Ἱ. Μ. Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς, 2006
Ζ. Ἣ ἵδρυσις νέων μονῶν.
Ὁ π. Ἀνδρόνικος ἦταν ἕνας ὑποτακτικὸς ποὺ εἶχε κοινὴ καταγωγὴ μὲ τὸν Ὅσιο, τὴν πόλη Ῥοστώβ. Εἶχε ἔλθει νέος στὸ μοναστήρι καὶ ἀπέκτησε πολλὲς ἀρετές. Ἀσκήθηκε πολύ, καὶ σήκωσε μεγάλους κόπους στοὺς ὤμους του. Ὁ Ὅσιος τὸν ἀγαποῦσε πολύ, γιὰ τὸν ζῆλό του καὶ θερμὰ προσευχόταν γιὰ τὴν πρόοδό του.
Ὁ μητροπολίτης Μόσχας Ἀλέξιος ἔχοντας στενὲς σχέσεις μὲ τὸν Ὅσιο, σὲ μία ἀπὸ τὶς συχνὲς ἐπισκέψεις του πρότεινε:
-Ἐπιθυμῶ νὰ σοῦ ζητήσω μία χάρη καὶ ἐλπίζω ὅτι ἡ ἀγάπη σου δὲν θὰ μοῦ τὴν ἀρνηθεῖ.
-Ἅγιε Δέσποτα, ἀπάντησε ὁ Ὅσιος, ὅλοι εἴμαστε στὴν πνευματικὴ ἐξουσία σου. Κάθε ἐπιθυμία σου εἶναι σεβαστὴ στὴν μονή μας.
-Ἐπιθυμῶ, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ νὰ κτίσω ἕνα μοναστήρι, εἶπε ὁ μητροπολίτης. Ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, πέσαμε σὲ φοβερὴ τρικυμία. Τὸ πλοῖο καταποντιζόταν στὰ κύματα τοῦ Εὐξείνου Πόντου. Μᾶς ἀπειλοῦσε τὸ ναυάγιο. Ὅλοι ἄρχισαν νὰ προσεύχονται. Τότε ἐγὼ μαζὶ μὲ τὴν προσευχή, ἔκανα τάμα στὸν Θεό, νὰ κτίσω ἕναν ναό, στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου ἐκείνου, ὁ ὁποῖος θὰ γιόρταζε τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ βγαίναμε στὴν στεριά. Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ἡ τρικυμία κόπασε. Ἡ Μαύρη Θάλασσα ἡσύχασε καὶ ὁ Κύριος μᾶς ἀξίωσε νὰ σωθοῦμε καὶ νὰ βγοῦμε στὴν στεριὰ τὴν 16η Αὐγούστου. Θέλω λοιπόν, νὰ ἐκπληρώσω τὸ τάμα μου, νὰ κτίσω ναό, ἀφιερωμένο στὴν ἀχειροποίητη εἰκόνα τοῦ Κυρίου, καὶ δίπλα στὴν ἐκκλησία νὰ ἱδρύσω ἕνα κοινόβιο. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό, σὲ παρακαλῶ, δῶσέ μου τὸν ἀγαπητό σου μαθητὴ Ἀνδρόνικο.
Ὁ Ὅσιος ἱκανοποίησε εὐχαρίστως τὴν ἐπιθυμία τοῦ μητροπολίτη καὶ ἔτσι ὁ π. Ἀνδρόνικος ἔγινε ἡγούμενος στὴν μονὴ Σπάσο-Ἀνδρόνικωφ τῆς Μόσχας στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Γιάουζι τὸ 1361. Ὁ Ὅσιος Σέργιος ἐπισκέφθηκε καὶ εὐλόγησε τὸ μοναστήρι καὶ τὸν μαθητή του βλέποντας:
-Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ στὸν τόπο αὐτὸ καὶ χαρίτωσε τὸν δοῦλό Σου.
Ἀργότερα, ὁ ἴδιος ὁ μητροπολίτης ἀφοῦ θεράπευσε θαυματουργικά, τὴν βασίλισσα τῶν Ταρτάρων Ταϊδουλή, θεμελίωσε τὸ 1365 στὴν Μόσχα, μέσα στὸ Κρεμλῖνο καὶ ἄλλο μοναστήρι ἀφιερωμένο στὸ ἐν Χώναις θαῦμα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ποὺ γιορτάζει στὶς 6 Σεπτεμβρίου. Καὶ γιὰ τὸ μοναστήρι αὐτό, ζήτησε ἀδελφοὺς ἀπὸ τὸν Ὅσιο.
Ὁ ἀνηψιὸς τοῦ Ὁσίου π. Θεόδωρος, εἶχε ἀρχή του νὰ μὴν κρύβει ἀπὸ τὸν γέροντά του κανένα λογισμό. Ἔτσι τοῦ ἀποκάλυψε κάποτε, ὅτι ἐπιθύμησε νὰ θεμελιώσῃ ἕνα μοναστήρι. Ὁ Ὅσιος διερεύνησε τὸν λογισμό, καὶ διέκρινε σὲ αὐτὸν θεῖο θέλημα. Εὐλόγησε λοιπόν, τὸν ἄξιο ὑποτακτικό του καὶ τοῦ ἔδωσε καὶ μερικοὺς ἀδελφούς, γιὰ νὰ δημιουργήσῃ συνοδεία. Ἔτσι μὲ τὴν ἐνθάρρυνση τοῦ Ὁσίου, ὁ π. Θεόδωρος ἵδρυσε στὴν Μόσχα τὴν μονὴ Σιμωνώφ, τὸ 1370. Ἔκτισε ναό, ἀφιερωμένο στὸ Γενέσιο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ καθιέρωσε σὲ αὐτὴ τὸ κοινοβιακὸ τυπικό. Ἡ φήμη τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς τοῦ νέου ἡγουμένου συγκέντρωσε πολλοὺς ἀδελφούς. Ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος Σέργιος, ἐρχόταν συχνά, καὶ βοηθοῦσε στὶς δυσκολίες καὶ στοὺς κόπους τὴν νέα ἀδελφότητα. Ἔπειτα ἀπὸ μερικὰ χρόνια, ὁ Ὅσιος Θεόδωρος, χειροτονήθηκε ἀρχιεπίσκοπος Ῥοστώβ. Μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του (28 Νοεμβρίου 1394), ἀκτινοβολοῦσε σὰν φωτεινὸ ἀστέρι μὲ τὴν ἁγνότητα καὶ τὸ ζῆλό του.
Πολλοὶ μαθητὲς τοῦ Ὁσίου Σεργίου θεμελίωσαν ἀπὸ διάφορες αἰτίες, ὄχι μόνο στὴν Μόσχα, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες περιοχές, μοναστήρια ποὺ ἔγιναν φάροι καὶ ἑστίες τῆς ἀληθινῆς πίστεως. Ἔτσι ὁ κυρίαρχος μεγάλος πρίγκηπας Δημήτριος Ἰωάννοβιτς θέλοντας νὰ ἱδρύσῃ στὸ Γολουτβίνο τῆς Κολόμνας ἕνα μοναστήρι, παρακάλεσε τὸν Ὅσιο νὰ εὐλογήσῃ τὴν τοποθεσία καὶ νὰ κτίσῃ ναό. Συγκινημένος ὁ Ὅσιος ἀπὸ τὴν εὐλάβεια τοῦ μεγάλου πρίγκηπα, ξεκίνησε πεζός, ὅπως πάντα, γιὰ τὴν Κολόμνα, καὶ ἔκτισε ναό, ἀφιερωμένο στὰ Ἅγια Θεοφάνεια. Ἔπειτα απὸ παράκληση τοῦ Δημητρίου Ἰωάννοβιτς ἔστειλε στὴν νέα μονή, τὸν εὐλαβέστατο μαθητή του ἱερομόναχο Γρηγόριο. Ἡ μονὴ αὐτή, ποὺ ἀργότερα μεταφέρθηκε μέσα στὴν Κολόμνα καὶ ὠνομάσθηκε Νοβογολουτβίν, ἄνθισε πολὺ γρήγορα.
Μὲ τὴν παράκληση ἑνὸς ἄλλου πρίγκηπα, τοῦ Βλαδιμήρου Ἀνδρέγιεβιτς, ὁ Ὅσιος εὐλόγησε μία τοποθεσία στην Σερπουχώφ, γιὰ τὴν ἵδρυση μονῆς, ἀφιερωμένης στὴν Σύλληψη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἀργότερα ἔστειλε ἀπὸ ἐκεῖ ἕναν ἀπὸ τοὺς περισσότερους ἀγαπητοὺς ὑποτακτικούς του τὸν π. Ἀθανάσιο, ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν τέλεια ὑπακοή, καὶ τὴν ἐπίδοσή του στὴν ἀντιγραφὴ βιβλίων.
Ἡ ἀγγελικὴ ζωὴ τοῦ Ὁσίου, καὶ ἡ βαθιά του ταπείνωσις, οἱ κόποι του γιὰ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, παρεκίνησαν τὸν Ἅγιο Μητροπολίτη Μόσχας Ἀλέξιο νὰ τὸν ἐπιθυμεῖ σὰν διάδοχο καὶ ἀντικαταστάτη. Βλέποντας λοιπόν, νὰ πλησιάζει τὸ τέλος του, τὸν κάλεσε κοντά του καὶ παίρνοντας τὸν ἀρχιερατικὸ σταυρό του, ποὺ ἦταν στολισμένος μὲ χρυσό, καὶ πολύτιμες πέτρες, τὸν πρόσφερε στὸν Ὅσιο. Ἐκεῖνος σκύβοντας ταπεινά, εἶπε:
-Συγχώρεσέ με Ἅγιε Δέσποτα. Ἀπὸ τὴν νεανική μου ἡλικία, δὲν ἔβαλα ποτὲ πάνω μου τίποτε τὸ χρυσό. Πολὺ περισσότερο θέλω νὰ παραμείνω φτωχός, τώρα στὰ γεράματά μου.
Ὁ μητροπολίτης τοῦ ἀπάντησε φορώντας του τὸν σταυρό:
-Γνωρίζω πόσο ἁπλὴ καὶ ἀπέριττη εἶναι ἡ ζωή σου. Ὑπάκουσε ὅμως καὶ δέξου τὴν εὐλογία ποὺ σοῦ προσφέρω. Σὲ κάλεσα ἐδῶ γιατὶ θέλω νὰ σοῦ προτείνω κάτι σπουδαῖο· Επὶ πολλὰ χρόνια, ποιμαίνω τὴν Ῥωσικὴ Ἐκκλησία, τὴν ὁποία μοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός. Ἀλλὰ τώρα βρίσκομαι στὸ τέλος τῆς ζωῆς μου. Ἐπιθυμῶ λοιπόν, προτοῦ πεθάνω νὰ βρῶ τὸν διάδοχό μου, αὐτὸν ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ποιμάνει τὸ λογικὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Ὅλες μου οἱ σκέψεις γιὰ τὸ θέμα αὐτό, στρέφονται σὲ σένα. Γνωρίζω μάλιστα πολὺ καλά, ὅτι καὶ ὁ πρίγκηπας καὶ οἱ ἄρχοντες καὶ τὸ ἱερατεῖο, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ πιστοί, σὲ ἀγαποῦν καὶ θὰ σὲ παρακαλέσουν νὰ ἀναλάβεις τὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο.
Ἀκούγοντας αὐτὰ ὁ Ὅσιος ταράχθηκε καὶ θεωρώντας τὸν ἑαυτό του ἐντελῶς ἀνάξιο, ἀπάντησε:
-Συγχώρησέ με Δέσποτα. Θέλεις νὰ ἐπωμισθῶ φορτίο ὑπεράνω τῶν δυνάμεών μου. Αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο. Εἶμαι πολὺ ἁμαρτωλός, καὶ ὁ ἔσχατος ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Πῶς νὰ τολμήσω νὰ ἀναλάβω ἕνα τόσο ὑψηλὸ ἀξίωμα;
Ἐπὶ πολλὴ ὥρα προσπαθοῦσε ὁ μητροπολίτης νὰ πείσῃ τὸν Ὅσιο. Ἀλλὰ αὐτὸς ἔμεινε ἀκλόνητος:
Ἅγιε Δέσποτα, ἐὰν δὲν θέλεις νὰ μὲ διώξεις ἀπὸ τήν περιοχὴ αὐτή, μὴν συνεχίζεις αὐτὴ τὴν συζήτηση καὶ μὴ ἐπιτρέπεις σὲ κανέναν ἄλλον νὰ μὲ ἀπασχολεῖ μὲ τὸ ἴδιο θέμα. Μὲ κανέναν δὲν θὰ συμφωνήσω.
Βλέποντας τὴν σταθερότητά του ὁ διακριτικὸς ἱεράρχης ἄλλαξε συζήτηση μὲ τὸν φόβο μήπως ἐκεῖνος φύγει σὲ καμμία μακρινὴ ἔρημο καὶ ἡ Μόσχα χάσῃ ἕναν τέτοιο λύχνο. Ἔπειτα λοιπόν, ἀπὸ τὴν παρηγοριὰ μιᾶς πνευματικῆς συνομιλίας, τὸν ἄφησε νὰ ἐπιστρέψει εἰρηνικὸς στὴν μονή του.
Σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα, ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ἐκοιμήθη, ὅπως τὸ εἶχε προβλέψει. Τότε ὅλοι ἐπίμονα παρακαλοῦσαν τὸν Ὅσιο Σέργιο νὰ ἀναλάβει τὴν διαποίμανση τῆς Ῥωσικῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖνος ὅμως ἀρνήθηκε καὶ ἀντιστάθηκε σὲ κάθε πίεση.
Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ τῶν διαπραγματεύσεων, τόλμησε νὰ ἀνέβει στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τῆς Μόσχας, ὁ ἀρχιμανδίτης Μιχαήλ. Βιάσθηκε μάλιστα νὰ φορέσῃ τὴν ἀρχιερατικὴ στολή, καὶ τὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ ἀξιώματος λευκὸ κουκούλιο, προτοῦ χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος. Σὰν νὰ μὴν ἔφθαναν αὐτά, μὲ τὴν σκέψη ὅτι ὁ Ὅσιος θὰ ἀντιδράσῃ στὴν τολμηρή του διάθεση καὶ θὰ ἐπιχειρήσῃ νὰ καταλάβει τὴν μητροπολιτικὴ ἕδρα, ἄρχισε νὰ συκοφαντεῖ τὸν Ὅσιο καὶ τὴν μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ μακάριος, μόλις τὸ πληροφορήθηκε, εἶπε στοὺς ὑποτακτικούς του:
-Ὁ π. Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος ὑπερηφανεύθηκε καὶ συκοφαντεῖ τὴν μονή μας, καὶ τὴν ταπεινότητά μου, δὲν θὰ λάβει αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμεῖ, οὔτε θὰ φθάσῃ στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ χειροτονηθεῖ ἀρχιερεύς.
Ἡ προφητεία τοῦ Ὁσίου ἐκπληρώθηκε. Ἐνῶ ταξίδευε ὁ π. Μιχαήλ, πρὸς τὴν Βασιλεύουσα, ἀρρώστησε καὶ σύντομα πέθανε. Στὸν θρόνο τῆς Μόσχας, ἀνέβασαν τὸν π. Κυπριανό (1378-1391).
Η. Ἐμψυχωτὴς τοῦ ἔθνους.
Ἡ Ῥωσσικὴ γῆ περισσότερο ἀπὸ 150 χρόνια στέναζε κάτω ἀπὸ ἕναν βαρὺ ζυγό. Περισσότερο ἀπὸ 150 χρόνια πέρασαν ἀπὸ τότε ποὺ τὴν εἶχαν κατακτήσει οἱ Τάταροι. Ἦταν βαρύς, καὶ ταπεινωτικός, ὁ ζυγὸς αὐτῶν τῶν τρομερῶν κατακτητῶν. Κάθε τόσο πολυάριθμα στίφη τους ἔκαναν ἐπιδρομὲς σὲ ὁλόκληρες ἐπαρχίες. Τὶς ἐπιδρομὲς αὐτὲς τὶς συνόδευαν φοβερὲς καταστροφές, σφαγὴ τοῦ πληθυσμοῦ, κατεδαφίσεις ἐκκλησιῶν, αἰχμαλωσίες, ἀπαιτήσεις μεγάλων λύτρων... Ὅλα αὐτὰ τὰ δεινά, κατατυραννοῦσαν τὴν Ῥωσσία.
Οἱ φόρου ὑποτελεῖς πρίγκηπες, σὰν διοικητὲς τῶν διαφόρων περιοχῶν, συχνὰ ἔπρεπε νὰ ὑποκλίνονται στοὺς τυράννους, καὶ νὰ ὑπομένουν διάφορες ταπεινώσεις. Ἀλλὰ καὶ μεταξύ τους ὑπῆρχαν διαφωνίες καὶ διαμάχες, πρᾶγμα ποὺ τοὺς ἐμπόδιζε νὰ ἑνωθοῦν καὶ νὰ ἀποτινάξουν τὸν ζυγὸ τῆς ὑποταγῆς στοὺς ἀλλοπίστους.
Ἰδιαίτερα τὴν περίοδο αὐτήν, κατὰ θεία παραχώρηση γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ, ἕνας ἀπὸ τοὺς χαγάνους τῶν Ταρτάρων, ὁ Μαμάης, ξεσηκώθηκε ἐναντίον τῆς Ῥωσσίας, μὲ ὅλα τὰ ἀναρίθμητα στρατεύματά του. Ὁ ὑπερήφανος Μαμάης ἤθελε νὰ ἐξαφανίσῃ καὶ τὴν ὀρθόδοξη πίστη. Μέσα σὲ ἕνα παραλήρημα οἰήσεως ἔλεγε στοὺς μεγιστᾶνές του:
-Θα κυριεύσω τὴν ρωσικὴ γῆ. Θὰ ἐξολοθρεύσω ὅλους τοὺς Ῥώσσους πρίγκηπες. Θὰ ἐξαφανίσω τὴν χριστιανικὴ ἐκκλησία.
Μάταια ὁ εὐσεβῆς μεγάλος πρίγκηπας Δημήτριος Ἰωάννοβιτς προσπαθοῦσε με τὰ δῶρα καὶ τὴν ἔκφραση τῆς ὑποταγῆς του νὰ μετριάσῃ τὴν μανία τῶν Ταρτάρων. Ὁ χάγανος μὲ τίποτε δὲν ἄλλαζε γνώμη καὶ τὸ ἀπέραντο σμῆνος τῶν ἐχθρῶν σὰν ἕνα ἀπειλητικὸ σύννεφο πλησίαζε πρὸς τὰ σύνορα τῆς Ῥωσσίας. Ὁ μεγάλος πρίγκηπας Δημήτριος ἄρχισε καὶ αὐτὸς νὰ ἑτοιμάζεται γιὰ τὸν πόλεμο, ἀλλὰ προτοῦ ξεκινήσῃ πῆγε πρῶτα στὸ μοναστήρι τῆς Ἁγίας Τριάδος γιὰ νὰ προσκυνήσῃ τὸν Κύριο καὶ νὰ πάρει τὴν εὐλογία τοῦ Ἁγίου ἡγουμένου Σεργίου. Ἀφοῦ προσευχήθηκε θερμά, μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Δημήτριος εἶπε στὸν Ὅσιο:
-Γνωρίζεις πάτερ, τὶ μεγάλη συμφορά, ἀπειλεῖ ὅλους τοὺς ορθοδόξους. Ὁ ἄθεος χάγανος Μαμάης κίνησε ὅλα τὰ στρατεύματά του καὶ ἔρχονται στὴν προγονική μας γῆ γιὰ νὰ καταστρέψουν τὶς ἅγιες ἐκκλησίες καὶ νὰ ἐξολοθρεύσουν τὸν ρωσσικὸ λαό. Προσευχήσου, πάτερ, νὰ μᾶς λυτρώσῃ ὁ Θεός, ἀπὸ αὐτὴ τὴν μεγάλη συμφορά.
Ὁ Ὅσιος ἄρχισε νὰ ἐνθαρρύνει τὸν πρίγκηπα:
-Ὁ Θεός, σὲ σένα ἀναθέτει νὰ ἐνδιαφερθεῖς γιὰ τὸ ἔθνος καὶ νὰ πολεμήσεις ἐναντίον τῶν ἀλλοπίστων ἐχθρῶν. Μὴ διστάσεις νὰ περάσεις τὸν ποταμὸ Ντόν, καὶ νὰ συντρίψεις τοὺς ἀντιπάλους στὴν πεδιάδα ποὺ ἁπλώνεται ἐκεῖ.
Τὸν προσκάλεσε ἔπειτα νὰ παρακολουθήσῃ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ νὰ παρακαθίσῃ στὴν μοναστικὴ τράπεζα, ἂν καὶ ὁ μεγάλος πρίγκηπας βιαζόταν νὰ ἐπιστρέψει στὰ στρατεύματά του. Ὁ Ὅσιος δὲν ἔπαυε νὰ τὸν ἐνισχύει:
-Ὁ Κύριος θὰ εἶναι βοηθός σου. Δὲν ἔφθασε γιὰ σένα ὁ καιρὸς ἑνὸς ἐνδόξου θανάτου, γιὰ πολλοὺς ὅμως ἀνδρείους συναγωνιστές σου ἑτοιμάσθηκαν μαρτυρικοὶ στέφανοι. Ὁ ἐχθρὸς θὰ ἡττηθῆ, θὰ καταστραφεῖ τελείως, ἐνῶ ἐσὺ θὰ γνωρίσεις τὸ ἔλεος, τὴν βοήθεια καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἂς ἔχεις ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν Κύριο καὶ στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Προχώρα χωρὶς κανένα φόβο. Μὲ τὴν θεία ἐνίσχυση θὰ νικήσεις τοὺς ἐχθρούς.
Οἱ προφητεῖες τοῦ Ὁσίου συγκίνησαν καὶ ἐμψύχωσαν τὸν ὑπερασπιστὴ τῆς ρωσικῆς γῆς.
Τὸν ράντισε μὲ ἁγιασμό, τὸν σταύρωσε μὲ τὸν τίμιο σταυρό, καὶ τὸν κατευόδωσε. Ὁ μεγάλος πρίγκηπας τοῦ ζήτησε σὰν συνοδοὺς στὴν μάχη δύο μοναχούς, τὸν π. Ἀλέξανδρο Περεσβέτ, καὶ τὸν π. Ἀνδρέα Ὀσλιάμπα, οἱ ὁποῖοι πρὶν γίνου μοναχοί, ἦταν στρατιωτικοί, δοκιμασμένοι σὲ σκληρὲς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις. Ὁ στάρετς ἀμέσως ἐξεπλήρωσε τὴν ἐπιθυμία τοῦ Δημητρίου Ἰωάννοβιτς. Ἔδωσε ἐντολὴ νὰ φορέσουν στοὺς δύο μοναχούς, τὸ σχῆμα μὲ τὴν παράσταση τοῦ Σταυροῦ καὶ τοὺς εἶπε:
-Παιδιά μου, ἂς εἶναι αὐτὸ τὸ σχῆμα γιὰ σᾶς, ὅπλο ἀκαταμάχητο, ἀντὶ γιὰ πολεμικὴ περικεφαλαία καὶ ἀσπίδα.
Ὁ πρίγκηπας ὑποσχέθηκε:
-Ἐὰν ὁ Κύριος μὲ βοηθήσῃ νὰ νικήσω τοὺς ἐχθρούς, θὰ θεμελιώσω μοναστήρι στὸ ὄνομα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Στὶς 7 Σεπτεμβρίου τὰ ἑνωμένα στρατεύματα τῶν ρώσων πριγκήπων κάτω ἀπὸ τὴν ἀρχιστρατηγία τοῦ μεγάλου πρίγκηπα Δημητρίου πέρασαν τὸν ποταμὸ Ντόν, καὶ ἀναπτύχθηκαν στὴν πεδιάδα Κουλίκοβο, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸν φοβερὸ ἀντίπαλο, ἐκεῖ ποὺ τοὺς ὑπέδειξε ὁ Ὅσιος. Τὸ πρωὶ τῆς 8ης Σεπτεμβρίου, γιορτὴ τοῦ Γενεσίου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἑτοιμάζονται γιὰ τὴν ἱστορικὴ σύγκρουση. Πρὶν ἀρχίσῃ ἡ μάχη, ὁ Ὅσιος Σέργιος ἐνισχύει γιὰ ἀκόμη μία φορὰ τὸν ἀνδρεῖο πρίγκηπα. Τοῦ στέλνει μὲ τὸν μοναχὸ Νεκτάριο καὶ δύο ἄλλους ἀδελφούς, τὴν εὐλογία τῆς Ἁγίας Τριάδος, πρόσφορα ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ μία ἐπιστολή, στὴν ὁποία τὸν παρηγορεῖ, τὸν συμβουλεύει νὰ ἐλπίζει στὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου καὶ τὸ πιὸ σημαντικό, τοῦ προφητεύει κατηγορηματικά, τὴν νίκη.
Ἡ εἴδησις γιὰ τὴν νέα αὐτὴ ἐπέμβαση τοῦ ξακουστοῦ ἡγουμένου ἀστραπιαῖα διαδόθηκε ἀπὸ σύνταγμα σὲ σύνταγμα, ἀπὸ λόχο σὲ λόχο, καὶ ἐμψύχωσε τοὺς στρατιῶτες καὶ τοὺς ἀξιωματικούς. Ἐλπίζοντας ὅλοι στὶς προσευχὲς τοῦ Ὁσίου ἄφοβα βαδίζουν στὴν μάχη, ἕτοιμοι νὰ πεθάνουν γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ τὴν πατρικὴ γῆ.
Οἱ στρατιὲς τῶν Ταρτάρων ἄρχισαν νὰ ἐμφανίζονται καὶ ἀνάμεσα στα ἀναρίθμητα πληθη τους ξεχώριζε ἕνας πανύψηλος γίγαντας, ὁ Τελεμπέυ. Σὰν τὸν ἀρχαῖο Γολιάθ, ὁ Τελεμπέυ, φώναζε και προκαλοῦσε ὁποιοδήποτε ρώσσο νὰ μονομαχήσῃ μαζί του. Ποιός ὅμως θὰ τολμοῦσε. Φοβερὴ ἦταν ἡ μορφὴ τοῦ πανίσχυρου γίγαντα. Κάποιος ὅμως ἀπὸ τὸ ρωσσικὸ στράτευμα τόλμησε! Ἦταν ὁ ταπεινὸς μοναχὸς τοῦ Ἁγίου Σεργίου, ὁ π. Ἀλέξανδρος Περεσβέτ.
Ζήτησε νοερά, εὐλογία ἀπὸ τὸν πνευματικό του πατέρα, καθὼς καὶ ἀπὸ τὸν παράδελφό τοῦ π. Ἀνδρέα Ὀσλιάμπα καθὼς καὶ τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν μεγάλο πρίγκηπα. Ὡπλισμένος μὲ θερμὸ ζῆλο ὁ ἡρωϊκὸς αὐτὸς ὑπερασπιστὴς τῆς πίστεως καὶ τῆς πατρίδος ὥρμησε ἀκάθεκτος κατὰ τοῦ ὑπερήφανου ἀντιπάλου. Ἡ σύγκρουσις ὑπῆρξε τρομακτική. Ἡ θυελλώδης ὅμως ἐπίθεσις τοῦ μοναχοῦ ἔκαμψε τὴν φοβερὰ δύναμη τοῦ γίγαντα καὶ σὲ λίγο ἔπεσαν καὶ οἱ δυο νεκροί.
Τότε ἄρχισε ἡ πολυαίμακτη μάχη. Ἔγινε σφαγὴ πρωτοφανὴς γιὰ τὴν ρωσσικὴ ἱστορία. Ῥῶσοι καὶ Τάταροι πολεμοῦσαν μὲ τὰ δόρατα, μὲ τὰ ρόπαλα, μὲ τὰ μαχαίρια, μὲ τὰ σπαθιά. Ἔπνιγαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον μὲ τὰ ἴδια τους τὰ χέρια. Πέθαιναν λιωμένοι ἀπὸ τὰ πέταλα τῶν ἀλόγων. Ἡ σκόνη καὶ τὰ ἀμέτρητα βέλη ἔκρυβαν τὸν ἥλιο. Τὸ αἷμα ἀνθρώπων καὶ ζώων κυλοῦσε σὰν ποτάμι σὲ μῆκος χιλιομέτρων. Ἔπεσαν ἡρωϊκὰ τὴν μέρα ἐκείνη πλήθη ρωμαλέων ρώσσων στρατιωτῶν. Οἱ ἐχθροὶ ὅμως ἔπαθαν πανωλεθρία. Ἔτρεχαν ντροπιασμένοι γιὰ νὰ σωθοῦν ἀφήνοντας πίσω τους τὸ πεδίο τῆς μάχης κατάσπαρτο ἀπὸ πτώματα ὁμοεθνῶν τους.
Ὁ ἴδιος ὁ ἀρχηγός του Μαμάης μόλις κατάφερε νὰ γλυτώσει.
Σὲ ὅλο τὸ διάστημα τῆς ἄγριας πάλης, ὁ Ὅσιος Σέργιος εἶχε συγκεντρώσει ὅλους τοὺς ἀδελφούς, καὶ προσευχόταν θερμά, νὰ χαρίσῃ ὁ Κύριος τὴν νίκη στὸ ρωσσικὸ ὀρθόδοξο στράτευμα. Μὲ τὸ διορατικό του χάρισμα ἔβλεπε σὰν νὰ συνέβαιναν μπροστά του ὅλα τὰ περιστατικὰ τῆς μάχης. Πληροφοροῦσε τοὺς ἀδελφοὺς γιὰ τὴν ἐξέλιξή της καὶ ἀνέφερε λεπτομέρειες γεγονότων ποὺ ἐλάμβαναν χώρα σὲ μεγάλη ἀπόσταση. Ἀνήγγειλε στὴν ἀδελφότητα τὴν τελικὴ νίκη καὶ τὰ ὀνόματα ὁρισμένων πεσόντων, γιὰ τοὺς ὁποίους προσευχήθηκε. Ὁ Κύριος ὅλα τὰ ἀπεκάλυπτε στὸν δοῦλό Του.
Ὁ μεγάλος πρίγκηπας Δημήτριος Ἰωάννοβιτς, ποὺ ἔλαβε τὴν προσωνυμία Ντονσκόυ γιὰ τὴν ἔνδοξη νίκη του, ἐπέστρεψε θριαμβευτικὰ στὴν Μόσχα καὶ ἀμέσως φρόντισε νὰ συναντήσῃ τὸν Ὅσιο Σέργιο. Ἔφθασε στὴν μονή, καὶ προσευχήθηκε γεμᾶτος εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Κύριον, τὸν δυνατὸν ἐν πολέμοις. Εὐχαρίστησε τὸν ἅγιο ἡγούμενο καὶ ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς γιὰ τὶς προσευχές τους καὶ τὴν συμπαράστασή τους στὸν ὑπέρτατο ἀγώνα καὶ διηγήθηκε λεπτομέρειες τῆς μεγάλης συμπλοκῆς. Ἔδωσε πλούσια δῶρα στὸ μοναστήρι. Τέλος παρεκάλεσε νὰ τελοῦν Θείες Λειτουργίες καὶ μνημόσυνα ὑπὲρ τῶν πεσόντων στὸ πεδίο τῆς μάχης τοῦ Κουλίκοβο. Ἀπὸ τότε καθιερώθηκε τὸ δημητριάτικο ψυχοσάββατο, γιὰ νὰ μνημονεύονται οἱ πεσόντες στὴν μάχη αὐτὴ καὶ γενικά, ὅλοι οἱ νεκροί.
Θυμήθηκε ἀκόμη τὸ τάμα ποὺ ἔκανε πρὶν ἀπὸ τὴν μάχη, νὰ κτίσῃ ἕνα καινούργιο μοναστήρι. Μὲ τὴν καθοδήγηση καὶ βοήθεια λοιπὸν τοῦ Ὁσίου, οἰκοδομήθηκε ἡ μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στὸν ποταμὸ Ντουμπένσκ, σὲ ἀπόσταση 43 χιλιομέτρων ἀπὸ τὴν λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἡ εἰρήνη καὶ ἡ χαρά, γιὰ τὴν θριαμβευτικὴ νίκη δὲν κράτησε πολὺ καιρό. Οἱ Τάταροι κάτω ἀπὸ τὴν ἀρχηγία νέου χαγάνου, τοῦ Τοχταμίς, ἐπετέθησαν μὲ ὕπουλο καὶ σατανικὸ τρόπο ἐναντίον τῆς Ῥωσσίας. Ὁ στρατὸς τοῦ Τοχταμίς, κατέλαβε ξαφνικὰ τὴν Μόσχα καὶ σκόρπισε παντοῦ τὸν ὄλεθρο καὶ τὴν καταστροφή. Ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος ἀπομακρύνθηκε στὴν πόλη Σβέρ, ὅταν οἱ φοβεροὶ ἐχθροὶ πλησίασαν στὴν λαύρα.
Ἡ παντοδύναμη ὅμως δεξιὰ τοῦ Ὑψίστου διεφύλαξε τὸ μοναστήρι ἀπὸ τὴν λεηλασία καὶ τὴν καταστροφή. Ἔφθασε ἡ εἴδησις ὅτι ὁ μεγάλος πρίγκηπας Ντονσκόυ πλησιάζει μὲ τὸ στράτευμά του. Ἀμέσως τότε ὁ Τοχταμίς, ἐγκατέλειψε τὸ ἐγκληματικὸ ἐγχείρημά του καὶ ἀποσύρθηκε σύντομα ἀπὸ τὴν ρωσσικὴ γῆ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου