Πέμπτη 16 Ιουνίου 2022

Τα τεχνάσματα του πονηρού - Από τον βίο του Οσίου Ανδρέα του Δια Χριστόν Σαλού.

 

Όταν τελείωσε ο δίκαιος, σηκώθηκαν και μπήκαν στην εκκλησία. Την ώρα της αναγνώσεως ο Επιφάνιος κάθισε σ’ ένα στασίδι, ενώ ο μακάριος κάθισε σαν φτωχός στο έδαφος, σκεπασμένος με ένα κουρέλι.

Οι πιστοί τον έβλεπαν καθισμένο κάτω και έλεγαν:

-Τί έπαθε αυτός ο δαιμονισμένος και μπήκε εδώ μέσα;

-Ίσως να τον άφησε για λίγο το πονηρό πνεύμα που τον ενοχλεί, απαντούσαν οι άλλοι.

-Περαστικός ήταν, έλεγαν μερικοί, και μπήκε επειδή του φάνηκε σαν σπίτι. Πού να καταλάβει ότι είναι εκκλησία! Όποιος τον κατήντησε έτσι, ας τιμωρηθεί με την ίδια τιμωρία από τον Θεό.

Ο δίκαιος εν τω μεταξύ έβλεπε τον δαίμονα της ακηδίας να παραμονεύει και να προσπαθεί με διάφορα τεχνάσματα να βγάλει μερικούς έξω από τον ναό. Ήθελε να τους στερήσει από τον μισθό του Κυρίου και τους θύμιζε φροντίδες και εργασίες πριν την απόλυση.

-Πήγαινε να κάνεις τη δουλειά σου, ψιθύριζε στον καθένα. Εφόσον έχεις δουλειά, δεν αμαρτάνεις.

Κατάφερε έτσι, ώστε να φύγουν αρκετοί πριν την απόλυση. Αυτοί δεν θυμήθηκαν τον Κύριο που είπε: «Μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε ἢ τί πίητε, ἢ τί ἐνδύσησθε· ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» κ.λπ. (πρβλ. ματθ. στ΄ 25 κ.εξ.).

Έβλεπε ακόμη ο μακάριος και τον δαίμονα της ραθυμίας και του νυσταγμού εκεί κοντά. Μαζί του πήγαινε και άλλο πνεύμα, που εξυπηρετούσε εκείνον τον φοβερό δαίμονα. Στους ώμους του είχε ριγμένα κουρέλια. Μ’ αυτά χτυπούσε όσους κάθονταν κατά την ώρα της αναγνώσεως και άκουγαν τα θεϊκά λόγια, και τους έκανε να κοιμούνται. Ο δίκαιος, βλέποντας το τέχνασμα του πονηρού δαίμονος, είπε μέσα του γεμάτος θυμό: «Παμπόνηρε, πώς τολμάς να μας εμποδίζεις από την ακρόαση των θεϊκών λόγων και να μας βυθίζεις στον ύπνο της ραθυμίας; Εσύ όμως, Κύριε Ιησού Χριστέ, ρίξε πάνω τους την οργή Σου και εξουδένωσέ τους».

Βγήκε τότε από το θυσιαστήριο πύρινη φλόγα σαν αστραπή κι έκαψε τους δαίμονες, ενώ όσοι πιστοί είχαν αποκοιμηθεί ξύπνησαν αμέσως και συνέχισαν να παρακολουθούν την ανάγνωση.

Όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός, μτφρ. Μοναχός Ισαάκ, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός, 1984
 
«Πᾶνος» 

1 σχόλιο:

  1. Διαβάζουμε στον βίο του Οσίου Ανδρέα του Δια Χριστόν Σαλού.

    Βγήκε τότε από το θυσιαστήριο πύρινη φλόγα σαν αστραπή κι έκαψε τους δαίμονες, ενώ όσοι πιστοί είχαν αποκοιμηθεί ξύπνησαν αμέσως και συνέχισαν να παρακολουθούν την ανάγνωση.


    Ἕνας γέροντας - διηγήθηκε ὁ ἀββᾶς Κασσιανὸς - ποὺ ἀσκήτευε στὴν ἔρημο, παρακάλεσε τὸ Θεὸ νὰ τοῦ δώσει τοῦτο τὸ χάρισμα:
    Ὅταν γίνεται πνευματικὴ συζήτηση, νὰ μὴ νυστάζει ποτέ, ὅταν ὅμως κανεὶς ἀργολογεῖ ἢ κατακρίνει, τότε νὰ τὸν παίρνει ὁ ὕπνος, γιὰ νὰ μὴ μολύνονται τ᾿ αὐτιά του μὲ τέτοιο δηλητήριο.
    Καὶ πραγματικά, τοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε.

    Ἔλεγε λοιπὸν αὐτὸς ὁ γέροντας, πὼς ὁ διάβολος εἶναι θιασώτης τῆς ἀργολογίας καὶ ἀντίπαλος κάθε πνευματικῆς διδαχῆς.

    Ἐπιβεβαίωνε μάλιστα τὸ λόγο του μὲ τοῦτο τὸ παράδειγμα:

    - Μιὰ φορά, καθὼς μιλοῦσα γιὰ ψυχωφελῆ ζητήματα σὲ κάποιους ἀδελφούς, τόσο πολὺ νύσταξαν, ποὺ δὲν μποροῦσαν οὔτε τὰ βλέφαρά τους νὰ κουνήσουν.
    Κι ἐγὼ τότε, θέλοντας νὰ φανερώσω πὼς αὐτὸ συμβαίνει ἀπὸ δαιμονικὴ ἐνέργεια, ἄρχισα ν᾿ ἀργολογῶ.
    Στὴ στιγμὴ ξενύσταξαν κι ἔγιναν ὁλόχαροι!

    Ἀναστέναξα καὶ τοὺς εἶπα: «Δέστε, ἀδελφοί μου!

    Όσο μιλούσαμε γιὰ οὐράνια πράγματα, τὰ μάτια ὅλων σας τὰ ἔκλεινε ὁ ὕπνος.
    Μόλις ὅμως ἀκούστηκαν λόγια μάταια, ὅλοι ξενυστάξατε καὶ ἀκούγατε πρόθυμα.
    Σὰς παρακαλῶ λοιπόν, ἀδελφοί, νὰ συναισθανθεῖτε τὴν ἐνέργεια τοῦ πονηροῦ δαίμονα, κι ἔτσι νὰ εἶστε προσεκτικοὶ καὶ νὰ φυλάγεστε ἀπὸ τὸ νυσταγμό, κάθε φορὰ ποὺ κάνετε ἢ ἀκοῦτε κάτι πνευματικό».

    ΑπάντησηΔιαγραφή