Ἐὰν θέλη κάποιος νὰ βρῆ μία σωστὴ ἑρμηνεία γιὰ κάποιο θέμα στὴν Ἰατρικὴ ἐπιστήμη, θὰ ἀπευθυνθῆ σὲ φοιτητὴ Ἰατρικῆς ἢ σὲ καθηγητὴ Ἰατρικῆς; Θὰ ἀπευθυνθῆ σὲ καθηγητὴ Ἰατρικῆς. Ἔτσι εἶναι καὶ στὴν Θεολογία. Ὅμως ὑπάρχουν διάφορα στάδια θεολογίας. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἔχομε τοὺς προφῆτες. Ἀλλὰ τί εἶναι αὐτοὶ οἱ προφῆτες;
Ἡ παράδοση τοῦ Αὐγουστίνου καὶ τοῦ Λατινικοῦ Μεσαίωνα λέγει ὅτι ὁ Θεὸς μίλησε στοὺς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ὅτι οἱ προφῆτες ἄκουσαν ἀπὸ τὸν Θεὸ λόγια. Αὐτὴ ἡ παράδοσις ὑπάρχει ἀκόμη καὶ σήμερα στὴν Δυτικὴ Θεολογία, διότι σ᾿ αὐτὴν ὁ προφήτης ταυτίζεται μὲ ἐκεῖνον ποὺ ἔχει δεχθῆ μηνύματα ἀπὸ τὸν Θεόν.
Στὴν Ἑβραϊκὴ Παράδοσι ὅμως προφήτης εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐδοξάσθη. Ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ εἶδε τὴν δόξαν τοῦ Ἀγγέλου ἢ διαφορετικὰ τὸν Ἄγγελον ἐν δόξῃ. Μάλιστα στὴν ἐμπειρία τῆς καιομένης ἀλλὰ μὴ καταφλεγομένης βάτου, ποὺ εἶχε ὁ Μωϋσής, σ᾿ αὐτὴν τὴν ἐμπειρία, στὴν βάτο παρὼν εἶναι ὁ Θεὸς Πατήρ, ποὺ εἶναι τὸ Φῶς, παρὼν εἶναι ἐπίσης ὁ Υἱός -Λόγος, ποὺ εἶναι τὸ Φῶς μέσῳ τοῦ ὁποίου βλέπει ὁ Μωϋσὴς τὸ πρῶτο Φῶς, καὶ μετὰ παρὸν εἶναι τὸ Πῦρ, ποὺ εἶναι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Αὐτὴ εἶναι ἡ Πατερικὴ ἑρμηνεία τῆς ἀποκαλύψεως αὐτῆς τοῦ Θεοῦ. Ὅτι δηλαδὴ ἐκεῖ εἶναι ἡ Ἁγία Τριὰς παροῦσα.
Ὁπότε ὁ Μωϋσὴς εὑρίσκεται μέσα σ᾿ ἕνα Πῦρ ποὺ δὲν καίει τὸ ὁποῖο δὲν καταναλίσκει, δὲν καταφλέγει τὴν βάτο. Ἡ βάτος παραμένει ἀνέπαφος, πρᾶγμα ποὺ σαφῶς σημαίνει ὅτι δὲν πρόκειται περὶ κτιστοῦ πυρός, περὶ κτιστῆς φωτιᾶς, διότι, ἂν ἦταν κτιστὴ ἡ φωτιὰ ἐκείνη, ἡ βάτος θὰ καιγόταν τελείως. Ἐκτὸς καὶ ἂν ἔγινε κανένα θαῦμα ἐκεῖ, συμπέρασμα στὸ ὁποῖο θὰ καταλήξη εὔκολα κάποιος, ἂν δὲν δεχθῆ τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία περὶ θεώσεως, ὁπότε τότε θὰ καταντήση μὲ πολλὰ θαύματα στὴν τσέπη του, διαβάζοντας τὴν Παλαιὰ Διαθήκη.
Δηλαδὴ βλέπομε ὅτι στὴν Ὀρθόδοξη παράδοσι τὸ φαινόμενο τῆς καιομένης καὶ μὴ καταφλεγομένης βάτου δὲν ἦταν θαῦμα. Ἦταν ἁπλῶς ἡ ἀποκάλυψις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν Αὐγουστῖνο καὶ τοὺς ὁμοίους του ὅμως ἦταν μεγάλο θαῦμα, διότι ὁ Θεὸς δὲν ἄφησε τὴν κτιστὴ φωτιὰ νὰ κάψη τὴν βάτο!
Διαβάζοντας κανεὶς τὴν Παλαιὰ Διαθήκη μὲ Δυτικὰ γυαλιά, θὰ τὴν βρῆ γεμάτη θαύματα. Ἄν ὅμως τὴν διαβάση μὲ Πατερικὰ γυαλιά, δὲν ὑπάρχουν θαύματα στὶς περιπτώσεις τῶν Θεοφανείων. Ἁπλῶς ὑπάρχουν καὶ περιγράφονται ἀποκαλύψεις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη στὶς ἀνάλογες περιπτώσεις. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν κατανοεῖ τί ἐστί ἐμπειρία θεώσεως καὶ διαβάζει Ἁγία Γραφή, δηλαδὴ ἐκεῖνος ποὺ δὲν βρίσκεται μέσα στὴν Πατερικὴ παράδοσι, ποὺ εἶναι κληρονομημένη ἀπὸ τὴν Ἑβραϊκὴ παράδοσι, καὶ δὲν κατέχει τὰ Πατερικὰ ἑρμηνευτικὰ κλειδιά, δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύση σωστὰ τὴν Ἁγία Γραφή.
Ἡ παράδοση τοῦ Αὐγουστίνου καὶ τοῦ Λατινικοῦ Μεσαίωνα λέγει ὅτι ὁ Θεὸς μίλησε στοὺς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ὅτι οἱ προφῆτες ἄκουσαν ἀπὸ τὸν Θεὸ λόγια. Αὐτὴ ἡ παράδοσις ὑπάρχει ἀκόμη καὶ σήμερα στὴν Δυτικὴ Θεολογία, διότι σ᾿ αὐτὴν ὁ προφήτης ταυτίζεται μὲ ἐκεῖνον ποὺ ἔχει δεχθῆ μηνύματα ἀπὸ τὸν Θεόν.
Στὴν Ἑβραϊκὴ Παράδοσι ὅμως προφήτης εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐδοξάσθη. Ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ εἶδε τὴν δόξαν τοῦ Ἀγγέλου ἢ διαφορετικὰ τὸν Ἄγγελον ἐν δόξῃ. Μάλιστα στὴν ἐμπειρία τῆς καιομένης ἀλλὰ μὴ καταφλεγομένης βάτου, ποὺ εἶχε ὁ Μωϋσής, σ᾿ αὐτὴν τὴν ἐμπειρία, στὴν βάτο παρὼν εἶναι ὁ Θεὸς Πατήρ, ποὺ εἶναι τὸ Φῶς, παρὼν εἶναι ἐπίσης ὁ Υἱός -Λόγος, ποὺ εἶναι τὸ Φῶς μέσῳ τοῦ ὁποίου βλέπει ὁ Μωϋσὴς τὸ πρῶτο Φῶς, καὶ μετὰ παρὸν εἶναι τὸ Πῦρ, ποὺ εἶναι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Αὐτὴ εἶναι ἡ Πατερικὴ ἑρμηνεία τῆς ἀποκαλύψεως αὐτῆς τοῦ Θεοῦ. Ὅτι δηλαδὴ ἐκεῖ εἶναι ἡ Ἁγία Τριὰς παροῦσα.
Ὁπότε ὁ Μωϋσὴς εὑρίσκεται μέσα σ᾿ ἕνα Πῦρ ποὺ δὲν καίει τὸ ὁποῖο δὲν καταναλίσκει, δὲν καταφλέγει τὴν βάτο. Ἡ βάτος παραμένει ἀνέπαφος, πρᾶγμα ποὺ σαφῶς σημαίνει ὅτι δὲν πρόκειται περὶ κτιστοῦ πυρός, περὶ κτιστῆς φωτιᾶς, διότι, ἂν ἦταν κτιστὴ ἡ φωτιὰ ἐκείνη, ἡ βάτος θὰ καιγόταν τελείως. Ἐκτὸς καὶ ἂν ἔγινε κανένα θαῦμα ἐκεῖ, συμπέρασμα στὸ ὁποῖο θὰ καταλήξη εὔκολα κάποιος, ἂν δὲν δεχθῆ τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία περὶ θεώσεως, ὁπότε τότε θὰ καταντήση μὲ πολλὰ θαύματα στὴν τσέπη του, διαβάζοντας τὴν Παλαιὰ Διαθήκη.
Δηλαδὴ βλέπομε ὅτι στὴν Ὀρθόδοξη παράδοσι τὸ φαινόμενο τῆς καιομένης καὶ μὴ καταφλεγομένης βάτου δὲν ἦταν θαῦμα. Ἦταν ἁπλῶς ἡ ἀποκάλυψις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν Αὐγουστῖνο καὶ τοὺς ὁμοίους του ὅμως ἦταν μεγάλο θαῦμα, διότι ὁ Θεὸς δὲν ἄφησε τὴν κτιστὴ φωτιὰ νὰ κάψη τὴν βάτο!
Διαβάζοντας κανεὶς τὴν Παλαιὰ Διαθήκη μὲ Δυτικὰ γυαλιά, θὰ τὴν βρῆ γεμάτη θαύματα. Ἄν ὅμως τὴν διαβάση μὲ Πατερικὰ γυαλιά, δὲν ὑπάρχουν θαύματα στὶς περιπτώσεις τῶν Θεοφανείων. Ἁπλῶς ὑπάρχουν καὶ περιγράφονται ἀποκαλύψεις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη στὶς ἀνάλογες περιπτώσεις. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν κατανοεῖ τί ἐστί ἐμπειρία θεώσεως καὶ διαβάζει Ἁγία Γραφή, δηλαδὴ ἐκεῖνος ποὺ δὲν βρίσκεται μέσα στὴν Πατερικὴ παράδοσι, ποὺ εἶναι κληρονομημένη ἀπὸ τὴν Ἑβραϊκὴ παράδοσι, καὶ δὲν κατέχει τὰ Πατερικὰ ἑρμηνευτικὰ κλειδιά, δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύση σωστὰ τὴν Ἁγία Γραφή.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου