Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2022

Δημήτρης Νατσιός: Ἑλληνικὴ γλῶσσα: τό πολυτίμητο τζιβαϊρικό μας

 

«Ἡ θητεία μου στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα ὑπῆρξε ἡ σπουδαιότερη πνευματική μου ἄσκηση. Στὴ γλῶσσα αὐτὴ ὑπάρχει ἡ πληρέστερη ἀντιστοιχία, μεταξὺ λέξεων καὶ ἐννοιολογικοῦ περιεχομένου»

Βέρνερ Χάϊσεμπεργκ, Γερμανὸς φιλόσοφος, γιὰ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα


Καὶ εἶναι ἡ γλυκάκουστη γλῶσσα μας τὸ ἕτερο ριζιμιὸ λιθάρι, μαζὶ μὲ τὴν ἀμώμητο πίστη μας, πάνω στὸ ὁποῖο στηρίζεται τὸ Γένος μας. «Εἰ θεοὶ διαλέγονται τῇ τῶν Ἑλλήνων γλώττῃ χρῶνται» θὰ πεῖ ὁ Κικέρων γιὰ τὸ ὀμορφότερο κατόρθωμα τῶν προγόνων μας, τὴν εὔκρατη γλῶσσα μας.

Αὐτὴν τὴν ἑλληνοσώτειρα γλῶσσα περιφρονοῦμε πρωτίστως στὰ σχολεῖα μας, ποὺ ἀντὶ νὰ εἶναι θεματοφύλακας τῶν τιμαλφῶν ἀξιῶν τῆς πατρίδας μας, κατάντησε θερμοκήπιο ἀγραμματοσύνης. Ἀντὶ νὰ ἀξιοποιοῦμε τὰ ἀδαπάνητα κοιτάσματα τῆς πνευματικῆς ἁρματωσιᾶς, ποὺ κρύβει τὸ ὑπέδαφος τῆς γλωσσικῆς μας παράδοσης, ἐμεῖς «μουρμουρίζουμε σπασμένες σκέψεις ἀπὸ ξένες γλῶσσες» καταπῶς ἔλεγε ὁ Σεφέρης.
Ἄν ζοῦσε σήμερα ὁ ἐν σαρκὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ἤρεμα καὶ ἀσυζήτητα, χωρὶς νὰ χαρίζεται σὲ κανέναν οὔτε νὰ χρονοτριβεῖ, θὰ ἔκλεινε τὰ ὑπάρχοντα σχολεῖα. Θὰ ἄνοιγε ἄλλα. Σχολεῖα, ποὺ δὲν θὰ ὑποσιτίζουν πνευματικὰ τὰ παιδιά μας, ἀλλὰ θὰ ἀρδεύονται σὰν νέοι βλαστοὶ ἀπὸ τὴν ἀείρροο τροφὸ τοῦ μέλλοντός μας, τὴν παράδοση τῶν ἁγίων μας καὶ τῶν ἡρώων μας, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν μέσα στὸ χῶρο καὶ τὴν χάρη τῆς Ἐκκλησίας μας, γι᾿ αὐτὸ ἀγράμματοι ὄντες, πολλοὺς σοφίζουσι.

Αὐτὴν τὴν γλῶσσα τῶν προγόνων μας, ποὺ φώτισε τὴν οἰκουμένη, φροντίζω νὰ διδάσκω στοὺς μαθητές μου κατὰ παράβασιν τῶν ἄνωθεν ἐντολῶν, γιατί ντρέπομαι νὰ ντροπιαστῶ ὡς δάσκαλος ποὺ τίποτε ἄλλο δὲν τοῦ ἀπόμεινε παρὰ Πίστη καὶ Φιλοπατρία.

Καὶ τὰ ἀποτελέσματα εἶναι ἐξαιρετικά, οἱ μικροὶ μαθητὲς μὲ κατάνυξη, θὰ ἔλεγα, καὶ μὲ καμάρι «τριγυρίζουν ὅπως ἡ μέλισσα γύρω ἀπὸ ἕνα ἄγριο λουλούδι» (Βρεττάκος), τὴν πάντερπνη γλῶσσα μας καὶ χαίρονται τοὺς χυμοὺς καὶ τὰ ἀρώματά της.

 
Τοὺς ἐξηγεῖς ὅτι ἐργάστηκαν «μακριὲς σειρὲς προγόνων, ποὺ δούλεψαν τὴν φωνή, τὴν τεμάχισαν σὲ κρίκους, τὴν ἔκαμαν νοήματα, τὴν σφυρηλάτησαν ὅπως τὸ χρυσάφι οἱ μεταλλουργοὶ κι ἔγινε Ὅμηροι, Αἰσχύλοι, Εὐαγγέλια κι ἄλλα κοσμήματα», κατὰ τὸν θαυμάσιο Νικ. Βρεττάκο, καὶ ὅτι αὐτοὶ ἔχουν τὸ μοναδικὸ παγκοσμίως προνόμιο νὰ μποροῦν νὰ τὴν διαβάζουν στὸ πρωτότυπο καὶ νά τήν - κατὰ τὸ δυνατόν - κατανοοῦν. Καὶ καμαρώνουν καὶ αἰσθάνονται «ἐθνικὰ ὑπερήφανοι», γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω μία φράση ποὺ ἀπεχθάνεται ὁ νεοταξικὸς συρφετός.
 
Νικηφόρος Βρεττάκος

Τὰ κείμενα ποὺ χρησιμοποιῶ εἶναι κυρίως μῦθοι τοῦ Αἰσώπου καὶ Εὐαγγελικὲς Περικοπές, προγραμμένα σήμερα ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖο πρώην Ἐθνικῆς Παιδείας.

Πῶς γίνεται τὸ μάθημα; Φωτοτυπῶ καὶ μοιράζω ἕνα κείμενο. Γιὰ παράδειγμα: «Κοχλίαι: Γεωργοῦ παῖς κοχλίας ὤπτει. Ἀκούσας δὲ αὐτῶν τριζόντων ἔφῃ: ὦ, κάκιστα ζῶα, τῶν οἰκιῶν ὑμῶν ἐμπιπραμένων αὐτοὶ ἄδετε; Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι πᾶν τὸ παρὰ καιρὸν δρώμενον ἐπονείδιστον».

Ἀφοῦ γίνει, μία καλά, ὀρθὴ καὶ ἀργὴ ἀνάγνωση ἀπὸ τὸν δάσκαλο, ζητῶ ἀπὸ κάποιους μαθητὲς νὰ προσπαθήσουν νὰ τὸ διαβάσουν μεγαλοφώνως. (Τοὺς προτρέπω νὰ πράξουν τὸ ἴδιο στὸ σπίτι τους ὡς ἄσκηση ὀρθοφωνίας, εὐκρινοῦς προφορᾶς καὶ ἄρθρωσης).

Στὴν συνέχεια τοὺς ζητῶ νὰ ὑπογραμμίσουν ποιὲς λέξεις ἀναγνωρίζουν. Σὲ κάθε κείμενο ἀγγίζουμε σχεδὸν τὸ 90% τῶν λέξεων, ἀπαντῶντας σ᾿ αὐτοὺς ποὺ θεωροῦν τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ νεκρὴ γλῶσσα. Στὸ παραπάνω κείμενο ὑπογράμμισαν, κατὰ μέσο ὅρο, τὶς λέξεις: γεωργοῦ, παῖς, ἀκούσας, αὐτῶν, κάκιστα, τριζόντων, ζῶα, οἰκιῶν, λόγος, παρά, καιρόν. (Ἄν ἤμασταν στὴν Κρήτη θὰ ἀναγνώριζαν καὶ τοὺς κοχλιούς, τὰ σαλιγκάρια).

Στὴν συνέχεια βοηθῶντας διακριτικὰ τὰ παιδιά, τοὺς παρωθῶ νὰ μεταφράσουμε, ὅλοι μαζί, τὸ κείμενο γιὰ νὰ καρπωθοῦν αὐτὰ τὴν χαρὰ τῆς ἀποκάλυψης τοῦ κειμένου. «Σαλιγκάρια: Τὸ παιδὶ ἑνὸς γεωργοῦ ἔψηνε σαλιγκάρια κι ἀκούγοντάς τα νὰ τρίζουν, εἶπε: Ἔ, κάκιστα ζῶα, τὰ σπίτια σας καίγονται καὶ ἐσεῖς τραγουδᾶτε. Ὁ μῦθος σημαίνει ὅτι εἶναι ἀξιοκατάκριτο καθετὶ ποὺ γίνεται παράκαιρα». (Νιώθω χαρὰ βλέποντας τὴν ἱκανοποίηση καὶ τὴν ἔκπληξη τῶν παιδιῶν κατὰ τὴν μετάφραση. Ἀνοίγεται ἕνα παράθυρο καὶ ἀτενίζουν τὸ ἔνδοξο παρελθόν, «τὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου»).
 
 
Στὴν συνέχεια ἕπεται τὸ ὡραιότερο: ἡ ἐτυμολογία, σκαλίζουμε τὶς γενέθλιες λέξεις τῆς Ἑλληνίδας γλώσσας, τὸ φῶς τοῦ πολιτισμοῦ μας φεγγοβολᾶ στὴν αἴθουσα. (Καὶ ἡ αἴθουσα, ἀπὸ τὸ ρῆμα «αίθω» παράγεται, ποὺ σημαίνει καίω, φωτίζω. Ἐξ οὐ καὶ αἴθριος καὶ Αἰθίοψ, ἀπό τὰ αίθω+ὄψη).

Τὸ γεωργὸς ἀπὸ γῆ+ἔργον καὶ καταλήγουμε στὴν γεωργία, στὸν Γεώργιο, στὴν γεωγραφία, στὴν γεωμετρία, στὸ γεωτρύπανο (λέξεις ποὺ βρῆκαν τὰ παιδιά). Παραγωγὴ λόγου καὶ ἐκμάθηση τοῦ πρώτου συνθετικοῦ «γέω», τὸ ὁποῖο σημαίνει γῆ, πρᾶγμα ποὺ πρὶν ἀγνοοῦσαν.

Τὸ ἴδιο μὲ τὴν λέξη «παῖς», ἀπ᾿ ὅπου τὸ παιδί, τὸ παιχνίδι, παιδεία, παιδίατρος, παιδαγωγός.

Τοὺς λὲς ὅτι κανεὶς σήμερα δὲν λέει «πάω στὴν οἰκία μου», ὅμως λέμε οἰκογένεια, οἰκοδέσποινα, οἰκοδομή, οἰκονομία.

(Δράτεσσαι τῆς εὐκαιρίας καὶ ἐξηγεῖς ὅτι ἡ οἰκονομία παράγεται ἀπὸ τὸ οἶκος+νέμω, ποὺ σημαίνει μοιράζω, ἀλλὰ καὶ διοικῶ καὶ καταλήγουμε στὸν νόμο καὶ ὅτι σήμερα καταστράφηκε ἡ οἰκο-νομία μας, γιατί δὲν διοικεῖ ὁ νόμος, ἀλλὰ οἱ ἄνομοι  παράνομοι, ποὺ νέμονται τὸ δημόσιο ταμεῖο).

Τοὺς ἐξηγεῖς ὅτι τὸ «ἐμπιπραμένων» παράγεται ἀπὸ τὸ «πίμπρημι» καὶ φτάνουμε στὸν ἐμπρησμό.

Τοὺς λὲς ὅτι «ἄδω» σημαίνει ψάλλω καὶ τραγουδῶ καὶ ἀνοίγεται μπροστά μας ἕνα ἀπέραντο φύλλωμα λέξεων: κωμωδία, ὠδεῖο, μελωδία, τραγωδία (βάζεις καὶ τὴν λέξη «τράγος» καί... ἀμηχανοῦν) καὶ ἀηδόνι καὶ αὐδή, ποὺ σημαίνει φωνή, ἡ ὁποία διασώζεται στὸ ἐπίθετο ἄναυδος καὶ στὸ ἀπηύδησα.

Ἕνα γλωσσικὸ πανηγύρι μὲς στὴν αἴθουσα, μαθήματα πατριδογνωσίας οὐσιαστικά, ποὺ ἐντυπώνονται ἀνεξίτηλα στὴν μνήμη τῶν παιδιῶν, γιατί γοητεύονται ἀπὸ τὴν ἐτυμολογία, ὅπως καὶ οἱ γονεῖς τους, καὶ κυρίως καμαρώνουν ποὺ εἶναι Ἕλληνες. Ἡ ἐθνικὴ ὑπερηφάνεια, καὶ ἂς λυσσοῦν οἱ ἐθνομηδενιστές, ἀνεβάζει τὸν λαὸ στὶς ἀετοράχες τῆς Πίνδου, σπέρνει μὲ κόκαλα ἱερὰ τὰ σιταροχώραφα τοῦ Κιλκίς, κρατᾷ σφιχτὰ τὸ γιαταγάνι τοῦ Νικηταρᾶ καὶ τὸ σπαθὶ τοῦ Βουλγαροκτόνου ἢ γεμίζει τὶς Θερμοπύλες μὲ τὴν ἰαχὴ «μολὼν λαβέ».

Ἐπαναλαμβάνω, τὸ ξεκλείδωμα γιὰ τὴν προσέγγιση, τὴν ἐμβάθυνση καὶ ἐν τέλει τὴν ἀγάπη τοῦ παιδιοῦ γιὰ τὴν γλῶσσα τῶν «γοναίγων του» (Μακρυγιάννης) εἶναι ἡ ἐτυμολογία, τὸ ταξίδι στὰ κεφαλόβρυσα, στὶς φλέβες τῆς ἡλιόλουστης λαλιᾶς μας.  Ἀποκρυπτογραφεῖται ὁ κόσμος τῶν λέξεων μέσῳ τῆς ἐτυμολογικῆς ἀνάλυσης. Θέλουμε δὲν θέλουμε ἡ ἀρχαία γλῶσσα εἶναι τροφὸς τῆς νεοελληνικῆς καὶ προϋπόθεση γιὰ τὴν εἰς βάθος οἰκείωσή της.

(Ἄν εἴχαμε σοβαρὸ ὑπουργεῖο καὶ ὑπουργὸ Παιδείας, θὰ γραφόταν ἕνα ἐτυμολογικό, θὰ τὸ ἔλεγα, ἀνθολόγιο γιὰ νὰ διδαχτοῦν οἱ μαθητὲς τί θησαυρὸς ἀτίμητος εἶναι ἡ γλῶσσα τους).

Καὶ ἐνῶ αὐτὰ συμβαίνουν στὰ καθ᾿ ἡμᾶς, οἱ ξένοι τιμοῦν καὶ ἐκτιμοῦν τὰ ἀρχαῖα, συνιστοῦν γι᾿ αὐτοὺς ἀκένωτη δανειοληπτικὴ πηγή. Διάβασα κάτι ἐντυπωσιακό. Ὅλοι μας ἔχουμε ἀκούσει γιὰ τὸ βλῆμα «exocet». Εἶναι πύραυλος ἐπιφανείας-ἐπιφανείας τοῦ Πολεμικοῦ μας Ναυτικοῦ. Οἱ Γάλλοι κατασκευαστές του ἔψαξαν γιὰ ὀνοματοδοσία στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Ἀνακάλυψαν ὅτι ὑπάρχει ἕνα ψάρι ποὺ ὀνομάζεται «ἐξώκοιτος», τὸ ὁποῖο πετᾷ πάνω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας, ὅπως καὶ τὸ βλῆμα. Τὸ ψάρι αὐτὸ ἐμεῖς τὸ ξέρουμε ὡς χελιδονόψαρο.

Τὸ ἀμερικανικὸ σύστημα «Aegis» τῆς ἀντιαεροπορικῆς προστασίας ἔχει πάρει τὴν ὀνομασία του ἀπὸ τὴν αἰγίδα. Ἡ αἰγὶς ἦταν ὅπλο, ἀσπίδα τοῦ Διός, φτιαγμένη ἀπὸ δέρμα αἰγὸς (=κατσίκας). Ἀπὸ τὴν αἰγίδα παράγεται ἡ καταιγίδα καὶ ἡ γίδα, λέμε ἀκόμη ὑπὸ τὴν αἰγίδα, δηλαδὴ προστασία. Θυμίζω καὶ τὸ πυραυλικὸ σύστημα «Patriot» ἀπὸ τὴν ποινικοποιημένη σήμερα λέξη πατριώτης, ἢ τὸ ἅρμα μάχη «Leopard», δηλαδὴ λεοπάρδαλη, ὁ παρδαλὸς λέων καὶ πολλὰ ἄλλα. Αὐτά... ἔξω.


Ἐδῶ, οἱ ἡμέτεροι Γραικύλοι, ὀνομάζουν πληροφοριακὰ συστήματα τοῦ ὑπουργείου Παιδείας «myschool», δηλαδὴ τὸ σχολεῖο μου. Τί νὰ πεῖ κανείς;

Νατσιὸς Δημήτρης
δάσκαλος-Κιλκίς
___________________________
Πολυτονισμὸς καὶ προσθήκη 
φωτογραφιῶν ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου