Τὸ Μέρος 1ον ΕΔΩ καὶ Μέρος 2ον ΕΔΩ
Ὁ
Θεὸς εἶναι ἀπερίγραπτος, ὁπότε δὲν μποροῦμε νὰ πάρωμε τὸ φιλοσοφικὸ
πρότυπο περὶ ἐντελεχείας τοῦ Ἀριστοτέλους, ποὺ βασίζεται σὲ παρατηρήσεις
ἀπὸ τὴν κτιστὴ φύσι οὔτε νὰ ἀναφέρωμε κανόνες ἀπὸ τὴν φιλοσοφία τοῦ
Ἀριστοτέλους, ποὺ εἶναι παρμένοι ἀπὸ τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ κτιστὰ ἢ καὶ ἀπὸ τὰ
δικά του μεταφυσικὰ (μετὰ τὰ φυσικά), μερικὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι ἐπίσης
ὁρατὰ καὶ νὰ τοὺς ἐφαρμόσωμε στὸν Θεό, σὲ Κάποιον δηλαδὴ ποὺ δὲν μοιάζει
μὲ τὰ κτίσματα.
Π.χ. λέμε ὅτι ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος εἶναι
ἐλεύθερος, ὁ ὁποῖος ἄλλα κάνει κατὰ φύσιν (γιὰ τὰ ὁποῖα δηλαδὴ δὲν
μπορεῖ νὰ κάνῃ ἀλλιῶς, τουτέστιν νὰ μὴ τὰ κάνῃ) καὶ ἄλλα κατὰ βούλησιν,
τὰ ὁποῖα ἂν θέλῃ τὰ κάνει. Στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου φαίνεται σαφῶς ἡ
διάκρισις αὐτὴ μεταξὺ τοῦ κατὰ φύσιν καί τοῦ κατὰ βούλησιν. Π.χ., ἐὰν ὁ
ἄνθρωπος θέλῃ νὰ κάνῃ παιδιά, ἐδῶ συνήθως ἔχωμε κάποιο συνδυασμὸ τοῦ
κατὰ φύσιν καί τοῦ κατὰ βούλησιν. Δὲν μπορεῖ νὰ κάνῃ παιδιὰ μόνο κατὰ
βούλησιν, δηλαδὴ μόνο μὲ τὸ μυαλό του. Ἡ ἀπόφασις τοῦ νὰ κάνῃ παιδιὰ δὲν
δημιουργεῖ αὐτόματα παιδιά. Ἀλλὰ πρέπει νὰ ὑπάρξῃ συνδυασμὸς βουλήσεως
καὶ πράξεως. Ἐδῶ ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐνεργεῖ μόνο κατὰ φύσιν, ἀλλὰ ἐνεργεῖ
συλλογιστικά, βάσει τῆς γνώσεως καὶ ἀναλύσεως τῶν προϋποθέσεων καὶ
ἀναγκῶν καὶ ἐπιθυμιῶν ποὺ ἔχει καὶ κάνει μία ἐπιλογή. Μόνο στὸν κτιστὸ
λογικὸ κόσμο ὑπάρχει τὸ χαρακτηριστικὸ νὰ κάνῃ κανεὶς κάτι κατὰ φύσιν
καὶ κάτι ἄλλο κατὰ βούλησιν. Στὸν Θεὸ ὅμως δὲν μποροῦν νὰ ἀποδοθοῦν αὐτὰ
τὰ κατηγορήματα. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάντησις.