ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
«Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοὶ καὶ ἔπλασὰ σε καὶ ἔδωκὰ σε εἰς διαθήκην ἐθνῶν τοῦ καταστῆσαι τὴν γῆν καὶ κληρονομῆσαι κληρονομίας ἐρήμους (:Στὸν κατάλληλο καὶ εὐνοϊκὸ καιρό σὲ ἄκουσα μὲ προσοχὴ καὶ σὲ ἡμέρα ποὺ δίνεται ἡ σωτηρία, σὲ βοήθησα καὶ σὲ ἔπλασα καὶ σὲ ἔδωσα γιὰ νὰ συναφθεῖ Διαθήκη μὲ τὰ ἔθνη, γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ γῆ μὲ τοὺς κατοίκους της καὶ νὰ κληρονομήσεις ἐρημωμένες ἐκτάσεις καὶ λαοὺς ὡς μόνιμο κτῆμα κληρονομίας ἠθικῆς)», εἶπε ὁ Θεὸς μέσῳ τοῦ Ἠσαΐα [Ἠσ. 49,8]. Καλὸ λοιπὸν εἶναι νὰ πῶ σήμερα τὸ ἀποστολικὸ ἐκεῖνο πρὸς τὴν ἀγάπη σας: «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας (Νὰ λοιπόν, τώρα εἶναι καιρὸς κατάλληλος, νά, τώρα εἶναι ἡμέρα σωτηρίας)» [Β΄ Κορ. 6,2]· «ἡ νὺξ προέκοψεν͵ ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους͵ ἐνδυσώμεθα δὲ τὰ ὅπλα τοῦ φωτός (:Ἡ ζωὴ αὐτή, ποὺ μοιάζει μὲ νύχτα σκοτεινή, προχώρησε, ἐνῶ ἡ ἡμέρα τῆς ἄλλης ζωῆς πλησίασε. Κι ἂν ἀκόμη δὲν ἔλθει ὁ Κύριος σύντομα μὲ τὴν ἔνδοξη δευτέρα Του παρουσία, ἔρχεται ὅμως γιὰ τὸν καθένα μας μὲ τὸν θάνατο. Πλησιάζει λοιπὸν γιὰ τὸν καθένα μας ἡ ἡμέρα τῆς ἄλλης ζωῆς. Ἄς ἀποθέσουμε λοιπὸν σὰν νυκτερινὰ ἐνδύματα τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ποὺ γίνονται στὸ σκοτάδι, καὶ ἂς ντυθοῦμε σὰν ἄλλα ὅπλα τὰ φωτεινὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς)» [Ρωμ. 13,12].
Διότι προσεγγίζει ἡ ἀνάμνηση τῶν σωτηριωδῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ νέο καὶ μέγα καὶ πνευματικὸ Πάσχα, τὸ βραβεῖο τῆς ἀπαθείας, τὸ προοίμιο τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Καὶ τὸ προκηρύσσει ὁ Λάζαρος ποὺ ἐπανῆλθε ἀπὸ τὰ βάραθρα τοῦ ἅδη, ἀφοῦ ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκροὺς τὴν τετάρτη ἡμέρα μὲ μόνο τὸν λόγο καὶ τὸ πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχει τὴν ἐξουσία ζωῆς καὶ θανάτου, καὶ προανυμνοῦν παιδιὰ καὶ πλήθη λαοῦ ἄκακα, μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ θείου Πνεύματος, Αὐτὸν ποὺ λυτρώνει ἀπὸ τὸν θάνατο, ποὺ ἀνεβάζει τίς ψυχὲς ἀπὸ τὸν ἅδη, ποὺ χαρίζει ἀΐδια ζωὴ στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα.
«Ὁ γὰρ θέλων ζωὴν ἀγαπᾶν καὶ ἰδεῖν ἡμέρας ἀγαθὰς παυσάτω τὴν γλῶσσαν αὐτοῦ ἀπὸ κακοῦ καὶ χείλη αὐτοῦ τοῦ μὴ λαλῆσαι δόλον (:Προσέχετε πολὺ τίς παρεκτροπὲς τῆς γλώσσας· διότι, ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ ἀπολαμβάνει ζωὴ ἀκούραστη, ἄνετη καὶ εἰρηνικὴ καὶ νὰ δεῖ ἡμέρες καλὲς καὶ εὐτυχισμένες, ἂς σταματήσει τὴ γλῶσσα του ἀπὸ τὸ νὰ λέει τὸ κακὸ καὶ ἂς προσέχει νὰ μὴ βγαίνουν ἀπὸ τὰ χείλη του ψέματα καὶ ἀπάτες)» [Α΄ Πέτρ. 3,10]· ἂς ἐκκλίνει ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ ἂς πράττει τὸ ἀγαθό [Ψαλμ. 33, 13-15: «Τίς ἐστιν ἄνθρωπος ὁ θέλων ζωήν, ἀγαπῶν ἡμέρας ἰδεῖν ἀγαθάς; παῦσον τὴν γλῶσσάν σου ἀπὸ κακοῦ καὶ χείλη σου τοῦ μὴ λαλῆσαι δόλον. ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν, ζήτησον εἰρήνην καὶ δίωξον αὐτήν (:Ποιός ἄνθρωπος θέλει νὰ ζήσει ζωὴ μακρόχρονη καὶ εἰρηνικὴ καὶ νὰ ἀπολαύσει ἡμέρες ἀνέσεως καὶ εὐτυχίας; Ἐσὺ ποὺ ποθεῖς αὐτό, πάψε τὴ γλῶσσα σου ἀπὸ κακολογίες πικρὲς καὶ κλεῖσε τὰ χείλη σου, γιὰ νὰ μὴ λαλοῦν κατασκευάσματα δόλια καὶ συκοφαντικὲς ἐπινοήσεις μὲ σκοπὸ τὴν καταστροφὴ τοῦ πλησίον. Τὰ παρακολουθεῖ ἀλάνθαστα Αὐτὸς ποὺ μόνος καὶ χωρὶς τὴ βοήθεια κανενὸς ἔπλασε τίς καρδιές τους καὶ ὁ Ὁποῖος κατανοεῖ τὰ ἔργα τους, γνωρίζοντας καὶ αὐτὰ τὰ μυστικὰ ἐλατήρια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα προῆλθαν αὐτά)» ].
Κακὸ λοιπὸν εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ μέθη καὶ ἡ ἀσωτία- κακὸ εἶναι ἡ φιλαργυρία, ἡ πλεονεξία καὶ ἡ ἀδικία· κακὸ εἶναι ἡ κενοδοξία, ἡ θρασύτητα καὶ ἡ ὑπερηφάνεια. Ἄς ἀποφύγει λοιπὸν ὁ καθένας τέτοια κακὰ καὶ ἂς ἐπιτελεῖ τὰ ἀγαθά. Ποιά εἶναι αὐτά; Ἡ ἐγκράτεια, ἡ νηστεία, ἡ σωφροσύνη, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ μακροθυμία, ἡ ἀγάπη, ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἄς ἐπιτελοῦμε λοιπὸν αὐτά, γιὰ νὰ μεταλάβουμε ἐπάξια τὸν Ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ ποὺ θυσιάστηκε γιὰ χάρη μας καὶ ἂς λάβουμε ἀπὸ Αὐτόν, τὸν ἀρραβῶνα τῆς ἀφθαρσίας, γιὰ νὰ τὸν φυλάξουμε κοντά μας, σὲ ἐπιβεβαίωση τῆς οὐράνιας κληρονομίας ποὺ μᾶς ἔχει ὑποσχεθεῖ.
Ἀλλὰ εἶναι μήπως δυσκατόρθωτο τὸ ἀγαθὸ καὶ οἱ ἀρετὲς εἶναι δυσκολότερες ἀπὸ τίς κακίες; Ἐγὼ πάντως δὲν τὸ βλέπω· διότι περισσοτέρους πόνους ὑφίσταται ἀπὸ ἐδῶ ὁ μέθυσος καὶ ὁ ἀκρατὴς ἀπό τὸν ἐγκρατῆ, ὁ ἀκόλαστος ἀπὸ τὸν σώφρονα, ὁ ἀγωνιζόμενος νὰ πλουτίσει ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ζεῖ μὲ αὐτάρκεια, αὐτὸς ποὺ ἐπιζητεῖ ν᾿ ἀποκτήσει δόξα ἀπὸ αὐτὸν ποὺ περνάει τὴ ζωή του σὲ ἀφάνεια· ἀλλὰ ἐπειδὴ λόγῳ τῆς ἀγάπης μας πρὸς τίς ἡδονὲς οἱ ἀρετὲς μᾶς φαίνονται δυσκολότερες, ἂς βιάσουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας· διότι ὁ Κύριος λέγει: «Ἀπὸ δὲ τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ ἕως ἄρτι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται, καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν (:Νέοι χρόνοι ἦλθαν τώρα. Ἄλλη ἡ ἐποχὴ πρὶν ἀπὸ τὸν Ἰωάννη καὶ ἄλλη ἡ σημερινὴ ἐποχή. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἄρχισε τὸ κήρυγμά του ὁ Ἰωάννης ἕως τώρα, ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τὴν ὁποία δὲν μποροῦσε κανεὶς νὰ ἀποκτήσει, κερδίζεται μὲ τὴ βία, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ μεταχειρίζονται σπουδὴ καὶ βία πάνω στὸν ἑαυτό τους, τὴν ἁρπάζουν γρήγορα, πρὶν τοὺς φύγει, καὶ τὴν κρατοῦν σφιχτά)» [Ματθ. 11,12].
Χρειαζόμαστε λοιπὸν ὅλοι προσπάθεια καὶ προσοχή, ἔνδοξοι καὶ ἄδοξοι, ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι, πλούσιοι καὶ πτωχοί, ὥστε νὰ ἀπομακρύνουμε ἀπὸ τὴν ψυχή μας τὰ πονηρὰ αὐτὰ πάθη καὶ ἀντὶ αὐτῶν νὰ εἰσαγάγουμε σὲ αὐτὴν ὅλη τὴ σειρὰ τῶν ἀρετῶν. Πραγματικὰ ὁ γεωργὸς καὶ ὁ σκυτοτόμος, ὁ οἰκοδόμος καὶ ὁ ράπτης, ὁ ὑφαντὴς καὶ γενικῶς ὁ καθένας ποὺ ἐξασφαλίζει τὴ ζωή του μὲ τοὺς κόπους καὶ τὴν ἐργασία τῶν χεριῶν του, ἐὰν ἀποβάλουν ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὴν ἐπιθυμία τοῦ πλούτου καὶ τῆς δόξας καὶ τῆς τρυφῆς, θὰ εἶναι μακάριοι· διότι αὐτοὶ εἶναι οἱ πτωχοὶ γιὰ τοὺς ὁποίους προορίζεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καὶ γι᾿ αὐτοὺς εἶπε ὁ Κύριος: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (:Μακάριοι καὶ τρισευτυχισμένοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ συναισθάνονται ταπεινὰ τὴν πνευματική τους φτώχεια καὶ τὴν ἐξάρτηση ὁλόκληρου τοῦ ἑαυτοῦ τους ἀπὸ τὸν Θεό, διότι εἶναι δική τους ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν)» [Ματθ. 5,3]. «Πτωχοὶ τῷ πνεύματι» εἶναι αὐτοὶ ποὺ λόγῳ τοῦ ὅτι τὸ πνεῦμα τους, δηλαδὴ ἡ ψυχή τους, δὲν διέπεται ἀπὸ ὑψηλοφροσύνη καὶ φιλοδοξία καὶ φιληδονία, ἢ ἔχουν ἑκούσια καὶ τὴν ἐξωτερικὴ πτωχεία ἢ τὴν ὑπομένουν μὲ γενναιότητα, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἀκούσια. Αὐτοὶ ὅμως ποὺ πλουτίζουν καὶ εὐημεροῦν καὶ ἀπολαμβάνουν τὴν πρόσκαιρη δόξα καὶ γενικὰ ὅσοι ἐπιθυμοῦν αὐτὲς τίς καταστάσεις, θὰ περιπέσουν σὲ δεινότερα πάθη καὶ θὰ ἐμπέσουν σὲ μεγαλύτερες, περισσότερες καὶ δυσχερέστερες παγίδες τοῦ Διαβόλου· διότι αὐτὸς ποὺ πλούτισε δὲν ἀποβάλλει τὴν ἐπιθυμία τοῦ πλουτισμοῦ, ἀλλὰ μᾶλλον τὴν αὐξάνει, ἐπιθυμῶντας μὲ ἔνταση περισσότερα ἀπὸ προηγουμένως. Ἔτσι καὶ ὁ φιλήδονος καὶ ὁ φίλαρχος καὶ ὁ ἄσωτος καὶ ὁ ἀκόλαστος αὐξάνουν μᾶλλον τίς ἐπιθυμίες τους, παρὰ τίς ἀποβάλλουν. Οἱ δὲ ἄρχοντες καὶ οἱ ἀξιωματοῦχοι προσλαμβάνουν καὶ δύναμη, ὥστε νὰ ἐκτελοῦν ἀδικίες καὶ ἁμαρτίες.
Γι᾿ αὐτὸ εἶναι δύσκολο νὰ σωθεῖ κάποιος ποὺ ἔχει τὴν κοσμικὴ ἐξουσία καὶ νὰ εἰσέλθει στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ κάποιος πλούσιος. «Πῶς (:Ἀλλὰ πῶς)», λέγει, «δύνασθε ὑμεῖς πιστεῦσαι δόξαν παρὰ ἀλλήλων λαμβάνοντες καὶ τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ μόνου θεοῦ οὐ ζητεῖτε; (:εἶναι δυνατὸν νὰ πιστέψετε ἐσεῖς, ἀφοῦ ἐπιδιώκετε νὰ παίρνετε δόξα καὶ ἐπαίνους ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ δὲν ζητᾶτε τὴ δόξα ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸν ἕνα καὶ μόνο Θεό;)» [Ἰω. 5,44]. Ἀλλὰ ὅποιος εἶναι εὔπορος ἢ ἀξιωματοῦχος ἢ ἄρχοντας, ἂς μὴν ταράσσεται· διότι μπορεῖ, ἂν θέλει, νὰ ζητήσει τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ πιέσει τὸν ἑαυτό του, ὥστε, ἀνακόπτοντάς την πρὸς τὰ χειρότερα ροπή, νὰ ἀναπτύξει μεγάλες ἀρετὲς καὶ ν᾿ ἀπωθήσει μεγάλες κακίες, ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους ποὺ δὲν θέλουν. Μπορεῖ πραγματικὰ ὄχι μόνο νὰ δικαιοπραγεῖ καὶ νὰ σωφρονεῖ, ἀλλὰ καὶ αὐτοὺς ποὺ θέλουν νὰ ἀδικοῦν καὶ νὰ ἐπιδίδονται σὲ ἀκολασίες νὰ τοὺς ἐμποδίζει ποικιλότροπα, καὶ ὄχι μόνο νὰ παρουσιάζεται ὁ ἴδιος εὐπειθὴς στὸ εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ στοὺς κήρυκές Του, ἀλλὰ καὶ ὅσους θέλουν νὰ ἀπειθαρχοῦν νὰ τοὺς φέρει σὲ ὑποταγὴ στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ στοὺς προϊσταμένους τῆς κατὰ Χριστόν, ὄχι μόνο διὰ τῆς δυνάμεως καὶ ἐξουσίας ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ νὰ γίνεται τύπος στοὺς ὑποδεέστερους σὲ ὅλα τὰ ἀγαθά· διότι οἱ ἀρχόμενοι ἐξομοιώνονται μὲ τὸν ἄρχοντα.
Χρειάζεται λοιπὸν προσπάθεια καὶ βία καὶ προσοχὴ σὲ ὅλους μέν, ἀλλὰ ὄχι ἐξ ἴσου. Σὲ αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται σὲ δόξα, πλοῦτο καὶ ἐξουσία, καθὼς καὶ στοὺς ἀσχολούμενους μὲ τοὺς λόγους καὶ τὴν ἀπόκτηση τῆς σοφίας, ἂν θὰ ἤθελαν νὰ σωθοῦν, χρειάζεται περισσότερη βία καὶ προσπάθεια, ἐπειδὴ ἀπὸ τὴν φύση τους εἶναι δυσπειθέστεροι. Αὐτὸ μάλιστα γίνεται καταφανὲς καὶ ἀπὸ τὰ εὐαγγέλια τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀναγνώστηκαν χθὲς καὶ σήμερα. Πραγματικά, μὲ τὸ θαῦμα ποὺ τελέστηκε στὸν Λάζαρο καὶ παρέστησε ὁλοφάνερα ὅτι Αὐτὸς ποὺ τὸ ἔκαμε εἶναι Θεός, οἱ μὲν ἄνθρωποι τοῦ λαοῦ πείστηκαν καὶ πίστεψαν, οἱ δὲ τότε ἄρχοντες, δηλαδὴ οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, τόσο ἀμετάπειστοι ἔμειναν, ὥστε νὰ καταφέρονται μὲ περισσότερη μανία ἐναντίον Του καὶ νὰ θέλουν λόγῳ φρενοβλάβειας νὰ Τὸν παραδώσουν σὲ θάνατο, Αὐτὸν ποὺ καὶ μὲ ὅσα εἶπε καὶ μὲ ὅσα ἔπραξε ἀναφάνηκε κύριος ζωῆς καὶ θανάτου.
Καὶ δὲν ἔχει νὰ πεῖ κανεὶς ὅτι τὸ γεγονὸς ὅτι τότε ὁ Χριστὸς σήκωσε ἐπάνω τους ὀφθαλμούς Του καὶ εἶπε: «Πάτερ, εὐχαριστῶ σοι, ὅτι ἤκουσάς μου (:Πάτερ, εἶμαι βέβαιος ὅτι θὰ συντελεσθεῖ ἀμέσως τὸ θαῦμα καὶ σὲ εὐχαριστῶ ποὺ μὲ ἄκουσες)», στάθηκε ἐμπόδιο γιὰ τὸ νὰ θεωρήσουν ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἴσος μὲ τὸν Πατέρα· διότι Αὐτὸς προσθέτει ἐκεῖ λέγοντας πρὸς τὸν Πατέρα: «Ἐγὼ δὲ ᾔδειν ὅτι πάντοτέ μου ἀκούεις· ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ μὲ ἀπέστειλας (:Ἐγὼ τὸ ἤξερα ὅτι πάντοτε μὲ ἀκοῦς. Ἀλλὰ εἶπα μεγαλόφωνα τό ''εὐχαριστῶ'', γιὰ νὰ τὸ ἀκούσει ὁ λαὸς ποὺ στέκεται γύρω μου. Κι ἔτσι ἀφοῦ ὅλοι αὐτοὶ δοῦν πόση βεβαιότητα ἔχω ὅτι θὰ εἰσακουστῶ, νὰ πιστέψουν ὅτι Ἐσὺ μὲ ἀπέστειλες, ὅταν ἀκολουθήσει τὸ θαῦμα)» [Ἰω. 11,42]. Γιὰ νὰ γνωρίσουν δηλαδὴ ἀφενὸς μὲν ὅτι εἶναι Θεὸς καὶ ἔρχεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ἀφετέρου δὲ ὅτι ἐνεργεῖ τὰ θαύματα ὄχι ἐναντίον ἀλλὰ μὲ συναίνεση τοῦ Πατρός, σήκωσε μὲν μπροστὰ σὲ ὅλους τοὺς ὀφθαλμούς Του πρὸς τὸν Πατέρα, εἶπε ὅμως πρὸς Αὐτὸν ἐκεῖνα ποὺ ἀποδεικνύουν ὅτι Αὐτὸς ποὺ μίλησε ἐπὶ γῆς, εἶναι ἴσος μὲ τὸν Πατέρα ποὺ βρίσκεται ψηλὰ στοὺς οὐρανούς. Ἔτσι, ὅπως στὴν ἀρχή, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ πλασθεῖ ὁ ἄνθρωπος, προηγήθηκε συμβούλιο, ἔτσι καὶ τώρα στὸν Λάζαρο, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ ἀναπλασθεῖ ὁ ἄνθρωπος, προηγήθηκε συμβούλιο. Ἀλλὰ ἐκεῖ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ πλασθεῖ ὁ ἄνθρωπος, εἶπε ὁ Πατὴρ πρὸς τὸν Υἱὸ «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν (:Ἄς δημιουργήσουμε ἄνθρωπο σύμφωνα μὲ τὴ δική μας εἰκόνα, δηλαδὴ ἂς τὸν τιμήσουμε μὲ ἔξοχα χαρίσματα καὶ θεῖες ἱκανότητες, ὅπως μὲ ψυχὴ λογικὴ καὶ ἀθάνατη, μὲ ἐλεύθερη βούληση, μὲ ἱκανότητα γνωστικὴ καὶ δημιουργικὴ καὶ ἐξουσία ἐπὶ ὅλου τοῦ ὁρατοῦ κόσμου· καὶ ἂς τὸν κάνουμε ἔτσι, ὥστε νὰ μπορεῖ, ἐὰν θέλει, νὰ γίνει ὅμοιος μὲ ἐμᾶς κατὰ τὴν ἀρετή, τὴν ὁσιότητα καὶ ἁγιότητα, ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατὸ στὸ κτίσμα νὰ ὁμοιάσει στὸν κτίστη του)» [Γέν. 1,26] καὶ ὁ Υἱὸς ἄκουσε, καὶ ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὁδηγήθηκε στὴν ὕπαρξη· ἐδῶ δὲ τώρα εἶπε ὁ Υἱὸς καὶ ὁ Πατὴρ ἄκουσε, καὶ ἔτσι ζωοποιήθηκε ὁ Λάζαρος.
Βλέπετε πόση εἶναι ἡ ὁμοτιμία καὶ ἡ ὁμοβουλία; Διότι ἡ μὲν μορφὴ τῆς προσευχῆς χρησιμοποιήθηκε γιὰ τὸν παρευρισκόμενο ὄχλο, τὰ δὲ λόγια δὲν ἦταν λόγια προσευχῆς, ἀλλὰ δεσποτείας καὶ ἐξουσίας: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω (:Λάζαρε, βγὲς ἔξω)», καὶ ἀμέσως ὁ τετραήμερος νεκρὸς παρουσιάσθηκε σὲ Αὐτὸν ζωντανός· ἄραγε τοῦτο ἔγινε μὲ πρόσταγμα ἀναζωοῦντος ἢ μὲ προσευχὴ ζωοποιοῦντος; Καὶ φώναξε μὲ μεγάλη φωνὴ ἐπίσης γιὰ τοὺς παρευρισκομένους· διότι μποροῦσε ὄχι μόνο μὲ μέτρια σὲ ἔνταση φωνή, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν θέληση μόνο νὰ τὸν ἀναστήσει, ὅπως μποροῦσε νὰ τὸ κάμει καὶ ἀπὸ μακρινὴ ἀπόσταση καὶ μὲ τὴν πέτρα ἐπάνω στὸν τάφο. Ὅμως καὶ προσῆλθε στὸν τάφο καὶ εἶπε στοὺς παρευρισκομένους, ποὺ σήκωσαν οἱ ἴδιοι τὴν πέτρα καὶ αἰσθάνθηκαν τὴ δυσωδία, καὶ φώναξε μὲ δυνατὴ φωνὴ καὶ τὸν κάλεσε κι ἔτσι τὸν ἀνέστησε, ὥστε καὶ μὲ τὴν ὅρασή τους (διότι τὸν ἔβλεπαν ἐπάνω στὸν τάφο) καὶ μὲ τὴν ὄσφρησή τους (διότι αἰσθάνονταν τὴ δυσωδία τοῦ νεκροῦ ποὺ ἦταν ἤδη στὴν τετάρτη ἡμέρα ἀπὸ τὸν θάνατό του) καὶ μὲ τὴν ἁφὴ (διότι χρησιμοποιῶντας τὰ χέρια τους κατὰ πρῶτον σήκωσαν τὴν πέτρα ἀπὸ τὸ μνημεῖο, ὕστερα ἔλυσαν τὸ δέσιμο στὸ σῶμα καὶ τὸ σουδάριο στὸ πρόσωπο) καὶ μὲ τὰ αὐτιά τους (ἀφοῦ ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου ἔφθανε σὲ ὅλων τίς ἀκοὲς) νὰ καταλάβουν ὅλοι καὶ νὰ πιστέψουν, ὅτι Αὐτὸς εἶναι ποὺ καλεῖ τὰ μὴ ὄντα σὲ ὄντα, ποὺ βαστάζει τὰ πάντα μὲ τὸν λόγο τῆς δυνάμεώς Του, ποὺ καὶ στὴν ἀρχὴ μὲ λόγο μόνο δημιούργησε τὰ ὄντα ἀπὸ μὴ ὄντα.
Ὁ μὲν ἄκακος λαὸς λοιπὸν πίστεψε σὲ Αὐτὸν μὲ ὅλα αὐτά, ἔτσι, ὥστε νὰ μὴν κρατεῖ τὴν πίστη σιωπηρά, ἀλλὰ νὰ γίνουν ὅλοι κήρυκες τῆς θεότητός Του μὲ ἔργα καὶ λόγια. Διότι μετὰ τὴν τετραήμερη ἔγερση τοῦ Λαζάρου ὁ Κύριος βρῆκε ἕνα γαϊδουράκι, ποὺ προετοιμάστηκε ἀπὸ τοὺς μαθητές, ὅπως λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, κάθισε ἐπάνω σὲ αὐτό, εἰσῆλθε στὰ Ἱεροσόλυμα κατὰ τὴν προφητεία τοῦ Ζαχαρία ποὺ προεῖπε: «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιῶν· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταὶ σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον (:Νὰ χαίρεσαι λοιπὸν πάρα πολύ, θυγατέρα Σιῶν· ὕψωσε τὴ φωνή σου καὶ διαλάλησε, θυγατέρα Ἱερουσαλήμ:'' Νά, ὁ βασιλιᾶς σου, ὁ Μεσσίας, ἔρχεται σὲ σένα λυτρωτής, ἐλευθερωτὴς καὶ σωτῆρας· ἔρχεται ὄχι σὰν τύραννος καὶ κατακτητὴς ἐπάνω σὲ ἄλλο ἢ ἅρμα πολεμικό, ἀλλὰ πρᾶος καὶ καθισμένος ἐπάνω σὲ ἕνα ὑποζύγιο καὶ σὲ ἕνα νεαρὸ πουλάρι)» [Ζαχ. 9,9]· [πρβ. Ματθ. 21,5: «Εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών, ᾽Ιδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι, πραῢς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον, καὶ ἐπὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου (:Πεῖτε στὴ θυγατέρα Σιῶν, δηλαδὴ τὴν Ἱερουσαλήμ: ἰδοὺ ὁ βασιλιᾶς σου, ὁ Μεσσίας, ἔρχεται σὲ σένα πρᾶος καὶ καθισμένος πάνω σὲ γαϊδούρι καὶ σὲ πουλάρι, γέννημα ζώου ποὺ μπῆκε σὲ ζυγό)»]. Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ προφήτης Ζαχαρίας ἔδειχνε ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ προφητευόμενος βασιλέας, ποὺ εἶναι ὁ μόνος πραγματικὰ βασιλέας τῆς Σιῶν, «διότι», λέγει, «ὁ βασιλέας σου δὲν εἶναι φοβερὸς στοὺς παρατηρητές, οὔτε εἶναι κάποιος βαρὺς καὶ κακοποιός, συνοδευόμενος ἀπὸ ὑπασπιστὲς καὶ δορυφόρους, ἢ κάποιος ποὺ σύρει μαζί του πλῆθος πεζῶν καὶ ἱππέων, ποὺ ζεῖ μὲ πλεονεξία καὶ ποὺ ἀπαιτεῖ τέλη καὶ φόρους, δουλεῖες καὶ ὑπηρεσίες ἀγενεῖς καὶ ἐπιβλαβεῖς· ἀντιθέτως σημαία Του εἶναι ἡ ταπείνωση, ἡ πτωχεία καὶ ἡ εὐτέλεια, ἐφόσον εἰσέρχεται ἐπάνω σε ὄνο χωρὶς καμιὰ ἔπαρση. Γι᾿ αὐτὸ Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος δίκαιος βασιλέας ποὺ σώζει μὲ δικαιοσύνη καὶ Αὐτὸς εἶναι πρᾶος ἔχοντας ὡς ἰδιότητά Του τὴν πραότητα»· διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέγει γιὰ τὸν ἑαυτὸ Του: «Μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷος εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ (:μάθετε ἀπὸ μένα ὅτι εἶμαι πρᾶος καὶ ταπεινὸς στὸ φρόνημα καὶ τὴν ἐσωτερικὴ διάθεση)» [Ματθ. 11,29].
Ὁ μὲν βασιλέας λοιπὸν ποὺ ἀνέστησε τὸν Λάζαρο εἰσῆλθε τότε στὰ Ἱεροσόλυμα καθισμένος ἐπάνω σὲ ὄνο· ἀμέσως δὲ ὅλοι οἱ λαοί, παιδιά, ἄνδρες, γέροντες, στρώνοντας τὰ ἐνδύματα καὶ παίρνοντας Βάϊα ἀπὸ φοίνικες, ποὺ εἶναι σύμβολα νίκης, Τὸν προϋπαντοῦσαν ὡς ζωοποιὸ καὶ νικητὴ τοῦ θανάτου, Τὸν προσκυνοῦσαν, Τὸν προέπεμπαν, ψάλλοντας μὲ μιὰ φωνὴ ὄχι μόνο ἔξω, ἀλλὰ καὶ μέσα στὸν ἱερὸ περίβολο: «Ὡσαννὰ τῷ υἱῷ Δαυΐδ· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις (:Δόξα στὸν ἀπόγονο τοῦ Δαβίδ, ποὺ περιμέναμε ἕως τώρα. Δοξασμένος νὰ εἶναι Αὐτὸς ποὺ ἔρχεται σταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριο. Δόξα στὸν Θεὸ ἂς κράζουν καὶ οἱ ἄγγελοι ποὺ βρίσκονται στὰ ὑψηλότερα μέρη τοῦ οὐρανοῦ)» [Ματθ. 21,9]. Τὸ «ὡσαννὰ» λοιπὸν εἶναι ὕμνος ποὺ ἀναπέμπεται πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἑρμηνευόμενο σημαίνει «σῶσε μας λοιπὸν»· ἡ δὲ προσθήκη «ἐν τοῖς ὑψίστοις» δεικνύει ὅτι Αὐτὸς δὲν ἀνυμνεῖται μόνο ἐπὶ γῆς, οὔτε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μόνο, ἀλλὰ καὶ στὰ ὕψη ἀπὸ τοὺς οὐράνιους ἀγγέλους.
Καὶ ὄχι μόνο Τὸν ἀνυμνοῦν καὶ Τὸν θεολογοῦν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀλλὰ στὴ συνέχεια ἐναντιώνονται καὶ στὴν κακόβουλη καὶ θεομάχο γνώμη τῶν Γραμματέων καὶ Φαρισαίων καὶ στὶς φονικὲς προθέσεις τους. Αὐτοὶ μὲν ἔλεγαν γι᾿ Αὐτὸν φρενοβλαβῶς: «Τί ποιοῦμεν, ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος πολλὰ σημεῖα ποιεῖ; ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτω, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν, καὶ ἐλεύσονται οἱ Ῥωμαῖοι καὶ ἀροῦσιν ἡμῶν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸ ἔθνος (:Τί θὰ κάνουμε; Ὁ κίνδυνος ποὺ μᾶς παρουσιάζεται εἶναι μεγάλος, διότι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος κάνει πολλὰ θαύματα Ἄν τὸν ἀφήσουμε ἐλεύθερο, χωρὶς νὰ τὸν θανατώσουν, ὅπως Τὸν εἴχαμε μέχρι τώρα, ὅλοι θὰ πιστέψουν σὲ Αὐτὸν ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας, καὶ εἶναι ἑπόμενο νὰ γίνει κάποια ἐπανάσταση. Καὶ τότε θὰ ἐπέμβουν οἱ Ρωμαῖοι καὶ θὰ μᾶς πάρουν καὶ τὸν ἅγιο τόπο τοῦ ναοῦ καὶ θὰ καταλύσουν τὴν ἀνεξαρτησία τοῦ ἔθνους μας)» [Ἰω. 11,47].
Ὁ λαός, ὅμως, τί λέγει; «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. εὐλογημένη ἡ ἐρχομένη βασιλεία ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ πατρὸς ἡμῶν Δαύΐδ· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις (:Ἄς εἶναι δοξασμένος καὶ ὑμνολογούμενος ὁ ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ· εὐλογημένος ἀπ᾿ τὸν Θεὸ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔρχεται σταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριο. Εὐλογημένη καὶ δοξασμένη νὰ εἶναι τοῦ προπάτορά μας Δαβὶδ ἡ βασιλεία ποὺ ἔρχεται καὶ πρόκειται μετὰ ἀπὸ λίγο νὰ ἀναστηλωθεῖ σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ δοξασθεῖ καὶ ὁ Κύριος ποὺ μᾶς τὴ στέλνει. «Δόξα στὸν Θεὸ» ἂς κράζουν καὶ οἱ ἄγγελοι ποὺ βρίσκονται στὰ ὑψηλότερα μέρη τοῦ οὐρανοῦ)» [Μαρκ. 11,9-10]. Μὲ τὴ φράση «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου», ὑποδείκνυαν ὅτι εἶναι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα καὶ ὅτι ἦλθε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, ὅπως λέγει καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος γιὰ τὸν ἑαυτὸ Του: «Ἐγὼ γὰρ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθον καὶ ἥκω· οὐδὲ γὰρ ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ ἐλήλυθα͵ ἀλλ᾿ ἐκεῖνος μὲ ἀπέστειλεν (:διότι ἐγὼ ἀπὸ τὸν Θεὸ ἔχω βγεῖ μὲ τὴν ἐνανθρώπησή μου καὶ ἔχω ἔλθει ἀνάμεσά σας. Εἶμαι ἀνάμεσά σας ὡς πρεσβευτὴς τοῦ Θεοῦ· διότι καὶ στὸν κόσμο ποὺ ἦλθα, δὲν ἔχω ἔλθει ἀπὸ μόνος μου, ἀλλὰ Ἐκεῖνος μὲ ἀπέστειλε)» [Ἰω. 8,42].
Καὶ μὲ τὴ φράση «Εὐλογημένη ἡ ἐρχομένη βασιλεία ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ πατρὸς ἡμῶν Δαύΐδ (:Εὐλογημένη καὶ δοξασμένη νὰ εἶναι τοῦ προπάτορά μας Δαβὶδ ἡ βασιλεία ποὺ ἔρχεται καὶ πρόκειται μετὰ ἀπὸ λίγο νὰ ἀναστηλωθεῖ σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ δοξασθεῖ καὶ ὁ Κύριος ποὺ μᾶς τὴ στέλνει)» [Μᾶρκ. 11,10], ὑποδείκνυαν ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ βασιλεία στὴν ὁποία πρόκειται νὰ πιστέψουν τὰ ἔθνη κατὰ τὴν προφητεία, καὶ μάλιστα οἱ Ρωμαῖοι· διότι ὁ βασιλέας αὐτὸς ὄχι μόνο εἶναι ἐλπίδα τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλὰ καὶ προσδοκία τῶν ἐθνῶν κατὰ τὴν προφητεία τοῦ Ἰακώβ: «Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἐὰν ἔλθῃ τὰ ἀποκείμενα αὐτῷ, καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν (: δὲν θὰ λείψει ἄρχοντας καὶ βασιλικὸ σκῆπτρο ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ δὲν θὰ λείψει ἀρχηγὸς ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τῆς γενεᾶς του μέχρις ὅτου νὰ ἔλθει Ἐκεῖνος (ὁ εἰρηνοποιός), στὸν Ὁποῖο ἀνήκει τὸ βασιλικὸ αὐτὸ σκῆπτρο· καὶ Αὐτὸς θὰ εἶναι τὸ πρόσωπο, τὸ ὁποῖο θὰ περιμένουν μὲ ζωηρὴ ἐλπίδα καὶ ἔντονη προσδοκία τὰ ἔθνη καὶ οἱ λαοὶ τῆς γῆς, δηλαδὴ ὁ Μεσσίας Χριστός)» [Γέν. 49,10], «δεσμεύων πρὸς ἄμπελον τὸν πῶλον αὐτοῦ (:Θὰ εἶναι τόση ἡ μεγάλη εὐτυχία καὶ ἡ μακαρία κατάσταση ποὺ θὰ ἐπικρατήσει στὶς ἡμέρες τῆς βασιλείας Του· θὰ εἶναι τόση ἡ εὐφορία τῆς χώρας, ὥστε νὰ δένει τὸν ὄνο του κανεὶς στὸ ἀμπέλι καὶ τὸ πουλάρι στὴν ψαλίδα τοῦ κλήματος-ἢ κατ᾿ ἄλλη ἑρμηνεία: Αὐτός, ἐπειδὴ θὰ εἶναι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινὴ καὶ ἡ διδασκαλία Του θὰ εἶναι ἁπαλὴ καὶ ἥμερη, θὰ ὑποτάξει τοὺς ἐθνικοὺς καὶ θὰ τοὺς κάνει τόσο πειθαρχικούς, ὅσο πειθαρχικὸς εἶναι καὶ ὁ ὄνος, ποὺ δένεται στὸ ἀμπέλι, καὶ τὸ πουλάρι, ποὺ δένεται στὴν ψαλίδα τοῦ κλήματος)», δηλαδὴ δένοντας τὸν ὑποκείμενο σὲ Αὐτὸν λαὸ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, «καὶ τῇ ἕλικι τὸν πῶλον τῆς ὄνου αὐτοῦ· πλυνεῖ ἐν οἴνῳ τὴν στολὴν αὐτοῦ καὶ ἐν αἵματι σταφυλῆς τὴν περιβολὴν αὐτοῦ (:Θὰ εἶναι τόση ἡ εὐημερία καὶ ἡ ἀφθονία, ποὺ θὰ ὑπάρχει στὶς ἡμέρες τῆς βασιλείας Του, ὥστε ἡ ἐνδυμασία Του θὰ πλένεται ὄχι μὲ νερό, ἀλλὰ μὲ κρασί, καὶ ἡ στολή Του μὲ τὸ κόκκινο σὰν αἷμα κρασὶ τοῦ σταφυλιοῦ-Ἤ, ἐπειδὴ τὰ λόγια αὐτὰ εἶναι προφητεία ποὺ ἀναφέρεται στὸν Μεσσία, ὁ Ὁποῖος θὰ προέλθει ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα: Τὸ σῶμα ποὺ θὰ φορέσει ὁ Κύριος κατ᾿ οἰκονομίαν γιὰ νὰ γίνει ἄνθρωπος, θὰ σφαγεῖ καὶ θὰ πλυθεῖ μὲ τὸ αἷμα τῆς σταυρικῆς λυτρωτικῆς του θυσίας)» [Γέν. 49,11].
Καὶ κλαδὶ τοῦ κλήματος εἶναι οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου, πρὸς τοὺς ὁποίους ἔλεγε: «Ἐγὼ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν (:Ἐγὼ εἶμαι ἡ κληματαριὰ κι ἐσεῖς τὰ κλαδιά της. Ἐκεῖνος ποὺ μένει ἑνωμένος μαζί μου κι ἐγὼ μένω μέσα του, αὐτὸς ἀποδίδει ἄφθονο καὶ ἐκλεκτὸ καρπό· διότι χωρὶς ἐμένα καὶ χωρὶς νὰ ἔχετε τὴ ζωτικὴ δύναμη ποὺ πηγάζει ἀπὸ μένα, δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτε γιὰ τὸν ἐξαγιασμό σας καὶ τὴ σωτηρία σας)» [Ἰω. 15,5]. Μὲ τὸ κλῆμα λοιπὸν αὐτὸ συνέδεσε ὁ Κύριος πρὸς τὸν ἑαυτό του τὸ πωλάρι τῆς ὄνου του, δηλαδὴ τὸν νέο Ἰσραὴλ ἀπὸ τὰ ἔθνη, τοῦ ὁποίου τὰ μέλη ἔγιναν κατὰ χάρη υἱοὶ τοῦ Ἀβραάμ. Ἐὰν λοιπὸν ἡ βασιλεία αὐτὴ εἶναι ἐλπίδα καὶ τῶν ἐθνῶν, πῶς, λέγουν, «ἀφοῦ πιστέψαμε σὲ αὐτὴν ἐμεῖς, θὰ φοβηθοῦμε τοὺς Ρωμαίους»;
Ἔτσι λοιπὸν οἱ νηπιάζοντες ὄχι στὰ μυαλὰ ἀλλὰ στὴν κακία, ἀφοῦ ἔλαβαν τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀνέπεμψαν στὸν Κύριο πλήρη καὶ τέλειο ὕμνο, μαρτυρῶντας ὅτι ὡς Θεὸς ζωοποίησε τὸν Λάζαρο ἐνῶ ἦταν τετραήμερος νεκρός. Οἱ δὲ Γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι, μόλις εἶδαν τὰ θαυμάσια αὐτὰ καὶ τὰ παιδιὰ νὰ κράζουν στὸ ἱερὸ λέγοντας: «εὐλογημένη ἡ ἐρχομένη βασιλεία ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ πατρὸς ἡμῶν Δαυΐδ· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις», ἀγανάκτησαν καὶ ἔλεγαν πρὸς τὸν Κύριο: «Ἀκούεις τί οὗτοι λέγουσιν; (:δὲν ἀκοῦς τί λένε αὐτὰ τὰ παιδιά;)», πρᾶγμα ποὺ ἔπρεπε μᾶλλον ὁ Κύριος νὰ πεῖ τότε πρὸς αὐτούς, ὅτι δηλαδὴ «δὲν βλέπετε καὶ δὲν ἀκοῦτε καὶ δὲν καταλαβαίνετε;». Γι᾿ αὐτὸ ὁ Ἴδιος ἀντικρούοντάς τους ποὺ Τὸν κατηγοροῦσαν ὅτι ἀνέχεται τὴν ὑμνωδία ποὺ μόνο στὸν Θεὸ ταιριάζει, λέγει: «Λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν οὗτοι σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι κεκράξονται (:Σᾶς βεβαιώνω ὅτι κι ἂν αὐτοὶ σιωπήσουν, θὰ κραυγάσουν οἱ ἄψυχες πέτρες)» [Λουκ. 19,40]· «Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ὅτι ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον; (: Δὲν διαβάσατε ποτὲ ἐκεῖνο ποὺ λέει ὅτι ἀπὸ τὸ στόμα νηπίων καὶ μικρῶν παιδιῶν ποὺ θηλάζουν ἀκόμα ἔφτιαξες, Θεέ, τέλειο ὕμνο; Γιατί λοιπὸν ἀγανακτεῖτε, σὰν νὰ ἀνέχομαι κάτι ποὺ δὲν τὸ προφήτευσε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ;)» [Ματθ. 21,16]. Διότι καὶ τοῦτο ἦταν ἄξιο μεγάλου θαυμασμοῦ, ὅτι τὰ ἀμόρφωτα καὶ ἀμαθῆ παιδιὰ θεολογούσαν τελείως τὸν Θεὸ ποὺ ἐνανθρώπησε γιὰ μᾶς, παίρνοντας στὸ στόμα τους ἀγγελικὸ ὕμνο· ὅπως δηλαδὴ οἱ ἄγγελοι ἔψαλλαν γιὰ τὴ Γέννηση τοῦ Κυρίου: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία (:Δοξασμένος ἂς εἶναι ὁ Θεὸς στὰ ὕψιστα μέρη τοῦ οὐρανοῦ ἀπ᾿ τοὺς ἀγγέλους ποὺ κατοικοῦν ἐκεῖ· καὶ στὴ γῆ ὁλόκληρη, ποὺ εἶναι ταραγμένη ἀπ᾿ τὴν ἁμαρτία καὶ τὰ βίαια πάθη της, ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη· διότι ὁ Θεὸς ἐκδήλωσε τώρα ἐξαιρετικὰ τὴν εὔνοια καὶ τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ του)» [Λουκ. 2,14], ἔτσι ἔψαλλαν καὶ τὰ ἄκακα παιδιὰ τώρα στὸν Κύριο: «λέγοντες· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος βασιλεὺς ἐν ὀνόματι Κυρίου· εἰρήνη ἐν οὐρανῷ καὶ δόξα ἐν ὑψίστοις (:καὶ ἔλεγαν: Εὐλογημένος καὶ δοξασμένος εἶναι ὁ βασιλιᾶς ποὺ ἔρχεται ἐκ μέρους τοῦ Κυρίου ὡς ἀντιπρόσωπός του. Ὁ Μεσσίας ἔρχεται νὰ φέρει εἰρήνη στὸν οὐρανό, διότι τώρα πιὰ συμφιλιώνονται καὶ εἰρηνεύουν οἱ ἄνθρωποι μὲ τὸν οὐράνιο Πατέρα καὶ τοὺς ἀγγέλους του. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄγγελοι ποὺ βρίσκονται στὰ ὕψιστα μέρη τοῦ οὐρανοῦ δοξάζουν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση καὶ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία)» [Λουκ. 19, 38], ἔτσι καὶ αὐτὰ τώρα κατὰ τὴν εἴσοδὸ Του ἀναπέμπουν τὸν ἴδιο ὕμνο, λέγοντας: «δόξα στὸ σωτῆρα μας τὸν υἱὸ τοῦ Δαβίδ, δόξα στὸ σωτῆρα μας στὰ οὐράνια», «οἱ δὲ ὄχλοι οἱ προάγοντες καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες ἔκραζον λέγοντες· ὡσαννὰ τῷ υἱῷ Δαυΐδ· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις (:Καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ὅσα προπορεύονταν καὶ ὅσα ἀκολουθοῦσαν, μὲ δυνατὲς φωνὲς κραύγαζαν: Δόξα στὸν ἀπόγονο τοῦ Δαβίδ, ποὺ περιμέναμε ἕως τώρα. Δοξασμένος νὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔρχεται σταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριο. Δόξα στὸν Θεὸ ἂς κράζουν καὶ οἱ ἄγγελοι ποὺ βρίσκονται στὰ ὑψηλότερα μέρη τοῦ οὐρανοῦ)» [Ματθ. 21,9].
Ἀλλὰ ἂς νηπιάσουμε καὶ ἐμεῖς ἀδελφοί, κατὰ τὴν κακία, νέοι καὶ γέροντες, ἄρχοντες μαζὶ καὶ ἀρχόμενοι, γιὰ νὰ ἐνδυναμωθοῦμε ἀπὸ τὸν Θεό, νὰ στήσουμε τρόπαιο καὶ νὰ κρατήσουμε στὰ χέρια μας τὰ σύμβολα τῆς νίκης, ὄχι μόνο κατὰ τῶν πονηρῶν παθῶν, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν, ὥστε νὰ βροῦμε τὴν χάρη τοῦ λόγου γιὰ βοήθεια εὔκαιρη· διότι ὁ νέος πῶλος, ὅπου καταξίωσε ὁ Κύριος νὰ καθίσει γιὰ χάρη μας, ἂν καὶ εἶναι ἕνας, προτύπωνε τὴν πρὸς Αὐτὸν ὑποταγὴ τῶν ἐθνῶν, ἀπὸ τὰ ὁποῖα προερχόμαστε ὅλοι ἐμεῖς, ἄρχοντες μαζὶ καὶ ἀρχόμενοι.
Ὅπως λοιπὸν στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ δὲν ὑπάρχει ἀρσενικὸ καὶ θηλυκό, οὔτε εἰδωλολάτρης οὔτε Ἰουδαῖος, ἀλλὰ ὅλοι εἶναι ἕνα κατὰ τὸν θεῖο ἀπόστολο [«οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ (:Δὲν ὑπάρχουν πλέον διαφορὲς ἐθνικότητος, κοινωνικῆς τάξεως καὶ φύλου. Δὲν ὑπάρχει διαφορὰ Ἰουδαίου καὶ Ἕλληνα, δὲν ὑπάρχει διάκριση δούλου καὶ ἐλεύθερου, δὲν ὑπάρχει διάκριση ἄνδρα καὶ γυναίκας. Διότι ὅλοι ἐσεῖς γίνατε ἕνας νέος ἄνθρωπος μὲ τὴν ἕνωσή σας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό)» [:Γαλ. 3,28], ἔτσι σὲ Αὐτὸν δὲν ὑπάρχει ἄρχων καὶ ἀρχόμενος, ἀλλὰ μὲ τὴν χάρη Του εἴμαστε ἕνα κατὰ τὴν πίστη σὲ Αὐτὸν καὶ ἀνήκουμε στὸ ἕνα σῶμα τῆς Ἐκκλησίας Του, ἔχοντας μία κεφαλή, αὐτὸν καὶ ἕνα πνεῦμα ποτισθήκαμε διὰ τῆς παναγίας χάριτος τοῦ Πνεύματος καὶ ἕνα βάπτισμα λάβαμε ὅλοι καὶ μιὰ εἶναι ἡ ἐλπὶς ὅλων καὶ ἕνας ὁ Θεός μας, ὁ ἐπάνω ἀπὸ ὅλους καὶ διὰ μέσου ὅλων καὶ μέσα σὲ ὅλους μας [Ἐφ. 4,6: «Εἷς Θεὸς καὶ πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων, καὶ διὰ πάντων, καὶ ἐν πᾶσιν ἡμῖν (:Ἕνας κυριαρχεῖ πάνω ἀπ᾿ ὅλους ὡς Δεσπότης. Ἡ δική Του δύναμη διαχύνεται καὶ ἐνεργεῖ διαμέσου ὅλων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὁλόκληρο τὸ σῶμα της. Αὐτὸς κατοικεῖ μέσα σὲ ὅλους μας)»].
Ἄς ἀγαποῦμε λοιπὸν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἂς ἀνεχόμαστε καὶ ἂς φροντίζουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἀφοῦ εἴμαστε μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου, διότι τὸ σῆμα τῆς μαθητείας μας πρὸς Ἐκεῖνον, ὅπως εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ πατρικὴ κληρονομία ποὺ μᾶς ἄφησε, ἀναχωρῶντας ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ τελευταία εὐχὴ ποὺ μᾶς ἔδωσε ἀνεβαίνοντας πρὸς τὸν Πατέρα ἀναφέρεται στὴν πρὸς ἀλλήλους ἀγάπη μας: «Ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις (:Καὶ σᾶς δίνω νέα ἐντολή: Νὰ ἀγαπᾶτε δηλαδὴ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ὅπως ἐγὼ σᾶς ἀγάπησα, ἔτσι κι ἐσεῖς νὰ ἀγαπιέστε μεταξύ σας. Ἀπ᾿ αὐτὸ θὰ μάθουν ὅλοι ὅτι εἶστε δικοί μου μαθητές, ἀπὸ τὸ ἂν δηλαδὴ ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας. Ἡ ἀγάπη αὐτὴ θὰ σᾶς ἐξασφαλίσει τὴν ἀναγνώριση, τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἐκτίμηση τῶν ἀνθρώπων περισσότερο ἀπὸ τὴ θαυματουργική σας δράση)» [Ἰω. 13,34-35].
Ἄς σπεύδουμε λοιπὸν νὰ ἐπιτύχουμε τὴν πατρικὴ εὐχὴ καὶ ἂς μὴν ἀποβάλλουμε τὴν ἀπὸ αὐτὸν κληρονομία οὔτε τὸ σῆμα ποὺ μᾶς ἔδωσε, γιὰ νὰ μὴν ἀποβάλλουμε καὶ τὴν υἱοθεσία καὶ τὴν εὐλογία καὶ τὴν πρὸς Αὐτὸν μαθητεία, καὶ τότε θὰ ξεπέσουμε ἀπὸ τὴν ἐλπίδα ποὺ μᾶς ἀναμένει καὶ θὰ κλειστοῦμε ἔξω ἀπὸ τὸν πνευματικὸ νυμφῶνα. Καὶ ὅπως πρὶν ἀπὸ τὸ σωτήριο πάθος, καθὼς ὁ Κύριος εἰσερχόταν στὴν κάτω Ἱερουσαλήμ, Τοῦ ἔστρωναν τὰ ἱμάτια ὄχι μόνο ὁ λαός, ἀλλὰ καὶ οἱ πραγματικοὶ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν, οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου δηλαδή, ἔτσι κι ἐμεῖς ἄρχοντες μαζὶ καὶ ἀρχόμενοι, ἂς στρώσουμε τὰ ἔμφυτα ἱμάτιά μας, ὑποτάσσοντας τὴ σάρκα καὶ τὰ θελήματά της στὸ πνεῦμα. Ἔτσι ὄχι μόνο θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ δοῦμε καὶ νὰ προσκυνήσουμε τὸ σωτηριῶδες πάθος τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν Ἁγία Ἀνάσταση, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀπολαύσουμε τὴν κοινωνία πρὸς Αὐτόν· «εἰ γὰρ (:διότι ἐάν)», λέγει ὁ ἀπόστολος, «σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα (:ἐάν, σὰν τὰ δέντρα ποὺ εἶναι μαζὶ φυτεμένα καὶ θρεμμένα, ἔχουμε γίνει ἕνα μὲ τὸν Χριστὸ στὸ βάπτισμα, τὸ ὁποῖο εἶναι σύμβολο τοῦ θανάτου Του, κατὰ φυσικὴ συνέπεια θὰ γίνουμε ἕνα καὶ στὴν Ἀνάστασή Του)» [Ρωμ. 6,5].
Αὐτὴν τὴν ἀνάσταση εἴθε νὰ ἐπιτύχουμε ὅλοι ἐμεῖς, μὲ τὴ χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα Του καὶ τὸ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Ἅπαντα τὰ ἔργα, Ὁμιλίες Α΄- Κ΄, ὁμιλία ΙΕ΄, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2004, τόμος 9, σελίδες 398-419.
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ Συντόμου Ἑρμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθήνα, 1985.
• https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
• https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
• Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016.
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου