– Γέροντα, ὅταν ἔρχεται ἕνας λογισμὸς ὑπερήφανος, ὑποφέρω.
– Τὸν κρατᾶς μέσα σου;
– Ναί.
– Γιατί τὸν κρατᾶς; Νὰ τοῦ κλείνης τὴν πόρτα. Ἅμα τὸν κρατᾶς μέσα σου, ζημία ἔχεις. Ἔρχεται ὁ λογισμὸς σὰν τὸν κλέφτη, τοῦ ἀνοίγεις τὴν πόρτα, τὸν βάζεις μέσα, πιάνεις κουβέντα μαζί του, καὶ μετὰ ἐκεῖνος σὲ κλέβει.
Μὲ τὸν κλέφτη πιάνει κανεὶς κουβέντα; Ὄχι μόνον κουβέντα δὲν πιάνει, ἀλλὰ κλειδώνει τὴν πόρτα, γιὰ νὰ μὴν μπῆ μέσα. Μπορεῖ ἀκόμη καὶ νὰ μὴ συζητήσης μαζί του, ἀλλὰ γιατί νὰ τὸν ἀφήσης νὰ περάση;
Ἂς ποῦμε ἕνα παράδειγμα· δὲν λέω ὅτι ἔχεις τέτοιους λογισμούς, ἀλλὰ ἂς ὑποθέσουμε ὅτι σοῦ ἔρχεται ἕνας λογισμὸς ὅτι μποροῦσες νὰ εἶσαι ἐσὺ Γερόντισσα.
Ἐντάξει, ἦρθε ὁ λογισμός. Μόλις ἔρθη, πὲς στὸν ἑαυτό σου: «πολὺ καλά· θέλεις νὰ εἶσαι Γερόντισσα; γίνε πρῶτα στὸν ἑαυτό σου Γερόντισσα», ὁπότε ἀμέσως κόβεις τὴν συζήτηση.
Τί, μὲ τὸν διάβολο θὰ συζητᾶμε; Βλέπεις, ὅταν ὁ διάβολος πῆγε νὰ πειράξη τὸν Χριστό, Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε: «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ»[1].
Ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν διάβολο: «ἄντε πήγαινε...», ἐμεῖς τί νὰ συζητᾶμε;
– Γέροντα, εἶναι κακὸ νὰ συζητάω ἕναν ἀριστερὸ λογισμό, γιὰ νὰ δῶ ἀπὸ ποῦ προέρχεται;
– Τὸ κακὸ εἶναι ὅτι δὲν συζητᾶς μὲ τὸν λογισμό, ὅπως νομίζεις, ἀλλὰ μὲ τὸ ταγκαλάκι. Περνᾶς εὐχάριστα ἐκείνη τὴν ὥρα, μετὰ ὅμως παιδεύεσαι. Νὰ μὴ συζητᾶς καθόλου τέτοιους λογισμούς.
Νὰ πιάνης τὴν χειροβομβίδα καὶ νὰ τὴν πετᾶς στὸν ἐχθρό, γιὰ νὰ τὸν σκοτώσης. Ἡ χειροβομβίδα ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ μὴ σκάη ἀμέσως, ἀλλὰ μετὰ δύο-τρία λεπτά. Ἔτσι καὶ ὁ ἀριστερὸς λογισμός, ἂν τὸν διώξης ἀμέσως, δὲν μπορεῖ νὰ σὲ βλάψη.
Ἀλλὰ ἐσὺ μερικὲς φορὲς δὲν ἔχεις ἐγρήγορση, δὲν λὲς τὴν εὐχή, καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ἀμυνθῆς. Ἔρχεται τὸ τηλεγράφημα τοῦ διαβόλου ἀπ᾿ ἔξω, τὸ παίρνεις, τὸ διαβάζεις, τὸ ξαναδιαβάζεις, τὸ πιστεύεις καὶ τὸ περνᾶς στὸ ἀρχεῖο.
Αὐτοὺς τοὺς φακέλους θὰ τοὺς παρουσιάση τὸ ταγκαλάκι τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, γιὰ νὰ σὲ κατηγορήση.
– Γέροντα, πότε ἡ προσβολὴ ἑνὸς ἀριστεροῦ λογισμοῦ εἶναι πτώση;
– Ἔρχεται ὁ λογισμὸς καὶ τὸν διώχνεις ἀμέσως. Αὐτὸ δὲν εἶναι πτώση. Ἔρχεται καὶ τὸν συζητᾶς. Αὐτὸ εἶναι πτώση. Ἔρχεται, τὸν δέχεσαι λίγο καὶ μετὰ τὸν διώχνεις. Αὐτὸ εἶναι μισὴ πτώση, γιατὶ καὶ τότε ἔχεις πάθει ζημιά, ἐπειδὴ μόλυνε ὁ διάβολος τὸν νοῦ σου.
Δηλαδὴ εἶναι σὰν νὰ ἦρθε ὁ διάβολος καὶ τοῦ εἶπες: «Καλημέρα, τί γίνεται; Καλά; Κάθησε νὰ σὲ κεράσω. Ἄ, ὁ διάβολος εἶσαι; Φύγε τώρα». Ἀφοῦ εἶδες ὅτι εἶναι ὁ διάβολος, γιατί τὸν ἔβαλες μέσα; Τὸν κέρασες καὶ θὰ ξανάρθη.
____________________________[1] Λουκ. 4, 8.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου