Πήγα μία φορά – διηγείται ανώνυμη μοναχή – στον Γέροντα Πορφύριο και πονούσε πολύ. Μου είχαν πη ότι άδικα θα πάω, έχει πολύ ανεβασμένη την ουρία και δεν δέχεται κανέναν. Πήγα και πονούσε και έλεγε: «Κύριε Ιησού Χριστέ…, Δόξα σοι Κύριε», εναλλάξ απ’ την καρδιά του. Αφού πήρα την ευχή του, του είπα:
– Θα μπορούσα να σας ρωτήσω ορισμένα πράγματα ή μήπως δεν μπορείτε;
Εκείνος τραβούσε την κουβέρτα, κάλυπτε το κεφάλι του και μου έλεγε:
– Δεν σ’ ακούω. Δεν σ’ ακούω…
– Τι να κάνω, να φύγω;
– Δεν ξέρω· ό,τι σε φωτίσει ο Θεός. Έλα, βοήθησέ με να γυρίσω στην άλλη πλευρά διότι πονάω. Δόξα σοι ο Θεός. Κύριε Ιησού…
Τον ρώτησα κάτι (δεν θυμάμαι τι) η απάντηση ήταν «δεν έχω πληροφορία… αυτό που θα πω θάναι δικό μου». Έφυγα ζητώντας συγγνώμη, με τον λογισμό να πάω άλλη φορά.
✶✶✶
Άλλη φορά που πήγα έβρεχε και δεν ήταν κανείς. Μόλις μπήκα, άκουσα ξαφνικά μία φωνή «Κύριε…, Κύριε». Προσπαθούσα να καταλάβω από πού έρχεται. Μου λέει: «Τον ακούς; Είναι ο παπαγάλος». Γύρισα και είδα ένα μεγάλο κλουβί με τον παπαγάλο. Μου λέει: «Άρχισε να μαθαίνη την ευχή. Σιγά-σιγά θα την μάθη όλη. Εγώ θα κοιμάμαι και αυτός θα λέη την ευχή».
Του είπα ότι ήθελα να γίνω μοναχή.
– Γιατί να γίνης μοναχή; Δεν θέλεις να παντρευτής;
– Όχι, θέλω να γίνω μοναχή.
Μου λέει:
– Κάνεις μετάνοιες;
Του είπα:
– Ναι.
Ρώτησε:
– Πόσες;
– Εκατό.
– Κάνεις τόσες πολλές; κάνε μου μία μετάνοια να δω πώς την κάνεις.
Μόλις την έκανα, μου λέει:
– Όχι έτσι. Τα γόνατα να μην ακουμπούν κάτω και το σώμα να είναι σαν να αιωρήται και το κεφάλι ν’ ακουμπά στην γη.
Μ’ έβαλε να ξανακάνω, αλλά δεν μπορούσα να την κάνω όπως μου έλεγε. Φώναξε την ανηψιά του και την έβαλε να μου δείξη πώς να κάνω τις μετάνοιες. Επίσης κάνοντας τον Σταυρό πριν την μετάνοια, παρατήρησε λέγοντας:
– Το χέρι ν’ ακουμπά στις άκρες των ώμων.
Μετά μου είπε:
– Όταν ήμουν εκεί στο Άγιον Όρος στην έρημο, ω! εκεί! Έκανα μετάνοιες… μετάνοιες. Δόξα σοι ο Θεός… Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με… ζούσα τον παράδεισο…
✶✶✶
– Ξέρεις να ψάλλης τον κανόνα του Ιησού;
– Λίγο, απ’ ότι τον έχω ακούσει…
– Ψάλε μου…
Του έψαλα λίγο και μετά μου λέει:
– Να σου ψάλω και ‘γω… η φωνή πρέπει να κάνη γυρίσματα, διότι έτσι δείχνει την αγάπη της στον Νυμφίο, σκιρτά η ψυχή…
Και άρχισε να μου ψάλλη πολύ ωραία.
– Πού σκέπτεσαι να πας για μοναχή; σε ποιο Μοναστήρι;
– Δεν ξέρω.
– Πήγαινε να δης τα κελλιά που χτίζω και έλα μετά…
Πήγα μόνη, είδα το κτίριο με τα κελλιά και έκανα τον λογισμό: «Μα τι κελλιά είναι αυτά; Τόσο μεγάλα; Όλο πέτρα, πλακάκια, ατομικός βοηθητικός χώρος;».
✶✶✶
Επέστρεψα και με ρώτησε: «Σου άρεσαν;». «Ναι». Μου λέει: «αλλά… μεγάλα (διαβάζοντας τον λογισμό μου). Τα υλικά είναι ακριβά». Μου έδειξε ένα τούβλο που είχε εκεί και μου είπε: «Κρατά πολύ καλή μόνωση· ούτε η ζέστη ούτε το κρύο θα επηρεάζη. Δεν έβαλα καθόλου ξύλο, ούτε στα μπαλκόνια θα βάλω διότι εσείς οι γυναίκες είστε επικίνδυνες να βάλετε καμμιά πυρκαϊά. Και αυτό το κτίριο έτσι θα μπορή να σωθή και μετά από 100 χρόνια να γίνη ιερατική Σχολή».
Με ρώτησε ποιους Πνευματικούς γνωρίζω. Του είπα: «Τον π. Ελευθέριο (που είχε κοιμηθή), τον π. Επιφάνιο, τον π. Αναστάσιο (Κρήτη), τον π. Γρηγόριο (Μεταμόρφωση)». Μου λέει: «Όλους τους αγίους εσύ γνωρίζεις». Με ρώτησε και για κάποιον (στην Πελοπόννησο). Δεν τον γνώριζα και δεν συγκράτησα το όνομά του.
Αναφερθήκαμε στο Μοναστήρι της Ζούρβας στην Ύδρα. «Την γερόντισσα Θέκλα δεν την έχω γνωρίσει, αλλά την βλέπω. (Η Γερόντισσα αυτή είχε πολύ λίγο καιρό που είχε αναλάβει το Μοναστήρι, μετά τον θάνατο της προηγουμένης Γερόντισσας.) Εκεί είναι σαν τα Κατουνάκια… Δεν έχω πάει… αλλά τα βλέπω».
Από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος (Μαρτυρίες – Διηγήσεις – Νουθεσίες)». Α’. Μαρτυρίες. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» (απόσπασμα από το “θ’. Βοήθεια σε υποψήφια μοναχή”).
Πηγή:https://www.koinoniaorthodoxias.org/
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου