Πράγματι, τί σχέση μπορεῖ νὰ ἔχουν οἱ μέχρι τότε προσφερόμενες ζωοθυσίες, καὶ μάλιστα ἑκατόμβες, ἀκόμα καὶ οἱ ἀνθρωποθυσίες, ποὺ γίνονταν γιὰ τὸν ἐξευμενισμὸ τῶν θεῶν, μὲ τὴν ζωηφόρο θυσία τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν Σταυρὸ ποὺ ἔγινε γιὰ τὴν δική μας λύτρωση ἀπὸ τὸ κράτος τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου; Πῶς μπορεῖ νὰ συγκριθῆ ἡ θυσία ἁμαρτωλῶν θυμάτων μὲ τὴν θυσία τοῦ ἀναμάρτητου Σωτῆρος; Ἐὰν τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων εἶχε τὴν δύναμη νὰ ἐξαγνίσῃ «πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα», πόσο μεγαλύτερη δύναμη μπορεῖ νὰ ἔχῃ τὸ αἷμα τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ ποὺ προσφέρθηκε ὑπὲρ ἡμῶν «εἰς κάθαρσιν καὶ ἁγιασμὸν ψυχῶν τε καὶ σωμάτων», «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» καὶ «εἰς ζωὴν αἰώνιον»;
Ὁ Χριστός μας, ἑπομένως, ἔγινε τὸ «ζωόθυτον θῦμα», «ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ» ποὺ θυσιάστηκε γιὰ τὴν δική μας ζωὴ καὶ σωτηρία, Ἐκεῖνος ποὺ δέχθηκε νὰ πληρώσῃ τὰ λύτρα, γιὰ νὰ μᾶς ἀπελευθερώσῃ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς θανατηφόρου ἁμαρτίας, Ἐκεῖνος ποὺ κατῆλθε στὸν ζοφερὸ Ἅδη, γιὰ νὰ ἀνασύρῃ τοὺς «πεπεδημένους» καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσῃ καὶ πάλι στὸ φῶς τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καὶ τῆς καινῆς ἀναστημένης κτίσεως.
Ἡ θυσία του εἶναι ἀνεκτίμητη, μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη. Ἀκόμη καὶ ἡ θυσία ἡρωϊκῶν βασιλέων, ὅπως τοῦ τελευταίου βασιλέως τῶν Ἀθηνῶν Κόδρου, ποὺ προσφέρθηκε νὰ πεθάνη γιὰ τὴν σωτηρία τῆς πόλεώς του, δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθῆ μὲ ἐκείνη τοῦ Κυρίου, διότι οἱ ἀγαθοὶ βασιλεῖς προσέφεραν προσωρινὴ σωτηρία, ἐνῶ ὁ Σωτήρας Χριστὸς χάρισε τὴν παντοτινὴ καὶ αἰώνια σωτηρία! Κατὰ τ’ ἄλλα, ἐάν «μόλις ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται» (Ρωμ., ε’ 7), ποῦ νὰ τολμήσῃ, λέει ὁ Ἀπόστολος, νὰ πεθάνῃ κάποιος γιὰ τοὺς ἁμαρτωλούς!
Ὁ Χριστός, ὅμως, «ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν», ἀκριβῶς γιὰ νὰ ἀναστήσῃ τὸ μισοπεθαμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία πλάσμα Του. Ὅπως ὁ φιλόστοργος πελεκάνος σχίζει μὲ τὸ ῥάμφος τὸ στέρνο του καὶ προσφέρει τὸ νέο αἷμα στὰ ξεματωμένα καὶ δηλητηριασμένα ἀπὸ τὰ δαγκώματα τοῦ φιδιοῦ παιδιά του, γιὰ νὰ τὰ σώσῃ καὶ νὰ τὰ βοηθήσῃ νὰ ξαναπετάξουν, ἔτσι καὶ ὁ εὔσπλαγχνος Κύριος μὲ τὸ ζωογόνο αἷμα καὶ μὲ τὸ ἁγιαστικὸ ὕδωρ ποὺ ἔτρεξε ἀπὸ τὴν πληγωμένη Του πλευρὰ πάνω στὸν Σταυρὸ μπόλιασε τὰ ἀδυνατισμένα ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὴν ἁμαρτία πλάσματά Του, ὥστε νὰ τοὺς ξαναδώσῃ ζωή!
«Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις θῆ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (Ἰωάν., ιε’13). Ἐφ’ ὅσον, ἑπομένως, Ἐκεῖνος ὑπῆρξε θύτης καὶ μάλιστα θῦμα γιὰ ἐμᾶς, τοὺς ἁμαρτωλοὺς φίλους Του, προτύπωσε μὲ τὴν θυσία Του τὸν τρόπο τῆς σωτηρίας μας. Καλούμαστε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς νὰ ἀκολουθήσωμε τὸ παράδειγμά Του καὶ νὰ γίνωμε κατ’ ἀρχὰς θύτες τοῦ κακοῦ μας ἑαυτοῦ, μὲ τὸ νὰ σταυρώσωμε τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν νέο ἀνακαινισμένο ἄνθρωπο τῆς μετανοίας, καὶ στὴν συνέχεια «θύματα», δηλαδὴ διάκονοι τοῦ κοινοῦ καλοῦ, ὅπως ἔκανε καὶ ὁ Ἴδιος ποὺ προσέφερε τὸν ἑαυτό Του «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων σωτηρίας».
Στὴν πραγματικότητα εἶναι πολὺ δύσκολη ἡ σταύρωση τοῦ οἰκείου θελήματος, κυρίως τοῦ ἐξουσιαστικοῦ μας ἐγώ, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀπεξάρτησή μας ἀπὸ τὸν εὐδαιμονισμὸ καὶ ἀπὸ τὴν φιληδονία. Ἐὰν ὅμως κάνωμε τὸ πρῶτο βῆμα, ἐὰν σταυρώσωμε τὰ πάθη μας καὶ ξεριζώσωμε τὶς κακές μας ἐπιθυμίες, τότε εἶναι πολὺ πιὸ εὔκολο νὰ γίνωμε θύματα, δηλαδὴ διάκονοι ὄχι πλέον τῶν ἁμαρτιῶν μας ἀλλὰ τοῦ σωτηρίου θελήματος τοῦ Θεοῦ.
Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι βεβαίως, ἐγκλωβισμένοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἀλλὰ καὶ γοητευμένοι ἀπὸ τὴν πρακτικὴ τοῦ κόσμου τούτου καὶ τῶν ἀρχόντων του, ποὺ μᾶς ἐξουσιάζουν καὶ μάλιστα μᾶς κατεξουσιάζουν, θεωροῦμε καύχημά μας νὰ σταυρώνωμε τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἀδελφό μας, καὶ μεγάλη ἧττα τὴν σταύρωση τοῦ δικοῦ μας ἐξουσιαστικοῦ θελήματος.
Ὁ Χριστός, ὅμως, μᾶς προειδοποιεῖ: «Οὐχ οὕτω δ’ ἔσται ἐν ὑμῖν». Ἐσεῖς μὴν ἀκολουθῆτε τὶς τακτικὲς τοῦ Ἡρώδου, τοῦ Πιλάτου καὶ τῶν ἄλλων «τῶν δοκούντων ἄρχειν», διότι τότε θὰ ἔχετε καὶ τὸ δικό των ἄδοξο τέλος. Ταυτοχρόνως δέ, γιὰ νὰ μᾶς ἐνισχύσῃ στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν σταύρωση τῶν παθῶν μας, ποὺ εἶναι ὁ μονόδρομος τῆς σωτηρίας καὶ τῆς ἀναστάσεώς μας, μᾶς προβάλλει τὸ δικό Του ὑπόδειγμα θυσιαστικῆς ἀγάπης καὶ προσφορᾶς: «καὶ γὰρ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν» (Μάρκ., ι’ 45).
Συνεπῶς καὶ ἡ Ἐκκλησία προβάλλει μὲ τὴν σειρά της τὰ παραδείγματα «χαριτωμένων» Ἁγίων, ἀνθρώπων δηλαδὴ ποὺ ἁγιάστηκαν, διότι ὑπερέβησαν τὸ ἁμαρτωλό των φρόνημα πρὸς ὄφελος τῆς πολυπόθητης ἐν Χριστῷ σωτηρίας των. Ἡ Ἁγία Μαρία Αἰγυπτία ὑπῆρξε ἕνα τέτοιο «ὑπόδειγμα μετανοίας», πραγματικὰ ἀξιοθαύμαστο, διότι, λόγῳ τοῦ προηγουμένου ἐφάμαρτου βίου της, χρειάστηκε νὰ ἀγωνιστῆ πολὺ περισσότερο, γιὰ νὰ ὑπερβῆ τὸν Ἰορδάνη τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ διαβῆ στὴν ἀντίπερα ὄχθη τῆς μετανοίας, ὥστε νὰ ἀξιωθῆ μὲ τὴν ἄσκηση στὴν νηστεία, στὴν προσευχὴ καὶ ἐν τέλει μὲ τὴν ἐξομολόγηση καὶ τὴν θεία κοινωνία νὰ πάρῃ τὸ εἰσιτήριο γιὰ τὴν αἰώνια ζωή.
Ἀξίζει νὰ προσέξωμε ὅτι ἡ θυσία τῆς Ἁγίας ὁλοκληρώθηκε καὶ ἡ κοίμησή της ἐπῆλθε, ἀμέσως μετὰ ἀπὸ τὴν ἐξομολόγηση καὶ τὴν μετάληψη τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ἀφοῦ δηλαδὴ μπολιάστηκε στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔγινε σύσσωμη καὶ σύναιμη μὲ Ἐκεῖνον, ὕστερα ἀπὸ 47 ὁλόκληρα ἔτη ἀσκήσεως!
Εἴθε καὶ ἐμεῖς νὰ ἐφοδιαζώμαστε πάντοτε ἐπαξίως μὲ τὸ ἐμβόλιο τοῦ Χριστοῦ, τὴν θεία κοινωνία, ποὺ εἶναι ἐμβόλιο ζωῆς καὶ πολιτείας μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τοὺς συγκοινωνοῦντες ἀδελφούς μας καὶ ἐφόδιο ζωῆς αἰωνίου, τὴν ὁποία εὐχόμαστε ἀλλὰ καὶ ἀγωνιζόμαστε νὰ ἐπιτύχωμε ὅλοι μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς πρεσβεῖες πάντων τῶν χαριτωμένων Ἁγίων Του. Γένοιτο!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου