Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2020

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΔΕΥΤΕΡΑ 6 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020

Τὰ Ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ


Τους ουρανούς βάπτισμα του Χριστού σχίσαν,
Τους αυτό μη χραίνοντας ένδον εισάγει.
Βάπτισεν εν ποταμώ Χριστόν Πρόδρομος κατά έκτην.


Ἀφοῦ ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνδύθηκε τὸν παλαιὸ Ἀδάμ, δηλαδὴ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἀφοῦ ἐκτέλεσε ὅλα τὰ ἐπιβαλλόμενα ἀπὸ τὸν ἰουδαϊκὸ Νόμο, πῆγε στον Ἰωάννη, για να βαπτισθεί. Ὄχι γιατὶ ὁ Ἴδιος τὸ εἶχε ἀνάγκη, ἀλλὰ για να ξεπλύνει τὴν ἀνθρωπίνη φύσῃ ἀπὸ τὴν ντροπὴ τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδὰμ καὶ να ἐνδύσει τὴν γυμνότητά της μὲ τὴν πρώτη στολή που ἀστραποβολᾶ τὴν Θεϊκὴ λάμψη.

Ὁ Ἰωάννης ἐκήρυττε τὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας καὶ ἔτρεχε πρὸς αὐτὸν ὁλόκληρη ἡ Ἰουδαία. Ὁ Κύριος κηρύττει τὸ βάπτισμα τῆς υἱοθεσίας καὶ ποιὸς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐλπίσει σὲ Αὐτὸν δεν θὰ ὑπακούσει; Τὸ βάπτισμα ἐκεῖνο (τοῦ Ἰωάννου) ἦταν ἡ εἰσαγωγή, τὸ βάπτισμα αὐτὸ (τοῦ Κυρίου) εἶναι τὸ τελειωτικό. 


Ἐκεῖνο ἦταν ἡ ἀποχωρήση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, αὐτὸ εἶναι ἡ οἰκειώσῃ μὲ τὸν Θεό. Μὲ τὴν βάπτισή Του ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, ὁ Χριστὸς ἔδωσε ἕνα τέλος καὶ στὸ τυπικὸ αὐτὸ βάπτισμα, ὅπως τρώγοντας για τελευταία φορὰ τὸ Ἰουδαϊκὸ Πάσχα τὸ κατάργησε καὶ ἐγκαινίασε τὸ Πάσχα τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Κατὰ τὴν βάπτιση τοῦ Κυρίου φάνηκε ὁ Υἱὸς Θεός, ἀλλὰ ἀποκαλύφθηκε καὶ ἡ Ἁγία Τριάδα, ὅπως χαρακτηριστικὰ ψάλλει καὶ ὁ ὑμνῳδὸς στο ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς: «Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου Σου, Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις». Ὁ Υἱὸς βαπτιζόταν, τοῦ Πατρὸς ἡ φωνὴ ἀκουγόταν καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατερχόταν «ἐν εἴδει περιστερᾶς». Ἔτσι ὁ Χριστὸς ἔγινε πρωτότοκος ὅλων ἐκείνων ποὺ ἀναγεννιούνται πνευματικὰ καὶ ὀνομάζει ἀδελφοὺς ὅσους συμμετέχουν στην ὅμοια μὲ Αὐτὸν γέννηση διὰ ὕδατος καὶ Πνεύματος.

Μόλις ὁ Χριστὸς βαπτίσθηκε, ἁγίασε ὅλη τὴν φύσῃ τῶν ὑδάτων καὶ ἔθαψε μέσα στα ρεῖθρα τοῦ Ἰορδάνη, κάθε ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι λοιπὸν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἀνακαίνισε καὶ ἀνέπλασε τὸν παλαιωθέντα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἄνθρωπο καὶ τοῦ χάρισε τὴν οὐράνια Βασιλεία. Αὐτὴ ἡ ἑνότητα οὐρανοῦ καὶ γῆς, φανερώθηκε κατὰ τὴν βάπτιση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸ ἄνοιγμα τῶν οὐρανῶν.

Ὁ κατερχόμενος στὸν Ἰορδάνη Θεάνθρωπος συντρίβει τὶς κεφαλὲς τῶν ἀοράτων δρακόντων καὶ ἐλευθερώνει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴν ἐξουσία τους. Μὲ τὴν βάπτισή Του στον Ἰορδάνη, ὁ Χριστὸς μᾶς ἐξάγει ἀπὸ τὴν σκιὰ τοῦ νόμου καὶ μᾶς εἰσάγει στὴν καινὴ Χάρη.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὁμιλεῖ για τὴν ἐπιφάνεια τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλοῦ τονίζει ὅτι διὰ Χριστοῦ «ἐπεφάνη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις». Στὴν ἐπιφάνεια τῶν ψευδῶν θεῶν ἡ Ἐκκλησία ἀντέταξε τὴν ἐπιφάνεια τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ Βασιλέως Χριστοῦ, τὴν ἀληθινὴ Θεοφάνεια. «Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου, φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς». Μὲ αὐτὴ τὴν προφητεία τοῦ Ἡσαΐου, ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἀρχίζει νὰ ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἔναρξη τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Κυρίου, τῆς ἐπιφανείας Του μεταξὺ τοῦ λαοῦ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.

Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γὰρ Γεννήτορος ἡ φωνὴ προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητὸν σε Υἱὸν ὀνομάζουσα· καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανεὶς Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.

Ἡ Ὑπακοή. Ἦχος β’.
Ὅτε τῇ ἐπιφανείᾳ σου ἐφώτισας τὰ σύμπαντα, τότε ἡ ἀλμυρὰ τῆς ἀπιστίας θάλασσα ἔφυγε, καὶ Ἰορδάνης κάτω ῥέων ἐστράφη, πρὸς οὐρανὸν ἀνυψῶν ἡμᾶς. Ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου, συντήρησον Χριστὲ ὁ Θεός, πρεσβείες τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἐπεφάνης σήμερον τῇ οἰκουμένῃ, καὶ τὸ φῶς σου Κύριε, ἐσημειώθη ἐφ' ἡμᾶς, ἐν ἐπιγνώσει ὑμνοῦντάς σε. Ἦλθες ἐφάνης τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον.

Μεγαλυνάριον.

Ἄφεσιν πηγάζων τοῖς ἐξ Ἀδάμ, ὁ τῆς ἀφθαρσίας, ἀνεξάντλητος ποταμὸς, ἐν τῷ Ἰορδάνῃ, βαπτίζεται θελήσει· ἀντλήσωμεν οὖν πάντες, ὕδωρ σωτήριον.


Ὁ Ἅγιος Ρωμανὸς ὁ Λακεδαίμονας


Eκ γης απάρας Pωμανός διά ξίφους,
Eκεί κατοικεί ένθα δήμοι Μαρτύρων

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ρωμανός, καταγόταν ἀπὸ τὴν Δομινίτζα τῆς Λακεδαίμονος. Ἦταν Ἱερομόναχος στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀρνούμενος να ὑποκύψει στις πιέσεις τῶν Τούρκων για ἐξωμοσία καὶ ἐλέγχων μὲ παρρησία τὴν πλάνη τῶν ἀπίστων, μαρτύρησε τὸ ἔτος 1695, διὰ ξίφους.


Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος


Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰβηρία καὶ ἦταν υἱὸς ἱερέως. Χειροτονήθηκε ἀναγνώστης ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ χειροτονήθηκε διάκονος ἀπὸ τὸν ἀδελφὸ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, Ἐπίσκοπο Νύσσης Γρηγόριο. Ὁ Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς ρητορικῆς δεινότητας. Ἀπὸ αὐτὸ ὁδηγήθηκε σὲ ὑπερηφάνεια καὶ λίγο ἔλειψε να χάσει τὴν σωφροσύνη του, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία τοῦ ἐγωισμοῦ τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ ἐρωτευθεὶ κάποια πλούσια γυναῖκα. Ἦλθε ὅμως σὲ μετάνοια καὶ ὁδήγησε τὰ βήματά του στα Ἱεροσόλυμα, ὅπου καὶ πάλι ἀντιμετώπισε τὸν πειρασμὸ τῆς ὑπερηφάνειας. Πνευματικὸς του σύμβουλος στάθηκε ἡ Ὁσία Μελάνη ἡ Ρωμαία († 31 Δεκεμβρίου), ποὺ ἀσκήτευε σὲ ἕνα μικρὸ καὶ πενιχρὸ κελλὶ τῶν Ἱεροσολύμων. Ἔτσι ὁ Ἅγιος κατέφυγε σὲ κάποιο ὄρος τῆς Νιτρίας, ὅπου ἔζησε τὸ μοναχικὸ πολίτευμα μὲ προσευχή, νηστεία καὶ ἐγκράτεια. Ὁ Θεὸς δεν τὸν ἐγκατέλειψε καὶ τὸν ἀξίωσε τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος.
Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ 415 μ.Χ.


Ὁ Ὅσιος Σέργιος ὁ ἐκ Ρωσίας


Ὁ Ἅγιος Σέργιος (Γιανόβσκυ) κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1876. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.


Ὁ Ὅσιος Νικόλαος


Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ἀσκήτεψε στην Μονὴ τοῦ Βάλαμο τῆς Φιλανδίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1824.


Ὁ Ἅγιος Ἄσσαντ ὁ Ράπτης


Ὁ Ἅγιος Ἄσσαντ μαρτύρησε τὸ ἔτος 1218 μ.Χ. Δεν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου.


Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Πέρσης


Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Γεώργιος μαρτύρησε τὸ ἔτος 615 μ.Χ. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τὸν Βίο τοῦ Ὁσίου.


Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ δύο θυγατέρες του καὶ οἱ νεομάρτυρες γυναῖκες Λυδία, Δομνίκη καὶ Μαρία

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, μαρτύρησαν τὸ ἔτος 1919. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τὸν βίο τῶν Μαρτύρων.


Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος


Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης γεννήθηκε στις 10 Ἰανουαρίου 1815 στὸ χωριὸ Τσερνάφσκα τῆς ἐπαρχίας Ὀρλὼφ τῆς Ρωσίας. Τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά του ἤταν Γεώργιος Γκοβόρωφ. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας. Ἀπὸ μικρὸς δέχθηκε τὴν εὐεργετικὴ ἐπίδραση, ποὺ ἐξασκεῖ στὴν ψυχὴ τὸ ἐκκλησιαστικὸ περιβάλλον, μὲ τὶς εἰκόνες, τὶς ψαλμωδίες, τὶς ἀκολουθίες, τὶς τελετές. Ὁ ἴδιος ἔγραφε ὅτι τὸ περιβάλλον αὐτὸ ἀποτελεῖ ἰσχυρότατο παράγοντα για τὴν σωστὴ ἀγωγὴ τῆς παιδικῆς ψυχῆς.

Φοίτησε στο ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τοῦ Ὀρλὼφ καὶ στὴν συνέχεια σπούδασε στὴν θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Αὐτὸ ὅμως ποὺ χαράχθηκε περισσότερο στὴν ψυχὴ του ἦταν οἱ προσκυνηματικὲς ἐπισκέψεις στὴν Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου.

Τὸ ἔτος 1841 κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Θεοφάνης. Λίγο ἀργότερα χειροτονεῖται Διάκονος καὶ Πρεσβύτερος καὶ διορίζεται καθηγητὴς στὴν ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ τοῦ Κιέβου καὶ τοῦ Νόβγκοροντ, γιὰ νὰ γίνει κοσμήτορας τῆς θεολογικῆς ἀκαδημίας τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Ἡ βάση τῆς Χριστιανικῆς διδασκαλίας γιὰ τὸν ἱερομόναχο Θεοφάνη ἦταν ἡ ἀγάπη καὶ τὰ μέσα, ἡ Ἐκκλησία καὶ τὰ Μυστήρια. Ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ἦταν ἕνας μεγάλος δάσκαλος καὶ ἐγνώριζε τὸν τρόπο νὰ ἀγαπᾶται ἀπὸ τοὺς μαθητές. Ἐξάλλου αἰσθανόταν βαθιὰ τὴν ὡραιότητα καὶ τὴν σημασία τῆς ἀποστολῆς του. Ἔλεγε πάντοτε: «Ἀπὸ ὅλα τὰ ἅγια ἔργα, τὸ πιὸ ἅγιο εἶναι ἡ ἀγωγή».

Ὁ πόθος του για ὁλοκληρωτικὴ ἀφιέρωση στὸν Θεὸ τὸν ὁδηγεῖ στοὺς Ἁγίους Τόπους. Συγχρόνως ἐπισκέπτεται πολλὰ μοναστήρια καὶ σκῆτες τῆς Παλαιστίνης, ἐνῶ ἔμεινε ἀρκετὸ καιρὸ στὴν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ζοῦσε ὁ Ἅγιος Ἐρημίτης Ἰωσήφ. Ἡ παραμονὴ του ἐκεῖ τοῦ ἔδωσε τὴν εὐλογημένη εὐκαιρία να γνωρίσει καλὰ τὴν διδασκαλία καὶ τὴν παράδοση τῶν Ἀνατολικῶν Πατέρων καὶ τοῦ Ἀνατολικοῦ Ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ. Στὴν συνέχεια ἐπιστρέφει στὴν Ρωσία, ἀλλὰ γρήγορα ἔρχεται καὶ πάλι στὴν Ἀνατολή, στὴν Κωνσταντινούπολη, ὡς ἱερεὺς τῆς Ρωσικὴς Πρεσβείας. Τὸ 1857 διορίζεται ἐκ νέου καθηγητὴς καὶ κοσμήτορας τῆς θεολογικῆς ἀκαδημίας. Παραιτεῖται ὅμως καὶ περιορίζεται στὴν θέση τοῦ ἐπιθεωρητοῦ τῶν θρησκευτικῶν σχολείων τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως.

Ὅμως ἡ Ἐκκλησία τὸν ἐξέλεξε Ἐπίσκοπο τῆς ἐπαρχίας Ταμπὼφ καὶ ἀργότερα τῆς ἐπαρχίας Βλαντιμίρ. Γιὰ τὸ ἔργο του, γράφει ἕνας βιογράφος του: «Ὁ Ἐπίσκοπος Θεοφάνης ὑπῆρξε ἕνας ἀληθινὸς ποιμένας, στὸ μέσον ἐνὸς λαοῦ εἰδωλολατρικοῦ, ποὺ δὲν γνωρίζε καλά - καλὰ τὸν Θεό. Ὄντας ὁ ἴδιος ὑπόδειγμα γιὰ τοὺς κληρικοὺς του, ἀφιερώθηκε μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ στὴν ἀποστολὴ του καὶ ἰδιαίτερα στὸ κήρυγμα. Ζῶντας πολὺ ἁπλᾶ, ἀπασχολεῖτο ἐναλλακτικὰ μὲ τὴν μελέτη καὶ τὴν προσευχή. Στὴν ζωὴ του ὡς Ἐπίσκοπος φροντίζε να κάνει πιὸ στενὲς καὶ πιὸ ἐγκάρδιές τὶς σχέσεις του μὲ τοὺς πιστούς. Ἤθελε νὰ μὴν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ ἐμποδίζει τὸν λαὸ νὰ ἔρχεται κοντὰ του. Τοῦ ἄρεσε να βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ποὺ τοὺς ἀγαποῦσε μὲ μιὰ ὁλοκληρωτικὴ καὶ πατρικὴ ἀφοσίωση».

Τὸ 1861, ὡς Ἐπίσκοπος, ὁ Ἅγιος Θεοφάνης, λαμβάνει ἐνεργὸ μέρος στὴν τελετὴ ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζαντόσκ (1724 – 1783) καὶ στὴν συνέχεια στην ἀνακήρυξή του ὡς Ἁγίου.

Τὸ 1866 παραιτεῖται ἀπὸ τὴν θέση τοῦ Ἐπισκόπου, ἀφήνει τὴν ἐπαρχία του καὶ κλείνεται για εἴκοσι ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια σὲ ἕνα πτωχὸ κελὶ στὴν ἔρημο τοῦ Βισὲνκ καὶ ζεῖ τὴν ζωὴ τοῦ ἐγκλείστου. Ἀποκόπηκε ἀπὸ τὸν κόσμο μὲ πλήρη ἀφοσίωση στὸν Θεὸ καὶ τὴν θεωρία τοῦ Προσώπου Αὐτοῦ. Προσευχόταν ὅλη μέρα χωρὶς διακοπή. Τὸ φαγητὸ του ἦταν πολὺ ἁπλό. Καὶ ὅταν ἤθελε νὰ ξεκουραστεῖ, πάλι ἐργαζόταν χειρονακτικά. Πολὺ χρόνο τῆς ἔγκλειστης ζωῆς του ὁ Ὅσιος τὸν ἀφιέρωσε στην ἀλληλογραφία. Ἔτσι στὸ διάστημα τῶν εἴκοσι ὀκτῶ ἐτῶν τοῦ ἐγκλεισμοῦ του ἔγραψε χιλιάδες ἐπιστολές, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ἕνα ἀνεκτίμητο πνευματικὸ θησαυρὸ ὀρθοδόξου πίστεως καὶ θεογνωσίας.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προσευχὴ ὁ Ἅγιος Θεοφάνης, δίδει πολὺ σημασία στὴν μυστηριακὴ ζωή. Ἡ ἐξομολογήση καὶ ἡ Θεία Μετάληψη, εἶναι γιὰ τὸν Ἅγιο Θεοφάνη τὰ δύο βασικὰ μέσα γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς τελειότητας. Γιὰ τὴν μετάνοια γράφει, ὅτι εἶναι ἀστείρευτη πηγὴ τῆς ἀληθινῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
Ὁ Ἅγιος Θεοφάνης κοιμήθηκε, ὁσίως, μὲ εἰρήνη, τὸ ἔτος 1894, σὲ ἡλικία 79 ἐτῶν.


Πηγὲς:http://www.saint.gr/01/06/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/1/d/6/sxsaintlist.aspx

«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου