ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Οἱ Καππαδόκες Πατέρες εἶναι οἱ θεμελιωτὲς τῆς Θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι κατόρθωσαν νὰ διατυπώσουν μὲ ἀκρίβεια τὸ ὀρθόδοξο δόγμα, τὸ ὁποῖο εἶναι συνώνυμο μὲ τὴ σωτηρία μας. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ὑπῆρξε ὁ ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Νύσσης, μιὰ πραγματικὰ μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ φυσιογνωμία τοῦ 4ου μ. Χ. αἰῶνος, ὁ ὁποῖος ἔβαλε τὴ δική του σφραγῖδα στὴ διατύπωση τῶν σωστικῶν ἀληθειῶν τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως.
Γεννήθηκε τὸ 332 στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Μ. Βασιλείου. Ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ οἰκογένειά του εἶχε πάρει τίς πνευματικές του καταβολὲς καὶ τὴν ἰσχυρὴ πίστη του στὸ Θεό. Στὸ εὐλογημένο σπίτι, τῆς ἁγίας αὐτῆς οἰκογένειας, κυοφορήθηκε μιὰ σειρὰ μεγάλων ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας (Μ. Βασίλειος, ἅγιος Γρηγόριος, ἁγία Μακρίνα (γιαγιά), ἁγία Μακρίνα (ἀδελφή), ἁγία Ἐμμέλεια (μητέρα), ἅγιος Ναυκράτιος (ἀδελφός), κλπ). Γιὰ τὰ νεανικά του χρόνια δὲ γνωρίζουμε σχεδὸν τίποτε. Φαίνεται ὅτι σπούδασε στὴν Καισάρεια καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς δασκάλους του ὑπῆρξε ὁ ἀδελφός του Βασίλειος. Σπούδασε ρητορικὴ καὶ φιλοσοφία, ἡ ὁποία τὸν ἔθελγε ἀπὸ μικρό. Διακρίνονταν γιὰ τὴν εὐφυΐα του καὶ τὴν φιλομάθειά του. Ὡς δασκάλα του θεωροῦσε ὁ ἴδιος καὶ τὴν ἀδελφή του Μακρίνα, ἡ ὁποία τὸν δίδαξε ἀρετὴ καὶ ἄσκηση.
Μελετοῦσε μὲ πάθος τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ τὰ συγγράμματα τοῦ μεγάλου ἐκκλησιαστικοῦ διδασκάλου Ὠριγένη. Μελετοῦσε ἐπίσης τοὺς φιλοσόφους: Φίλωνα τὸν Ἰουδαῖο καὶ τὸν Θεόγνωστο, οἱ ὁποῖοι ἄσκησαν μεγάλη ἐπίδραση σ᾿ αὐτόν. Μελετοῦσε τὴ θύραθεν φιλοσοφία ἀκόμα καὶ μετὰ τὴν εἴσοδό του στὸν ἱερὸ κλῆρο.
Κατ᾿ ἀρχὰς ἀσκοῦσε τὸ ἐπικερδὲς ἐπάγγελμα τοῦ ρήτορα, ἀποκτῶντας τὴ φήμη ἑνὸς ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους ρήτορες τῆς ἐποχῆς του. Νυμφεύτηκε τὴν Θεοσέβεια, μιὰ σπουδαία καὶ ἁγία γυναῖκα, ἡ ὁποία ὅμως πέθανε λίγο καιρὸ ἀργότερα. Ὁ Γρηγόριος ἀντιμετώπισε μὲ στωικισμὸ τὴν ἀπώλειά της. Ὁ ἰσχυρὸς χαρακτῆρας του καὶ ἡ βαθειὰ πίστη τους στὸ Θεὸ τὸν βοήθησαν νὰ ξεπεράσει το χαμό της.
Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ ἀφιερώθηκε στὴν Ἐκκλησία. Γιὰ λίγο καιρὸ ἀποσύρθηκε στὸ περίφημο ἀσκητήριο τοῦ ἀδελφοῦ του Βασιλείου στὸν Πόντο, στὰ ὄχθες τοῦ Ἴρη ποταμοῦ, ὅπου προετοιμάστηκε πνευματικά, μὲ ἄσκηση, κάθαρση παθῶν καὶ προσευχή. Ὅσον ἀφορᾷ τὴ γνώση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων φαίνεται ὅτι δὲν τὴν κατεῖχε ὅσο ἔπρεπε καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀδελφός του Βασίλειος δὲν τὸν προόριζε ἀρχικὰ γιὰ κληρικό. Ὅμως στὰ 371 χήρεψε ἡ ἐπισκοπὴ Νύσσης, στὴν ὁποία χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος, σὲ ἡλικία σαράντα χρονῶν, ὑποσχόμενος πλήρη ἀφοσίωση στὴ διακονία τῆς Ἐκκλησίας.
Σύντομα ὅμως ἔγινε στόχος τῶν αἱρετικῶν ἀρειανῶν, οἱ ὁποῖοι ἄρχισαν τίς ἐνοχλήσεις, διότι διεῖδαν ὅτι ἕνας ἀκόμη ἀντιαρειανὸς ἐπίσκοπος προστέθηκε στοὺς ἐπικριτές τους. Καὶ τοῦτο διότι ὁ Γρηγόριος εἶχε τὸ σθένος, τὴν ἱκανότητα καὶ τὴ δύναμη νὰ τοὺς ἀπογυμνώνει θεολογικά. Σχεδίασαν νὰ τὸν ἐξοντώσουν. Χάλκευσαν ψεύτικες κατηγορίες ὅτι δῆθεν εἶχε σφετεριστεῖ τὰ χρήματα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ χειρότερο: τὸν κατηγόρησαν ὅτι εἶχε ἐκλεγεῖ ἀντικανονικὰ Ἐπίσκοπος. Τίς κατηγορίες ἀνέλαβε νὰ προωθήσει κάποιος φανατικὸς ἀρειανός, ὀνόματι Φιλόχαρης, πρὸς τὸν διοικητὴ τοῦ Πόντου Δημοσθένη, ὁ ὁποῖος ἀνάλαβε τὴ δίωξη τοῦ Γρηγορίου. Πρὸς αὐτὸν ἀπέστειλε ἐπιστολὲς ὁ Μ. Βασίλειος, μὲ τίς ὁποῖες τὸν παρακαλοῦσε νὰ διενεργήσει διαχειριστικὸ ἔλεγχο στὴν ἐπισκοπὴ γιὰ νὰ ἀποδειχτεῖ ἡ ἀθωότητα τοῦ Γρηγορίου. Ὅμως δὲν κατέστῃ δυνατὸ νὰ πειστεῖ ὁ Δημοσθένης. Ἐπίσης ὁ φανατικὸς ἀρειανόφρων αὐτοκράτορας Οὐάλης εἶχε κάθε λόγο νὰ καταδικαστεῖ ὁ ὀρθόδοξος Γρηγόριος. Ἔτσι, μὲ σκοτεινὰ διαβούλια τὸ 376 σύνοδος ἀρειανῶν ἐπισκόπων τοῦ Πόντου καὶ τῆς Γαλατίας τὸν καθαίρεσαν ἐρήμην.
Ὁ Γρηγόριος ἔφυγε καταδιωκόμενος ἀπὸ τὴν Ἐπισκοπή του, διότι κινδύνευε πλέον καὶ ἡ ζωή του ἀπὸ τοὺς φανατικοὺς αἱρετικοὺς ἀρειανούς. Περιπλανήθηκε γιὰ δύο χρόνια στὰ δάση τοῦ Πόντου. Ἡ περιπέτειά του ἔλαβε τέλος τὸ 378, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Οὐάλη. Ἐπέστρεψε στὴ Νύσσα, ὅπου τοῦ ἔγινε θερμὴ καὶ θριαμβευτικὴ ὑποδοχὴ ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους πιστούς. Ὁ Γρηγόριος ἄρχισε ἀμέσως τὴν ποιμαντική του διακονία καὶ τὴν κάθαρση τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς ἀρειανούς. Τὴν ἑπόμενη χρονιὰ πέθαναν τὰ ἀδέλφια του Βασίλειος καὶ Μακρίνα, γεγονός, ποὺ τὸν γέμισε μὲ πίκρα καὶ ὀδύνη.
Τὸ 379 ἔλαβε μέρος στὴν Τοπικὴ Σύνοδο τῆς Ἀντιόχειας, ἡ ὁποία συγκλήθηκε νὰ καταδικάσει τὴν αἵρεση τοῦ Ἀπολλιναρίου, ὁ ὁποῖος δίδασκε ὅτι ὁ Χριστός, κατὰ τὴν σάρκωσή Του, ἔλαβε μόνον σάρκα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ ὄχι καὶ ψυχή, ποὺ σημαίνει ὅτι δὲν ἔγινε ἀληθὴς ἄνθρωπος καὶ ἄρα δὲν εἶναι πραγματικὸς σωτῆρας τοῦ κόσμου. Ὁ Γρηγόριος, μὲ τὴν εὐγλωττία του καὶ τὴν θεολογική του κατάρτιση, ἀνασκεύασε τίς κακοδοξίες τοῦ Ἀπολλιναρίου καὶ στερέωσε τὸ ὀρθόδοξο δόγμα. Μετὰ τὸ πέρας τῆς Συνόδου στάλθηκε ἀπό τοὺς Πατέρες στὴν Ἐκκλησία τῆς Βαβυλώνας καὶ Ἀραβίας, γιὰ νὰ κομίσει καὶ νὰ ἐφαρμόσει τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου, στὶς ὁποῖες κυριαρχοῦσαν αἰρετίζουσες τάσεις. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ἐπισκέφτηκε καὶ τοὺς Ἁγίου Τόπους καὶ προσκύνησε τὰ Ἱερὰ Προσκυνήματα. Ἀλλὰ ἐκεῖ ἔγινε στόχος τῶν αἱρετικῶν Ἀπολλιναριστῶν.
Τὸ 381 μετέβηκε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ λάβει μέρος στὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ἐκεῖ μὲ σθένος καὶ καθαρὸ θεολογικὸ λόγο κατατρόπωσε τοὺς πνευματομάχους τοῦ αἱρετικοῦ Μακεδονίου, ἀποδεικνυόμενος ὡς αὐθεντία. Μάλιστα οἱ Πατέρες τῆς Συνόδου τὸν χαρακτήρισαν ὡς «Πατὴρ Πατέρων καὶ Νυσσαέων Φωστῆρας». Ὁ αὐτοκράτορας Μ. Θεοδόσιος (379-395) τὸν ἀποκάλεσε «Στῦλο τῆς Ὀρθοδοξίας» καὶ τὸν τίμησε δεόντως. Ἐπίσης τὸ 382 καὶ 383 ἦταν ἐπίσης παρὼν στὴν Βασιλεύουσα στὸν ἀγῶνα κατὰ τῶν ἀρειανῶν.
Ἐπανῆρθε στὴν Ἐπισκοπή του, ὅπου ἐργάστηκε μὲ ζῆλο, χωρὶς νὰ ὑπάρχουν ἰδιαίτερες πληροφορίες γιὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς του. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ 394. Ἔγραψε σπουδαῖα συγγράμματα, θεολογικά, δογματικά, πολεμικά, ἑρμηνευτικά, λόγους, ἐπιστολὲς κλπ. Σὲ αὐτὰ εἶναι διάχυτη ἡ θύραθεν παιδεία του καὶ κυρίως ἡ ἑλληνικὴ φιλοσοφία. Κάποιοι προσπάθησαν νὰ τὸν σπιλώσουν ὡς δῆθεν κακόδοξο, «ὠριγενιστή», κατὰ τίς λεγόμενες «ὠριγενιστικὲς ἔριδες» τοῦ 6ου αἰῶνα. Ὅμως ἡ Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀποφάνθηκε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία του. Ἡ μνήμη του τιμᾷται στὶς 10 Ἰανουαρίου.
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου