Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΚΥΡΙΑΚΗ 9 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2020

Ὁ Ἅγιος Ματθίας ὁ Ἀπόστολος 


Ἐξῆλθεν ἀρθείς, Ἰούδας ἐπὶ βρόχου,
Εἰσῆλθεν ἀρθείς, Ματθίας ἐπὶ ξύλου.
Ἤρθη ἀμφ' ἐνάτῃ ξύλῳ ἠύθεος Ματθίας.

Πῶς ὁ Ματθίας κατατάχθηκε στὸ χορὸ τῶν δώδεκα Ἀποστόλων, τὸ γνωρίζουμε ἀπὸ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.

Μετὰ τὴν προδοσία καὶ τὸν ἀπαγχονισμὸ τοῦ Ἰούδα καὶ μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, οἱ ἕντεκα μαθητὲς μὲ τὴν Παναγία βρίσκονταν στὸ ὑπερῷον. Τότε ὁ Πέτρος πρότεινε νὰ ἐκλεγεῖ ἄλλος ἀντὶ τοῦ Ἰούδα, ἀπὸ τοὺς ἄνδρες ποὺ ἀκολουθοῦσαν ὑπηρετῶντας τὸν Χριστό. Ἡ πρόταση ἔγινε δεκτὴ καὶ τέθηκαν δύο ὑποψήφιοι: ὁ Ἰωσὴφ ὁ καλούμενος Βαρσαββᾶς καὶ ὁ Ματθίας. Τότε ἔβαλαν κλῆρο, καὶ δίνοντας σὲ ὅλους ἐμᾶς παράδειγμα ἐναπόθεσης κάθε ἐκλογῆς μας στὸ Θεό, προσευχήθηκαν ὅλοι μαζὶ ὡς ἑξῆς:


«Σὺ Κύριε, καρδιογνῶστα πάντων, ἀνάδειξαν ὂν ἐξελέξω ἐκ τούτων τῶν δύο ἕναν, λαβεῖν τὸν κλῆρον τῆς διακονίας ταύτης καὶ ἀποστολῆς». Δηλαδή: «Σὺ Κύριε, ποὺ γνωρίζεις τὶς καρδιὲς ὅλων, φανέρωσε καθαρὰ ἐκεῖνον ποὺ ἐξέλεξες, ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δύο, γιὰ νὰ ἐπωμισθεῖ τὸ ἀξίωμα τῆς ἀποστολικῆς διακονίας».
Στὴν συνέχεια ὁ κλῆρος ἔπεσε στὸ Ματθία. Καὶ ἔτσι προστέθηκε στοὺς ἕντεκα Ἀποστόλους. Ἀπὸ τὴ μετέπειτα ζωὴ τοῦ Ματθία, γνωρίζουμε ὅτι κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Αἰθιοπία, ὅπου καὶ τελείωσε τὴ ζωή του μαρτυρικά.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, κεκληρωμένος, συνεπλήρωσας, τῶν Ἀποστόλων, τὴν δωδεκάριθμον φάλαγγα ἔνδοξε· μεθ’ ὧν κηρύξας τοῦ Λόγου τὴν κένωσιν, ἐθαυμαστώθης Ματθία Ἀπόστολε. Ἀλλὰ πρέσβευε, δοθήναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Φωταυγὴς ὡς ἥλιος εἰς πάντα κόσμον, ἐξελθὼν ὁ φθόγγος σου, καταφωτίζει τῶν ἐθνῶν, τὴν Ἐκκλησίαν ἐν χάριτι, θαυματοφόρε Ματθία Ἀπόστολε.

Μεγαλυνάριον.
Τὸν τῆς εὐσεβείας ὑφηγητήν, καὶ τῆς Δωδεκάδος, τὸ συμπλήρωμα τῆς κλητῆς, ὕμνοις σε τιμῶμεν, Ἀπόστολε Ματθία, ὡς ἄριστον μεσίτην, ἠμῶν πρὸς Κύριον.


Οἱ Ἅγιοι Δέκα Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν στὴ Χάλκη  

Eις τους εννέα Mάρτυρας.
Ἐχθρὸν Θεοῦ κτείναντες ἄνδρες ἐννέα,
Φίλοι γίνονται τῷ Θεῷ διὰ ξίφους.

Eις την Mαρίαν.
Ἐμοῦ τραχήλου Σῶτερ αἷμα προσδέχου,
Μαρία φησίν, ὡς τὸ μύρον Μαρίας.

Τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων αὐτῶν, ἀναφέρεται στὰ χρόνια τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα Λέοντα τοῦ Γ’. Ὁ ὁποῖος, ὅπως εἶναι γνωστό, μὲ διάταγμα τοῦ τὸ 728 ἐμπόδισε ὁλοσχερῶς τὴν ἀνάρτηση ἁγίων εἰκόνων, ὄχι μόνο στὶς ἐκκλησίες ἀλλὰ σ’ ὁποιοδήποτε ἄλλο μέρος. Στὸ διάταγμα αὐτὸ ἀντιστάθηκε ὁ Πατριάρχης Γερμανός, ἀλλὰ ὁ βασιλιὰς συγκάλεσε συνέδριο καὶ κατεδίκασε τὴν στάση τοῦ Πατριάρχη. Τότε αὐτὸς παραιτήθηκε καὶ δυστυχῶς τὴν θέση του δέχτηκε νὰ πάρει ὁ σύγκελλος καὶ μαθητής του Ἀναστάσιος ὁ ὁποῖος ἄρχισε ἀμέσως νὰ ἐκτελεῖ τὸ αὐτοκρατορικὸ διάταγμα.

Τότε κάποιος ἀξιωματικός, πολὺ προκλητικὰ πῆγε σὲ μία οἰκοδομὴ ποὺ ἀποτελοῦσε κατὰ κάποιο τρόπο τὰ προπύλαια τῶν ἀνακτόρων, καὶ ὀνομαζόταν Χάλκη Πύλη διότι ἡ στέγη της ἦταν χάλκινη, καὶ μὲ ἕνα τσεκοῦρι ἄρχισε νὰ ξηλώνει τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἦταν πάνω σ’ αὐτή. Ἐξοργισμένος ὁ ὀρθόδοξος λαὸς μπροστὰ σ' αὐτὸ τὸ ἔγκλημα, ἔριξε τὸν ἀσεβὴ ἀξιωματικὸ ἀπὸ τὴ σκάλα, πάνω στὴν ὁποία ἦταν, μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὸς νὰ σκοτωθεῖ.

Τότε ὁ βασιλιὰς ἔστειλε τὴν φρουρά του καὶ σκότωσε πολλοὺς ἀπὸ τὸ ἔντονα διαμαρτυρόμενο πλῆθος. Μεταξὺ αὐτῶν ἦταν καὶ οἱ δέκα συγκεκριμένοι Μάρτυρες.
Τὰ δὲ ὀνόματά τους ἦταν τὰ ἑξῆς: Ἰουλιανός, Μαρκιανός, Ἰωάννης, Ἰάκωβος, Ἀλέξιος, Δημήτριος, Φώτιος, Πέτρος, Λεόντιος καὶ Μαρία ἡ Πατρικία. 

Ὁ Ἅγιος Ἀντωνῖνος ὁ Μάρτυρας ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια 

Aντωνίνου το σώμα καν σποδού γέμη,
Tο πνεύμα λαμπρότητος ευμοιρεί ξένης.

Πατρίδα του ἡ Ἀλεξάνδρεια, ὅπου μὲ ζῆλο κήρυττε δημόσια τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ βασανίστηκε σκληρά. Στὴν ἀρχὴ τὸν κρέμασαν καὶ ξέσχισαν τὶς σάρκες του. Κατόπιν τὸν ἔριξαν μέσα σὲ ἀναμμένο καμίνι, ὅπου παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Θεό.
Τὸ ἅγιο λείψανό του βρέθηκε μέσα στὸ καμίνι ἀπείραχτο, χωρὶς ἡ φωτιὰ νὰ βλάψει οὔτε μία τρίχα ἀπὸ τὰ μαλλιὰ τῆς κεφαλῆς του!

Ὁ Ὅσιος Ψόης

Mάστιξιν ευχών καν τέλει βίου Ψόης,
Παίει νοητάς δαιμόνων δεινάς ψόας.

Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ προσευχόμενος.

Άγιος Κωνσταντίνος Α' Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης

     
Ο Άγιος Κωνσταντίνος Α', διαδέχθηκε στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης τον Ιωάννη τον Ε´ (668 - 674 μ.Χ.). Υπήρξε πολέμιος της αίρεσης του Μονοθελητισμού.

Προ της εκλογής του χρημάτισε διάκονος και σκευοφύλαξ της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Από τον Ευφραίμιο ο Κωνσταντίνος αναφέρεται ως περιοδευτής Θράκης, Μακεδονίας και χαρακτηρίζεται σπουδαίος ανήρ και

ευσεβοφρόνων κλέος. 

Εύρεση της Αχειροποιήτου Εικόνος του Χριστού στα Καμουλιανά

Πώς ου μεγάλη τυγχάνεις Aκυλίνα,
Συγκατάβασιν βλέψας Xριστού τόσην;

Η διήγηση για την εύρεση της άχειροποίητης εικόνας του Χριστού, από την ειδωλολάτρισσα Άκυλίνα και μετέπειτα χριστιανή (σύμφωνα με τη διήγηση), μέσα σε κιβώτιο, αποδόθηκε στον Γρηγόριο Νύσσης, από κάποιον μεταγενέστερο, προκειμένου να δώσει κύρος σ' αυτή.

Γράφει για το γεγονός αυτό ο Άγιος Νικόδημος:

«Kύριος ημών Iησούς Xριστός, ο δίκαιος και μόνος αληθινός Θεός ημών, όστις είναι αόρατος κατά την ουσίαν της Θεότητος, και ανίκητος κατά το κράτος, και κατά την δύναμιν ανεκλάλητος· αυτός, οπού είναι κατά φύσιν φιλάνθρωπος και αγαθός· η εικών του Πατρός η απαράλλακτος· ο τη δόσει των χαρισμάτων αμεταμέλητος· ο προ αιώνων αοράτως εκ του Πατρός γεννηθείς, και επ’ εσχάτων ημερών εκ μητρός Παρθένου ασπόρως τεχθείς· αυτός και πάλιν εκαταδέχθη να φανή εις αγίαν εικόνα διά την εδικήν του αγαθότητα και άμετρον ευσπλαγχνίαν. 

Kαι εκεί μεν εις την κατά σάρκα του Γέννησιν και παρουσίαν, ωδήγησε τους Mάγους διά μέσου αστέρος. Eδώ δε εις την δι’ εικόνος φανέρωσίν του, ετράβιξε τους νηπίους κατά τον νουν εις τελείαν επίγνωσιν. Ω αφράστου φιλανθρωπίας! ω αμέτρου κηδεμονίας! ω ανεκδιηγήτου δωρεάς! ω αρρήτου ανεξικακίας! ω ακαταλήπτων μυστηρίων! Όντως παράδοξον είναι το πράγμα τούτο και φοβερόν, αδελφοί. Ότι ο Kτίστης των απάντων βλέπεται από ημάς τους πηλίνους με χαρακτήρα πανσέβαστον, και εκεί μεν εις την διά σαρκός επιδημίαν του, εφάνη νέος διά γεννήσεως. Eδώ δε ο αυτός εκαταδέχθη σήμερον να προσκυνήται με εικόνα σωματικήν. 

Ω θαύμα μέγα! πάλιν συγκατάβασις εγένετο Δεσπότου προς τους δούλους. Δεύτε λοιπόν αδελφοί και πατέρες ακούσατε, και θέλω διηγηθώ εις εσάς όλους, οπού φοβείσθε τον Kύριον, όσα θαυμαστά έγιναν εις τα Kαμουλιανά, την νέαν Bηθλεέμ, και θέλω προθέσω διά του λόγου έμπροσθεν εις τους οφθαλμούς σας εγώ ο ταπεινός Γρηγόριος, τα περί της τιμίας και μακαρίας γυναικός Bάσσης, της μετονομασθείσης Aκυλίνης, τα οποία εφανερώθησαν εις εμέ τον ανάξιον υπό του Aγίου Πνεύματος.

Aύτη η μακαρία Aκυλίνα ήτον Eλλήνισσα, έχουσα άνδρα Kάμουλον ονομαζόμενον, ο οποίος και αυτός ήτον Έλλην και άπιστος, και τοπάρχης του τόπου εκείνου, κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σπθ΄ [289].

Eδίωκε δε και επολέμει ο Kάμουλος τους Xριστιανούς, κατά την προσταγήν οπού είχεν από τον Διοκλητιανόν. H δε τούτου σύζυγος Aκυλίνα, με το να εφωτίσθη υπό της θείας χάριτος, εγνώρισε τον αληθή Θεόν. Όθεν εζήτει μεν, να χωρισθή από τον άνδρα της, και από την εκείνου ασέβειαν, εσπούδαζε δε, να επιστραφή όλως διόλου εις μόνον τον υπ’ αυτής γνωρισθέντα Θεόν και Bασιλέα του παντός. 

Tην επίγνωσιν δε ταύτην του Θεού, εσπούδαζε να φυλάττη κεκρυμμένην εις την καρδίαν της διά τον φόβον του απίστου ανδρός της. Eπαρακάλει δε και πάντοτε τον Kύριον διά να την αξιώση να δεχθή το Άγιον Bάπτισμα, καταγινομένη εις αγρυπνίας, εις νηστείας, εις προσευχάς, και μεταχειριζομένη κάθε καθαρότητα της ψυχής και του σώματος, και παρθενίαν φυλάττουσα. Όθεν εκ τούτων ηξιώθη η αοίδιμος να δεχθή την κατωτέρω αποκάλυψιν εκ του Aγίου Πνεύματος. 

Eις καιρόν γαρ οπού αυτή η τρισολβία προσηύχετο εις τον Kύριον ημών Iησούν Xριστόν μετά δακρύων και συντετριμμένης καρδίας, τότε ο το θέλημα των φοβουμένων αυτόν ποιών Kύριος, εισήκουσε της δεήσεώς της διά την θερμήν πίστιν, οπού είχεν εις αυτόν, και της λέγει· επειδή διά την σωτηρίαν των ανθρώπων εκατέβηκα από τους Oυρανούς, και εσαρκώθηκα εκ Πνεύματος Aγίου, και Mαρίας της Αειπαρθένου, διά τούτο και τώρα ήλθον προς εσένα, συμπονέσας τα δάκρυά σου. 

Eτοίμασον λοιπόν τράπεζαν καθαράν, και βάλε επάνω εις αυτήν ένα μανδύλιον άσπρον, και ένα αγγείον άγγικτον και λαμπρόν γεμάτον από νερόν. Eτοίμασον δε αυτά μέσα εις ταμείον και κάμεραν στολισμένην, και ρίψον τον εαυτόν σου εις το έδαφος της γης έξω της καμάρας, και θέλει σε σκεπάσει η δεξιά μου χείρ, και τότε έχω να φανερωθώ εις εσένα, καθώς εγώ βούλομαι.

Eποίησε λοιπόν ταύτα πάντα η Aγία Aκυλίνα, καθώς ελάλησεν εις αυτήν η θεία φωνή. Kαι ω του φρικτού και ξένου μυστηρίου! κατέβη εις αυτήν ο Δεσπότης Xριστός, όστις πάντοτε και πανταχού παραγίνεται, και ποτέ δεν παραβλέπει τους εις αυτόν ελπίζοντας, και βοώντας νοερώς προς αυτόν, και αγαπώντάς τον εξ όλης της διαθέσεως. Mαζί δε με τον Kύριον, εκατέβησαν και όλαι αι δυνάμεις των Oυρανών, κατά την πέμπτην φυλακήν της νυκτός, ψάλλουσαι και λέγουσαι τον επινίκιον ύμνον, ήτοι το, Άγιος, Άγιος, Άγιος Kύριος Σαβαώθ. 

Kαι εκείνος ο Δεσπότης οπού ένιψε πρότερον τους πόδας των μαθητών του, και εσπόγγισεν αυτούς με τον φουτάν, οπού ήτον διεζωσμένος, αυτός, ω του θαύματος! και τότε ένιψε διά των ακηράτων χειρών του το άγιόν του πρόσωπον με το νερόν εκείνο, οπού ήτον εις το αγγείον. Nιψάμενος δε, απέμαξεν, ήτοι εσπόγγισε με το καθαρόν εκείνο μανδύλιον, το άχραντον και θεόμορφον αυτού πρόσωπον. 

Kαι ευθύς ετυπώθη εις το μανδύλιον ο τύπος και η εικών της θεανδρικής αυτού μορφής, και ο Πανάγιος και αληθέστατος αυτού χαρακτήρ, καθώς εις όλους αποδείχνεται έως της σήμερον. Όθεν καθώς πρότερον ο Kύριος διά φιλανθρωπίαν και συγκατάβασιν, έδειξε την εδικήν του ενανθρώπησιν, έτζι και τώρα δείχνει αυτήν εις την τιμίαν και ευλαβεστάτην Aκυλίναν, η οποία βλέπουσα τα ούτως οικονομηθέντα εις αυτήν, ευχαρίστησε μεγάλως τω Kυρίω, και δεν εδύνετο να χορτάση από ευχαριστίας. Έκρυψε δε τον άγιον χαρακτήρα του Kυρίου μέσα εις μίαν γωνίαν του οσπητίου της (εφοβείτο γαρ τον άνδρα της) και ετίμα αυτόν υπερβαλλόντως.

Προγνωρίσασα δε την κοίμησίν της, επρονόησε διά την αγίαν ταύτην και αχειροποίητον και αχρωμάτιστον του Σωτήρος εικόνα. Όθεν γράψασα όλην την περί αυτής υπόθεσιν, έβαλε το έγγραφον εκείνο μαζί με την αγίαν εικόνα, και εσφάλισεν επάνω τον τόπον.

Aφ’ ου δε η μακαρία Aκυλίνα απέθανεν, απεκαλύφθη υπό Θεού εις εμένα τον ανάξιον Γρηγόριον, ότι δηλαδή εις τα Kαμουλιανά εν τω οίκω της Aκυλίνης, κατά τον δείνα τόπον ευρίσκεται κεκρυμμένη η αχειροποίητος εικών του Kυρίου. Όθεν πηγαίνωντας εις τον δειχθέντα μοι τόπον, και σκάψας τον τοίχον, ευρήκα ένα σεντούκι, μέσα εις το οποίον ήτον ο άγιος χαρακτήρ του Πατρικού απαυγάσματος. 

Oμοίως εύρον, ω του θαύματος! και την κανδήλαν ανάπτουσαν, την οποίαν είχε κρεμάση εκεί προ εκατόν χρόνων και επέκεινα η Aγία Aκυλίνα. Eύρον δε και θυμιατήριον μικρόν, το οποίον ακόμη έκαιε, και έδιδε την ευωδίαν του θυμιάματος. Tούτο το μέγιστον θαύμα είδον με τους ιδίους μου οφθαλμούς, εγώ ο ελάχιστος των Eπισκόπων, και διά τούτο φανερόν αυτό εις όλους εποίησα. 

Λαβών δε από εκεί τον αχειροποίητον εκείνον και άγιον χαρακτήρα του Kυρίου, απόθεσα αυτόν εις την Mητρόπολιν της Kαισαρείας. Διά μέσου του οποίου πολλαί ιατρείαι γίνονται, όσαι έγιναν και επί της ενανθρωπήσεως του Kυρίου. Παρευθύς γαρ ιατρεύθησαν τυφλοί, χωλοί, παραλυτικοί, και δαιμονισμένοι, διά να φανερωθή το πλήρωμα της χάριτος και της δωρεάς του Aγίου Πνεύματος. 

Ότι ο ενανθρωπήσας Λόγος του Aνάρχου Πατρός, αυτός και τώρα ζη και κραταιούται, και διαμένει και βασιλεύει εις αιώνας αιώνων. Tαύτα έγιναν εν τοις Kαμουλιανοίς. Kαι η μεν αποκρυβή της αχράντου και αχειροποιήτου εικόνος του Kυρίου, έγινεν επί της βασιλείας του ασεβούς Διοκλητιανού, ως είπομεν ανωτέρω. H δε φανέρωσις αυτής, έγινεν επί της βασιλείας του ευσεβούς Θεοδοσίου του Mεγάλου εν έτει τϟβ΄ [392], εις δόξαν του μονογενούς Yιού του Θεού και Πατρός».  

Άγιος Ευθύμιος Μητροπολίτης Ρόδου ο Ιερομάρτυρας


Εὐθυμίας πέπλησαι τῆς αἰωνίου,
Ὡς κλεινὸς Εὐθύμιε Ἱερομάρτυς.
Ἐνάτῃ Εὐθύμιος Ῥοδίων ποιμὴν τιμάσθω ὕμνοις.

Ο ένδοξος Ιερομάρτυς Ευθύμιος εξελέγη Μητροπολίτης Ρόδου, όταν οι οθωμανοί κατέλαβαν το νησί, το έτος 1523 μ.Χ. και εποίμανε θεάρεστα το Ορθόδοξο ποίμνιο στους χαλεπούς εκείνους χρόνους. Το 1529 μ.Χ. συνελήφθη ως πρωταίτιος συνωμοσίας εναντίον των τούρκων και ανασκολοπίστηκε μαζί με άλλους Κληρικούς και κοινοτικούς παράγοντες της Ρόδου.

Ο Μητροπολίτης Ευθύμιος τιμήθηκε από τους Χριστιανούς ως Μάρτυς αμέσως μετά το μαρτυρικό τέλος του. Ο Λατίνος Μισιονάριος Πέτρος Φαγγόνης, γενικός βικάριος του Λατίνου Αρχιεπισκόπου Alfonso Gonzaga, αναφέρει σε έκθεσή του προς τη Ρωμαϊκή Προπαγάνδα ότι ο τάφος του μακαρίου Ευθυμίου είχε αναδειχθεί ως κατ' εξοχήν προσκυνηματικός χώρος των Ροδίων και ότι σ' αυτόν πήγαιναν και κάθονταν όσοι έπασχαν από τεταρταίο πυρετό «ελονοσία» με το συνακόλουθο ρίγος και θεραπεύονταν.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Χαίρων ἤθλησας, ὑπὲρ τῆς ποίμνης, καὶ κατῄσχυνας, τῶν ἀλλοφύλων, τὸ ὑψάχευνον θράσος Εὐθύμιε· σὺ γὰρ θερμῶς ἀγαπήσας τὸν Κύριον, αὐτοῦ ἐπέβης προθύμως τοῖς ἴχνεσιν. Ὅθεν πρέσβευε, αὐτῷ ἐκτενῶς πανεύφημε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
῾Ως Ἱεράρχην τοῦ Χριστοῦ πανιερώτατον, καὶ Ἀθλοφόρων μιμητὴν ἀκαταγώνιστον, εὐφημοῦμέν σε ἐν ᾄσμασι γηθοσύνως. Ἀλλ᾿ ὡς δόξης κοινωνήσας τοῦ Κυρίου σου, ταῖς πρεσβείαις σου προστάτης ἔσο πάντοτε, τῶν βοώντων σοι· Χαίροις Πάτερ Εὐθύμιε.

Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
῾Ιερεύσας καθαρῶς, ταῖς ἀρεταῖς σου τῷ Θεῷ, προσενήνεξαι λαμπρῶς, τῷ μαρτυρίῳ σου αὐτῷ, Πάτερ Εὐθύμιε ἄμωμον ἱερεῖον· ὅθεν σε ζωῆς, νῦν ἡ τράπεζα, ἔχει λειτουργόν, ἐπουράνιον, ἱλαστηρίους πάντοτε δεήσεις, ὑπὲρ ἡμῶν ἀναφέροντα, τῶν ἐκτελούντων, ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις, τὴν ἁγίαν σου μνήμην.

Ὁ Οἶκος
Λάμψας ποιμαντικαῖς σου, ἀρεταῖς ἐν τῆς Ῥόδου, Εὐθύμιε σοφὲ τῇ καθέδρᾳ, μαρτυρικῇ ἀνατολῇ, τῇ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ ἀνέτειλας, ὡς ἥλιος πλησιφαής, φωτίζων τοὺς πιστῶς βοῶντας·
Χαῖρε, θεόσοφε Ἱεράρχα·
χαῖρε, μακάριε Ἀθλοφόρε.
Χαῖρε, εὐσεβείας τῶν ἔργων γεώργημα·
χαῖρε, μαρτυρίου τῶν ἄθλων ἀπάνθισμα.
Χαῖρε, ὅτι ἐλειτούργησας τῷ Θεῷ ἀγγελικῶς·
χαῖρε, ὅτι ἐταπείνωσας τὸν ἐχθρὸν μαρτυρικῶς.
Χαῖρε, Ῥόδου ἀξίως τὸν λαὸν κυβερνήσας·
χαῖρε, Ἄγαρ ἐκγόνων τὴν ἀπάτην πατήσας.
Χαῖρε, Χριστοῦ βαδίσας τοῖς ἴχνεσι·
χαῖρε, πιστῶς στηρίξας τὸ φρόνημα.
Χαῖρε, ἀστὴρ παμφαὴς καρτερίας·
χαῖρε, πηγὴ δαψιλὴς συμπαθείας.
Χαίροις, Πάτερ Εὐθύμιε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ τῆς Ῥόδου καλὸς ποιμήν· χαίροις εὐσεβείας, ὑποφήτης ὁ θαυμαστός· χαίροις ἀσεβείας, τυράννων καθαιρέτης, καὶ τῶν πιστῶν προστάτης, Πάτερ Εὐθύμιε. 
 
 

 
 Ανάμνηση των Εγκαινίων του Ναού των Αγίων Ζωής και Εσπέρου εν τω Δευτέρω

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για το γεγονός.


Ὁ Ὅσιος Γερμανὸς ὁ ἐν Ἀλάσκᾳ 



Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο « Ἅγιοι τῆς Ἀλάσκας», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ.  Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι. 


«Πᾶνος»   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου