Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2019

Ἅγιος Παΐσιος: Ἡ ἀγάπη μεταξὺ τῶν συζύγων



– Ἔγραψες, Γερόντισσα, εὐχὲς στὸν Δημήτρη ποὺ παντρεύεται;

– Ἔγραψα, Γέροντα.

– Φέρε τὴν κάρτα νὰ συμπληρώσω κι ἐγώ: «Ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Παναγία μαζί σας. Σοῦ δίνω εὐλογία, Δημήτρη, νὰ μαλώνης μὲ ὅλον τὸν κόσμο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Μαρία! Τὸ ἴδιο καὶ στὴν Μαρία!». Γιά νὰ δῶ, θὰ καταλάβουν τί ἐννοῶ; 

Μὲ ρώτησε κάποιος: «Γέροντα, τί ἑνώνει περισσότερο τὸν ἄνδρα μὲ τὴν γυναίκα;». «Ἡ εὐγνωμοσύνη», τοῦ λέω. Ὁ ἕνας ἀγαπάει τὸν ἄλλον γι᾿ αὐτὸ ποὺ τοῦ χαρίζει. Ἡ γυναίκα δίνει στὸν ἄνδρα τὴν ἐμπιστοσύνη, τὴν ἀφοσίωση, τὴν ὑπακοή. Ὁ ἄνδρας δίνει στὴν γυναίκα τὴν σιγουριὰ ὅτι μπορεῖ νὰ τὴν προστατέψη. Ἡ γυναίκα εἶναι ἡ ἀρχόντισσα τοῦ σπιτιοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ μεγάλη ὑπηρέτρια. Ὁ ἄνδρας εἶναι ὁ κυβερνήτης τοῦ σπιτιοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁ χαμάλης.

Μεταξύ τους τὰ ἀνδρόγυνα πρέπει νὰ ἔχουν τὴν ἐξαγνισμένη ἀγάπη, γιὰ νὰ ἔχουν ἀλληλοπαρηγοριὰ καὶ νὰ μποροῦν νὰ κάνουν καὶ τὰ πνευματικά τους καθήκοντα. Γιὰ νὰ ζήσουν ἁρμονικά, χρειάζεται νὰ βάλουν ἐξαρχῆς ὡς θεμέλιο τῆς ζωῆς τους τὴν ἀγάπη, τὴν ἀκριβὴ ἀγάπη, ποὺ βρίσκεται μέσα στὴν πνευματικὴ ἀρχοντιά, στὴν θυσία, καὶ ὄχι τὴν ψεύτικη, τὴν κοσμική, τὴν σαρκική. 

Ἂν ὑπάρχη ἀγάπη, θυσία, πάντα ἔρχεται ὁ ἕνας στὴν θέση τοῦ ἄλλου, τὸν καταλαβαίνει, τὸν πονάει. Καὶ ὅταν παίρνη κανεὶς τὸν πλησίον του στὴν πονεμένη του καρδιά, παίρνει τότε μέσα του τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος τὸν γεμίζει καὶ πάλι μὲ τὴν ἀνέκφραστη ἀγαλλίασή Του.

Ὅταν ὑπάρχη ἀγάπη, καὶ μακριὰ νὰ βρεθῆ ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον, ἂν οἱ περιστάσεις τὸ ἀπαιτήσουν, κοντὰ θὰ βρίσκεται, γιατὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δὲν τὴν χωρίζουν ἀποστάσεις. Ὅταν ὅμως, Θεὸς φυλάξοι, τὰ ἀνδρόγυνα δὲν ἔχουν ἀγάπη μεταξύ τους, μπορεῖ νὰ βρίσκωνται κοντά, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα βρίσκονται μακριά. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ προσπαθήσουν νὰ διατηρήσουν σὲ ὅλη τὴν ζωή τους τὴν ἀγάπη, νὰ θυσιάζεται ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον.

Ἡ σαρκικὴ ἀγάπη ἑνώνει ἐξωτερικὰ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους τόσο μόνον, ὅσο ὑπάρχουν κοσμικὰ προσόντα, καὶ τοὺς χωρίζει, ὅταν αὐτὰ χαθοῦν, ὁπότε καὶ αὐτοὶ ὁδηγοῦνται στὴν ἀπώλεια. Ἐνῶ, ὅταν ὑπάρχη ἡ πνευματική, ἡ ἀκριβὴ ἀγάπη, ἂν τυχὸν ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς συζύγους χάση τὰ κοσμικά του προσόντα, αὐτὸ ὄχι μόνο δὲν τοὺς χωρίζει, ἀλλὰ τοὺς ἑνώνει περισσότερο. 

Ὅταν ὑπάρχη μόνον ἡ σαρκικὴ ἀγάπη, τότε, ἂν λ.χ. ἡ γυναίκα μάθη ὅτι ὁ σύντροφός της κοίταξε κάποια ἄλλη, τοῦ πετάει βιτριόλι καὶ τὸν τυφλώνει. Ἐνῶ, ὅταν ὑπάρχη ἡ ἁγνὴ ἀγάπη, τὸν πονάει πιὸ πολὺ καὶ κοιτάζει μὲ τρόπο πῶς νὰ τὸν φέρη πάλι στὸν σωστὸ δρόμο. Ἔτσι ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.

Μιὰ φορὰ ἦρθε στὸ Καλύβι κάποιος Ἑλληνοαμερικανὸς γιατρός. Εἶδα τὸ πρόσωπό του ποὺ ἦταν φωτεινό, γι᾿ αὐτὸ μὲ τρόπο τὸν ρώτησα γιὰ τὴν ζωή του. «Πάτερ, μοῦ εἶπε, εἶμαι Ὀρθόδοξος, ἀλλὰ μέχρι τελευταῖα οὔτε νηστεῖες κρατοῦσα οὔτε στὴν ἐκκλησία πήγαινα συχνά. 

Ἕνα βράδυ εἶχα γονατίσει στὸ δωμάτιό μου νὰ παρακαλέσω τὸν Θεὸ γιὰ ἕνα θέμα ποὺ μὲ ἀπασχολοῦσε, ὁπότε γέμισε τὸ δωμάτιο μὲ ἕνα γλυκὸ φῶς. Γιὰ ἀρκετὴ ὥρα δὲν ἔβλεπα τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο φῶς καὶ ἔνιωθα μιὰ ἀνέκφραστη εἰρήνη μέσα μου». Θαύμασα, γιατὶ κατάλαβα ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀξιώθηκε νὰ δῆ τὸ ἄκτιστο φῶς, καὶ τοῦ ζήτησα νὰ μοῦ πῆ τί εἶχε προηγηθῆ. 

«Πάτερ, μοῦ εἶπε, εἶμαι παντρεμένος καὶ ἔχω τρία παιδιά. Στὴν ἀρχὴ περνούσαμε καλὰ στὴν οἰκογένεια. Μετὰ ὅμως ἡ γυναίκα μου δὲν εἶχε τὴν ὑπομονὴ νὰ ἀσχολῆται στὸ σπίτι μὲ τὰ παιδιὰ καὶ ζητοῦσε νὰ βγαίνουμε ἔξω μὲ τὶς φίλες της. Τῆς ἔκανα τὸ χατίρι. Ἔπειτα ἀπὸ ἕνα διάστημα μοῦ εἶπε ὅτι ἤθελε νὰ βγαίνη μόνη της μὲ τὶς φίλες της. Τὸ δέχθηκα καὶ αὐτὸ καὶ κοίταζα ἐγὼ τὰ παιδιά. 

Ὕστερα δὲν ἤθελε νὰ κάνουμε μαζὶ διακοπὲς καὶ μοῦ ζητοῦσε χρήματα νὰ πηγαίνη μόνη της. Στὴν συνέχεια μοῦ ζήτησε ἕνα διαμέρισμα, γιὰ νὰ ζῆ μόνη της. Τὸ ἔκανα καὶ αὐτό, ἀλλὰ ἐκείνη μάζευε ἐκεῖ τοὺς φίλους της. Ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα προσπαθοῦσα νὰ τὴν βοηθήσω μὲ διάφορους τρόπους, μὲ συμβουλὲς κ.λπ., ὥστε νὰ λυπηθῆ τὰ παιδιά μας, ἀλλὰ δὲν δεχόταν κουβέντα. 

Τελικὰ μοῦ πῆρε ἕνα μεγάλο χρηματικὸ ποσὸ καὶ ἐξαφανίσθηκε. Ἔψαχνα, ρωτοῦσα παντοῦ, ἄδικα ὅμως. Εἶχα χάσει τελείως τὰ ἴχνη της. Κάποια μέρα πληροφορήθηκα ὅτι εἶχε ἔρθει ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα καὶ ἔμενε σὲ κάποιον κακόφημο οἶκο. Ἡ στενοχώρια μου γιὰ τὸ κατάντημά της δὲν περιγράφεται. 

Γονάτισα πάνω στὴν θλίψη μου νὰ προσευχηθῶ. "Θεέ μου, εἶπα, βοήθησέ με νὰ τὴν βρῶ καὶ νὰ κάνω ὅ,τι μπορῶ, γιὰ νὰ μὴ χάση τὴν ψυχή της. Αὐτὴν τὴν κατάντια της δὲν μπορῶ νὰ τὴν ἀντέξω". Τότε μὲ ἔλουσε ἐκεῖνο τὸ φῶς καὶ πλημμύρισε μὲ εἰρήνη ἡ καρδιά μου». «Ὁ Θεός, ἀδελφέ, τοῦ εἶπα, εἶδε τὴν ὑπομονή, τὴν ἀνεξικακία, τὴν ἀγάπη σου καὶ σὲ παρηγόρησε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο».

Γι᾿ αὐτὸ λέω ὅτι θὰ μᾶς κρίνουν οἱ λαϊκοί. Βλέπετε; Γιατρὸς στὴν Ἀμερική, μὲ τέτοια σύζυγο, μὲ τί συνθῆκες καὶ σὲ τί περιβάλλον ζοῦσε, καὶ ὅμως τί ἀξιώθηκε!

Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Δ' «Οἰκογενειακὴ ζωή»

«Πᾶνος»  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου