ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκ. 13,10-17]
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΚΥΡΙΛΛΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
«Καὶ ἐπηρώτησέν τις αὐτὸν ἄρχων λέγων, Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; (:Κάποιος ἄρχοντας τῆς συναγωγῆς Τὸν ρώτησε τὸ ἑξῆς: "Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;")·εἶπεν δὲ αὐτῷ ὁ ᾽Ιησοῦς, Τί μὲ λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός (:τοῦ εἶπε τότε ὁ Ἰησοῦς: "Ἀφοῦ ἀπευθύνεσαι σὲ ἐμένα νομίζοντας ὅτι εἶμαι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, γιατί μὲ ὀνομάζεις ''ἀγαθό''; Κανεὶς δὲν εἶναι ἀπὸ μόνος του ἀπολύτως ἀγαθὸς παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός")» [Λουκ. 18,18-19].
Ὁ ἀναφερόμενος ἐδῶ ἄρχοντας ποὺ ὑπονοεῖται ὅτι εἶναι κάποιος συγκεκριμένος, νόμισε ὅτι μπορεῖ νὰ ἐλέγξει τὸν Χριστό, ὅτι τάχα ὁ Ἰησοῦς περιφρονεῖ τὴν ἐντολὴ ποὺ δόθηκε μέσῳ τοῦ Μωυσῆ καὶ εἰσάγει δικούς του νόμους. Πλησιάζει λοιπὸν καὶ προσποιεῖται ὅτι ἠθικολογεῖ, γιατί Τὸν ἀποκαλεῖ διδάσκαλο καὶ Τὸν ὀνομάζει ἀγαθὸ καὶ λέγει ὅτι θέλει νὰ μάθει. Ἐπειδὴ ὅμως ρωτοῦσε μὲ σκοπὸ νὰ Τὸν πειράξει, εὔλογα Αὐτὸς ποὺ συλλαμβάνει τοὺς σοφοὺς πάνω στὴν πανουργία τους [Ἰώβ, 5,13: «Ὁ καταλαμβάνων σοφοὺς ἐν τῇ φρονήσει, βουλὴν δὲ πολυπλόκων ἐξέστησεν (:Αὐτός, ποὺ συλλαμβάνει τοὺς καυχώμενους γιὰ τὴ σοφία τους, ματαιώνει ὅμως τὰ σχέδια καὶ τίς ἀποφάσεις τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων)»], λέγει πρὸς αὐτόν: «Ἐὰν δὲν ἔχεις πιστέψει ὅτι εἶμαι Θεός, γιατί μοῦ ἀποδίδεις αὐτὰ ποὺ ταιριάζουν μόνο στὴν ἀνώτατη φύση καὶ μὲ ὀνομάζεις ἀγαθό, ἐμένα ποὺ νομίζεις ὅτι εἶμαι ἄνθρωπος σὰν ἐσένα; Γιατί ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴ φύση Του εἶναι ἀγαθός, καὶ ἰδιαίτερο καὶ οὐσιῶδες φυσικὸ καὶ ἐξαίρετο ἀξίωμά Του εἶναι τὸ ὅτι εἶναι ἀγαθὸς καὶ κατὰ συμμετοχὴ οἱ ἄγγελοι καὶ ἐμεῖς».
Καὶ αὐτὸς βέβαια ὑπῆρξε ὁ σκοπὸς τοῦ λόγου αὐτοῦ γιὰ τὸν Χριστό, δὲν θὰ ἀνεχθεῖ ὅμως ἴσως τὴν ὀρθότητα τῶν ἐννοιῶν ὁ μέτοχος τῆς ἀσέβειας τοῦ Ἀρείου λέγοντας: «Νά, καθαρὰ ἀρνήθηκε ὅτι εἶναι ἀγαθὸς καὶ αὐτὸ τὸ ἀποδίδει στὸν μόνο ποὺ πρέπει, τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα. Ἀλλὰ ἐὰν ἦταν», θὰ ἔλεγε αὐτὸς ὁ αἱρετικός, «ὁμοούσιος μὲ Αὐτὸν καὶ προερχόταν ἀπὸ Αὐτὸν κατὰ φύση, δὲν θὰ ἦταν καὶ αὐτὸς ὡς Θεὸς ἀγαθός;».
Πρέπει λοιπὸν νὰ λεχθεῖ σὲ αὐτοὺς τὸ ἑξῆς: Ἐπειδὴ κάθε λόγος ὀρθὸς καὶ ἀκριβὴς γνωρίζει ὅτι ὁ υἱὸς εἶναι ὁμοούσιος μὲ τὸν Πατέρα, πῶς δὲν εἶναι ἀγαθὸς καὶ ὁ Υἱός, ὄντας Θεός; Γιατί δὲν μπορεῖ δένδρο ἀγαθὸ νὰ κάνει καρποὺς πονηρούς, οὔτε ἀπὸ πηγὴ γλυκιὰ τρέχει ποταμὸς ὄχι γλυκός. Ἄρα, ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι ἀγαθός, καρπὸς ἀγαθὸς εἶναι ὁ Υἱός, καὶ σὰν εἰκόνα Του δείχνει στὴ δικὴ Του φύση τὴν ὡραιότητα Ἐκείνου ποὺ Τὸν γέννησε. Ἀλλὰ αὐτὰ βέβαια εἶναι ἀρκετὰ σὲ σχέση μὲ τὰ παρόντα.
Ὅμως καὶ στὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο ἔχει λεχθεῖ: Ἐνῶ ὁ ἄρχοντας περίμενε νὰ ἀκούσει τὸν Χριστὸ νὰ λέγει «Ἀπομακρύνσου ἀπὸ τὰ γραμμένα τοῦ Μωυσῆ καὶ ἀσπάσου τίς δικές μου ἐντολές», αὐτὸ βέβαια δὲν τὸ εἶπε, ἐπειδὴ ὡς Θεὸς ἔβλεπε τὸν σκοπὸ ἐκείνου ποὺ τὸν πείραζε καὶ ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχαν ἄλλες ἐντολές, ἐκτὸς μόνο ἀπὸ ἐκεῖνες τοῦ Μωυσῆ, παραπέμπει τὸν ἄνθρωπο σὲ αὐτὲς καὶ λέγει: «Τὰς ἐντολὰς οἶδας· Μὴ μοιχεύσῃς, Μὴ φονεύσῃς, Μὴ κλέψῃς, Μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα. ὁ δὲ εἶπεν, Ταῦτα πάντα ἐφύλαξα ἐκ νεότητος. ἀκούσας δὲ ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ, Ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:Γνωρίζεις τίς ἐντολές: "Νὰ μὴ μοιχεύσεις, νὰ μὴ σκοτώσεις, νὰ μὴν κλέψεις, νὰ μὴν ψευδομαρτυρήσεις, νὰ τιμᾷς τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου". Καὶ ἐκεῖνος εἶπε: "Ὅλα αὐτὰ τὰ φύλαξα ἀπὸ τὴν παιδική μου ἡλικία". Ὅταν λοιπὸν ἄκουσε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, τοῦ εἶπε: "Ἕνα ἀκόμη σοῦ λείπει: πούλησε ὅλα ὅσα ἔχεις καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχοὺς καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στὸν οὐρανό, καὶ ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις ὡς μαθητής μου, ὑπακούοντας πάντοτε σὲ ὅσα θὰ σὲ διδάσκει τὸ παράδειγμά μου καὶ ἡ διδασκαλία μου")» [Λουκ. 18,22].
Ὁ μωσαϊκὸς νόμος λοιπὸν ἀπαγορεύει κάθε εἶδος κακίας καὶ καταδικάζει τοὺς τρόπους τῆς ἀσέβειας. Γιατί λέγει: «Νὰ μὴ μοιχεύσεις, νὰ μὴ φονεύσεις» καὶ ἀπαγορεύει καὶ τὰ ἄλλα ὁλοκάθαρα, δηλαδή τὸ ὅτι πρέπει νὰ μὴ φονεύει κανείς, οὔτε νὰ ποθεῖ παράφορα ξένους γάμους, καὶ καταδικάζει ἐπίσης καὶ τὴν κλοπή, καὶ τὴν ἐπιορκία, καὶ τὴν ψευδομαρτυρία, καὶ ὁρίζει ποινὲς γι᾿ αὐτοὺς ποὺ διαπράττουν τὰ πλημμελήματα αὐτά. Ἔπειτα προστάζει νὰ φροντίζουν γιὰ τὸν σεβασμὸ πρὸς τοὺς γονεῖς, ὁρίζοντας καὶ ἀξιόλογα βραβεῖα γιὰ ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ εὐδοκιμήσουν, γιατί λέγει: «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται, καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς, ἧς Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι (:Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, γιὰ νὰ εὐημερήσεις καὶ γίνεις μακροχρόνιος στὴν πλούσια καὶ εὔφορη χώρα, τὴν ὁποία θὰ σοῦ δώσει ὁ Κύριος)» [Ἔξ. 20,12]. Νόμισε ὁ κακότροπος καὶ φοβερὸς σὲ δολιότητες αὐτὸς ἄρχοντας, ἂν καὶ ὁ ἐρωτώμενος ἦταν Θεός, ὅτι θὰ τὸν πάρει εὔκολα μὲ τὸ μέρος του, δίνοντας ἀπάντηση σύμφωνη μὲ αὐτὰ ποὺ πίστευε αὐτός, ὁ Χριστὸς ὅμως, ἂν καὶ ἦταν πονηρὸς ὁ ἄρχοντας αὐτὸς ποὺ Τὸν ρωτοῦσε, δὲν τὸν ἔδιωξε.
«Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγενήθη, ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα (:Αὐτὸς ὅμως ὅταν ἄκουσε τὰ λόγια αὐτά, λυπήθηκε πάρα πολύ· διότι ἦταν πάμπλουτος καὶ δὲν ἤθελε νὰ ἀποχωριστεῖ τὰ πλούτη του)» [Λουκ. 18,22]. Ὁ ἄρχοντας τῆς Συναγωγῆς τῶν Ἰουδαίων δὲν χώρεσε τὸν νέο οἶνο, ὄντας ἀσκὸς παλαιός, ἀλλὰ σχίστηκε καὶ ἀχρηστεύτηκε. Γιατί λυπήθηκε, ἂν καὶ πῆρε μάθημα πρόξενο τῆς αἰώνιας ζωῆς.
«᾽Ιδὼν δὲ αὐτὸν ὁ ᾽Ιησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπεν, Πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσπορεύονται· εὐκοπώτερον γάρ ἐστιν κάμηλον διὰ τρήματος βελόνης διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν (:Αὐτὸς ὅμως ὅταν ἄκουσε τὰ λόγια αὐτά, λυπήθηκε πάρα πολύ· διότι ἦταν πάμπλουτος καὶ δὲν ἤθελε νὰ ἀποχωριστεῖ τὰ πλούτη του. Ὅταν τὸν εἶδε λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς τόσο πολὺ στενοχωρημένο, εἶπε: Πόσο δύσκολα θὰ μποῦν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα! Πράγματι, πολὺ δύσκολα. Διότι εἶναι εὐκολότερο μία καμήλα νὰ περάσει ἀπὸ τὴ μικρὴ τρῦπα ποὺ ἀνοίγει ἡ βελόνα, παρὰ νὰ μπεῖ ἕνας πλούσιος στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ)» [Λουκ. 18,24].
«Καμήλα» ἐδῶ δὲν ἐννοεῖ τὸ ζῶο, ἀλλὰ τὸ χοντρὸ σχοινὶ στὰ πλοῖα· γιατί εἶναι δυνατὸν σὲ αὐτοὺς ἐὰν δὲν προτιμήσουν νὰ ἀπομακρυνθοῦν μιὰ γιὰ πάντα ἀπὸ ὅλα τὰ ὑπάρχοντά τους, νὰ εὐδοκιμήσουν μὲ ἄλλο τρόπο, κάνοντας φίλους ἀπὸ τὸν ἄδικο μαμωνᾶ, ὥστε ὅταν θὰ φύγουν ἀπὸ τὴν ἐδῶ ζωὴ νὰ τοὺς δεχτοῦν στὶς αἰώνιες σκηνές [Λουκᾶ 16,9-10 : «Κἀγὼ ὑμῖν λέγω· ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας, ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς. ὁ πιστὸς ἐν ἐλαχίστῳ καὶ ἐν πολλῷ πιστὸς ἐστι, καὶ ὁ ἐν ἐλαχίστῳ ἄδικος καὶ ἐν πολλῷ ἄδικὸς ἐστιν (:Κι ἐγώ σᾶς λέω τὸ ἑξῆς: Ὅπως ὁ ἄδικος αὐτὸς διαχειριστὴς τῆς παραβολῆς φρόντισε ἐγκαίρως νὰ ἐξασφαλίσει τὴ φιλία τῶν ὀφειλετῶν τοῦ κυρίου του, ἔτσι κι ἐσεῖς φροντίστε νὰ κάνετε γιὰ τὸ καλό σας φίλους ἀπὸ τὸν πλοῦτο ποὺ εἶναι ἄδικος· διότι οἱ μεγάλες περιουσίες μὲ ἀδικία συνήθως συγκεντρώνονται· ἀλλὰ καὶ ὅποιος κρατᾷ τὰ πλούτη μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του διαπράττει μεγάλη ἀδικία. Κάντε λοιπὸν κι ἐσεῖς φίλους ἀπὸ τὸν ἄδικο πλοῦτο, εὐεργετῶντας μὲ φιλανθρωπίες τοὺς συνανθρώπους σας, ὥστε, ὅταν πεθάνετε, νὰ σᾶς ὑποδεχθοῦν οἱ φίλοι σας αὐτοὶ στὶς αἰώνιες σκηνὲς τοῦ παραδείσου. Ἐσεῖς μοιράζοντας τὰ πλούτη σας σὲ ἀγαθοεργίες, δὲν θὰ μοιάζετε μὲ τὸν οἰκονόμο τῆς ἀδικίας, ὁ ὁποῖος προνόησε νὰ κάνει φίλους μὲ κλοπὲς καὶ καταχρήσεις σὲ βάρος τοῦ κυρίου του· διότι ἐσεῖς σκορπίζοντας εὐεργετικὰ τὸν πλοῦτο θὰ ἀποδειχθεῖτε τίμιοι καὶ ἀξιόπιστοι διαχειριστὲς καὶ οἰκονόμοι τοῦ Θεοῦ, ποὺ σᾶς ἐμπιστεύτηκε τὰ ὑλικὰ πλούτη. Κι ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἀξιόπιστος στὰ ὑλικὰ πλούτη, τὰ ὁποῖα σὲ σύγκριση μὲ τὰ οὐράνια ἀγαθὰ εἶναι κάτι ἐλάχιστο καὶ τιποτένιο, αὐτὸς εἶναι πιστὸς καὶ στὰ οὐράνια πλούτη, τὰ ὁποῖα εἶναι πολλὰ καὶ ἀνεκτίμητα. Κι ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἄδικος στὰ ἐλάχιστα, θὰ εἶναι ἄδικος καὶ ἀνάξιος ἐμπιστοσύνης καὶ στὰ πολλὰ καὶ ἀνεκτίμητα πλούτη)»].
«Εἶπε δὲ ὁ Πέτρος· ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι (:Καὶ εἶπε ὁ Πέτρος: ἰδοὺ ἐμεῖς ἀφήσαμε τὰ πάντα καὶ Σὲ ἀκολουθήσαμε)» [Λουκ. 18,28]. Καὶ προσθέτει ὁ Ματθαῖος: «Τί ἄρα ἔσται ἡμῖν; (:Τί ἄραγε θὰ μᾶς δοθεῖ ὡς ἀμοιβή;)» [Ματθ. 19,27]. Στὸ ἐρώτημα αὐτὸ θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ πεῖ: «Τί ἄφησαν γενικὰ οἱ μαθητὲς ἢ ποιῶν πραγμάτων τὴν ἀνταπόδοση ζητοῦν ἀπὸ τὸν Χριστό;». Τί θὰ ποῦμε λοιπὸν σὲ αὐτά; Καὶ βέβαια ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ πράγματος ἔκαναν πάρα πολὺ ἀναγκαία τὴν ἐρώτηση. Ἐπειδὴ δηλαδὴ δὲν εἶχαν τίποτε, ἐκτὸς ἀπὸ κάποια μικρὰ καὶ ἀσήμαντα πράγματα, θέλουν νὰ μάθουν μὲ ποιό τρόπο θὰ τοὺς ἀμείψει ὁ Θεός, αὐτοὺς ποὺ ἐγκατέλειψαν καὶ τὰ ἐλάχιστα πράγματα γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ ἐπειδὴ ἐπιθυμοῦσαν νὰ κερδίσουν τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης τους πρὸς Αὐτόν· γιατί εὔλογα ὁ πλούσιος ποὺ περιφρόνησε πολλὰ θὰ περιμένει τίς ἀμοιβές, αὐτὸς ὅμως ποὺ ἔχει λίγα καὶ ἀποχωριστεῖ αὐτά, ποιὲς ἐλπίδες θὰ ἔχει, πῶς δὲν ἔπρεπε νὰ τὸ μάθει;
Ἔπειτα, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ ποῦμε καὶ τοῦτο: Το ὅτι δηλαδὴ ἔχασαν πολλὰ ἢ λίγα θὰ μποροῦσε σύμφωνα μὲ τὸν ὀρθὸ λόγο, νὰ εἶναι ἰσοδύναμο γιὰ ἐκείνους ποὺ τὸ ἔπαθαν· γιατί, ὅσον ἀφορᾷ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν πρόθεση, θὰ μποροῦσαν νὰ καταλογιστοῦν σὲ ἴση μοῖρα μὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν πολλὰ αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι βέβαια σὰν αὐτούς, ἀλλὰ δείχνουν ἴσες προθυμίες, καὶ ὑπομένουν μὲ τὴ θέλησή τους τὴν ἀπάρνηση τῶν ὑπαρχόντων τους.
Καὶ τί ἀπαντᾷ ὁ Χριστὸς σὲ αὐτούς; : «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει (:Ἀληθινά σᾶς λέω ὅτι ἐσεῖς ποὺ μὲ ἀκολουθήσατε ὅταν ξαναγεννηθεῖ ὁ κόσμος καὶ θὰ ἔχει συντελεστεῖ ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ὁπότε θὰ καθίσει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου σὲ θρόνο λαμπρό, ἀντάξιο τῆς δόξας Του, θὰ καθίσετε κι ἐσεῖς σὲ δώδεκα θρόνους δικάζοντας τίς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ. Καὶ ὁ καθένας ποὺ ἐγκατάλειψε σπίτια, ἀδελφούς, ἀδελφές, πατέρα ἢ μητέρα, γιὰ νὰ μένει ἑνωμένος καὶ νὰ μὴ χωριστεῖ μὲ ἐμένα, θὰ λάβει ἑκατονταπλάσια σὲ αὐτὴν τὴ ζωὴ καὶ θὰ κληρονομήσει καὶ τὴν αἰώνια ζωή)» [Ματθ. 19,28-29].
Τὰ λεγόμενα εἶναι τέτοια ποὺ πρέπουν στὸν Θεὸ καὶ ἡ ἀπόφαση ἁγία, γιατί ἀνεβάζει στὴν ἀσφαλῆ ἐλπίδα ὅλους, ὅσους τὴν ἀκοῦν καὶ συνοδεύει μὲ ὅρκο τὴν ὑπόσχεση, προτάσσοντας πρὶν ἀπὸ τὸν λόγο τὸ «ἀμὴν λέγω ὑμῖν (:ἀλήθεια σᾶς λέγω)», ποὺ κατὰ κάποιο τρόπο ἀναπληρώνει τὴν ἀνάγκη τοῦ ὅρκου. Πρέπει ὅμως νὰ ἐξετάσουμε ποιοὶ μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἄφησαν πατέρα ἢ μητέρα, γυναῖκα καὶ ἀδελφοὺς καὶ σπίτια, καὶ μετὰ νὰ ἐξετάσουμε μὲ λεπτομέρεια, πῶς αὐτοὶ θὰ μπορέσουν νὰ λάβουν περισσότερα στὸν παρόντα κόσμο. Πράγματι ἐγκαταλείπουν κάποιοι τὸν πατέρα τους καὶ ἀδιαφοροῦν πολλὲς φορὲς γιὰ τὴ φιλοστοργία πρὸς ὅλο τὸ γένος, ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Χριστό, καὶ μὲ ποιό τρόπο, θά μᾶς τὸ διδάξει Αὐτὸς λέγοντας: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος (:Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾷ τὸν πατέρα του ἢ τὴ μητέρα του περισσότερο ἀπὸ μένα, καὶ μὲ ἀρνιέται γιὰ νὰ μὴ χωριστεῖ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του, δὲν ἀξίζει γιὰ μένα. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾷ τὸν γιό του ἢ τὴν κόρη του περισσότερο ἀπὸ μένα, δὲν εἶναι ἄξιος νὰ λέγεται μαθητὴς μου)» [Ματθ. 10,37] καί: «Ἦλθον γὰρ διχάσαι ἄνθρωπον κατὰ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ θυγατέρα κατὰ τῆς μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς (:Ἦλθα νὰ χωρίσω τὸν πιστὸ καὶ εὐθὺ ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ἄπιστο καὶ διεστραμμένο πατέρα του, καὶ τὴν κόρη ἀπὸ τὴ μητέρα της, καὶ τὴ νύφη ἀπὸ τὴν πεθερὰ της)» [Ματθ. 10,35], καὶ τὰ παρακάτω.
Γιατί σαγηνεύοντας στὴν δική Του πίστη τοῦ θείου κηρύγματος τὴν ὑφήλιο, θέλουν βέβαια κάποιοι νὰ προσέλθουν σὲ αὐτό, ἀλλὰ βλέπουν ἴσως τοὺς πατέρες καὶ τίς μητέρες, ποὺ εἶναι ἄπιστοι καὶ πονηροί, καὶ πολλὲς φορὲς οἱ πατέρες δὲν ἀνέχονται νὰ στενοχωρήσουν τὰ παιδιά τους, μὲ τὴν προσέλευσή τους στὴν πίστη. Ὁ ἴδιος ἐπίσης λόγος θὰ μποροῦσε νὰ γίνει καὶ γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς πρὸς τοὺς ἀδελφούς τους, καὶ τὴ νύφη πρὸς τὴν πεθερά της καὶ τὴν πεθερὰ πρὸς τὴ νύφη. Ὅμως ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι σταθεροὶ στὴν πίστη δὲν προτάσσουν τίποτε ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, μὴν ὑπολογίζοντας καθόλου τὸ κατὰ σάρκα γένος τους.
Πρέπει λοιπὸν νὰ ἐξετάσουμε πῶς μπορεῖ κάποιος, ἀφήνοντας αὐτούς, νὰ ἀποκτήσει πολλαπλάσια στὴν ἐδῶ ζωή. Μήπως δηλαδὴ θὰ γίνει ἄνδρας πολλῶν γυναικῶν, ἢ θὰ βρεῖ ἀντὶ γιὰ ἕναν πολλοὺς πατέρες ἐπάνω στὴ γῆ καὶ θὰ πολλαπλασιασθεῖ ἔτσι τὸ σαρκικὸ γένος; Δὲν λέμε αὐτό, ἀλλὰ ὅτι, ἀφοῦ ἐγκαταλείψει τὰ σαρκικὰ καὶ τὰ πρόσκαιρα, θὰ ἀπολαύσει τὰ πολὺ πιὸ ἀνώτερα, καὶ κατὰ κάποιο τρόπο περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ θὰ περιφρονήσει. Ἄλλωστε καὶ οἱ ἀπόστολοι, ἐγκαταλείποντας λίγα, γέμισαν ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀξιώθηκαν νὰ λάβουν πολλὰ χαρίσματα, καὶ ἔγιναν παντοῦ σὲ ὅλους ἐπίλεκτοι καὶ ἀείμνηστοι. Ὅλοι λοιπὸν ὅσοι πιστέψαμε στὸν Χριστὸ καὶ ἀγαπήσαμε τὸ ὄνομὰ Του θὰ γίνουμε σὰν ἐκείνους. Καὶ ἂν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς του, θὰ τὸν παραλάβει ὁ Χριστὸς σὲ ἀδελφό Του. Ὅταν ἀφήσει τὴ σύντροφο γυναῖκα του, θὰ βρεῖ τὴν οὐράνια καὶ κοντὰ στὸν Θεὸ Σοφία, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ γεννήσει καρποὺς καλούς. Καὶ ἂν ἀφήσει τὴ μητέρα του, θὰ βρεῖ τὴν ἐπουράνια, τὴ μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν: «Ἡ δὲ ἄνω ῾Ιερουσαλὴμ ἐλευθέρα ἐστίν, ἥτις ἐστὶ μήτὴρ πάντων ἡμῶν (:ἐνῶ ἡ ἐπουράνια Ἱερουσαλὴμ εἶναι ἐλεύθερη· εἶναι ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, ποὺ βρίσκεται στοὺς οὐρανούς, καὶ ἡ στρατευομένη, ποὺ εἶναι βέβαια ἐπίγεια, ἀλλὰ καταλήγει στοὺς οὐρανούς. Αὐτὴ εἶναι ἡ μητέρα ὅλων μας, ὅλων τῶν Χριστιανῶν)» [Γαλ. 4,26].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἁγίου Κυρίλλου, ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας, Ἐξήγησις ὑπομνηματικὴ εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν εὐαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αἰγαίου, ἐρευνητικὸ ἔργο «Οἱ δρόμοι τῆς πίστης: Ψηφιακὴ Πατρολογία».
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam .pdf)
• Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας Ἅπαντα τὰ ἔργα, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς», ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν Β΄», κεφάλαιο 18ο, σελ. 153-161.
• Παν. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μετὰ συντόμου ἑρμηνείας, ἐκδ. Ὁ Σωτήρ, Ἀθήνα 1997
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016.
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου