Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020

ΕΝΑΣ «ΤΑΛΑΙΠΩΡΟΣ» ΕΡΗΜΙΤΗΣ


   Καταγόταν από τα μέρη της Θεσσαλίας. Μεσόκοπος ήλθε στο Άγιον Όρος. Έμενε ψηλά από τα Κατουνάκια προς τη Σκήτη του Αγίου Βασιλείου. Συνήθιζε να επισκέπτεται τα Μοναστήρια και τις ελεημοσύνες που του έδιναν (παξιμάδι, ρύζι, κηπευτικά, κ.α.), τις μοίραζε όλες στους ηλικιωμένους και ασθενείς ερημίτες με πολλή αγάπη, συμπάθεια και προθυμία.

     Συνήθιζε, επίσης, να ελεεινολογεί συνεχώς τον εαυτό του και να τον ονομάζει «ταλαίπωρο». Έτσι, όταν συχνά τον ρώτησαν οι Πατέρες «τι κάνει;», μονότονα αυτός απαντούσε: «Τι να κάνω, ο ταλαίπωρος, εγώ;… Μόνο αμαρτίες κάνω!...».
     
    Στην πανήγυρη ενός Κελιού ο Γέροντας Ιωακείμ († 1988) θέλησε να τον δοκιμάσει και μπροστά σε πολλούς άλλους Πατέρες τού φώναξε: «Έλα, ταλαίπωρε, κι εσύ μέσα! Τι κάθεσαι έξω από την πόρτα;…». Εκείνος, κατακόκκινος από ντροπή, εισήλθε και κάθισε. 
 
   Όταν πήγε στο Κελί του Γέροντα που τον παρατήρησε, τον ρώτησε (ο Γέροντας Ιωακείμ): «Πώς σου φάνηκε που σε φώναξα μπροστά σε όλους “ταλαίπωρε!”;…». Εκείνος απάντησε: «Αισθάνθηκα μεγάλη ντροπή και προσβολή που με φώναξες έτσι και δάγκωσα τη γλώσσα μου, για να μην παραφερθώ και εκφραστώ άσχημα!». 
 
   Τότε άδραξε την πνευματική ευκαιρία ο Γέροντας Ιωακείμ και του είπε: «Βλέπεις αδελφέ; Πόσο τελικά εύκολα είναι να βρίζει και να εξευτελίζει κανείς τον εαυτό του μόνος του, αλλά πόσο πραγματικά δύσκολο και δυσβάσταχτο είναι να σε βρίζει και να σε εξευτελίζει κάποιος άλλος; Γι’ αυτό, αγαπητέ μου πάτερ Εφραίμ (αυτό ήταν το μοναχικό του όνομα), πρέπει να είμαστε έτοιμοι και να χαιρόμαστε όταν μας ταπεινώνουν οι άλλοι και μας βρίζουν, γιατί τότε είναι που έχουμε μισθό από τον Θεό…».

     Ήταν ένα καλό μάθημα αυτό για τον π. Εφραίμ, τον Αγιοβασιλειάτη (μάθημα για το ποια είναι η κατά Χριστόν ειλικρινή αυτομεμψία και αληθινή ταπείνωση, που κομίζουν εσωτερικά την υγεία στην καρδιά του ανθρώπου, μακριά από άλλες επίπλαστες και νόθες πνευματικότητες και κίβδηλες καταστάσεις), ο οποίος χάρηκε πολύ για τούτη την εκ Θεού διόρθωση. Από τότε όλοι τον αποκαλούσαν «ταλαίπωρο» και μάλιστα εκείνος χαιρόταν ειλικρινά που το άκουγε.

     Για κατοικία είχε μία σπηλιά σ’ ένα αρκετά δύσβατο μέρος. Έναν βαρύ χειμώνα έμεινε αποκλεισμένος από το χιόνι και στερήθηκε τροφής επί μία εβδομάδα. Ένα σούρουπο ήλθε ένας άγνωστος άνθρωπος φορτωμένος με ένα σακί, του το άφησε κι εξαφανίσθηκε δίχως ν’ αφήσει ίχνη. Ήταν βέβαιο ότι η θεία Πρόνοια τον είχε επισκεφθεί. Ο σάκος ήταν γεμάτος τρόφιμα, με τα οποία πέρασε όλον τον χειμώνα. Με δάκρυα χαράς ευχαρίστησε με ευγνωμοσύνη τον Κύριο και την Θεοτόκο για την προστασία του δούλου τους. Έτσι, ενδυναμώθηκε και παρέμεινε έως το τέλος της ζωής του στο σπήλαιο των αγωνισμάτων του, καταστρέφοντας τις δαιμονικές παγίδες.

     Όταν αδυνάτησε και κατέπεσε, του πρότειναν από τη Μονή του Αγίου Παύλου να πάει στο Μοναστήρι να τον γηροκομήσουν, αλλά δεν δέχθηκε και παρακάλεσε ταπεινά τους Πατέρες να τον αφήσουν στον τόπο του να τελειώσει τη ζωή του, ευχαριστώντας τους. Έτσι, με οσιακό και μακάριο τέλος, ο ερημίτης Εφραίμ, ο «ταλαίπωρος», παρέδωσε την αγία του ψυχή στα χέρια του ζώντος Θεού προς αιώνια ανάπαυση.
 
Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου
(1952–2014):
«Μέγα Γεροντικό
εναρέτων αγιορειτών του 20ού αιώνος»,
Τόμ. Β΄, Βίος 42ος, σελ. 687–688,
Εκδόσεις «Μυγδονία»
 
 
«Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου