https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_226.mp3
 
______________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ 
«Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου