Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2021

Τῇ 20η τοῦ Μηνὸς Σεπτεμβρίου, Μνήμη τῶν ἁγίων ὁμολογητῶν καί μαθητῶν τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ: ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ πρεσβυτέρου, μετά τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ΘΕΟΔΩΡΟΥ καί ΕΥΠΡΕΠΙΟΥ καί ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Μοναχοῦ.

 

Ἐπιμέλεια - Ἀντιγραφή:
Σάββας Ηλιάδης

Οἱ δύο συνώνυμοι αὐτοὶ ὁμολογηταί, μαθητὲς τοῦ ἁγίου Μαξίμου (21 Ιαν.), διακρίθηκαν κατὰ τὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν καταδίκη τοῦ δόγματος περὶ μιᾶς θελήσεως, ποὺ ὑποστήριζε ὁ αὐτοκράτορας Κώνστας Β' (641-668).

Ὅταν ὁ Κώνστας ὁ Β' τοιχοκόλλησε στὸν νάρθηκα Τῆς Ἁγίας Σοφίας τὸν «Τύπο», ποὺ ἀπαγόρευε μὲ βαριὲς ποινὲς τὶς συζητήσεις περὶ μιᾶς ἢ δύο θελήσεων, ὁ μονοθελητὴς πατριάρχης Παῦλος (641-654) μπροστὰ στὶς ἔντονες διαμαρτυρίες τοῦ Ἀναστασίου, τοῦ πρεσβυτέρου, τοῦ ἀπαγόρευσε τὴν διαμονή του στὸ παλάτι τῶν Πλακιδιανῶν (κατάλυμα παπικῶν ἀντιπροσώπων) καὶ τὸν ἐξόρισε στὴν Τραπεζοῦντα (647/648).

Μετὰ τὴν ἐξορία τοῦ διδασκάλου τους Ἀναστασίου, οἱ δύο ἀφοσιωμένοι του μαθητὲς Θεόδωρος καὶ Εὐπρέπιος, στὴν προσπάθειά τους νὰ φύγουν γιὰ τὴν Ρώμη, συνελήφθησαν. Δημεύθηκε ὅλος ὁ πλοῦτος τους, ἔχασαν τὰ ἀξιώματά τους καὶ ἀφοῦ μαστιγώθηκαν ἀπάνθρωπα ἀπὸ τὸν ἔπαρχο, ἐξορίστηκαν στὴν Χερσώνα τῆς Κριμαίας. Ἐκεῖ ὑπέμειναν τὶς κακουχίες τῆς ἐξορίας, κλεισμένοι σὲ διαφορετικὰ κάστρα. Ἐκεῖ ἐξορίστηκε καὶ ὁ πάπας τῆς Ρώμης, ὁ ἅγιος Μαρτίνος, τὸν ὁποῖο ὁ Θεόδωρος παρηγοροῦσε καὶ τοῦ ἐλάφρυνε τὶς θλίψεις. Ἀπὸ τοὺς δύο ἀδελφούς, ὁ μὲν νεότερος Εὐπρέπιος, παρέδωσε τὴν μακάρια ψυχή του στὸν Κύριο στὶς 26 Ὀκτωβρίου τοῦ 655, ἕναν μῆνα μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ἁγίου Μαρτίνου (17/9)., ὁ δὲ πρῶτος, ὁ Θεόδωρος, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὕστερα ἀπὸ εἴκοσι χρόνια ἐξορίας.

Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ ἅγιος Μάξιμος ἀπὸ τὴν Ἀφρική, ὅπου ἡγοῦνταν τοῦ ἀντιμονοθελητικοῦ ἀγῶνα, πέρασε στὴν Ρώμη, γιὰ νὰ συντονίσει τὴν ἀντίδραση κατὰ τοῦ «Τύπου». Μὲ εἰσήγησή του ὁ πάπας ἅγιος Μαρτίνος (13/4), συνεκάλεσε τὴν Σύνοδο τοῦ Λατερανοῦ (649), ἡ ὁποία κατεδίκασε τὸν μονοθελητισμό. Ὅταν οἱ ἀποφάσεις της ἔφτασαν στὴν Βασιλεύουσα, ὁ μονοθελήτης Κώνστας ὁ Β', διέταξε τὴν ἄμεση σύλληψη τοῦ Μαξίμου καὶ τοῦ μαθητοῦ του Ἀναστασίου τοῦ μοναχοῦ, ἐνεργοῦ μέλους τῆς Συνόδου. Φτάνοντας οἱ ἅγιοι στὴν Κωνσταντινούπολη, ἄνθρωποι τοῦ βασιλιᾶ τους παρέλαβαν ἀπὸ τὸ πλοῖο μὲ ὕβρεις καὶ ἀτιμίες καὶ ὕστερα ἀπὸ ὀλιγόμηνη κάθειρξη σὲ ζοφερὸ δωμάτιο, τοὺς παρουσίασαν στὸ κριτήριο (655).

Κατὰ τὴν ἀνάκριση, ὁ Ἀναστάσιος ὁ μοναχὸς ὁμολόγησε πὼς εἶχε ἀναθεματίσει τὸν «Τύπο» καὶ εἶχε γράψει λίβελλο ἐναντίον τοῦ διατάγματος. Μὲ ἀπειλὲς καὶ ἐκφοβισμοὺς προσπάθησαν οἱ αἱρετικοὶ νὰ τὸν πείσουν νὰ κατηγορήσει τὸν διδάσκαλό του. Ἀλλὰ αὐτὸς κατέθεσε ἀντίθετα ἀπὸ τὰ ἀναμενόμενα καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸν γρονθοκόπησαν στὸ κεφάλι καὶ στὸ πρόσωπο. Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀνάκριση καὶ τοῦ Μαξίμου, ἐξόρισαν τὸν μὲν διδάσκαλο στὴν Βιζύη τῆς Θράκης, τὸν δὲ Ἀναστάσιο σὲ κάστρο τῆς Πέρβης. Τότε μετέφεραν καὶ τὸν Ἀναστάσιο τὸν πρεσβύτερο, ποὺ ἦταν ἀποκρισάριος, ἀπὸ τὴν Τραπεζοῦντα στὴν Μεσημβρία.

Τὸ 662 ξανακάλεσαν καὶ τοὺς τρεῖς ὁμολογητὲς στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ δεύτερη ὁριστικὴ δίκη. Δὲν μπόρεσαν ὅμως νὰ καταβάλουν τοὺς βράχους αὐτοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας. Μὲ διαταγὴ τοῦ ἐπάρχου ὁ Μάξιμος καὶ ὁ Ἀναστάσιος ὁ μοναχὸς μαστιγώθηκαν σκληρὰ καὶ φυλακίστηκαν. Κατόπιν ὁ δήμιος παρέλαβε τὸν Μάξιμο καὶ τὸν Ἀναστάσιο, τὸν ἀποκρισάριο, τοὺς ἔκοψε τὴ γλῶσσα ἀπὸ τὸν φάρυγγα καὶ μὲ σμίλη καὶ σφυρί τους ἔκοψε τὰ δάχτυλα τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ. Ἔπειτα τοὺς ἔσυραν μέσα στὴν πόλη, θεατρίζοντας τὰ κομμένα τους μέλη.

Μετὰ ἀπὸ προσωρινὴ κράτηση καὶ τῶν τριῶν στὶς φυλακὲς τῶν καταδίκων, τοὺς ἐξόρισαν στὴν Λαζικὴ τοῦ Καυκάσου, ἀπογυμνωμένους ἀπὸ τὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα, ἀνυπόδητους καὶ πεινασμένους. Ἐκεῖ, τὸν ἀσθενῆ καὶ ἐξαντλημένο ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ἅγιο Μάξιμο τὸν μετέφεραν μὲ φορεῖο στὸ κάστρο τοῦ Σχημάρεως καὶ τοὺς ἄλλους δυὸ σὲ διαφορετικὰ κάστρα.

Λίγες μέρες ἀργότερα καὶ ἐνῶ τοὺς δύο Ἀναστάσιους τοὺς ἄλλαζαν τόπο ἐξορίας, ὁ μὲν μοναχὸς ὑπέκυψε καθ` ὁδὸν στὰ βάσανα καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Θεὸ στὶς 24 Ἰουλίου. Ὁ δὲ ἀποκρισάριος, ὁ πρεσβύτερος, ὁδηγήθηκε σὲ κάστρο στοὺς πρόποδες τοῦ Καυκάσου.

Ἀπὸ τὴν μακρινὴ αὐτὴ χώρα, ἕναν χρόνο πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμησή του, ὁ μακάριος ὁμολογητής, στερεώνοντας δύο πτυσσόμενα ξυλάκια, ἀντὶ γιὰ δάκτυλα, στὸ φρικτὰ ἀκρωτηριασμένο χέρι του, μᾶλλον δὲ μὲ τὴν θεία χάρη καὶ δύναμη, μὲ τὴν ὁποία μποροῦσε  καὶ νὰ μιλάει ἀνεμπόδιστα, ἔγραψε ἐπιστολὴ στὸν φίλο του Θεοδόσιο Γάγγρας, στὴν ὁποία ἐξιστοροῦσε ὅλες τὶς περιπέτειές τους. Στὸ κάστρο αὐτὸ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ στὶς 11 Ὀκτωβρίου τοῦ 666, ὕστερα ἀπὸ εἴκοσι περίπου χρόνια ἐξορίας.

Πηγή: «ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» («ΙΝΔΙΚΤΟΣ»)


Ἐπιμέλεια - Ἀντιγραφή:
Σάββας Ηλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 20-9-2021

«Πᾶνος»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου