Θυμοῦμαι ἐκεῖ στὴν Κοζάνη, τὸ ἔχω πεῖ νομίζω καὶ ἄλλοτε, ἐπειδὴ εἶχα ἀναπτύξει κοινωνικὴ δρᾶσι μὲ ἀγαποῦσαν πολὺ οἱ κουμμουνισταί, διότι ὅταν ἀνέβηκαν αὐτοὶ στὸ βουνό, ἐγὼ ἐδέχτηκα 500 παιδιὰ τῶν κουμμουνιστῶν, ποὺ πεινοῦσαν. Ἀνέβηκαν αὐτοὶ στὸ βουνό, ἐξασφάλισαν αὐτοὶ τὸν ἑαυτό τους ―ἐμεῖς κάναμε ἀντίστασι καὶ δὲν κάνανε αὐτοὶ ἀντίστασι. Πῆγαν στὸ βουνὸ αὐτοί, ἐξασφάλισαν τὸν ἑαυτό τους· Tράβα τώρα κάτω ἐσὺ Αὐγουστῖνε, γιὰ νὰ σὲ φωνάζουν κουμμοῦνα, γιατὶ τοὺς ὁμιλοῦσες, γιατὶ τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε μία ἐπανάστασι, ἀλλὰ ἐπανάστασι ἐν Xριστῷ. Kοινωνία âν Xριστῷ, ὄχι κοινωνία ἐν διαβόλῳ, αὐτὴ εἶνε ἡ μεγάλη διαφορά μας. Μὲ πιάσαν τότε οἱ Γερμανοί καὶ μὲ γλίτωσε ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος.
Τὴν προηγουμένη μέρα τῆς συλλήψεώς μου, κατὰ θαυμαστὸ τρόπο εἶχα διαβάσει μία περικοπὴ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ποὺ ἔλεγε· «Tί εἶμαι μέσα στὴν κοινωνία, ἕνας ἱεροκήρυκας, ἕνας ἱερεύς, μιὰ βρύσι εἶμαι καὶ ὅπως ἡ βρύσι τοὺς ποτίζει ὅλους, ἔτσι καὶ ἐγὼ μιὰ βρύση εἶμαι ποὺ τρέχει. Πεινάει ὁ ἄλλος, εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ τὸν θρέψω. Ἡ βρύση στὸ βουνὸ τρέχει καὶ πίνουν ὅλοι καὶ ὁ λύκος καὶ τὸ ἀρνάκι καὶ ὁ ἅγιος καὶ ὁ ληστὴς καὶ τὸ περιστέρι καὶ τὸ κοράκι. Ἡ βρύση δὲν κάνει καμμιὰ διάκριση. Καὶ ἐγὼ ὡς ἱερεὺς βρύσι εἶμαι καὶ ποτίζω, δὲν μπορῶ νὰ κάνω καμμιὰ διάκριση.
Aὐτό, λοιπόν, τὸ εἶπα σὲ ἕναν καθηγητὴ Πανεπιστημίου, ποὺ ἦτανε στὴν Γκε-στά-πο.
Ἐγώ, τοῦ λέω, δὲν ἀσχολοῦμαι μὲ τὰ πολιτικά, πεινᾶνε καὶ τοὺς
ταΐζω, διψάνε καὶ δίνω νερὸ νὰ πιοῦν, εἶνε ἄρρωστοι καὶ τοὺς
περιποιοῦμαι. Εἶμαι μιὰ βρύσι καὶ δὲν κάνω καμμία διάκρισι. Τὸ
κουμμουνισμὸ τὸν ἀηδιάζω καὶ τὸν μισῶ, ὄχι γιὰ τὸν λόγο ποὺ τὸν μισεῖτε
ἐσεῖς· τὸν μισῶ γιὰ τὴν ἀθεΐα του καὶ τὴν ἀπιστία του. Tὸν ἄνθρωπο τὸν
κουμμουνιστὴ τὸν ἀγαπῶ…
Λοιπόν, τὰ μάθανε αὐτοὶ καὶ κατόπιν μὲ καλέσανε ἐπισήμως, ὅλοι αὐτοὶ οἱ πατριάρχαι τῶν πατριαρχείων τοῦ κουμουνισμοῦ, γιὰ νὰ μὲ ἐγγράψουν στὸν κατάλογο τῶν ἐπισήμων κομμουνιστῶν. Ἦταν καὶ ὁ καπετάν Μάρκος μέσα καὶ ἄλλοι»
(Ἡ θαρραλέα ἀπάντησι καὶ ἡ Πατερικὴ θέσι τοῦ ἱεροκήρυκος βρίσκεται στὴ σελ. )
Γιὰ τὴν σύλληψι του αὐτή, ὁ π. Αὐγουστῖνος, σὲ τράπεζα ποὺ
ἔγινε στὸ οἰκοτροφεῖο τῶν «40 Μαρτύρων» Κοζάνης, στὶς 24-10-1993, εἰς
μνήμη τῶν ἀειμνήστων συνεργατῶν τῆς Ἑστίας, εἶπε·
Λέγω, τὰ λόγια τοῦ Χρυσοστόμου ποὺ λέει· «Ὅτι εἶμαι μιὰ πηγή. Περνάει ὁ κόρακας, πίνει. Περνάει τὸ περιστέρι, πίνει. Περνάει ὁ ἅγιος, πίνει. Περνάει ὁ κακοῦργος, πίνει· Δὲν κάνει διακρίσεις». Ἔτσι καὶ ἐγώ, εἶμαι ἕνα ῥυάκιο μέσα στὴν πόλι καὶ δὲν κάνω διακρίσεις καὶ προσφέρω ὅ,τι μπορῶ, χωρὶς νὰ ἐξετάζω τὰς πολιτικάς των διαφοράς.Τοῦ ἄρεσε πολὺ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα καὶ συνετέλεσε μαζὶ μὲ τὴν ἐπέμβασι τοῦ ἐκλεκτοῦ ἐκείνου εἰσαγγελέως κ. Σκρέκα καὶ μαζὶ μὲ ὅλας τὰς ἐπεμβάσεις ἐδῶ τοῦ λαοῦ μας καὶ τοῦ διερμηνέως κ. Ματιάκη εἰς τρόπον ὥστε νὰ παραταθῇ ἡ ζωή μας· Ἂν καὶ ἐγώ, ἂς ἐπιτραπῇ νὰ ἐκφραστῶ― ἂν καὶ αὐτό δὲν εἶνε ἔκφρασις κατὰ πάντα εὐλαβής― ἀλλὰ εἶνε παράπονο· Πόσο θὰ ἤμουν εὐτυχὴς ἂν μὲ ἔπαιρνε ὁ Θεὸς τὰς ἡμέρας ἐκείνας, πολὺ εὐτυχὴς θὰ ἤμουν, ἀλλὰ δὲν ἤμουν ἄξιος, νὰ εμαι καὶ ἐγώ, μὲ ἴτοὺς ἐκλεκτοὺς ἐκείνους Ἕλληνας οἱ ὁποῖοι ἐθυσιάστηκαν γιὰ τὸ ἔθνος. Εθε νὰ ζήσῃ πάντοτε μέσα στὴν καρδιά μας ἡ λέξις θρησκεία-Ὀρθοδοξία καὶ μαζὶ μὲ τὴν Ὀρθοδοξία νὰ ζήσῃ ἡ Ἑλλὰς εἰς αἰῶνας αἰώνων. Ἀμήν».
(ὁ π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης στὴν Κοζάνη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου