ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ[:Ματθ. 6, 14-21]
Πνευματικὰ θησαυρίσματα ἀπὸ ὁμιλίες τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Δὲν εἶναι μόνο οἱ μοναχοὶ ποὺ ἔχουν σὲ ὅλη τους τὴν ἰσάγγελη ζωὴ σύντροφο τὴ
νηστεία, μὰ καὶ πολλοὶ κοσμικοὶ χριστιανοί, ποὺ μὲ τὰ φτερά της ἔχουν ἀνέβει κι
αὐτοὶ σὲ ὕψη οὐράνιας φιλοσοφίας.
Σᾶς θυμίζω πὼς οἱ δύο κορυφαῖοι προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ
Ἠλίας, μολονότι καὶ ἀπὸ ἄλλες ἀρετὲς εἶχαν πολλὴ παρρησία στὸν Θεό, ὅποτε
ἤθελαν νὰ μιλήσουν μαζί Του, στὴ νηστεία κατέφευγαν. Αὐτὴ τοὺς ὁδηγοῦσε κοντὰ
στὸν Κύριο. Μὰ καὶ πολὺ πιὸ πρίν, στὶς ἀρχὲς τῆς Δημιουργίας, ὅταν ὁ Θεὸς
ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, ἀμέσως τὸν παρέδωσε στὰ χέρια τῆς νηστείας, ἀναθέτοντας
σὲ αὐτήν, σὰν σὲ φιλόστοργη μητέρα καὶ ἄριστη δασκάλα, νὰ φροντίσει
γιὰ τὴ σωτηρία του. Γιατί τὸ «ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ,
ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ(:ἀπὸ
τοὺς καρποὺς ὅλων τῶν δέντρων τοῦ παραδείσου νὰ τρῶτε ἐλεύθερα, ἀπὸ τοὺς
καρποὺς ὅμως τοῦ δέντρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ νὰ μὴ
φᾶτε)»[Γέν.2,16-17],δὲν ἦταν παρὰ ἐντολὴ νηστείας. Κι ἂν στὸν παράδεισο
ἦταν ἀναγκαία ἡ νηστεία, πολὺ περισσότερο μετὰ ἔξω ἀπὸ τὸν παράδεισο. Ἄν πρὶν
ἀπὸ τὸ πλήγωμα ἦταν φάρμακο χρήσιμο, πολὺ περισσότερο μετὰ τὸ πλήγωμα. Ἄν πρὶν
ἀνάψει ὁ πόλεμος τῶν ἐπιθυμιῶν καὶ τῶν δαιμόνων ἦταν ὅπλο ἀπαραίτητο, πολὺ
περισσότερο μετὰ τὸ ξέσπασμα τοῦ πολέμου. Ἄν εἶχε ἀκούσει αὐτὴ τὴ φωνῇ ὁ Ἀδάμ,
δὲ θὰ ἄκουγε τὴν ἄλλη, ποὺ τοῦ εἶπε: «Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ(:χῶμα εἶναι τὸ
σῶμα σου καὶ στὸ χῶμα θὰ καταλήξεις)»[Γέν.3,19]. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ὑπάκουσε, γι᾿
αὐτὸ ἀκολούθησαν θάνατος καὶ φροντίδες καὶ πόνοι καὶ λῦπες καὶ ζωὴ βαρύτερη ἀπὸ
κάθε θάνατο.
Εἴδατε πὼς ὁ Θεὸς ἀγανακτεῖ, ὅταν ἡ νηστεία περιφρονεῖται; Μάθετε τώρα καὶ πῶς
εὐφραίνεται, ὅταν αὐτὴ τιμᾷται. Τὸν θάνατο ἐπέβαλε ὅταν ἡ νηστεία
περιφρονήθηκε, τὸν θάνατο ἀνακάλεσε, ὅταν αὐτὴ τιμήθηκε. Ἀπὸ ποιούς; Ἀπὸ τοὺς
Νινευίτες.
«Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου (:καὶ μίλησε ὁ Κύριος)», λέει ἡ Ἁγία Γραφή, «πρὸς
Ἰωνᾶν τὸν τοῦ Ἀμαθὶ λέγων· ἀνάστηθι καὶ πορεύθητι εἰς Νινευὴ τὴν πόλιν τὴν
μεγάλην καὶ κήρυξον ἐν αὐτῇ, ὅτι ἀνέβη ἡ κραυγὴ τῆς κακίας αὐτῆς πρὸς μέ (:στὸν
Ἰωνά, τὸν γιὸ τοῦ Ἀμαθί, καὶ τοῦ εἶπε: ''Σήκω καὶ πήγαινε στὴ Νινευί, τὴν πόλη
τὴ μεγάλη'')»[Ἰων.1,1]. Ὁ Θεὸς τόνισε τὸ μέγεθος τῆς πόλης γιὰ νὰ συγκινήσει τὸν
προφήτη, ἐπειδὴ γνώριζε τὴ μελλοντικὴ φυγή του. Πάντως, μετὰ τὴν παρακοή του
καὶ τὴ γνωστὴ περιπέτειά του μὲ τὸ θαλάσσιο κῆτος ποὺ τὸν κατάπιε καὶ μέσα στὸ
ὁποῖο παρέμεινε ζωντανὸς γιὰ τρεῖς μέρες (βλ. Ἰων.1,3 ἕως 2,11), ὁ Ἰωνᾶς πῆγε
ἐπιτέλους στὴ Νινευὶ καὶ ἔφερε στοὺς κατοίκους της τὸ θεϊκὸ μήνυμα τῆς καταστροφῆς
τους: «ἔτι τρεῖς ἡμέραι καὶ Νινευὴ καταστραφήσεται(: ἀκόμα τρεῖς μέρες καὶ ἡ
Νινευὶ θὰ καταστραφεῖ)»[Ἰων. 3,4]. Σὰν τὸ ἄκουσαν ἐκεῖνοι, δὲν ἔδειξαν
δυσπιστία ἢ ἀδιαφορία. Γρήγορα κατέφυγαν στὴ νηστεία ὅλοι, ἄνδρες, γυναῖκες,
κύριοι, δοῦλοι, ἄρχοντες, λαός, παιδιά, γέροι. Νηστεία ἐπέβαλαν ἀκόμα καὶ στὰ
δίχως νοημοσύνη ζῶα. Καὶ μαζὶ μὲ τὴ νηστεία, παντοῦ πένθιμα ροῦχα, παντοῦ
κλάμα, παντοῦ προσευχή, παντοῦ μετάνοια. Βλέπετε γιατί εἶπα πρὶν ὅτι τὴν
πολυφαγία καὶ τὴ μέθη πρέπει νὰ φοβόμαστε, ὄχι τὴ νηστεία; Γιατί ἡ μέθη καὶ ἡ
πολυφαγία παραλίγο νὰ καταστρέψουν τὴν πόλη, ἐνῶ ἡ νηστεία τὴν ἔσωσε ἀπὸ τὴν
καταστροφή.
Ὁ προφήτης Δανιήλ, ἐπίσης, μπῆκε στὸ λάκκο τῶν λιονταριῶν μαζὶ μὲ τὴ νηστεία,
καὶ γι᾿ αὐτὸ βγῆκε σῶος, σὰν νὰ εἶχε ριχτεῖ σὲ μαντρὶ προβάτων(Δαν.
6,16-23). Μὰ καὶ οἱ Τρεῖς Παῖδες μὲ τὴ νηστεία μπῆκαν στὸ καμίνι, γι᾿ αὐτὸ
βγῆκαν ἀπὸ ἐκεῖ μὲ τὰ σώματά τους ἀκέραια καὶ πιὸ λαμπρὰ(Δαν. 3,19-27). Ἄν ἡ
φωτιὰ ἐκείνη ἦταν ἀληθινή, πῶς δὲν ἔκανε ὅ,τι κάνει ἡ φωτιά; Ἄν τὰ σώματα
ἐκεῖνα ἦταν ἀληθινά, πῶς δὲν ἔπαθαν ὅ,τι παθαίνουν τὰ σώματα; Πῶς; Ρώτησε τὴ
νηστεία. Αὐτὴ θὰ σοῦ δώσει τὴν ἀπάντηση. Αὐτὴ θὰ σοῦ λύσει τὸ αἴνιγμα. Γιατί,
πραγματικά, αἴνιγμα ἦταν τὸ νὰ παλεύουν σώματα μὲ τὴ φωτιὰ καὶ νὰ νικοῦν τὰ
σώματα. Βλέπεις παράδοξη πάλη; Βλέπεις ἀκόμα πιὸ παράδοξη νίκη; Θαύμασε τὴ
νηστεία καὶ δέξου την μὲ ἀνοιχτὴ τὴν ἀγκαλιά. Γιατί ὅταν καὶ ἀπὸ τὴ φωτιὰ σώζει
καὶ ἀπὸ τὰ λιοντάρια φυλάει καὶ τοὺς δαίμονες ἀπομακρύνει καὶ θεϊκὴ ἀπόφαση
ἀκυρώνει καὶ τὴ μανία τῶν παθῶν καταστέλλει καὶ στὴν ἐλευθερία μᾶς ξαναφέρνει
καὶ τοὺς λογισμούς μας γαληνεύει, ὅταν τόσα ἀγαθὰ ἔχει στὰ χέρια της, δὲν εἶναι τρέλλα νὰ τὴν ἀποφεύγουμε καὶ νὰ τὴ φοβόμαστε;
«Τὴ φοβόμαστε», θὰ πεῖς, «γιατί φθείρει καὶ ἐξασθενίζει τὸ σῶμα». Θὰ μποροῦσα
νὰ σοῦ ἀπαντήσω, ὅτι ὅσο ὁ ἐξωτερικὸς ἄνθρωπος, δηλαδὴ τὸ σῶμα, φθείρεται, τόσο
ὁ ἐσωτερικός, δηλαδὴ ἡ ψυχή, μέρα μὲ τὴν μέρα ἀνανεώνεται[πρβλ. Β΄κόρ.4,16:
«Διὸ οὐκ ἐκκακοῦμεν, ἀλλ᾿ εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ἀλλ᾿ ὁ
ἔσωθεν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ(:κι ἐπειδὴ γνωρίζουμε ὅτι ὅλα τὰ δυσάρεστα
ποὺ μᾶς συμβαίνουν καταλήγουν στὴν εὐχαριστία καὶ στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, γι᾿ αὐτὸ
δὲν χάνουμε τὸ θάρρος μας, ἀλλὰ κι ἂν ὁ ἐξωτερικός μας ἄνθρωπος, δηλαδὴ τὸ σῶμα
μας, φθείρεται ἀπὸ τίς θλίψεις καὶ τοὺς κινδύνους αὐτούς, ὁ ἐσωτερικός μας ὅμως
ἄνθρωπος, δηλαδὴ ἡ ψυχή μας, γίνεται νεότερη μέρα μὲ τὴ μέρα)»]. Ἀπὸ τὸ ἄλλο
μέρος, ὅμως, ἂν θελήσεις νὰ ἐξετάσεις καλὰ τὸ πρᾶγμα, θὰ διαπιστώσεις πὼς ἡ
νηστεία περιφρουρεῖ καὶ τὴ σωματικὴ ὑγεία. Κι ἂν δὲν πιστεύεις στὰ λόγια μου,
ρώτησε τοὺς γιατρούς, καὶ καλύτερα θὰ σοῦ τὰ ποῦν αὐτοί, ποὺ ὀνομάζουν τὴν
ὀλιγοφαγία «μητέρα τῆς ὑγείας», ἐνῶ, ἀπεναντίας, λένε πὼς ἀπὸ τὴν πολυφαγία
προέρχονται πάρα πολλὲς ἀρρώστιες, οἱ ὁποῖες, σὰν αὐλάκια νεροῦ ποὺ πηγάζουν
ἀπὸ μολυσμένη πηγή, καταστρέφουν τὸ σῶμα.
Ἄς μὴ φοβόμαστε, λοιπόν, τὴ νηστεία, ποὺ ἀπὸ τόσα κακά μᾶς ἀπαλλάσσει. Αὐτὸ δὲν
τὸ λέω χωρὶς λόγο. Βλέπω πολλοὺς ἀνθρώπους νὰ ρίχνονται ἀσυγκράτητοι στὸ φαγητὸ
καὶ τὸ πιοτὸ τόσο πρίν, ὅσο καὶ μετὰ τὴ νηστεία, καταστρέφοντας τὴν ὠφέλειά
της. Ἔτσι, δηλαδή, γίνεται στὴν ψυχή μας ὅ,τι καὶ σὲ ἕνα ἄρρωστο σῶμα, πού,
μόλις ἀρχίσει νὰ συνέρχεται καὶ κάνει νὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸ κρεβάτι, τοῦ δίνει
κάποιος μιὰ δυνατὴ κλωτσιὰ καὶ τὸ ρίχνει κάτω χειρότερα. Κάτι τέτοιο, λοιπόν,
γίνεται καὶ στὴν ψυχή μας, ὅταν πρὶν ἢ μετὰ τὴ νηστεία ἐπισκιάσουμε τὴ νηφαλιότητα,
ποὺ χαρίζει αὐτή, μὲ τὸν σκοτισμό, ποὺ φέρνει ἡ κραιπάλη.
Ἀλλὰ καὶ ὅταν νηστεύουμε, δὲν φτάνει ἡ ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένες τροφές, γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε ψυχικά. Ὑπάρχει κίνδυνος, τηρῶντας τίς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας, νὰ μὴν κερδίσουμε τίποτα. Πῶς; Ὅταν μένουμε μακριὰ ἀπὸ τὰ φαγητά, δὲν μένουμε ὅμως μακριὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία· ὅταν δὲν τρῶμε κρέατα, τρῶμε ὅμως τὸ βιὸς τῶν φτωχῶν· ὅταν δὲν μεθᾶμε μὲ κρασί, μεθᾶμε ὅμως ἀπὸ τὴν πονηρὴ ἐπιθυμία· ὅταν περνᾶμε τὴ μέρα νηστικοί, βλέποντας ὅμως αἰσχρὰ θεάματα. Ἔτσι ἡ νηστεία μας εἶναι ἀνώφελη. Γι᾿ αὐτὸ ἂς τὴ συνδυάσουμε μὲ τὸν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν, μὲ τὴν ἐγκράτεια ἀπὸ κάθε ἁμάρτημα, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα. Ἔτσι μόνο θὰ ἔχει καρποὺς καὶ θὰ εἶναι μιὰ θυσία εὐάρεστη στὸν Θεό.
• η Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
__________________________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου