Δευτέρα 8 Αυγούστου 2022

Ἅγιος Παΐσιος: Οἱ πειρασμοί στήν ζωή μας

 

Ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει τοὺς πειρασμοὺς ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματική μας κατάσταση. Ἄλλοτε ἐπιτρέπει νὰ κάνουμε ἕνα σφάλμα, λ.χ. μιὰ μικρὴ ἀπροσεξία, γιὰ νὰ εἴμαστε ἄλλη φορὰ προσεκτικοὶ καὶ νὰ ἀποφύγουμε ἢ μᾶλλον νὰ προλάβουμε ἕνα μεγαλύτερο κακὸ ποὺ θὰ μᾶς ἔκανε τὸ ταγκαλάκι. Ἄλλοτε ἀφήνει τὸν διάβολο νὰ μᾶς πειράζη, γιὰ νὰ μᾶς δοκιμάση. Δίνουμε δηλαδὴ ἐξετάσεις καὶ ἀντὶ κακὸ ὁ διάβολος μᾶς κάνει καλό. Θυμηθῆτε τὸν Γερο-Φιλάρετο ποὺ ἔλεγε: «Τέκνον, ἐγκατάλειψις Θεοῦ, οὐδένα πειρασμὸν σήμερα»[1]. Ἤθελε νὰ παλεύη κάθε μέρα μὲ τοὺς πειρασμούς, γιὰ νὰ στεφανώνεται ἀπὸ τὸν Χριστό.

Ἕνας δυνατός, ὅπως ὁ Γερο-Φιλάρετος, δὲν ἀποφεύγει τοὺς πειρασμούς, ἀλλὰ λέει στὸν Χριστό: «Στεῖλε μου, Χριστέ μου, πειρασμοὺς καὶ δῶσε μου κουράγιο νὰ παλέψω». Ἕνας ἀδύνατος ὅμως θὰ πῆ: «Μὴν ἐπιτρέπης, Χριστέ μου, νὰ πειρασθῶ». «Μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν...»[2]. Ἐμεῖς ὅμως πολλὲς φορές, ὅταν ἔχουμε ἕναν πειρασμό, λέμε: «ἔ, μὰ εἶμαι ἄνθρωπος κι ἐγώ· δὲν ἀντέχω ἄλλο!», ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ ποῦμε: «Δὲν εἶμαι ἄνθρωπος· εἶμαι παλιάνθρωπος. Θεέ μου, βοήθησέ με νὰ γίνω ἄνθρωπος». Δὲν λέω νὰ ἐπιδιώκουμε ἐμεῖς τοὺς πειρασμούς, ἀλλά, ὅταν ἔρχωνται, νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε μὲ καρτερία καὶ προσευχή.

Σὲ κάθε πνευματικὴ χειμωνιὰ νὰ περιμένουμε μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδα τὴν πνευματικὴ ἄνοιξη. Οἱ μεγαλύτεροι πειρασμοὶ εἶναι συνήθως στιγμιαῖοι καί, ἐὰν ἐκείνη τὴν στιγμὴ τοὺς ξεφύγουμε, περνάει καὶ φεύγει ἡ φάλαγγα τῶν δαιμόνων καὶ γλυτώνουμε. Ὅταν ἑνωθῆ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, δὲν ἔχει πιὰ πειρασμούς. Μπορεῖ ὁ

διάβολος νὰ κάνη κακὸ στὸν Ἄγγελο; Ὄχι, καίγεται.

Ἡ πνευματικὴ ζωὴ εἶναι πολὺ ἁπλὴ καὶ εὔκολη· ἐμεῖς τὴν κάνουμε δύσκολη, γιατὶ δὲν ἀγωνιζόμαστε σωστά. Μὲ λίγη προσπάθεια καὶ πολλὴ ταπείνωση καὶ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, μπορεῖ κανεὶς νὰ προχωρήση πολύ. Γιατί, ὅπου ὑπάρχει ταπείνωση, δὲν ἔχει θέση ὁ διάβολος· καί, ὅπου δὲν ὑπάρχει διάβολος, ἑπόμενο εἶναι νὰ μὴν ὑπάρχουν καὶ πειρασμοί.

– Γέροντα, ἡ πτώση σὲ μιὰ ἁμαρτία μπορεῖ νὰ γίνη κατὰ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ;

– Ὄχι, εἶναι βαρὺ νὰ ποῦμε ὅτι παραχωρεῖ ὁ Θεὸς νὰ ἁμαρτήσουμε. Ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν παραχωρεῖ νὰ ἁμαρτήσουμε. Ἐμεῖς κάνουμε παραχωρήσεις καὶ ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ μᾶς πειράζει. Ὅταν λ.χ. ὑπερηφανεύωμαι, διώχνω τὴν θεία Χάρη, φεύγει ὁ Φύλακας Ἄγγελός μου, ἔρχεται ὁ ἄλλος ...ἄγγελος, ὁ διάβολος, καὶ σπάζω τὰ μοῦτρα μου. Αὐτὴ εἶναι δική μου παραχώρηση, καὶ ὄχι τοῦ Θεοῦ.

– Εἶναι σωστό, Γέροντα, ὅταν ἔχουμε μιὰ πτώση νὰ λέμε: «Ὁ πειρασμὸς μὲ ἔρριξε»;

– Πολλὲς φορὲς ἀκούω κι ἐγὼ μερικοὺς ἀνθρώπους νὰ λένε ὅτι φταίει ὁ πειρασμός, ὅταν ταλαιπωροῦνται, ἐνῶ φταῖνε οἱ ἴδιοι ποὺ δὲν ἀντιμετωπίζουν σωστὰ τὰ πράγματα. Ἔπειτα ὁ πειρασμός, πειρασμὸς εἶναι. Μπορεῖ νὰ μᾶς ἐμποδίση ἀπὸ τὸ κακό; Τὴν δουλειά του κάνει. Νὰ μὴν τὰ φορτώνουμε καὶ ὅλα στὸν πειρασμό. Ἕνας ὑποτακτικός, ποὺ ζοῦσε σὲ μιὰ Καλύβη μὲ τὸν Γέροντά του, μιὰ φορὰ ποὺ ἔμεινε γιὰ λίγο μόνος του, πῆρε ἕνα αὐγό, τὸ ἔβαλε πάνω σὲ ἕνα κλειδὶ – ἦταν ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ μεγάλα, τὰ παλιὰ κλειδιὰ – καὶ ἄναψε ἀπὸ κάτω ἕνα κερί, γιὰ νὰ τὸ ψήση! Μπαίνει ξαφνικὰ ὁ Γέροντας καὶ τὸν βλέπει. «Τί κάνεις ἐκεῖ;», τοῦ λέει. «Νά, Γέροντα, ὁ πειρασμὸς μὲ ἔβαλε νὰ ψήσω ἐδῶ ἕνα αὐγό», τοῦ λέει ὁ ὑποτακτικός του. Καὶ τότε ἀκούσθηκε μιὰ ἄγρια φωνή: «Αὐτὴν τὴν τέχνη ἐγὼ δὲν τὴν ἤξερα· ἀπὸ αὐτὸν τὴν ἔμαθα»! Ὁ διάβολος μερικὲς φορὲς κοιμᾶται, καὶ ἐμεῖς τὸν προκαλοῦμε.



Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Γ' «Πνευματικὸς ἀγώνας»

________________________________

[1] Βλ. Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἁγιορεῖται Πατέρες καὶ Ἁγιορείτικα, σ. 63.

[2] Ματθ. 6, 13. 
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου