Πέμπτη 1 Ιουνίου 2023

Λάμπρος Σκόντζος: Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ φιλόσοφος καί Μάρτυς


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ
 
Μιὰ ἀπὸ τίς συκοφαντίες τῶν μαινόμενων εἰδωλολατρῶν κατὰ τῆς Ἐκκλησίας στὰ πρωτοχριστιανικὰ χρόνια ἦταν ὅτι ἀπαρτίζονταν αὐτὴ ἀπὸ ἀγραμμάτους καὶ ἄσημους ἀνθρώπους. Ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς ἦταν ἡ θρησκεία τοῦ ἀπαίδευτου ὄχλου καὶ τῶν δούλων. Ἀλλὰ ἡ παρουσία σπουδαίων ἐκκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων τοὺς ἀποστόμωσε. Μιὰ ἀπὸ τίς κορυφαῖες μορφὲς τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας εἶναι καὶ ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Φιλόσοφος καὶ Μάρτυς. Ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον μορφωμένους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, ἐφάμιλλος ἢ καὶ ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς ἐθνικοὺς φιλοσόφους τῆς ἐποχῆς του.
 
Γεννήθηκε στὴν πόλη Φλαβία Νεάπολη τῆς Παλαιστίνης περὶ τὸ 110 μ. Χ. ἀπὸ γονεῖς ἕλληνες εἰδωλολάτρες. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Πρίσκιος Βάκχιος, ἐνῶ τῆς μητέρας του ἀγνοοῦμε τὸ ὄνομα. Μεγάλωσε ὡς εἰδωλολάτρης. Ἦταν προικισμένος μὲ ἐξαιρετικὰ χαρίσματα καὶ φιλομάθεια. Οἱ γονεῖς του φρόντισαν νὰ τοῦ παράσχουν ὑψηλὴ παιδεία. Σπούδασε φιλοσοφία στὶς ὀνομαστὲς σχολὲς τῆς Παλαιστίνης καὶ τῆς Συρίας. Ἐμβάθυνε στὴν στωική, στὴν ἐπικούρεια, στὴν περιπατητικὴ καὶ στὴν πυθαγόρεια φιλοσοφία. Ἰδιαιτέρως ἀσχολήθηκε μὲ τίς ἀρχὲς τῆς ὀντολογίας τοῦ πλατωνισμοῦ. Τὸν ἀπασχολοῦσε ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, διότι ἐνωρὶς ἄρχισε νὰ διαπιστώνει πὼς οἱ ποικίλες δοξασίες καὶ πίστεις τῶν εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν τῆς ἐποχῆς του περὶ θείου ἦταν ὄχι μόνον ἀτελεῖς, ἀλλὰ καὶ ἀπαράδεκτες γιὰ μορφωμένους ἀνθρώπους. Ἄλλωστε βρισκόμαστε στὴν ἐποχή, ποὺ ἡ κατάρρευση τῆς εἰδωλολατρίας ἦταν ραγδαία.
 
Ἡ θεία πρόνοια βλέποντας τίς ἀγαθὲς προθέσεις τοῦ νεαροῦ φιλοσόφου εὐδόκησε νὰ τοῦ φανερώσει τὴν πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεό. Περὶ τὸ 135 γνώρισε κάποιο σεβάσμιο Χριστιανό, ὁ ὁποῖος τὸν ἔπεισε ὅτι οἱ ἀνθρώπινες ἀντιλήψεις γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι ἀτελεῖς καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἀποφάσισε νὰ ἀποκαλύψει τὸν ἑαυτό Του. Μελετῶντας τὴν Ἁγία Γραφὴ φωτίστηκε ὁ νοῦς του καὶ ἱκανοποιήθηκε ὁ πόθος του γιὰ τὴ γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Πέταξε τὸν φιλοσοφικὸ τρίβωνα καὶ ἄρχισε νὰ ζῇ χριστιανικὴ ζωή, «τὴν μόνην φιλοσοφίαν τὴν ἀληθῆ καὶ ἀσύμφορον», ὅπως ἔγραψε ὁ ἴδιος ἀργότερα γιὰ τὴν μεταστροφὴ στὸ Χριστό, στὴν ὑπηρεσία τοῦ Ὁποίου ἀφιέρωσε τὴν ὑπόλοιπη ζωή του.
 
Ἀφοῦ βαπτίστηκε, ἀποφάσισε νὰ ἐγκατασταθῆ στὴν πολυάνθρωπο Ρώμη, νὰ εἶναι κοντὰ στὰ κέντρα ἐκεῖνα ποὺ ἀποφάσιζαν καὶ κινοῦσαν τὸν ἀφανισμὸ τῆς νέας πίστης. Βρισκόμαστε ἄλλωστε στὸν 2ο αἰῶνα, ὅπου οἱ διωγμοὶ κατὰ τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὴ ρωμαϊκὴ ἐξουσία βρισκόταν σὲ ἔξαρση. Πίστευε πὼς συντελοῦνταν μιὰ φρικτὴ ἀδικία εἰς βάρος τῶν διωκομένων Χριστιανῶν καὶ ἔπρεπε κάποιος νὰ τοὺς ὑπερασπίση. Ἄνοιξε σχολή, στὴν ὁποία δίδασκε τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ἔχοντας, ἐπίσης, καλὴ γνώση τῆς εἰδωλολατρίας, τῶν φιλοσοφικῶν ρευμάτων τῆς ἐποχῆς του καὶ τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἀνάλαβε τὸ δύσκολο ἔργο τῆς ἀπολογίας κατὰ τῶν διωκτῶν. Ὁμιλεῖ μὲ θάρρος ἐνώπιον εἰδωλολατρῶν φιλοσόφων, τοὺς ὁποίους ἐλέγχει διότι πολεμοῦν τὸν Χριστιανισμὸ χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζουν. Μὲ τὰ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματά του καὶ τὴν εὐγλωττία τοὺς ἀποστομώνει καὶ τοὺς καθιστᾷ ἀσόφους.
 
Στράφηκε ἐπίσης, νὰ δώσει λόγο ἀπολογίας, καὶ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι μάχονταν καὶ αὐτοὶ τοὺς Χριστιανοὺς παράλληλα μὲ τοὺς ἐθνικούς. Εἶχε κάποτε διήμερο θεολογικὸ διάλογο μὲ κάποιον Ἰουδαῖο Τρύφωνα, τὸν ὁποῖο καὶ κατατρόπωσε. Μάλιστα φρόντισε ὁ Ἰουστῖνος νὰ καταγράψει αὐτὴν τὴ συζήτηση, ἡ ὁποία διασώθηκε καὶ ἔφτασε ὡς ἐμᾶς. Εἶναι ὁ περίφημος «Διάλογος πρὸς Τρύφωνα».
 
Οἱ ἐπιτυχίες τοῦ Χριστιανοῦ φιλοσόφου δὲν ἄργησε νὰ γίνουν γνωστὲς στοὺς φιλοσοφικοὺς κύκλους τῆς Ρώμης. Οἱ ἀποστομωμένοι καὶ ταπεινωμένοι φιλόσοφοι
καλλιέργησαν ἕνα ἀπίστευτο μῖσος κατὰ τοῦ Ἰουστίνου. Ἐπειδὴ ἔχαναν συνεχῶς ἔδαφος καὶ τοὺς ἦταν ἀδύνατο νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουν, ἀποφάσισαν νὰ τὸν καταδώσουν στὶς ρωμαϊκὲς ἀρχές, γιὰ τίς ὁποῖες οἱ Χριστιανοὶ ἦταν παράνομοι. Ὁ κυνικὸς φιλόσοφος Κρήσκεντας τὸν κατάγγειλε στὸν αὐτοκράτορα Μάρκο Αὐρήλιο (161-180), διότι τὸν μισοῦσε θανάσιμα ἐπειδὴ τοῦ ἐρήμωσε τὴ σχολή, μεταστρέφοντας τοὺς μαθητές του στὸν Χριστιανισμό. Συνελήφθῃ ὁ μαθητὴς του Πτολεμαῖος καὶ μαρτύρησε. Ὁ ἴδιος πρόλαβε νὰ φύγει προσωρινά, ὥσπου νὰ κοπάσει ὁ θόρυβος. Ἀργότερα ἐπέστρεψε γιὰ νὰ συγγράψει τίς δύο περίφημες Ἀπολογίες του πρὸς τὴ ρωμαϊκὴ σύγκλητο, ὑπερασπίζοντας τὴν διωκόμενη χριστιανικὴ πίστη, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ὑπέροχα δείγματα χριστιανικῆς γραμματείας καὶ ἀπολογητικῆς.
 
Οἱ ἀπολογίες του ὅμως οὐδόλως ἔπεισαν τίς ρωμαϊκὲς ἀρχὲς γιὰ τὸν ἄδικο διωγμὸ τῶν φιλήσυχων Χριστιανῶν. Μάλιστα τὸν ἐντόπισαν οἱ ἀρχές, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν νὰ ἀπολογηθῆ ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου τῆς Ρώμης Ἰουνίου Ρουστικοῦ (162-167), πρώην διδασκάλου καὶ παιδαγωγοῦ τοῦ αὐτοκράτορα Μάρκου Αὐρηλίου. Ὁ Ἰουστῖνος ὁμολόγησε μὲ ἀπίστευτο ἡρωισμὸ καὶ σθένος τὴν πίστη του στὸ Χριστὸ καὶ στηλίτευσε τὴν εἰδωλολατρία ὡς πίστη σὲ ψευδεῖς καὶ ἀνήθικους «θεούς». Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, ὅπου ἀποκεφαλίστηκε, μαζὶ μὲ ὁμάδα ἀφοσιωμένων μαθητῶν του περὶ τὸ 165. Τὸ λείψανό του θάφτηκε στὴν κατακόμβη τῆς Ἁγίας Πρισκίλλης, ὅπου βρέθηκε λίθος μὲ τὴν ἐπιγραφὴ ΜΧΟΥΣΤΙΝΟΣ, δηλαδὴ Μάρτυς Χριστοῦ Ἰουστῖνος. Ἡ μνήμη του τιμᾷται τὴν 1η Ἰουνίου.
 
Στὴν πρώτη του Ἀπολογία ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος, ἡ ὁποία στάλθηκε στὸν αὐτοκράτορα Ἀντωνῖνο (138-161), γιὰ νὰ κάνει γνωστὴ τὴ χριστιανικὴ πίστη ἀνασκευάζει τίς κατηγορίες τῶν εἰδωλολατρῶν. Παραθέτοντας σὲ αὐτὴ πληροφορίες γιὰ τὴν χριστιανικὴ λατρεία, μᾶς παρέχει πολύτιμες πληροφορίες γιὰ τὴν λατρεία τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, καὶ κύρια τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
 
Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους μεγάλους θεολόγους τῆς Ἐκκλησίας μας. Παρ᾿ ὅλο ποὺ δὲν εἶχαν διευκρινισθεῖ ἀκόμη οἱ βασικὲς ἀρχὲς τῆς χριστιανικῆς πίστεως, μπόρεσε νὰ διατυπώση κατὰ τρόπο ὀρθόδοξο, πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς καὶ κυρίως τὴ θεολογία τοῦ σαρκωμένου Λόγου.

__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου