Ἡ Ὁσία Μακρίνα Ἀδελφὴ τοῦ Μ. Βασιλείου
Mικρόν τι μικρόν μακρύνουσα Mακρίνα,
Kόσμου σεαυτήν ήγγισας τω Kυρίω.
Φρονοῦσ' ἀδελφὰ τοῖς ἀδελφοὶς Μακρῖνα,
Τούτοις ἀδελφὰ συγκατοικεῖς καὶ πόλον.
Τῇ δ' ἐνάτῃ δεκάτῃ Μακρῖναν νόες ἔνθεν ἄειραν.
Στὴν ἱστορία τοῦ χριστιανισμοῦ λίγες ὑπῆρξαν οἱ γυναικεῖες μορφὲς σὰν τὴν ὑπέρλαμπρη μορφὴ τῆς Ἁγίας Μακρίνας, ποὺ ὁ Θεὸς τὴν εἶχε προικίσει μὲ τὰ μεγαλύτερα πνευματικὰ καὶ σωματικὰ χαρίσματα.
Ἦταν ἡ μεγαλύτερη ἀδελφὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ τοῦ Γρηγορίου Νύσσης. Ἀνατράφηκε σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου, ἀπὸ τὴν εὐσεβεστάτη μητέρα της Ἐμμέλεια.
Ὅταν μεγάλωσε, ἀφοσιώθηκε στὴν ἀγαθοεργία καὶ στὴν ἀνατροφὴ τῶν ἀδελφῶν της, ποὺ ἔπαιξε καθοριστικὸ ρόλο στὴ μετέπειτα πνευματική τους πορεία. Ἡ Μακρίνα ἦταν μνηστευμένη, ἀλλὰ ὁ μνηστήρας της πέθανε.
Τότε, μαζὶ μὲ τὴ μητέρα της, ἀποσύρθηκε σὲ γυναικεία μονὴ στὸν Πόντο, κοντὰ στὸν ποταμὸ Ἴρη. Ἐκεῖ κοντὰ μόναζε καὶ ὁ ἀδελφός της, Μ. Βασίλειος. Στὴ μονὴ πέρασε τὴ ζωή της μὲ τὴ μελέτη τῶν Γραφῶν, τὴν προσευχή, καὶ
προπάντων μὲ ἀγαθοεργίες. Διότι πάντα εἶχε στὸ μυαλὸ της τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ προτρέπει τοὺς ἀνθρώπους, «ἀγαθοεργείν, πλουτεὶν ἐν ἔργοις καλοίς, εὐμεταδότους εἶναι, κοινωνικούς, ἀποθησαυρίζοντας ἑαυτοὺς θεμέλιον καλὸν
εἰς τὸ μέλλον, ἴνα ἐπιλάβωνται τῆς αἰωνίου ζωῆς». Δηλαδή, νὰ ἀγαθοεργοῦν, νὰ γίνονται πλούσιοι σὲ καλὰ ἔργα, νὰ δίνουν πρόθυμα καὶ σὲ ἄλλους τὰ ἀγαθά τους, νὰ εἶναι ἁπλοὶ καὶ καταδεκτικοί, καὶ ἔτσι νὰ ἀποταμιεύουν γιὰ τὸν
ἑαυτὸ τους στέρεο θεμέλιο στὸ μέλλον, γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὴν αἰώνια ζωή.
Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἡ Ἁγία Μακρίνα ἔζησε καὶ τελείωσε τὴ ζωή της.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Σοφίας ἔρωτι, τὸν νοῦν πτερώσασα, κόσμου εὐπάθειαν, ἐμφρόνως ἔλιπες, καὶ ἐνδιαίτημα τερπνὸν ἐγένου θείας ἀγάπης· σὺ γὰρ δι’ ἀσκήσεως, καὶ ἠθῶν τελειότητος, νύμφη ἐχρημάτισας, τοῦ Σωτῆρος περίδοξος· ᾧ πρέσβευε ὑπὲρ
τῶν βοώντων· χαίροις Μακρίνα Θεοφόρε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς φωτὸς ἀνάπλεως δικαιοσύνης, τύπος θείων πράξεων, καὶ ἀρετῶν μυσταγωγός, ὤφθης τοῖς πίστει βοῶσί σοι· χαίροις Μακρίνα, παρθένων ἀγλάϊσμα.
Μεγαλυνάριον.
Ἤνθησας ἐκ ῥίζης περικλεοῦς, κλέος εὐσεβείας, γεωργοῦσα ἀπὸ παιδός· βίῳ γὰρ ἀμέμπτῳ, καὶ τρόποις ἐναρέτοις, Μακρίνα διαπρέπεις, ὡς καλλιπάρθενος.
Ὁ Ὅσιος Δίος
Γεύῃ τελευτῆς καὶ σύ, παμμάκαρ Δίε,
Ἔνδοξε κλῆσιν, ἀλλὰ καὶ πρᾶξιν πλέον.
Aμφ’ ενάτην δεκάτην τε περίκλυτος έκθανε Δίος.
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας, καὶ ἔζησε στὰ χρόνια του μεγάλου Θεοδοσίου. Ἦταν διακεκριμένος γιὰ τὴ θεολογική του πολυμάθεια καὶ γιὰ τὴν ἀνυπόκριτη εὐσέβεια καὶ ἐγκράτεια. Σὲ ἡλικία μάλιστα 35 ἐτῶν, τόσο πολὺ
εἶχε ἐξαπλωθεῖ ἡ φήμη τῆς ἀρετῆς του, ποὺ ἀπὸ παντοῦ ἔρχονταν ν’ ἀκούσουν τὶς πολύτιμες συμβουλές του.
Μετὰ ἀπὸ χρόνια, τὸν προσκάλεσε ὁ Πατριάρχης Ἀττικὸς (406 – 425) στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὸν χειροτόνησε ἱερέα. Τὰ ἱερατικά του καθήκοντα, ἐπετέλεσε μὲ πολὺ ζῆλο καὶ ἀκρίβεια. Ἦταν στοὺς ἐνορίτες του, πρότυπο ἱεροῦ
καὶ φιλόστοργου πνευματικοῦ πατέρα καὶ οἰκογενειακοῦ συμβούλου.
Στὴν Κωνσταντινούπολη ἵδρυσε καὶ μοναστήρι. Κάποτε ἀρρώστησε βαριά, ποὺ ἔφτασε μέχρι τὰ πρόθυρα τοῦ θανάτου. Σώθηκε ὅμως ἀπὸ θαῦμα.
Τελικὰ πέθανε εἰρηνικά, ἀφοῦ διατήρησε μέχρι τὴν τελευταία του πνοὴ τὸ πῦρ τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς στοργῆς γιὰ τὶς ψυχὲς τοῦ ποιμνίου του.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁ βίον ἐφάμιλλον, τῇ κλήσει πολιτευθεὶς, τῆς δόξης τοῦ Πνεύματος, πυξίον ὤφθης σεπτόν, Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε· σὺ γὰρ θαυματουργίαις, ἱεραῖς διαπρέπων, ἔνδοξος ἐν Ὁσίοις, φερωνύμως ἐδείχθης. Διό σε ἀνευφημοῦμεν, Δῖε
μακάριε.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἁγνείᾳ ψυχῆς, ἐνθέως ὁπλισάμενος, καὶ ἄπαυστον εὐχήν, ὡς λόγχην χειρισάμενος, κραταιῶς διέκοψας, τῶν δαιμόνων Δῖε τὰς φάλαγγας, θαυματουργὲ Πατὴρ ἡμῶν, πρεσβεύων ἀπαύστως, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Ἔνδοξος τῇ κλήσει ἀποφανείς, ἔνδοξος ἐν βίῳ, ἐχρημάτισας ἐπὶ γῆς· ὅθεν τῆς ἐνδόξου, τοῦ Λόγου βασιλείας, ἐνδόξως ἠξιώθης, Δῖε πανένδοξε.
Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Σαββαΐτης
Δώρον Θεός σε Θεόδωρε τρισμάκαρ,
Πόλει δέδωκε της Eδέσσης ως μέγα.
Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Σαββαΐτης, ἀπὸ μικρὸς φοίτησε στὰ καλύτερα σχολεῖα τῆς ἐποχῆς του, κάτι ποὺ τὸν ἔκανε νὰ διακριθεῖ ἰδιαίτερα τόσο στὴν ρητορική, ὅσο καὶ στὴν φιλοσοφία.
Σὲ ἡλικία 18 χρονῶν, ἀφοῦ ἔχασε τοὺς δικούς του, ἀναχώρησε γιὰ τοὺς Ἁγίους Τόπους, ὅπου εἶχε μεγάλο πόθο νὰ προσκυνήσει. Μετὰ τὸ προσκύνημα, πῆγε στὴν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα ὅπου κι ἔγινε μοναχός.
Τὰ ἑπόμενα δέκα χρόνια ὁ Θεόδωρος ἀνέπτυξε πάρα πολὺ τόσο τὶς θρησκευτικὲς ὅσο καὶ τὶς θεολογικές του γνώσεις. Ἡ παιδεία καὶ ἡ ἀρετὴ ὅμως τοῦ Ὁσίου, ἔκαναν τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων νὰ τὸν κάνει Ἀρχιεπίσκοπο στὴν
Ἔδεσσα τῆς Συρίας. Ὁ Θεόδωρος, κάτω ἀπὸ μεγάλη πίεση δέχτηκε νὰ ἀναλάβει.
Ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Ἔδεσσας, ἦταν συνέχεια δίπλα στὸ ποίμνιό του, μιλώντας τους γιὰ τὶς ἀλήθειες τοῦ Χριστιανισμοῦ. Πολέμησε τοὺς αἱρετικοὺς Νεστοριανοὺς καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ἦταν γι’ αὐτοὺς τὸ μαῦρο πανὶ καὶ γι’ αὐτὸ
ἀποφάσισαν νὰ τὸν σκοτώσουν, ὅμως ὡς ἐκ θαύματος οἱ πληρωμένοι δολοφόνοι μόλις ἔβγαλαν τὸ μαχαίρι νὰ σκοτώσουν ἔμειναν παράλυτοι.
Αἰσθανόμενος τὸ τέλος του ὁ Ὅσιος, ἐπέστρεψε στὴν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, ἀφοῦ προσκύνησε γιὰ τελευταῖα φορὰ τοὺς ἁγίους τόπους.
Ἐκεῖ στὴν Λαύρα, ἀφοῦ χαιρέτησε τοὺς ἀδελφούς του, μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες ἀπεβίωσε.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Δῶρον ἔνθεον, τῇ Ἐκκλησίᾳ, ὡς ἐπλήρωσας, ἐπαγγελίας, φερωνύμως ἀνεδείχθης Θεόδωρε· ἐν ἀρεταῖς γὰρ κοσμήσας τὸν βίον σου, ἱεραρχίας κανὼν ἐχρημάτισας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα
ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ σεπτή σου ἄσκησις, ἱερωσύνης τῷ φέγγει, ἱερῶς ἠγλάϊσται, τῇ θεϊκῇ προμηθείᾳ· σκεῦος γάρ, τοῦ Παρακλήτου γεγενημένος, ἔβλυσας, τῇ Ἐκκλησίᾳ ζωῆς τὸν λόγον· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, ὡς Ἱεράρχην, Χριστοῦ Θεόδωρε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἡσυχίας μυσταγωγός, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, Ἱεράρχης φωταγωγός· χαίροις τῆς Ἐδέσσης, ὁ μέγας πολιοῦχος, Θεόδωρε τρισμάκαρ, Πατέρων καύχημα.
Οἱ Ὅσιοι Τέσσερις συνασκητές (κατ’ ἄλλους 40)
Aνδρών μοναστών τετράριθμος ακρότης,
Tοις τετραμόρφοις συμπαρίσταται νόοις.
Οι Όσιοι Τέσσερις (κατ' άλλους τεσσαράκοντα) συνασκητές απεβίωσαν ειρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Ἀββᾶς Διοκλής
Σπούδασε γραμματική, φιλοσοφία καὶ στὰ εἰκοσιοκτώ του χρόνια ἔγινε ἀναχωρητής, μέσα σὲ μία σπηλιά.
ὸν συνάντησε ὁ συγγραφὲς τοῦ Λαυσαϊκοῦ Ἡρακλείδης καὶ μεταξὺ ἄλλων τὸν ρώτησε: «Πῶς εἶναι δυνατόν, πάτερ, ὁ ἀνθρώπινος νοῦς νὰ βρίσκεται πάντοτε στὰ θεία νοήματα;».
Ὁ Ὅσιος ἀπάντησε: «Καθὼς συνηθίσει ὁ ἄνθρωπος, εἴτε μὲ καλὰ νοήματα εἴτε μὲ κακοὺς συλλογισμούς, ἔτσι καὶ πολιτεύεται».
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ νέος Ὁμολογητής Ἐπίσκοπος Πανήδου
Ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 266, χωρὶς βιογραφικὸ σημείωμα. Πάντως ἔζησε ἐπὶ εἰκονομαχίας καὶ πέθανε ὁμολογώντας τὴν ὀρθὴ πίστη. Ἐπισκοπῆ Πανήδου ὅμως δὲν συναντᾶται πουθενά. Ἴσως νὰ εἶναι Πανιοῦ, ποὺ βρισκόταν στὴν Ἡράκλεια τῆς Θράκης.
Ὁ Ὅσιος Μιχαήλ
Ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, σύμφωνα μὲ τὸν Ἱεροσολυμιτικὸ κώδικα 1096 φ. 115.
Ἦταν ἀνεψιὸς τοῦ Θεοδώρου Ἐδέσσης καὶ μοναχὸς τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Σάββα.
Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ
Η Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ (εορτάζει στις 2 Ιανουαρίου) έγινε το 1903 μ.Χ., 70 χρόνια μετά το θάνατο του.
Σχετικά με τα Λείψανα του Αγίου Σεραφείμ επικρατούν δύο απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη βρέθηκαν στο Μουσείο Αθεΐας της Αγίας Πετρουπόλεως (Ναός Παναγίας του Καζάν), μετά την κατάρρευση του Μαρξιστικού
καθεστώτος (1989 μ.Χ.). Σύμφωνα με την δεύτερη, τα Λείψανα του Αγίου Σεραφείμ δεν κατασχέθηκαν ποτέ από τους Μπολσεβίκους, διότι είχαν κρυφτεί από πιστούς της Εκκλησίας των Κατακομβών. Ακόμη, μεταξύ των
Κατακομβιτών πιστών κυκλοφορεί και προφητεία του Αγίου, σύμφωνα με την οποία τα Λείψανά του δεν θα βγουν από την Ρωσία, «ἄχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας».
Όσιος Παΐσιος της Λαύρας των Σπηλαίων
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Οσίου.
Ανάμνηση θαύματος Αγίου Χαράλαμπου στα Φιλιατρά Μεσσηνίας
Κατηξιώθης, Χαράλαμπες, ἐκ ξίφους,
Καὶ λαμπρότητος καὶ χαρᾶς τῶν Μαρτύρων.
Τῇ δεκάτῃ Χαράλαμπες, ἐὸν ἐτμήθης ἀπὸ λαιμόν.
Ο Άγιος Χαράλαμπος ήταν ιερεύς στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας και έζησε επί αυτοκρατορίας του Σεπτιμίου Σεβήρου (193 - 211 μ.Χ.). Όταν το έτος 198 μ.Χ. ο Σέβηρος εξαπέλυσε απηνή διωγμό κατά των Χριστιανών, ο έπαρχος
της Μαγνησίας Λουκιανός, συνέλαβε τον Άγιο και του ζήτησε να αρνηθεί την πίστη του. Όμως ο Άγιος όχι μόνο δεν το έκανε αυτό, αλλά αντίθετα ομολόγησε στον έπαρχο την προσήλωσή του στον Χριστό και δήλωσε με παρρησία
ότι σε οποιοδήποτε βασανιστήριο και να υποβληθεί δεν πρόκειται να αρνηθεί την πίστη της Εκκλησίας. Τότε η σκοτισμένη και σαρκική ψυχή του Λουκιανού επέτεινε την οργή της και διέταξε να αρχίσουν τα φρικώδη βασανιστήρια
στο γέροντα ιερέα. Πρώτα τον γύμνωσαν και ο ίδιος ο Λουκιανός, παίρνοντας το ξίφος του προσπάθησε να πληγώσει το σώμα του Αγίου. Όμως αποκόπηκαν τα χέρια του και έμειναν κρεμασμένα στο σώμα του Ιερομάρτυρα και
μόνο ύστερα από προσευχή του Αγίου συγκολλήθηκαν αυτά πάλι στο σώμα και ο ηγεμόνας κατέστη υγιής. Βλέποντας αυτό το θαύμα του Αγίου πολλοί από τους δημίους πίστεψαν στον αληθινό Θεό.
Με το ζόφο στο νου και με τη θηριωδία στην καρδιά, ο έπαρχος έδωσε εντολή να διαπομπεύσουν τον Άγιο και να τον σύρουν διά μέσου της πόλεως με χαλινάρι. Τέλος, διέταξε τον αποκεφαλισμό του Αγίου, ο οποίος με το μαρτύριό
του έλαβε το αμαράντινο στέφανο της δόξας σε ηλικία 113 ετών.
Περί των Λειψάνων του Αγίου Χαραλάμπους δεν υπάρχουν συγκεκριμένες μαρτυρίες. Η μοναχή Θεοτέκνη Αγιοστεφανίτισσα στο Συναξάρι του Αγίου Χαραλάμπους (1995 μ.Χ.), καταχωρεί πληροφορίες σχετικά με την τιμία Κάρα
του Αγίου, η οποία φυλάσσεται στη Μονή Αγίου Στεφάνου Μετεώρων. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, η Κάρα του Αγίου δωρήθηκε στη Μονή από τον Ηγεμόνα της Βλαχίας Βλαδισλάβο, το 1412 – 1413 μ.Χ., μαζί με δύο
κτήματα στο Μετόχι Μπουτόϊ. Για την εποχή και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε το πολύτιμο αυτό κειμήλιο στη Βλαχία, δεν σώθηκαν πληροφορίες. Επίσης, τμήματα της τιμίας κάρας του Αγίου Χαραλάμπους
φυλάσσονται και στον ομώνυμο προσκυνηματικό ναό της κωμοπόλεως Θεσπιών της Βοιωτίας.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ὡς στύλος ἀκλόνητος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, καί λύχνος ἀείφωτος τῆς οἰκουμένης σοφέ, ἐδείχθης Χαράλαμπες· ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, διά τοῦ μαρτυρίου, ἔλυσας τῶν εἰδώλων, τήν σκοτόμαιναν μάκαρ, διό ἐν παρρησίᾳ Χριστῷ,
πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’ . Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς φωστήρ ἀνέτειλας ἐκ τῆς ἑῴας, καί πιστούς ἐφώτισας, ταῖς τῶν θαυμάτων σου βολαῖς, Ἱερομάρτυς Χαράλαμπες· ὅθεν τιμῶμεν τὴν θείαν σου ἄθλησιν.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’ . Ἐπεφάνης σήμερον.
Θησαυρὸν πολύτιμον ἡ Ἐκκλησία, τὴν σὴν κάραν κέκτηται, Ἱερομάρτυς Ἀθλητά, τροπαιοφόρε Χαράλαμπε, διὸ καὶ χαίρει τὸν Κτίστην δοξάζουσα.
Κάθισμα
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Στῦλος ἄσειστος τῆς Ἐκκλησίας, λύχνος ἄσβεστος τῆς οἰκουμένης, Ἀθλοφόρε ἀνεδείχθης Χαράλαμπες, καὶ ἀναλάμψας ἡλίου φαιδρότερον, τὴν τῶν εἰδώλων ἐλαύνεις σκοτόμαιναν, Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε,
δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ὁ Οἶκος
Τὸν στερρὸν ὁπλίτην, καὶ Χριστοῦ στρατιώτην καὶ μέγαν ἐν Μάρτυσι, Χαραλάμπη τὸν πανένδοξον, συνελθόντες εὐφημήσωμεν· ὑπὲρ Χριστοῦ γὰρ καὶ τῆς ἀληθείας λαμπρῶς ἠγωνίσατο, καὶ τὴν ὀρθόδοξον πίστιν τρανῶς ἀνεκήρυξε,
τὴν πλάνην τῶν εἰδώλων κατήργησε, βασιλέα παρανομώτατον ἤλεγξε, καὶ τὴν κάραν ἐτμήθη, χαίρων καὶ ἀγαλλόμενος· διὸ καὶ τὸν στέφανον εἴληφε παρὰ τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου, καὶ συμπολίτης Ἀγγέλων ἐγένετο. Ὅθεν ἡ
Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων, τούτου τὴν πάντιμον κάραν κατασπαζομένη, καὶ εὐφημίαις καταστέφουσα, καὶ πολλῶν δεινῶν καὶ νόσων ἀπαλλαττομένη, χαίρει τὸν Κτίστην δοξάζουσα.
Μεγαλυνάριον
Τὸν ἐν Ἀθλοφόροις ἱερουργόν, καὶ ἐν ἱερεῦσιν, ἱερώτατον Ἀθλητήν, τῶν θαυμάτων ῥεῖθρα, πηγάζοντα τῷ κόσμῳ, τὸν μέγαν Χαραλάμπην, ὕμνοις τιμήσωμεν.
Άγιος Ιωάννης Επίσκοπος Μεσσήνης
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου