Γράφει ο Δημήτριος Νικ. Δασκαλάκης, Δικηγόρος Αθηνών
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Δημήτριος κατέχει ξεχωριστή θέση μέσα στο πάνθεον των Αγίων της Ανατολικής Ορθόδοξης του Χριστού Εκκλησίας, καθώς υμνήθηκε και αγαπήθηκε όσο λίγοι, ενώ τα πολλά θαύματα που επιτελούνται μέχρι σήμερα σε όσους με πίστη καταφεύγουν στην θερμή του μεσιτεία τον έχουν καταστήσει ιδιαίτερα λαοφιλή στον Ελληνικό λαό.
Η πόλη της Θεσσαλονίκης, η «νύμφη του Θερμαϊκού», όπως είναι γνωστή η συμπρωτεύουσα έχει την ιδιαίτερη τιμή και ευλογία να τιμά ως πολιούχο και προστάτη Άγιο της, τον Μεγαλομάρτυρα Δημήτριο, καθόσον η ζωή, η διδασκαλία, η δράση και η εν γένει προσωπικότητα του Αγίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πόλη στην οποία γεννήθηκε, δίδαξε και μαρτύρησε.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τον 14o αιώνα, τόσο στην Βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη όσο και στην Βυζαντινή Συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη, συντάσσονται θερμοί εγκωμιαστικοί λόγοι προς τιμήν του Αθλοφόρου Αγίου από τους διαπρεπέστερους διανοούμενους της εποχής, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας (σπουδαίος Ορθόδοξος Θεολόγος), ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (και συμπολιούχος) και ο Άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως που διετέλεσε μαθητής και συνεργάτης του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Αναφέρουμε με ιδιαίτερη έμφαση ότι κατά την βυζαντινή εγκωμιαστική παράδοση ο Άγιος Δημήτριος επαινείται ως «Μιμητής του Χριστού», στοιχείο που μαρτυρά την βαθύτερη επιθυμία των υμνογράφων να παρουσιάσουν στον πιστό λαό τον Άγιο, ως ιδανικό πρότυπο και υπόδειγμα πολιτικού και στρατιωτικού ηγεμόνα που διακρίνεται για το ορθόδοξο χριστιανικό του φρόνημα, την ηθική του ακεραιότητα, την ψυχική του ευγένεια, την καλοσύνη και την δικαιοσύνη του.
Κατά την περίοδο της βυζαντινής μεγαλοπρέπειας και της θρησκευτικής ευλάβειας του Ελληνικού λαού, η μνήμη του Αγίου εορταζόταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα στον ελληνικό χώρο και ειδικά για την Θεσσαλονίκη αποτελούσε το κορυφαίο θρησκευτικό, εκκλησιαστικό, εμπορικό και πολιτιστικό γεγονός της χρονιάς.
Οι εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν του Αγίου άρχιζαν έξι ημέρες πριν από την επίσημη ημέρα της μνήμης του (26η Οκτωβρίου) και ολοκληρώνονταν δύο ημέρες αργότερα με αποτέλεσμα να καθιερωθούν συν τω χρόνω τα λεγόμενα «Δημήτρια», κατά την διάρκεια των οποίων συνέρρεε στην συμπρωτεύουσα πλήθος προσκυνητών, εμπόρων, φιλοσόφων, καλλιτεχνών, λογίων από κάθε γωνιά της ελληνικής βυζαντινής αυτοκρατορίας, γεγονός που συντέλεσε στην εμπορική, πολιτισμική και πνευματική άνθηση της πόλης.
Ενώ στους περισσοτέρους είναι μάλλον γνωστός ο βίος και το μαρτύριο του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, ίσως πολλοί να αγνοούν ότι ο Άγιος παράλληλα με την άσκηση των υψηλών καθηκόντων του που απέρρεαν από το υπεύθυνο αξίωμα του ανθύπατου (στην κλίμακα της Ρωμαϊκής ιεραρχίας ανθύπατος ήταν ο κυβερνήτης κάποιας επαρχίας της αυτοκρατορίας που όφειλε να διαθέτει στρατιωτική εμπειρία και ικανότητα), παρουσίασε πλούσιο και αξιόλογο διδακτικό και κατηχητικό έργο, προσφέροντας μέγιστες υπηρεσίες στην διάδοση του Χριστιανισμού.
Σε συνθήκες ανηλεούς διωγμού που είχαν εξαπολύσει οι συναυτοκράτορες της Ρώμης, Διοκλητιανός και Μαξιμιανός Ερκούλιος, υπό την καθοδήγηση του σκοταδιστικού και εμπαθούς ειδωλολατρικού ιερατείου (το οποίο έβλεπε τα έσοδά του να μειώνονται καθώς ολοένα και περισσότεροι εθνικοί ασπάζονταν την χριστιανική πίστη), ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Δημήτριος επιδόθηκε με ιερό ζήλο και θέρμη στην διάδοση του Λόγου του Ευαγγελίου.
Μάλιστα η διδασκαλία του είχε πρωτοφανή επιτυχία και απήχηση μεταξύ των εθνικών, με αποτέλεσμα η φήμη του Αγίου να εξαπλωθεί σε ολόκληρη την Ελλάδα. Έτσι, πολλοί άνθρωποι για χάρη του Δημητρίου αποτάσσονταν την δαιμονική πλάνη των ειδώλων και βαπτίζονταν Χριστιανοί.
Ο Άγιος Δημήτριος αμφισβήτησε την νομιμότητα των αυτοκρατορικών διαταγμάτων του Μαξιμιανού και του Διοκλητιανού που επέβαλαν στους πολίτες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας –επί ποινή βασανιστικής θανατώσεως– την προσφορά δημόσιας λατρείας στους ειδωλολατρικούς βωμούς της αρχαίας θρησκείας, ζητώντας από τους πιστούς να εναντιωθούν με κάθε τίμημα στην εφαρμογή τους και να παραμείνουν μέχρι τέλους ακλόνητοι στην ομολογία της πίστεώς τους.
Δηλαδή ο Άγιος Δημήτριος παρότρυνε τους μαθητές του να διαφυλάξουν ως «κόρην οφθαλμού» την Χριστιανική Ορθόδοξη Πίστη και να επιδείξουν στάση πολιτικής ανυπακοής, απορρίπτοντας τα αντίθεα διατάγματα της ειδωλολατρικής Ρωμαϊκής Αρχής (δηλαδή τους σημερινούς νόμους του κράτους), στο μέτρο που παραβίαζαν την θρησκευτική τους ελευθερία και συνείδηση.
Στα χρόνια που έζησε ο Άγιος δεν είχε εφευρευθεί ακόμη ο όρος της «εξαναγκασμένης συμμόρφωσης» –σκεφτείτε μόνο ότι, εάν μόλις το 20% των μαθητών δεν συμμορφωνόταν στο μέτρο της απάνθρωπης και υποχρεωτικής μασκοφορίας, αυτό θα οδηγούσε στην αναγνώριση της αντισυνταγματικότητας της σχετικής νομοθετικής διάταξης στο κοινωνικό πεδίο και στην κατάρρευση του αφηγήματος της πανδημίας εν τη γενέσει του–, αλλ’ ούτε οι πιστοί διακατέχονταν από την αγωνιώδη μέριμνα για την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών, αφήνοντας ένα περιθώριο στον Θεό να μιλήσει στην ψυχή τους.
Τότε οι άνθρωποι ζούσαν ήρεμα και ευτυχισμένα σε μικρές χριστιανικές κοινότητες με κοινή προσευχητική και λατρευτική ζωή, ανταλλάσσοντας τις βιωματικές, πνευματικές τους εμπειρίες.
Μολονότι ο Δημήτριος δέχθηκε ισχυρή πίεση από τους ειδωλολατρικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης να εγκαταλείψει την πίστη του Χριστού, εντούτοις δεν πτοήθηκε από τις φοβέρες και τις απειλές, αλλά εξακολούθησε με περισσότερο θάρρος και αποφασιστικότητα το κηρυκτικό και ομολογιακό του έργο.
Βλέπουμε, δηλαδή, ότι ο προστάτης Άγιος της Θεσσαλονίκης δεν κρύφτηκε πίσω από την κοινωνικά αξιοζήλευτη πολιτική και στρατιωτική του θέση, αλλά βρήκε την ευκαιρία να διακηρύξει δημόσια και φανερά την χριστιανική του πίστη, γνωρίζοντας ότι η αταλάντευτη στάση του θα τον οδηγούσε στον μαρτυρικό θάνατο.
Μια όχι τόσο πολύ γνωστή λεπτομέρεια από τον βίο του Αγίου Δημητρίου αναφέρει ότι, όταν ο Άγιος οδηγήθηκε στην σκοτεινότερη και ειδεχθέστερη φυλακή της πόλης, αντίκρισε ένα τεράστιο σκορπιό που πλησίασε τον Μάρτυρα με απειλητικές διαθέσεις.
Η αιφνίδια εμφάνιση του σκορπιού ενεργοποίησε τα πνευματικά αντανακλαστικά του Αγίου, καθώς αντιλήφθηκε «με πνευματικό τρόπο» ότι ο συγκεκριμένος σκορπιός «εργαλειοποιείται από τον διάβολο» με σκοπό να θανατώσει τον ίδιο και, ως εκ τούτου, αντιμετώπισε τον πονηρό εισβολέα με το ακατανίκητο όπλο του Σταυρού, λέγοντας τα εξής:
«Στο όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού που μας δίδαξε ότι όποιος πιστεύει σε Αυτόν μπορεί να πατά επάνω σε φίδια και σκορπιούς και σε όλα τα τεχνάσματα του διαβόλου (“επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού”) και να μην βλάπτεται».
Αφού σφράγισε τον εαυτό του με το σημείο του Σταυρού, πάτησε αποφασιστικά και άφοβα τον σκορπιό (τουτέστιν τον διάβολο), τον οποίο θανάτωσε, αποδεικνύοντας ότι μπορεί να αγωνισθεί και να νικήσει με την βοήθεια του Σταυρού του Κυρίου. Δυστυχώς, οι σημερινοί πολίτες που δέχονται επιθέσεις από πάσης φύσεως «αόρατους εχθρούς», αντί να στραφούν στον Σταυρό, δέχονται να «σταυρώνονται» από τα εκάστοτε αυστηρά μέτρα που σκαρφίζονται οι πατερναλιστές κυβερνήτες τους, κρατώντας τους καθηλωμένους στην νηπιακή κούνια τους.
Σύμφωνα με το συναξάρι, αμέσως μετά, εμφανίστηκε Άγγελος σταλμένος από τον Θεό, προκειμένου να τον ενισχύσει και να τον ενθαρρύνει στο επικείμενο μαρτύριο και αφού τον στεφάνωσε με το χρυσό στεφάνι της Νίκης, στην συνέχεια εξαφανίστηκε.
Σχετικά με την μυροβλυσία του Αγίου Δημητρίου, ο έτερος συμπολιούχος της συμπρωτεύουσας, δηλ. ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης και Θεολόγος του Ακτίστου Φωτός, ανέφερε στους ευλαβείς κατοίκους της πόλης ότι το μύρο ανέβλυζε από την λογχευθείσα πλευρά του σώματος του Αγίου, ως ακένωτος πηγή παρηγοριάς, ενισχύσεως και ιάσεως παντός νοσήματος, ψυχικού και σωματικού.
Στην ορθόδοξη αγιογραφία ο Άγιος απεικονίζεται σε διάφορες παραστάσεις, είτε πεζός, είτε καβαλάρης, ενδεδυμένος με την στρατιωτική στολή.
Κατά την προσωπική αίσθηση του γράφοντος, η απεικόνιση του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου έφιππου σε κόκκινο άλογο είναι αυτή που κατανύσσει περισσότερο την ψυχή του πιστού, ίσως επειδή αποτυπώνει (ή μήπως αποτύπωνε;) τα ευγενικά ιδανικά της Ελληνικής φυλής, δηλαδή την γενναιότητα, την λεβεντιά, την καλοσύνη της ψυχής.
Στην εικόνα αυτή, ο Άγιος απεικονίζεται ως καβαλάρης, φορώντας την στρατιωτική του στολή, με γενναίο και ευγενικό παρουσιαστικό να φονεύει με το δόρυ του τον τσάρο των Βουλγάρων Σκυλογιάννη.
Αν ζούσε σήμερα ο Άγιος, θα μας ήλεγχε όλους και τον καθέναν χωριστά για την ολιγοπιστία μας και την έλλειψη θάρρους, αφού μολονότι βρίσκεται σε υπαρξιακό κίνδυνο τόσο η ορθόδοξη πίστη και διδασκαλία όσο και η εθνική υπόσταση της πατρίδας, εντούτοις εμείς επιμένουμε να είμαστε κλεισμένοι στον μικρόκοσμό μας και να αναρωτιόμαστε με φιλοσοφικό οίστρο «τι πάει στραβά;», αφήνοντας τους διεφθαρμένους και ασύδοτους πολιτικούς και τους εκκλησιαστικούς «λυκοποιμένες» να κακοποιούν εξακολουθητικώς την Ορθοδοξία και την πατρίδα.
Η πνευματική μας οκνηρία, η παθητική και αδιάφορη στάση μας για τα εθνικά και θρησκευτικά πράγματα έχουν ως συνέπεια, το μεν όνομα της Ελλάδας να βυθίζεται στα τάρταρα της παγκόσμιας ανυποληψίας, τα δε Άγια της Πίστης να εμπαίζονται και να κακολογούνται σε οικουμενιστικούς διαλόγους της συμφοράς και σε ιεροκανονικώς καταδικαστέες συμπροσευχές και συλλείτουργα.
Όμως εμείς οι ίδιοι πολίτες φέρουμε την μεγαλύτερη ευθύνη για την σημερινή επικρατούσα κακοδαιμονία και φαυλότητα, αφού προτάσσουμε το προσωπικό μας βόλεμα έναντι του μείζονος εθνικού και θρησκευτικού συμφέροντος, καθώς προτού αναλάβουμε την οποιαδήποτε (μικρή ή μεγάλη) δημόσια δράση, ζυγίζουμε το πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και επαγγελματικό κόστος και, αντί να ρίχνουμε το τελευταίο ικετήριο και προσευχητικό βλέμμα στην εικόνα της Παναγίας, εμείς ρίχνουμε (ένα ακόμη) αγωνιώδες βλέμμα στο πορτοφόλι μας.
Υπό το πρίσμα αυτό, κάθε προσπάθεια υπεράσπισης της πίστης και της πατρίδας καθίσταται εκ προοιμίου ατελέσφορη, δεδομένου ότι ο αφυπνισμένος πολίτης θα κληθεί να αντιμετωπίσει, εκτός από τις αντίθετες φωνές του οικογενειακού και κοινωνικού του περιγύρου, και έναν άλλο πιο ύπουλο και μοχθηρό εχθρό, δηλαδή τις σειρήνες του συμβιβασμού και της νόθευσης της αλήθειας –που έχουν πληθυνθεί στις ημέρες μας–, οι οποίες θα τον αποκοιμίζουν γλυκά, σιγοψιθυρίζοντας «μην ανησυχείς, δεν συμβαίνει τίποτα, αφού βλέπεις ότι κανείς δεν μιλάει, επειδή όλα βαίνουν καλώς».
Όμως ο σημερινός άνθρωπος ενδίδοντας σε μια πρόταση επιδερμικής πνευματικότητας και αναβάλλοντας και αποκρούοντας συνεχώς την πρόσκληση (και πρόκληση) του μαρτυρίου και της θυσίας, όχι μόνο δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων, αλλά θα τεθεί σε σοβαρό κίνδυνο η πνευματική του υπόσταση και ελευθερία, καθώς ο συσχηματισμός του με τον κόσμο της συμμόρφωσης και της εξουθενωτικής χλιαρότητας θα αμβλύνει τα αγιοπνευματικά κριτήρια της ορθόδοξης ζωής του.
Επειδή έχουμε εισέλθει σε μια ιστορική φάση ασύλληπτης πνευματικής σύγχυσης, εκκλησιαστικής αταξίας και καταρράκωσης των ηθικών αξιών, όπου τα μίσθαρνα όργανα των δαιμονικών δυνάμεων έχουν λάβει την απαίσια μορφή του «σκορπιού» και ετοιμάζονται να εξαπολύσουν την τελική τους επίθεση, χύνοντας το σατανικό τους δηλητήριο στις ψυχές των Ορθοδόξων πιστών, καλούμαστε να διαφυλάξουμε με ηρωικό και ομολογιακό φρόνημα και χωρίς εκπτώσεις την ακεραιότητα της πίστης, αλλά και της πατρίδας, την προσωπική μας αξιοπρέπεια και ελευθερία, αναμένοντας να πανηγυρίσουμε την –διά των πρεσβειών του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου– μεγαλειώδη Νίκη του Εσφαγμένου Αρνίου επί των δυνάμεων του σκότους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου