Παρασκευή 24 Ιουλίου 2020

Νεκτάριος Δαπέργολας: Κήρυγμα ἀνυπακοῆς σέ καιρούς βεβήλωσης τῆς ὀρθόδοξης πίστης


τοῦ Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Βυζαντινῆς Ἱστορίας

Ζοῦμε σὲ τρομεροὺς καιροὺς ἀποστασίας ἀπὸ τὸν Θεό - μιᾶς ἀποστασίας ποὺ δυστυχῶς ἔχει ἐπεκταθεῖ καὶ σὲ μέγα μέρος τοῦ κλήρου - ἀλλὰ καὶ σὲ καιροὺς ποὺ ἔρχονται συγκλονιστικὰ σημεῖα ἄνωθεν (ἐνδεικτικὰ θυμίζω τὴν πυρκαγιὰ στὴν Παναγία Βαρνάκοβα, ἀλλὰ βεβαίως καὶ τὴ συνεχῆ κλιμάκωση τῶν τουρκικῶν προκλήσεων), τὰ ὁποῖα δὲν βλέπουμε νὰ συγκινοῦν οὔτε τὸν λαό μας, ἀλλὰ οὔτε καὶ τοὺς ἐκκλησιαστικούς μας ταγούς.

Τοὐλάχιστον ὄχι μὲ τρόπο ποὺ νὰ τοὺς στρέψει πρὸς τὴ σωστὴ κατεύθυνση: τῆς μετάνοιας καὶ τῆς μεταστροφῆς. Ἀντιθέτως, βλέπουμε ἐκ μέρους τῶν τελευταίων νὰ συνεχίζεται ἡ ἴδια τακτικὴ αὐτοδικαίωσης ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ καὶ ἐπίθεσης ἀπὸ τὴν ἄλλη σὲ ὅσους ἀρνοῦνται νὰ ἐνδώσουν στὸ ἄθλιο μεταπατερικὸ παραμύθι τῆς τυφλῆς καὶ ἄνευ ὅρων ὑπακοῆς-ὑποταγῆς τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος σὲ ὁδηγοὺς ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ εἶναι πλέον «μωροὶ καὶ τυφλοί», συνεπῶς δὲ καὶ πνευματικὰ ὀλέθριοι.

Καὶ δὲν μιλᾶμε μόνο γιὰ εἰρωνίες, προπηλακισμοὺς καὶ ἄλλες λεκτικὲς ἐπιθέσεις, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἀπειλὲς ἢ καὶ κανονικὲς διώξεις πρὸς μοναχούς, ἱερεῖς καὶ λαϊκοὺς (π.χ. ψάλτες) ποὺ «τόλμησαν» νὰ ἀσκήσουν κριτικὴ σὲ ἐπισκόπους γιὰ τὴ στάση τους σὲ μείζονα θέματα πίστεως, ὅπως ὁ Οἰκουμενισμός, ἡ κοινωνία μὲ αἱρετικοὺς καὶ σχισματικοὺς (βλ. Οὐκρανικὴ ψευδοεκκλησία) καὶ ἡ νεοβαρλααμική βλασφημία ποὺ ζοῦμε τὸ τελευταῖο τρίμηνο μὲ τοὺς κλειδαμπαρωμένους (καὶ μετὰ ἀποστειρωμένους) ναούς - καὶ μαζὶ ὅσα ἀποτρόπαια βλέπουμε νὰ γίνονται σχετικὰ μὲ τὴ Θεία Κοινωνία σὲ ὀρθοδόξους ναοὺς τοῦ ἐξωτερικοῦ (ἀλλὰ ὅπως ἔχω ἐξηγήσει σὲ πρόσφατο ἄρθρο εἶναι πιθανότατο νὰ τὰ δοῦμε σύντομα καὶ στὴ χώρα μας).




Ὅσα κι ἂν λένε ὅμως οἱ ἐν πλάνει τελοῦντες κληρικοὶ (καὶ οἱ θολολόγοι λαϊκοὶ συνοδοιπόροι τους), οὔτε τὸ παραμικρὸ ἀλάθητο ἔχουν οἱ ἐπίσκοποι, οὔτε ἡ ὑπακοὴ πρὸς αὐτοὺς μπορεῖ νὰ εἶναι ἀπροϋπόθετος, ἐνῶ καὶ ἡ ὑπεράσπιση τῆς πίστης ἀπέναντι σὲ κακόδοξους ἐπισκόπους ὄχι μόνο δὲν ἀπαγορεύεται, ἀλλὰ εἶναι καὶ καθῆκον ὅλων.

Ἀνυπόστατη λοιπὸν κατ᾿ ἀρχὰς ἡ κατηγορία περὶ ἀντικανονικῆς ἀντίδρασης στοὺς ἐπισκόπους, στοὺς ὁποίους δῆθεν ὀφείλουμε πλήρη ὑπακοή. Ἕως καὶ ὅτι ἀποτελεῖ παναίρεση τὸ νὰ μὴν ὑπακούεις τὸν ἐπίσκοπό σου (!!!) ἀκούσαμε ἀπὸ τὰ χείλη κάποιων ἑλλαδιτῶν μητροπολιτῶν.

Θυμίζω ὅμως πολὺ ἁπλᾶ ὅτι τὸ ἐκκλησιαστικό μας διοικητικὸ σύστημα εἶναι μὲν ἐπισκοπικό, ἀλλὰ ὄχι... χουντομοναρχικό, ὅσο καὶ ἂν ἀρκετοὶ μητροπολῖτες τὸ ἐκλαμβάνουν καὶ τὸ ἐφαρμόζουν ὡς τέτοιο (καὶ εἰδικὰ τὸν τελευταῖο καιρὸ ὅπου - μὲ τὴ βαρύτατη προσωπικὴ καὶ θεολογικὴ συνευθύνη τοῦ μητροπολίτη Ναυπάκτου - ἔχει δυστυχῶς ἀναπτυχθεῖ μία στρεβλὴ ἐκκλησιολογία σὲ βάρος τῆς συνοδικότητας καὶ ὑπὲρ ἀπόψεων ποὺ ὅλο καὶ περισσότερο θυμίζουν τὸ παπικὸ ἀλάθητο).

Ἕνας πατριάρχης ὅμως ἢ ἕνας ἐπίσκοπος εἶναι σαφέστατο ὅτι δὲν δικαιοῦται νὰ κάνει τὰ πάντα καὶ ὁ ἔλεγχός του ἀπὸ ὁποιονδήποτε κληρικὸ (ἀπὸ τὴν ἁπλὴ διαμαρτυρία ἕως τὴν διακοπὴ μνημόνευσης) εἰδικὰ γιὰ πολὺ συγκεκριμένες πράξεις ὅπου τεκμηριώνεται κακοδοξία καὶ αἵρεση, ὄχι μόνο δὲν εἶναι ἀντικανονική, ἀλλὰ ἀποτελεῖ καὶ ἠθικὴ ὑποχρέωση, καθὼς καὶ πράξη κατοχυρωμένη πάνω στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες.

Ἐντελῶς ἀβάσιμοι συνεπῶς οἱ ἰσχυρισμοὶ περὶ τῆς ἐν πάσῃ περιπτώσει ὀφειλόμενης ὑπακοῆς. Ὀφείλουμε μάλιστα νὰ ποῦμε ὅτι ὁ ἔλεγχος τῶν ἐπισκόπων ἀποτελεῖ δικαίωμα ἀλλὰ καὶ ὑποχρέωση ὄχι μόνο τῶν κληρικῶν, ἀλλὰ καὶ ἡμῶν τῶν λαϊκῶν. Κατοχυρωμένη ὑποχρέωση πολλαπλῶς, ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἀπόστολο Παῦλο (ποὺ ὁρίζει ρητὰ στὴν «Πρὸς Γαλάτας» πρὸς τὸ ἁπλὸ ποίμνιο ὅτι ἂν ἔρθει κάποιος στὸ μέλλον, ἀκόμη καὶ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ, καὶ τοὺς πεῖ καινὰ πράγματα, αὐτὸς «ἀνάθεμα ἔστω») ἕως τὸν Μέγα Ἀθανάσιο καὶ ἄλλους μεγάλους Πατέρες. 

Ἐνδεικτικὰ μάλιστα θὰ θυμίσω πὼς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀλλὰ καὶ ὁ ἅγιος Νικηφόρος ὁ Ὁμολογητὴς λένε ρητὰ ὅτι καὶ ἐλάχιστα ἄτομα νὰ κρατήσουν ἀκέραιη τὴν Ὀρθὴ Πίστη, αὐτὰ μόνο θ᾿ ἀποτελοῦν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, χωρὶς νὰ διευκρινίζουν ἂν εἶναι αὐτοὶ θὰ εἶναι κληρικοὶ ἢ λαϊκοί. Θὰ θυμίσω ἐπίσης τὴν περίφημη φράση τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς ὅτι ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἀπαγορεύσει στὴν ἁπλὴ γιαγιὰ νὰ ἐλέγχει τὸν ἐπίσκοπό της, αὐτὸ θὰ σημάνει τὸ τέλος τῆς Ἐκκλησίας. Θυμίζω ὅμως ἀκόμη καὶ τὴν προόραση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Μαξίμοβιτς ὅτι στὰ δύσκολα χρόνια ποὺ ἔρχονται ἡ αἵρεση θὰ ἔχει τόσο ἐξαπλωθεῖ ποὺ οἱ πιστοὶ δὲ θὰ βρίσκουν ἱερέα νὰ τοὺς προστατέψει ἀπὸ τὴν πλάνη, ὁπότε πλέον ὁδηγός τους θὰ εἶναι τὰ κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ ὁ κάθε πιστὸς θὰ εἶναι πιὰ ὑπεύθυνος γιὰ ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.

Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπαιτοῦν κάποιοι νὰ ὑπακοῦμε ἀδιαμαρτύρητα πασιδήλως πλανεμένους ἱεράρχες, ποὺ ἀντὶ νὰ ὀρθοτομοῦν λόγον ἀληθείας, σκανδαλίζουν τὸν λαὸ ἐκφέροντας λόγον κακοδοξίας καὶ ψεύδους;

Ὁπότε ἔτσι φυσικὰ ἀνατρέπεται καὶ ἡ κατηγορία ὅτι δὲν πρέπει νὰ κρίνουμε δημόσια τοὺς ἱεράρχες μας, ἐπειδὴ αὐτὸ δείχνει ἔλλειψη σεβασμοῦ καὶ ἐπειδὴ δῆθεν σκανδαλίζεται καὶ πολὺς κόσμος. Κατ᾿ ἀρχὰς νὰ ξεκαθαρίσουμε ὅτι ἐδῶ δὲν μιλοῦμε γιὰ κρίση καὶ ἱεροκατάκριση, ἀλλὰ γιὰ ἔλεγχο περὶ πλάνης καὶ αἱρέσεως. Ἐπ᾿ αὐτοῦ ἔχουμε κάθε δικαίωμα, ἀλλὰ καὶ ὑποχρέωση, ὅπως ξεκαθαρίζει καὶ πάλι ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ἀλλὰ καὶ ἕτεροι μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας (σὲ προσεχὲς ἄρθρο θὰ ἔχουμε τὴν εὐκαιρία νὰ ποῦμε περισσότερα, βασισμένοι στὰ ἴδια τους τὰ λόγια).

Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἡ ἄποψη ὅτι σκανδαλισμὸ ἐπιφέρει ὁ ἔλεγχος τοῦ σκανδαλοποιοῦ καὶ ὄχι ὁ ἴδιος ὁ σκανδαλοποιός, δὲν ἀντέχει στὴν παραμικρὴ κριτική. Ἀντίθετα ἡ δημοσιοποίηση τῶν αἱρετικῶν τερατουργημάτων ποὺ ὁλοένα καὶ περισσότερο ἐκπορεύονται ἀπὸ τὰ χείλη ὑψηλόβαθμων ρασοφόρων, καθὼς καὶ ἡ δημόσια ἀνασκευή τους, ἀποτελοῦν ὑποχρέωση καὶ καθῆκον ὅσων κατέχουν κάποιες θεολογικὲς γνώσεις ἔναντι τῶν πλέον ἀδαῶν, μὲ στόχο νὰ οἰκοδομοῦνται οἱ τελευταῖοι στὴν ἀλήθεια καὶ νὰ μὴν παρασύρονται.

Ὅσον ἀφορᾶ δὲ τὰ περὶ ἐλλείψεως σεβασμοῦ, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἀσφαλῶς καὶ σεβόμαστε τὸ σχῆμα τους - καὶ μάλιστα προφανέστατα πολὺ περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο οἱ ἴδιοι. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ὅμως πόσο μπορεῖς νὰ σιωπᾶς ἀπέναντι σὲ κληρικοὺς ποὺ παλινδρομοῦν ἐπὶ δεκαετίες ἀνάμεσα στὴ δυσσεβὴ νεωτερικότητα (ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ ράσα, μεταφράσεις στὴ λατρεία κλπ) καὶ τὴν πλέον βέβηλη βλασφημία (συμπροσευχὲς καὶ κάθε λογῆς ἀκόμη ἐπαφὲς καὶ συμμίξεις μὲ κατεγνωσμένους αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ ἀλλοθρήσκους), προκαλῶντας μὲ συνεχεῖς νεοεποχίτικες δηλώσεις καὶ πράξεις;


Καὶ πόσο μπορεῖς νὰ σιωπᾶς μὲ ὅσα ἀπερίγραπτα βλέπουμε εἰδικά τοὺς τελευταίους μῆνες, μὲ τὸ Οὐκρανικὸ ψευδο-αὐτοκέφαλο, μὲ τὰ συλλείτουργα πολλῶν ἱεραρχῶν μας μὲ σχισματικούς, καθῃρημένους καὶ ἀχειροτόνητους ψευδοκληρικοὺς καὶ ἐπίσης μὲ τὴ συνεχῆ βλασφημία καὶ προσβολὴ τοῦ Θεοῦ ἐξ ἀφορμῆς τῆς δῆθεν πανδημίας; 



Ὀφείλουμε νὰ προσευχόμαστε ὁ Θεὸς νὰ τοὺς φωτίζει καὶ νὰ τοὺς χαρίζει ἐπιστροφὴ καὶ μετάνοια, ἀλλὰ ὅσο αὐτὸ δὲν συμβαίνει καὶ ὁ σκανδαλισμὸς ποὺ προκαλοῦν κλιμακώνεται, εἶναι προφανὲς πὼς ὀφείλουμε καὶ νὰ ἀντιδροῦμε. Ἄλλωστε «οἱ μὴ ὁργιζόμενοι ἐφ᾿ οἶς δεῖ, ἠλίθιοι δοκοῦντες εἶναι».

Καὶ φυσικὰ οὐδεμία πρόθεση ἔχουμε νὰ γίνουμε κριτὲς καὶ τιμητὲς τῶν πάντων (γιατί τὴν ἀκοῦμε ἐνίοτε καὶ αὐτὴν τὴν κατηγορία, ὅταν καυτηριάζουμε τοὺς λόγους καὶ τὶς πράξεις οἰκουμενιστῶν ἱεραρχῶν, ἀκόμη καὶ τὰ acta φρικωδῶν ψευδοσυνόδων ὅπως αὐτὴ τῆς Κρήτης). Φυσικὰ ὅμως καὶ αὐτὴ ἡ κατηγορία ἀρύεται ἐκ τοῦ πονηροῦ καὶ εἶναι ἀπολύτως ὑποκριτική. Κατ᾿ ἀρχάς, ἡ ἰδιότητα τοῦ τιμητῆ ἐκ τῶν πραγμάτων περικλείει οἴηση καὶ ἔπαρση. Ἡ οἴηση ὅμως χαρακτηρίζει ἐκείνους τοὺς ἀγαπολόγους παραληροθεολογούντες (τῆς «μεταπατερικότητας» καὶ τοῦ νεωτερικοῦ ἀναθεωρητισμοῦ), ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ δογματίζουν καινὰ σημεῖα (καί... τέρατα), θεωρῶντας ἑαυτοὺς οὐσιαστικὰ ἀνώτερους τῶν ἁγίων Πατέρων, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως. 

Ἐμεῖς ἀντιθέτως ἐμμένουμε σὲ αὐτοὺς (ἀρνούμενοι νὰ ἀλλάξουμε ἔστω καὶ ἕνα «ἰῶτα»), στάση ἐξ ὁρισμοῦ ταπεινή. Μπορεῖ νὰ ἔχουμε (καὶ ἔχουμε) χίλια δυὸ ἐλαττώματα ὡς ἄνθρωποι, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ συγκεκριμένο εἶναι ταπεινό. Πέραν αὐτοῦ δέ, καθόλου δὲν «κρίνουμε τοὺς πάντες». Ἁπλῶς ἐκθέτουμε τὴ θέση μας πάνω σὲ ἐξόφθαλμα γεγονότα βέβηλης διαστρέβλωσης τῆς πίστης μας ἀπὸ συγκεκριμένα πρόσωπα ποὺ τὴ διαστρεβλώνουν. Ἄν γιὰ κάποιους δὲν εἶναι ἐξόφθαλμα, τὸ πρόβλημα τυγχάνει ἀποκλειστικὰ τῶν ὀφθαλμῶν τους. Ὄχι τῶν δικῶν μας.

Ὅσο γιὰ κάποια ἀκόμη ἀγαπημένα «ἐπιχειρήματα» ὁρισμένων ὀπαδῶν τῆς τυφλῆς ὑπακοῆς (ἀλλὰ καὶ ἐνίων δῆθεν διαλλακτικῶν καὶ οὐδέτερων) ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀντιδροῦμε, γιατί ὅσο φωνάζουμε, διαφημίζουμε τὸ θέμα, ἢ ὅτι πρέπει νὰ κάνουμε μόνο προσευχὴ καὶ ὁ Θεὸς θὰ δώσει λύση καὶ θὰ δείξει τὴν ἀλήθεια, εἶναι ἐπίσης προφανὲς πόσο ἀβάσιμα εἶναι. Γιατί φυσικά, ὡς πρὸς τὸ θέμα τῆς προσευχῆς, ἀσφαλῶς καὶ εἶναι τὸ πρώτιστο καὶ οὐδεὶς ἀμφισβητεῖ τὴ σημασία της. Ὅμως ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε καὶ νοῦν τοῦ συνιέναι καὶ ὀφθαλμούς τοῦ ὁρᾶν καὶ στόμα τοῦ λαλεῖν. Καὶ ἐδῶ ἰσχύει τὸ εὐαγγελικὸ «καὶ ταῦτα δεῖ ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι». 

Ἄν δὲν μιλήσουμε καὶ δὲν ἀντιδράσουμε τὴν ὥρα ποὺ διώκεται ἡ πίστη μας, θὰ εἴμαστε ἀναπολόγητοι ἀπέναντί Του. Τέτοιες παθητικὲς καὶ ἀποστασιοποιημένες λοιπὸν στάσεις δὲν μποροῦν νὰ ἀφοροῦν σὲ κανένα πραγματικὸ ὀρθόδοξο χριστιανό, εἰδικὰ στοὺς σημερινοὺς κρίσιμους χρόνους. Οἱ ἴδιοι οἱ Πατέρες εἶναι ξεκάθαροι καὶ κατηγορηματικοὶ ἐπ᾿ αὐτοῦ (ὅπως προαναφέρθηκε, θὰ τὸ δοῦμε καὶ λεπτομερέστερα σὲ ἑπόμενο ἄρθρο). Ὅσον ἀφορᾶ δὲ τέλος τὴ ρήση ὅτι ἂν δὲν μιλᾶς γιὰ κάτι, δὲν τὸ διαφημίζεις κι ἔτσι... ἀσημαντοποιεῖται, πρόκειται πολὺ ἁπλᾶ γιὰ προκάλυμμα δειλίας. 

Μὲ τὴν «λογικὴ» αὐτὴ δὲν θὰ μιλούσαμε ποτὲ καὶ γιὰ τίποτε (εἴτε γιὰ τὴν πολιτικὴ κατάντια τοῦ τόπου, εἴτε γιὰ τὸν ἀποχριστιανισμὸ τῆς πατρίδας μας, εἴτε γιὰ τὸν ἀφελληνισμὸ τῆς ἐκπαίδευσης, εἴτε γιὰ τὴν πληγὴ τῆς λαθρομετανάστευσης, εἴτε γιὰ ὁτιδήποτε ἄλλο). Ἀντίθετα, γιὰ ὅλα ὀφείλουμε νὰ ἀντιδροῦμε - καὶ πολὺ περισσότερο βέβαια γιὰ τὸ μεῖζον θέμα τῆς πίστης μας καὶ τὴ λυσσαλέα ἀπόπειρα νόθευσής της ἀπὸ τὰ χαλκεῖα τῆς παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἢ μήπως δὲν τή θεωροῦν (ἢ οὔτε κἂν αἵρεση) ὅλοι αὐτοὶ οἱ «μετριοπαθεῖς»;

Ἄς ἀντιστρέψουμε λοιπὸν τὴν κατάσταση, ἂς πάψουμε νὰ κρατᾶμε ἀμυντικὴ στάση ἀπέναντι στὸ θράσος τους καὶ ἂς τοὺς ἀπευθύνουμε τὴν παραπάνω ἐρώτηση εὐθέως. Εἶναι καιρὸς ποὺ ὅλοι θὰ κληθοῦμε καὶ θὰ πάρουμε θέση, τέλος πιὰ μὲ τὰ μισόλογα στὶς σκιές. Ἐδῶ ὑπάρχει ἕνα τεράστιο ἀπόστημα, ποὺ ἁπλώνεται καὶ τρώει τὶς σάρκες μας. Ἀπέναντι σὲ αὐτό, κανεὶς δὲν ἔχει πιὰ τὸ δικαίωμα νὰ παραμένει σιωπηλός...
«Πᾶνος»

3 σχόλια:

  1. Καταπληκτικο αρθρο! Συγχαρητηρια και ευχομαι να ενθαρρυνει και να αναπαυσει πολλες ψυχες...Ζει Κυριος Ο Θεος!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ἕνα κείμενο, πού πρέπει νά μελετηθεῖ ἀπό κάθε βαπτισμένον Ὀρθόδοξο Χριστιανό.
    Συνιστᾶ μπούσουλα ἀσφαλοῦς ἐκκλησιολογικῆς συμπεριφορᾶς!
    Εὐχαριστοῦμε ἐκ καρδίας τόν ἀρθρογράφο, τόν χαρισματοῦχο καθηγητή κ. Νεκτάριο Δαπέργολα.



    Φώτιος Μιχαήλ, ἰατρός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εύγε Ευλογημένε Νεκτάριε!

    Όχι μόνο θα συμφωνήσω με τους άνω σχολιαστές, τον Αγαπητό μου Γιατρό και τον Έβανς αλλά θα επαυξήσω κιόλας.


    Διαβάζοντας το άρθρο σου Ευλογημένε Νεκτάριε θυμήθηκα τον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη.
    Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Στουδίου και είχε 1000 Μοναχούς που ήταν πραγματικά ΛΙΟΝΤΆΡΙΑ και όχι κηφήνες.

    Μας βροντοφωνάζει αυτά που μας είπες Ευλογημένε Νεκτάριε:

    "Είναι εντολή Κυρίου νά μή σιωπούμε όταν κινδυνεύη η πίστης. Συνεπώς, όταν πρόκειται γιά τήν πίστιν, δέν πρέπει νά είπη κανείς: ποιός είμαι εγώ; Ιερεύς, άρχων, στρατιώτης, γεωργός, πτωχός;
    Δέν μου πέφτει εμένα λόγος καί φροντίς.
    Τι λέγεις, οί πέτρες θά φωνάξουν, καί σύ θα μείνεις σιωπηλός καί άπραγος;"

    Ας θυσιάσουμε τα κάτω, για να κερδίσουμε τα άνω.


    ΑπάντησηΔιαγραφή