Οἱ καταχθόνιες δυνάμεις φρίττουν πραγματικά, διότι, πρὸς μεγάλη των ἀπογοήτευση, ὁ Χριστὸς δὲν ἐξῆλθε μόνον ὡς νικητὴς τοῦ θανάτου ἀλλὰ ἀνέρχεται ἐν δόξῃ καὶ στὸν οὐρανό. Πλέον συντρίβεται πλήρως τὸ κράτος των!
Οἱ οὐράνιες, ὅμως, δυνάμεις «ἐξέστησαν», ἔμειναν νὰ κοιτοῦν «ἔκθαμβοι» τὸν Χριστό, ποὺ εἶχε κατέβει ὡς Θεός, νὰ ἀνεβαίνῃ τώρα ὡς ἄνθρωπος. Στὴν ἀπορία των, μάλιστα, «τί ἐρυθρὰ τὰ ἱμάτια» τοῦ Κυρίου, ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι φέρουν «τοῦ τιμίου Πάθους τὰ θεῖα σύμβολα». Ἔτσι, δὲν ἀποροῦν πλέον, ἀλλὰ παραμερίζουν καὶ ἀνοίγουν τὶς πύλες τοῦ οὐρανοῦ, ποὺ παρέμεναν κλεισμένες γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἁμαρτίας, στὸν Παθόντα καὶ Ταφέντα διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν Θεάνθρωπο, ποὺ φέρει πάνω Του ἐμφανῆ τὰ σύμβολα τοῦ Πάθους Του.
Παράδοξο, πράγματι, τὸ θαῦμα! «Ἡ πάλαι ἔκπτωτος φύσις ἡμῶν» τῶν ἀνθρώπων δὲν «ἤρθη» μόνον «ὑπεράνω τῶν Ἀγγέλων», ἀλλὰ ἔγινε καί «σύνθρονος» καί «ὁμότιμος» τῆς θεϊκῆς φύσεως. Κυριολεκτικά, ὁ Κύριός μας ἀνέβασε στοὺς οὐρανοὺς τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ τὴν κάθισε «ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός» Του! Καὶ μὲ αὐτὸ τὸ θαῦμα ἐπισφραγίζει καὶ ὁλοκληρώνει τὴν ἐπὶ γῆς πορεία Του.
Ὅσο γιὰ τοὺς μαθητές, τὰ συναισθήματα ἀπὸ τόν «παράδοξο» αὐτὸν χωρισμὸ ἀπὸ τὸν ἀγαπημένο των Κύριο εἶναι ἀνάμεικτα, χαρᾶς καὶ λύπης. Χαρᾶς, διότι ὁ Κύριος, ἀναλαμβανόμενος, τοὺς δίδει τὴν εὐλογία Του, γεγονὸς ποὺ τοὺς βεβαιώνει, σύμφωνα μὲ τὸ Ἀπολυτίκιο, ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι «ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου». Συγχρόνως δὲ τοὺς χαροποιεῖ ἡ ἐπαγγελία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «τοῦ ἄλλου Παρακλήτου», ὅπως τοὺς εἶχε ὁ Κύριος ὑποσχεθῆ λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος Του, τονίζοντάς τους, μάλιστα, ὅτι μόνον ἐὰν Ἐκεῖνος ἀπέλθῃ, θὰ τοὺς στείλῃ «παρὰ τοῦ Πατρός Του» τὸν ἄλλο Παράκλητο, «τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας», τὸ Ὁποῖο θὰ μείνῃ πλέον μαζί των «εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν., ιδ’ 15 - ιστ’ 11).
Ἐξ ἄλλου, οἱ μαθητὲς παρηγοροῦνται ἐπίσης μὲ τὴν διαβεβαίωση τῶν Ἀγγέλων, κατὰ τὴν Ἀνάληψη, ὅτι ὅπως βλέπουν τὸν Κύριό των νὰ ἀνεβαίνῃ ἐν δόξῃ στὸν οὐρανό, ἔτσι θὰ τὸν ἀντικρύσουν νὰ ἔρχεται καὶ πάλι ἐν δόξῃ «κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς», κατὰ τὴν Δευτέρα αὐτοῦ Παρουσία, γιὰ νὰ μείνῃ πλέον αἰώνια μαζί των στὴν μέλλουσα Βασιλεία Του.
Γιὰ δύο, λοιπόν, λόγους πανηγυρίζομε γιὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μας, καὶ γιὰ τοὺς δύο χρειάζεται νὰ ἤμαστε ἀληθινὰ εὐγνώμονες σὲ Ἐκεῖνον. Πρῶτον, διότι μὲ τὴν ἔνδοξό Του Ἀνάληψη ἀνύψωσε «τὴν πεσοῦσαν εἰκόνα τοῦ Ἀδάμ», ποὺ τὴν ἐνδύθηκε ταπεινὰ ὁ Ἴδιος, γιὰ νὰ τὴν καθαρίσῃ ἀπὸ τὰ πάθη, μὲ τὴν Σταύρωσή Του, καὶ νὰ τὴν συναναστήσῃ, μὲ τὴν Ἀνάστασή Του. Δεύτερον, διότι μᾶς ἀπέστειλε στὴν θέση Του τὸ Παράκλητο Πνεῦμα, ἀφ’ ἑνὸς μὲν γιὰ νὰ μᾶς παρηγορήσῃ γιὰ τὸν προσωρινό μας ἀπὸ Ἐκεῖνον χωρισμό, ἀφ’ ἑτέρου «τοῦ ἁγιάσαι τὰς ψυχὰς ἡμῶν», διὰ τῶν πλουσίων ἁγιοπνευματικῶν δωρεῶν.
Πῶς νὰ ἀνταποδώσωμε ἐμεῖς, οἱ πολλαπλῶς εὐεργετημένοι ἄνθρωποι, τὴν τιμὴ ποὺ ἔκανε ὁ ἀναληφθεὶς Κύριος στὴν ἁμαρτωλή μας φύση; Πῶς νὰ ξεπληρώσωμε γιὰ τὶς συνεχιζόμενες δωρεές Του, παρὰ τὶς συνεχιζόμενες δικές μας ἁμαρτίες καὶ ἀχαριστίες;
Τὸ πρῶτο βῆμα εἶναι νὰ κάνωμε καὶ ἐμεῖς ὅ τι ἔκαναν οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Ἔδειξαν ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια Του καὶ περίμεναν ὑπομονετικὰ τὴν ἐκπλήρωσή των, «σχολάζοντες», ὅμως, παράλληλα, καὶ ἐκεῖνοι, «νηστείᾳ καὶ προσευχῇ καὶ δεήσει (Συναξάριο τῆς ἡμέρας).
Ἐὰν κάνωμε ἐμεῖς τὸ πρῶτο βῆμα, νὰ προετοιμαζώμαστε δηλαδή, μὲ τὰ πνευματικὰ μέσα ποὺ μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας, τότε θὰ ἔλθῃ ἐπικουρικὰ ἡ χάρη τοῦ Κυρίου νὰ μᾶς ἐπισκιάσῃ, ἐνισχύοντας τὴν καλή μας διάθεση, ὅπως ἦλθε τελικὰ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς μαθητές, γιὰ νὰ τοὺς τονώσῃ στὴν προσπάθειά των. Στὴν συνέχεια, ὅλα θὰ εἶναι εὐκολώτερα, διότι «τοῖς ἀγαπῶσιν τὸν Θεόν, πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν» (Ῥωμ., η’ 28).
Ἐὰν ἐμεῖς ξεκαθαρίσωμε ὅτι θέλωμε νὰ ἤμαστε μὲ τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης καὶ νὰ μὴν συσχηματιζώμαστε τῷ αἰῶνι τούτῳ (Ῥωμ., ιβ’ 1-2), μὲ τὸν κόσμο δηλαδὴ τῆς ἁμαρτίας καὶ μὲ τοὺς ἄρχοντές του, τότε ὁ Κύριος θὰ μᾶς βοηθήσῃ ὄχι μόνον τὰ προσωπικὰ ἐμπόδια νὰ ξεπερνοῦμε κάθε φορὰ ἀλλὰ καὶ μὲ ἄλλους ἀγαθοὺς ἀνθρώπους νὰ συνεργαζώμαστε πρὸς δική Του δόξα καὶ γιὰ τὴν δική μας σωτηρία.
«Δεῦτε ἀνανήψωμεν», λοιπόν, «καὶ εἰς ὕψος ἐπάρωμεν ὄμματα καὶ νοήματα» (Οἶκος τῆς ἑορτῆς), δεόμενοι στὸν Κύριό μας, ποὺ μὲ τὴν Ἀνάληψή Του γέμισε μὲ ἄπειρη χαρὰ τὴν Παναγία Μητέρα Του καὶ τοὺς μαθητές Του, νὰ ἀξιώσῃ καὶ ἐμᾶς «τῆς χαρᾶς τῶν ἐκλεκτῶν Του», διὰ τὸ μέγα Του ἔλεος. Ἀμήν. Γένοιτο!
Πηγὴ γιὰ τὴν ὑμνογραφία: Πεντηκοστάριον χαρμόσυνον, Ἔκδοσις τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἐν Ἀθήναις, 2010, σελ. 390-412.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου