Κάποτε ένας άρχοντας καλός και αγαθός, ελεήμων και εύσπλαχνος, θέλησε να κάνει έναν μοναχικό περίπατο στο γειτονικό δάσος.
Στον δρόμο που πήγαινε, συνάντησε έναν ζητιάνο με αξιολύπητη εμφάνιση, ο οποίος του ζήτησε ελεημοσύνη.
Στον δρόμο που πήγαινε, συνάντησε έναν ζητιάνο με αξιολύπητη εμφάνιση, ο οποίος του ζήτησε ελεημοσύνη.
Τον ευσπλαχνίστηκε και, γενναιόδωρος καθώς ήταν, άδειασε τις τσέπες του
στα χέρια του. Είχε πάνω του 168 λίρες. Του έδωσε τις 166 και κράτησε
μόνο τις δύο!
Ο ζητιάνος έκθαμβός μπροστά σ’ αυτή τη γενναιοδωρία, τον χιλιοευχαρίστησε , πρόσεξε όμως και τις δύο λίρες που κράτησε ο άρχοντας.
Ο ζητιάνος έκθαμβός μπροστά σ’ αυτή τη γενναιοδωρία, τον χιλιοευχαρίστησε , πρόσεξε όμως και τις δύο λίρες που κράτησε ο άρχοντας.