ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«ΤΟ ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΘΑΥΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 23-8-1992]
[A33]
Καθώς, ἀγαπητοί μου, μελετοῦμε τὸ θεολογικότατον προοίμιον τῆς πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολῆς, ἀναγκαζόμαστε νὰ σταματήσομε σὲ μία μυστηριώδη φράση: «Ὅταν δὲ πάλιν εἰσαγάγῃ τὸν πρωτότοκον εἰς τὴν οἰκουμένην, λέγει». Ποιός εἰσαγάγει; Εἰσαγάγει ὁ Πατήρ. Ποιόν εἰσαγάγει; Εἰσαγάγει τὸν Υἱόν. Ποῦ τὸν εἰσαγάγει; Εἰς τὴν οἰκουμένην, εἰς τὸν κόσμον. Ἀλλὰ ὁ Υἱός, ὡς πρωτότοκος τοῦ Πατρός, εἶναι καὶ Θεὸς βεβαίως, εἶναι πανταχοῦ παρών. Τί ἔννοια ἔχει αὐτὸ τὸ «εἰσαγάγει»; Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ἀπαντᾷ: «Τὴν διὰ σαρκὸς Αὐτοῦ γένεσιν, εἴσοδον εἰς τὴν οἰκουμένην ὀνομάζει ὁ Λόγος». Ὅτι δηλαδὴ «ὅταν ὁ Πατήρ», λέγει, «εἰσαγάγει τὸν Υἱόν, Τὸν εἰσαγάγει μὲ τὴν ἔννοια τῆς σαρκός, μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ἐνανθρωπήσεως». Ὥστε λοιπὸν ἡ εἴσοδος τοῦ Θεοῦ, τοῦ Θεοῦ Λόγου, γίνεται εἰς τὸν κόσμον μὲ τὴν Ἐνανθρώπηση. Καὶ τὸ ὄργανον ποὺ ὑπηρέτησε αὐτὴν τὴν εἴσοδον τοῦ πρωτοτόκου εἰς τὴν Οἰκουμένην, εἶναι ἡ Παρθένος Μαρία. Ἔτσι ἡ Παρθένος Μαρία γίνεται ἡ πύλη διὰ τῆς ὁποίας ὁ Θεὸς Λόγος κοινωνεῖ κατὰ τρόπον αἰσθητὸν καὶ ρεαλιστικὸν μὲ τοὺς ἀνθρώπους.
Ὁ προφήτης Βαρούχ μᾶς λέγει -Στὸ 3ο του κεφάλαιο. Εἶναι ἀξιομνημόνευτα-: «Ὁ ἀποστέλλων τὸ φῶς, καὶ πορεύεται- Ποιός εἶναι ὁ ἀποστέλλων τὸ φῶς; Εἶναι ὁ Θεὸς Λόγος. Ὡς δημιουργὸς τοῦ φωτὸς καὶ τῶν πάντων. Στέλνει τὸ φῶς: «Πήγαινε». Καὶ πηγαίνει- ἐκάλεσεν αὐτό, καὶ ὑπήκουσεν αὐτῷ τρόμῳ (:τὸ ἀνακαλεῖ· κι αὐτὸ ἐπιστρέφει τρέμοντας!)· οἱ δὲ ἀστέρες ἔλαμψαν ἐν ταῖς φυλακαῖς αὐτῶν καὶ εὐφράνθησαν- Τὰ δὲ ἀστέρια... ''ἐν ταῖς φυλακαῖς αὐτῶν'' εἶναι κατὰ τὸ φαινόμενον, ὅπως βλέπομε τ᾿ ἀστέρια νὰ ἀνατέλλουν, κάποια ὥρα μέσα στὸ 12ωρο τῆς νύχτας· τοὐλάχιστον ὅπως βλέπομε, αὐτὸ λέγεται φυλακή. Δηλαδὴ σκοπιά. Καὶ αὐτὰ λέει, ἔλαμψαν καὶ χάρηκαν- ἐκάλεσεν αὐτοὺς -ποιούς; Τοὺς ἀστέρας. Ὁ Λόγος- καὶ εἶπον (:καὶ Τοῦ ἀπήντησαν) Πάρεσμεν (:Εἴμαστε παρόντες). Ἔλαμψαν μετ᾿ εὐφροσύνης τῷ ποιήσαντι αὐτούς (:Ἔλαμψαν μὲ χαρά, μπροστὰ σὲ Ἐκεῖνον ποὺ τοὺς κατασκεύασε). Μετὰ τοῦτο -ποιό «μετὰ τοῦτο»; Μετὰ ποὺ εἶπε στὸ φῶς νὰ πηγαίνει...αὐτὸ εἶναι τὸ «μετὰ τοῦτο». Προσέξτε νὰ δεῖτε τί θεολογία ὑπάρχει... «Μετὰ τοῦτο...», μετὰ δηλαδὴ ἀπὸ τὴν Δημιουργία τοῦ φωτός, ποὺ βλέπομε εἰς τὴν Γένεσιν: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν... καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς» - Μετὰ τοῦτο - μετὰ δηλαδὴ ἀπὸ τὴν δημιουργία τοῦ φωτὸς καὶ τοῦ σύμπαντος- ἐπὶ γῆς ὤφθη -Ποιός ὤφθη; Ποιό εἶναι τὸ ὑποκείμενο; Ὁ Θεὸς Λόγος. Ἐνεφανίσθῃ, ὤφθη, ὤφθη, ὤφθη τοῦ ὁράω-ῶ, ἔγινε φανερὸς στὴ γῆ) καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφῃ (:καὶ συνανεστράφῃ μὲ τοὺς ἀνθρώπους)». Δὲν ξέρω ἂν καταλαβαίνετε· πιστεύω ναί. Εἶναι συγκλονιστικὸ πρᾶγμα! Ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Γενηθήτω φῶς» ἦρθε μαζί μας. Καὶ δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Εἶναι ἐκπληκτικόν.
Στὸ μυστήριο λοιπὸν νὰ ἑνωθεῖ ὁ Θεὸς Λόγος μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ὑπηρέτησε ἡ Παρθένος Μαρία. Ἀλλὰ καὶ ἡ Παρθένος Μαρία ἀποτελεῖ ἕνα βαθύτατο μυστήριον. Ἕνα μυστήριον θαῦμα. Τὸ περιώνυμον θεομητορικὸν θαῦμα. Καὶ τὸ θαῦμα αὐτὸ συνίσταται ὡς ἑξῆς. Χωρὶς βέβαια νὰ προσμετρηθεῖ τὸ θεολογικὸν βάθος ποὺ τὸ ἀποτελεῖ τὸ μυστήριον αὐτό. Τί νὰ προσμετρήσομε;
Πρῶτον· ὁ Θεὸς Λόγος εἶναι Υἱὸς τοῦ Πατρός. Καὶ συνεπῶς ἔχομε τὴν ἐσωτερικήν, ἀΐδιον γέννησιν τοῦ Υἱοῦ ἀπὸ τὸν Πατέρα. Προσέξατε αὐτό. «Ἀΐδιος» θὰ πεῖ χωρὶς ἀρχὴ καὶ χωρὶς τέλος. Αὐτὴ εἶναι ἡ διαφορὰ τῆς λέξεως «ἀΐδιος» ἀπὸ τὸ «αἰώνιος». Τὸ «αἰώνιος» μπορεῖ νὰ μὴν ἔχει τέλος, ἔχει ὅμως ἀρχή. Λέμε: «Θὰ ζήσομε αἰωνίως». Ἀλλὰ εἴχαμε ἀρχήν. Τὸ «ἀΐδιος» θὰ πεῖ: χωρὶς ἀρχὴ καὶ χωρὶς τέλος. Γι᾿ αὐτὸ καταχρηστικῶς λέμε τὸν Θεὸ «αἰώνιον». Θὰ ἔπρεπε νὰ τὸν λέγαμε «ἀΐδιον» τὸν Θεόν. Χωρὶς ἀρχὴ καὶ χωρὶς τέλος. Ἔτσι ἡ γέννησις τοῦ Υἱοῦ εἶναι ἀΐδιος. Χωρὶς ἀρχή, χωρὶς τέλος. Καὶ εἶναι ἐσωτερική. Εἶναι ἔτσι ὁ Υἱὸς ἀμήτωρ, χωρὶς μητέρα.
Πῶς ὅμως τώρα γίνεται καὶ υἱὸς ἀνθρώπου; Πῶς ὁ ἀχώρητος γίνεται χωρητὸς μέσα στὴν μήτρα τῆς Παρθένου; Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ἀγαπητοί μου, κατὰ τὸν Ἀκάθιστον Ὕμνον, εἶδε σωματούμενον τὸν Κύριον. Τὸν Κύριον τοῦ Ἰσραήλ! Τὸν εἶδε νὰ σωματοῦται. Δηλαδὴ νὰ παίρνει ἀνθρωπίνη μορφή. Τὸν ὁποῖον ἄλλοτε δὲν εἶχε δεῖ. Οὔτε ἐγνώριζε. Οὔτε ἄλλη ἀγγελικὴ φύσις ἐγνώριζε τὸν Υἱόν. Καὶ ὁ ἀρχάγγελος «ἐξίστατο», ὅπως μᾶς λέγει ὁ ὕμνος. Καὶ εἰς τὰ ὁποῖα μυστήρια, ποὺ συνιστοῦν τὸ μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας, δηλαδὴ τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, «ἄγγελοι ἐπιθυμοῦσιν παρακύψαι». «Νὰ σκύψουν, νὰ γνωρίσουν, νὰ προσεγγίσουν αὐτὸ τὸ μυστήριον». Ἔτσι ὁ Ἀρχάγγελος εἶδε τὸν Θεὸ νὰ «μικραίνει» γιὰ νὰ γίνει δεκτὸς μέσα εἰς τὴν μήτραν τῆς Παρθένου. Ἀλλὰ εἶδε καὶ τὴν μήτρα τῆς Παρθένου νὰ πλαταίνει, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ χωρέσει τὸν ἀχώρητον.
Τί ἀκριβῶς, ἀγαπητοί μου, ἐκυοφόρησε ἡ Παρθένος; Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τὴν πρὸς Κολοσσαεῖς ἐπιστολὴ του: «Ὅτι ἐν αὐτῷ -δηλαδὴ τῷ Χριστῷ- εὐδόκησε πᾶν τὸ πλήρωμα κατοικῆσαι -Ποιό πλήρωμα; Τῆς θεότητος. Πλήρωμα θὰ πεῖ γέμισμα. Κάτι πού... δὲν ὑπάρχει κάτι παραπέρα. Λέμε «ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν», λέμε γιὰ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, χωρὶς νὰ ἔχει καμία σχέση τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο μὲ τὴν δημιουργία ὡς οὐσία, πληροῖ ὅμως ὁλόκληρη τὴν δημιουργία. Ἔτσι καὶ ἐδῶ. Χωρὶς νὰ ἔχει σχέση ὁ Υἱὸς μὲ τὴν ἀνθρωπίνη φύση ποὺ λαμβάνει, πληροῦται ἡ ἀνθρωπίνη φύσις ἀπὸ ὁλόκληρη τὴν θεότητα. Εἶναι ἐκπληκτικό. Κι ἀκόμη σαφέστερα, λίγο πιὸ κάτω, στὸ δεύτερο κεφάλαιο, στὴν ἴδια ἐπιστολή, λέγει ὁ Ἀπόστολος: «ὅτι ἐν αὐτῷ (:γιατί), λέει, (:εἰς Αὐτόν, τὸν Χριστὸν) κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς». Τὸ καταλαβαίνομε; Εἶναι ἐκπληκτικόν. «Πᾶν τὸ πλήρωμα». Ὅλος ὁ Λόγος ἦτο σωματικῶς εἰς τὴν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Ἰησοῦ! Αὐτὸν ποὺ ἐγέννησε ἡ Θεοτόκος.
Ὥστε λοιπὸν τί ἀκριβῶς ἐκυοφόρησε ἡ Παρθένος; Ἡ Παρθένος Μαρία κυοφορεῖ καὶ γεννᾷ ἀληθῆ Θεάνθρωπον. Ἔτσι ἡ Παρθένος... δηλαδὴ ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, θὰ λέγαμε, ποὺ Ἐκείνη δίδει εἰς τὸν Θεὸν Λόγον, νὰ εἶναι θεωμένη, ἅμα συλλήψει. Καὶ αὐτὴ ἡ φύσις ἡ ἀνθρωπίνη, ποὺ δίδει ἡ Θεοτόκος καὶ προσλαμβάνει ὁ Λόγος, εἶναι ἡνωμένα, ἡνωμένες αὐτὲς οἱ δύο φύσεις, θεῖα καὶ ἀνθρωπίνη, ἀσύγχυτα καὶ ἀδιαίρετα μὲ μίαν ὑπόστασιν. Τὴν ὑπόστασιν τοῦ Θεοῦ Λόγου. Αὐτὸ ἐκυοφόρησε ἡ Παρθένος Μαρία. Καὶ αὐτὸ λέγεται Θεομητορικὸν θαῦμα.
Ἀκόμη, ἡ σύλληψις τοῦ Θεοῦ Λόγου στὴν μήτρα τῆς Παρθένου ἔγινε χωρὶς ἀνδρικὸν σπέρμα. Χωρὶς πατέρα. Εἶναι ἀμήτωρ κατὰ τὴν θεότητα, εἶναι ἀπάτωρ, χωρὶς πατέρα, κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα. Δηλαδὴ κατὰ τὸ ἀνθρώπινον, ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει πατέρα. Κι ὅπως ὁ Ἀδὰμ ἐπλάσθῃ ἐκ τῆς παρθένου γῆς, χωρὶς προηγούμενον σπέρμα, ἔτσι καὶ ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστὸς προέρχεται ἐκ τῆς Παρθένου, ὥστε ὁ παλαιὸς Ἀδὰμ νὰ ἀποτελεῖ εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς πρὸς τὴν γέννηση. Καὶ ἡ Παρθένος γεννᾷ, συνεπῶς, παρθενικά, καὶ τέλος μένει παρθένος. Εἶναι αὐτὴ ἡ θεολογικὴ ἔκφρασις, ὅτι ἡ Μαρία Θεοτόκος μένει Παρθένος, εἶναι Παρθένος πρὸ τοῦ τόκου, εἶναι Παρθένος κατὰ τὸν τόκον καὶ μένει Παρθένος μετὰ τὸν τόκον. Γι᾿ αὐτὸ λέγεται Ἀειπάρθενος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἰκονογραφικὰ ἔχει τρία ἀστέρια. Ἕνα στὸ μέτωπο καὶ δύο στοὺς ὤμους. Κι αὐτὰ τὰ τρία ἀστέρια ἐκφράζουν το ἀειπάρθενον τῆς Θεοτόκου. Καὶ εἶναι ἐκείνη ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κεκλεισμένην πύλην, διὰ τῆς ὁποίας εἰσέρχεται καὶ ἐξέρχεται ὁ Θεός, καὶ μένει καὶ παραμένει κεκλεισμένη.
Ὅταν ὁ Κύριος ὑπόσχεται τὸν ἐρχομὸ Ἐκείνου ποὺ θὰ ἔρθει νὰ ἀποκαταστήσει τοὺς πεσμένους ἀνθρώπους, ἐκεῖνο τὸ λεγόμενον Πρωτευαγγέλιον ποὺ εἶναι μία ἐλπίδα μέσα στὴν ζοφερότητα ἐκείνου τοῦ δειλινοῦ στὸν Παράδεισον, κάνει ἀναφορὰ στὸ σπέρμα τῆς Εὔας! Καὶ ὄχι τοῦ Ἀδάμ. Τί λέγει ἐκεῖ ὁ Θεός; Ὅτι «ἐκ τοῦ σπέρματος αὐτῆς θὰ ἔλθει Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θὰ σοῦ συντρίψει τὴν κεφαλήν», λέγει στὸν διάβολο. Δὲν λέγει «ἐκ τοῦ σπέρματος τοῦ ἀνδρός». Τὸ σπέρμα ἀνήκει στὸν ἄνδρα. Πῶς λέγει ἐδῶ «ἐκ τοῦ σπέρματος αὐτῆς»; Σημαίνει ἕναν σαφῆ ὑπαινιγμό, ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ θὰ ἤρχετο, θὰ ἐγεννᾶτο ἐκ Παρθένου.
Μᾶς καταπλήσσει, ὡστόσο, ὅτι σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπίνη Ἱστορία, ἀνακαλύπτομε τὴν παρουσία αὐτοῦ τοῦ θεομητορικοῦ θαύματος. Ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα, μέχρι τὸ ἱστορικὸ πρόσωπό της, διαρκῶς ἀνακαλύπτομε τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον. Μᾶς ἐκπλήσσει! Ἕνα τροπάριο τοῦ Κανόνος, τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου, λέγει: «Ἐξέστη τὰ σύμπαντα (:τὰ σύμπαντα ἐξέστησαν) ἐπὶ τῇ θείᾳ δόξῃ σου -Γιατί ἐξέστησαν;- σὺ γάρ, ἀπειρόγαμε Παρθένε (:Σύ, ὦ Παρθένε, ποὺ εἶσαι ἄπειρος γάμου, δὲν ἔχεις ἐμπειρία τοῦ γάμου, δηλαδὴ εἶσαι παρθένος) ἔσχες ἐν μήτρᾳ τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν (:γιατί ἐφιλοξένησες μέσα στὴ μήτρα σου τὸν Θεὸν ποὺ εἶναι πέρα καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα) καὶ τέτοκας ἄχρονον Υἱόν (:καὶ ἔχεις γεννήσει Υἱὸν ἄχρονον, ἀΐδιον- ποὺ σᾶς ἔλεγα στὴν ἀρχὴ) πᾶσι τοῖς ὑμνοῦσι σε, σωτηρίαν βραβεύοντα».
Ἀλλὰ ἐάν, ἀγαπητοί μου, ἐὰν ἡ Παρθένος Μαρία ἀποτελεῖ ὄντως ὡς πρόσωπον καὶ ὡς ὕπαρξις τὸ θεομητορικὸν θαῦμα, τότε εἶναι πολὺ φυσικὸν καὶ ἡ ἰδία νὰ ἐπιτελεῖ θαύματα. Εἶναι πολὺ φυσικόν. Ὅταν ἐκλήθῃ ἡ Θεοτόκος καὶ ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν γάμον τῆς Κανά, καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐπετέλεσε τὸ πρῶτο Του θαῦμα, ὅπως σαφῶς μας τὸ χαρακτηρίζει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὅτι ἦτο τὸ πρῶτον σημεῖον τοῦ Ἰησοῦ, τὸ πρῶτον σημεῖον, τὸ πρῶτο θαῦμα, δηλαδὴ τὴν μεταβολὴ τοῦ νεροῦ σὲ κρασί, ταυτόχρονα αὐτὸ τὸ θαῦμα, τὸ πρῶτο θαῦμα, ἦταν καὶ θαῦμα τῆς Θεοτόκου! Πῶς; Διότι Ἐκείνη εἰσηγεῖται τὸ θαῦμα: «Δὲν ἔχουν κρασί». Καὶ μετὰ λέγει εἰς τοὺς ὑπηρέτες: «Ὅ,τι σᾶς λέγει, νὰ τὸ κάνετε». Εἶναι λοιπὸν σαφῶς εἰσηγήτρια τοῦ θαύματος τοῦ Υἱοῦ της. Καὶ συνεπῶς ἀνήκει τὸ θαῦμα αὐτὸ καὶ εἰς Ἐκείνην. Εἶναι τὸ θαῦμα τοῦ Υἱοῦ, ἀλλὰ εἶναι καὶ τὸ θαῦμα τῆς μητρός. Ἀρχὴ θαυμάτων λοιπόν, δημοσίων θαυμάτων, καὶ γιὰ τὴν Θεοτόκο τὸ θαῦμα τῆς Κανά.
Ἔκτοτε, αὐτὸ ποὺ ἐγράφῃ διὰ τὸν Ἰησοῦν, στὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, στὸ τέλος τοῦ Εὐαγγελίου του, ὅτι «Ἔστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς (:ὑπάρχουν κι ἄλλα πολλὰ ποὺ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς) ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ᾿ ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία», «ποὺ ὅλα αὐτά», λέει, «ἂν ἔπρεπε νὰ γράφονται τὸ καθένα ξεχωριστά, νομίζω ὅτι δὲν θὰ χωροῦσαν ὅλες οἱ βιβλιοθῆκες τοῦ κόσμου ἐκεῖνα ποὺ ὁ Ἰησοῦς ἐπετέλεσε», αὐτὸ θὰ μποροῦσε νὰ γραφεῖ καὶ νὰ εἰπωθεῖ καὶ διὰ τὴν Θεοτόκον. Γιατί εἰς ὅλον τὸν χριστιανικὸν κόσμον εἶναι γνωστὰ τὰ θαύματα τῆς Παναγίας μας. Μεγάλα καὶ μικρά. Ἀναρίθμητα, ἀναρίθμητα, ἀναρίθμητα! Καὶ θαύματα ἀκόμη καὶ αὐτῆς τῆς καθημερινότητος· ποὺ δὲν γράφονται μὲν ἀλλ᾿ εἶναι καὶ ἀνήκουν στὴν προσωπικὴ ἐμπειρία τοῦ κάθε πιστοῦ. Καὶ τὰ θαύματα αὐτὰ γίνονται ἀπὸ τὸν Χριστόν, τὸν Υἱόν της, γιὰ νὰ δοξάζεται ἡ μητέρα Του. Ὅπως καὶ στὸν γάμο τῆς Κανά. Ἤθελε ἐκεῖ νὰ τὴν δοξάσει. Γιατί ὅταν λέγει στοὺς ὑπηρέτες: «Κάνετε ὅ,τι σᾶς πεῖ», θὰ ποῦν οἱ ὑπηρέται: «Καὶ τότε ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ κυρία;». Ποιά εἶναι...
Πόσα θαύματα γίνονται, ἀγαπητοί μου, κάθε χρόνο στὴν μνήμη της... Πόσα θαύματα γίνονται σ᾿ ὅλον τὸν χριστιανικὸν κόσμον... Ὅπου ὑπάρχει ναός της καὶ προσκύνημά της. Ἡ Τῆνος, τὸ νησί, ἡ Τῆνος, τὸ νησὶ τοῦ Αἰγαίου, τὸ ἑλληνικὸ νησὶ ἡ Τῆνος, εἶναι τὸ ἀποκορύφωμα τῶν θαυμάτων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Εἶναι παγκόσμιον προσκύνημα τὸ νησὶ τῆς Τήνου. Πόσα θαύματα γίνονται ἐκεῖ; Πόσοι χωλοί, κουτσοί, δηλαδή, ἐκεῖ περπάτησαν; Πόσοι κωφοὶ ἄκουσαν; Πόσοι μουγγοὶ μίλησαν; Θυμοῦμαι κάποτε ἕναν στρατιώτη στὸ 404 Νοσοκομεῖο τῆς Λαρίσης, πού μοῦ τὸ ὁμολογοῦσε αὐτὸ μέσα στὸν θάλαμο, καὶ μοῦ εἶπε ὅτι ἕως 14 ἐτῶν δὲν εἶχε μιλήσει! Καὶ τὸν πῆγε ἡ μάνα του εἰς τὴν Τῆνο καὶ ἐκεῖ ὁμίλησε! Πόσοι ἀκόμη παράλυτοι σηκώθηκαν ἐκεῖ εἰς τὴν Τῆνον; Πόσα θαύματα ἔγιναν, γίνονται καὶ θὰ γίνονται;
Ἀλλ᾿ ὄχι μόνον εἰς τὴν Τῆνον, ἀλλὰ καὶ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ ἡ Παναγία τιμᾷται καὶ λατρεύεται. Ἔχομε ἕνα μικρὸ ἐκκλησάκι, πολὺ παλιό, στὴν Κηφισιά. Τὸ λέμε τὸ ἐκκλησάκι αὐτὸ «Ἡ Παναγίτσα». Ἐπειδὴ ἔχομε κι ἄλλο ἕνα πολὺ πολὺ μικρὸ ἐκκλησάκι· βυζαντινὰ πρέπει νὰ ἦταν αὐτά· ποὺ λέγεται «ἡ Παναγία ἡ Ξυδοῦ». Ὑπάρχει μιὰ παράδοση γιατί λέγεται Ξυδοῦ· ἔτσι γιὰ ἀντιδιαστέλλονται τὰ ἐκκλησάκια τῆς Παναγίας, λέμε αὐτό: «Ἡ Παναγία, ἡ Παναγίτσα». Ἀγαπητοί μου, ἤμουν αὐτόπτης μάρτυς σὲ ἕνα θαῦμα ποὺ ἔγινε. Λίγο πρὸ τοῦ 1940. Ὅταν βγῆκε ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας... ἢ μᾶλλον τὴν εἶχαν ἀπ᾿ ἔξω ἀπ᾿ τὸν ναὸ καὶ τὴν σήκωσαν γιὰ νὰ γίνει ἡ περιφορά - τὸ θυμοῦμαι σὰν κι αὐτὴν τὴν ὥρα- πίσω ἀπὸ τὴν εἰκόνα ἀκολούθησε μιὰ κοπέλα. Ἤτανε κουτσὴ ἡ κοπέλα αὐτή. Μὲ τὰ δεκανίκια της. Εἶχε κάνει, ὅπως ἐλέγετο, ἑπτὰ ἐγχειρήσεις γιὰ τὸ πόδι της. Καὶ παρέμενε κουτσή. Κάποια στιγμή, λίγα μέτρα μετὰ ἀπὸ τὴν ἀναχώρηση τῆς εἰκόνος τῆς Παναγίας μας, πέταξε τὰ δεκανίκια καὶ εἶπε: «Περπατῶ!». Ἤμουν αὐτόπτης μάρτυς. Αὐτὴ παντρεύτηκε μετά, ἔκανε παιδιά, πιθανότατα ζεῖ ἀκόμα.
Ἀκόμα ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐστάθῃ ὑπέρμαχος στρατηγὸς τοῦ Ἔθνους μας! Ποὺ τὸ προστατεύει, τὸ φυλάττει. Ἄν ἐπέτρεψε ἡ σοφία της νὰ βυθισθεῖ τὸ 1940 στὸ λιμάνι της τὸ ἀντιτορπιλικὸ «Ἕλλη», αὐτὸ ἔγινε γιὰ νὰ δοξάσει τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος, μὲ τίς νῖκες ποὺ τοῦ ἔδωσε στὰ βουνὰ τῆς Πίνδου. Γιὰ νὰ δείξει -καὶ τὸ ἔδειξε- ποιά ἦταν ἡ ἀπάντησή της: «Ἐσεῖς κάνατε αὐτό, στὸ λιμάνι τὸ δικό μου. Νὰ δεῖτε τί θὰ πάθετε». Ἧττα τρομακτική...
Ἀλλὰ καὶ στὴν καθημερινότητα ποὺ ζοῦμε ἔχομε ἐμπειρία τῶν δικῶν της ἐνεργειῶν καὶ τῆς δικῆς της, ἀγαπητοί μου, παρουσίας. Αὐτὴν τὴν ἀγρυπνία ἐδῶ ποὺ κάνομε, κάθε χρόνο σας τὸ λέγω, τὴν ἔχομε ἀφιερώσει σὲ Ἐκείνην, ποὺ τὸ 1977 διέσωσε τὴν Ἱερά μας μονὴ ἀπὸ πυρκαγιὰ ποὺ εἶχε ἐκραγεῖ σὲ πολλὰ σημεῖα -ἐμπρησμὸς ἦταν- σὲ πολλὰ σημεῖα τῆς περιοχῆς τοῦ Στομίου. Καὶ ἦταν τότε μία φοβερὴ ξηρασία. Τί ἔγινε; Λίγο πρὶν φθάσει ἡ φωτιὰ στὴν μονή, ξέσπασε μία δυνατή, σὰν φθινοπωρινή, βροχή, ἔπεφτε πολὺ τὸ νερὸ καὶ ἔβγαζε φουσκάλες -πῶς πέφτουν οἱ σταγόνες, χοντρὲς σταγόνες, καὶ εἶναι πολὺ τὸ νερὸ καὶ σηκώνονται φουσκάλες- ἔτσι ἦταν ἡ βροχὴ ὅλη νύχτα, καὶ ἔσβησε κάθε σημεῖο τῆς φωτιᾶς ἐκείνης. Προσέξατε· μόνο ἐδῶ εἶχε βρέξει. Ἀπέναντι στὸν Ὄλυμπο, πιὸ πέρα στὸν Κίσσαβο, δὲν εἶχε βρέξει. Μόνον ἐδῶ εἶχε βρέξει!!!
Ἐμεῖς ἐδῶ, οἱ μοναχοί, στὰ δικά της σκηνώματα, ποὺ πέρασαν τόσοι ἁγιασμένοι μοναχοί, ἔχομε τόσο πλουσία, σὰν ἐμπειρία, τὴν ἀγαθή της παρουσία καὶ τὴν ἀγαθή της ἐνέργεια.
Ὁ ἀρχάγγελος Ραφαήλ, εἶχε πεῖ στοὺς Τωβὶτ καὶ Τωβία: «Μυστήριον βασιλέως καλὸν κρύψαι (:Καλὸν εἶναι τὰ μυστικὰ τοῦ βασιλιᾶ νὰ τὰ κρύβομε), τὰ δὲ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἀνακαλύπτειν ἐνδόξως (:ἀλλὰ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ τὰ ἀποκαλύπτουμε. Γιὰ νὰ δοξάζεται ὁ Θεός)». Θὰ μποροῦσα πολλὰ νὰ σᾶς διηγηθῶ, ἀλλὰ ὁ χρόνος δὲν ἐπαρκεῖ. Αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ ἀνοικοδόμησις τῆς ἱερᾶς Μονῆς, τῆς δικῆς της, τὰ δικά της σκηνώματα, χωρὶς νὰ ὑπάρχουν χρήματα, εἶναι ἕνα θαῦμα δικό της, ποὺ ἔγινε. Ἐγὼ προσωπικὰ δὲν ἀγαπῶ τίς οἰκοδομές. Ἀλλὰ παρεκάλεσα τὸν Κύριον καὶ τὴν Θεοτόκο, καὶ μοῦ ἀπήντησε ὅπως στὸν Μωυσῆ. Ὅτι θὰ ἔδιδε πνεῦμα ἀρχιτεκτονικῆς ἐδῶ γιὰ νὰ φτιάξομε ὅ,τι θὰ φτιάχναμε. Καὶ εἶπε: «Θὰ δώσω πνεῦμα ἀρχιτεκτονικῆς εἰς τὸν Βεσελεήλ -εἶναι στὸ βιβλίο τῆς Ἐξόδου στὸ 31ο κεφάλαιο, γιατί ὁ Μωυσῆς εἶπε: «Κύριε, τί θὰ φτιάξω ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ ποὺ μοῦ λές; Θέματα ὑφαντουργίας, χρυσοχοΐας, ἀργυροχοΐας, ξυλουργικῆς... Τί θὰ φτιάξω ἀπὸ ὅλα αὐτά; Ἐγὼ δὲν ξέρω τίποτα». «Ἐγώ», λέγει, «θὰ δώσω πνεῦμα ἀρχιτεκτονικῆς κι ὅλα αὐτὰ θὰ φτιαχτοῦν!». Ἔ, λοιπὸν αὐτὸ ἔγινε, ἀγαπητοί μου, ἐδῶ. Κανεὶς δὲν ἤξερε τίποτα. Καὶ δουλέψαμε καὶ δουλεύομε, γιατί εἶναι δικό της τὸ θαῦμα. Ἀποδίδω συχνὰ στὴν Θεοτόκο τὴν προσωνυμία: «ἡ Φοβερὰ Προστασία». Πράγματι μᾶς προστατεύει κατὰ τρόπον ποὺ προκαλεῖ φόβον. Δὲν μπορῶ νὰ σᾶς πῶ γιατί δὲν ἔχω χρόνον. Ἄλλη φορὰ θὰ σᾶς πῶ.
Ἀγαπητοί μου, ὅλοι μας ζοῦμε μέσα στὴν καθημερινότητα, τὴν ἀγαθὴ καὶ θαυμαστὴ παρουσία καὶ ἐνέργεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Εἶναι ἡ Μητέρα μας. Σ᾿ αὐτὴν προσφεύγομε κι Ἐκείνη μᾶς ἀντιλαμβάνεται. Ἄς ὑμνοῦμε, λοιπόν, πάντοτε τὸ ἅγιον ὄνομά της, γιὰ νὰ ἔχομε πάντοτε τὴν Φοβερή της Προστασία.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ψηφιοποίηση τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/ueotokos/ueotokos_066.mp3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου