Ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια, τόσο ὡριμάζει ὁ ἄνθρωπος πνευματικὰ καί, ἂν ἀξιοποιήση τὴν πεῖρα ἀπὸ τὸ παρελθόν, προχωρεῖ πιὸ σταθερὰ καὶ πιὸ ταπεινά. Πολλὲς φορὲς καὶ τὰ ἀνεβοκατεβάσματα στὸν ἀγώνα βοηθοῦν γιὰ μιὰ θετικὴ καὶ σταθερὴ πνευματικὴ πορεία πρὸς τὰ ἄνω.
Τὸ μικρὸ παιδί, ὅταν ἀρχίση νὰ περπατάη, ἑπόμενο εἶναι νὰ πάρη καὶ καμμιὰ κουτρουβάλα ἀπὸ τὴν σκάλα, νὰ χτυπήση καὶ τὸ κεφάλι στὴν κουπαστή, νὰ ἀνεβῆ καὶ στὴν καρέκλα καὶ νὰ πέση. Δὲν καταλαβαίνει ὅτι, ἂν ἀνεβῆ στὴν καρέκλα καὶ πατήση στὴν ἄκρη, θὰ τουμπάρη. Ὅσο ὅμως μεγαλώνει, ἀποκτάει πεῖρα, ὡριμάζει καὶ ἀρχίζει νὰ προσέχη. «Τὴν ἄλλη φορά, σκέφτεται, ἀνέβηκα ἐκεῖ πέρα καὶ τουμπάρισα. Δὲν θὰ ἀνεβῶ τώρα». Ἔτσι καὶ στὸν ἀγώνα μας, ὅταν ὅλα τὰ παρακολουθοῦμε καὶ τὰ ἀξιοποιοῦμε γιὰ τὸ καλό, ἀποκτοῦμε πεῖρα, καί, ἂν τὴν χρησιμοποιοῦμε, πολὺ μᾶς βοηθάει.
Θυμᾶμαι, στὸ σπίτι, στὴν Κόνιτσα, εἴχαμε ἕξι ἄλογα, μεγάλα καὶ μικρά. Μιὰ μέρα ποὺ τὰ περνοῦσα ἀπὸ ἕνα γεφυράκι φτιαγμένο μὲ κορμοὺς δένδρων καὶ σανίδια, ἕνας σαπισμένος κορμὸς ὑποχώρησε καὶ τὸ πόδι τοῦ πιὸ μικροῦ ἀλόγου, ποὺ ἦταν τεσσάρων χρόνων, πιάσθηκε ἀνάμεσα στὰ ξύλα. Ἀπὸ τότε, ἂν καὶ ἔφτιαξα μεγαλύτερο τὸ γεφυράκι καὶ ἔβαλα γερὰ ξύλα, ἐν τούτοις, ὅταν φθάναμε ἐκεῖ, τὸ ἀλογάκι ἀντιστεκόταν, κουνοῦσε τὸ κεφάλι πέρα–δῶθε καὶ ἢ ἔσπαζε τὸ καπίστρι καὶ ἔφευγε ἢ ἔδινε μιὰ καὶ πηδοῦσε ἀπέναντι. Ἂν τὸ ἄλογο τῶν τεσσάρων χρόνων, ποὺ εἶναι ἄλογο, χρησιμοποίησε τὴν πεῖρα καὶ δὲν ξαναπάτησε τὸ πόδι του στὸ γεφύρι, πόσο μᾶλλον ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ χρησιμοποιῆ τὴν πεῖρα ἀπὸ τὶς πτώσεις του!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου