Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2021

Τό Εὐαγγέλιο καί ὁ Ἀπόστολος τῆς Κυριακῆς 12 Δεκεμβρίου 2021

 

Ἦχος πλ. δ´ - Ἑωθινόν Γ´
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙϚ´ 9 - 20
 
9 Ἀναστὰς δὲ πρωῒ πρώτῃ σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ’ ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια. 10 ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ’ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι. 11 κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ καὶ ἐθεάθη ὑπ’ αὐτῆς, ἠπίστησαν. 12 Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις εἰς ἀγρόν. 13 κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς· οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν. 14 Ὕστερον ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη καὶ ὠνείδισε τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ τὴν σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν. 15 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. 16 ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται· 17 σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς· 18 ὄφεις ἀροῦσι· κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει· ἐπὶ ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν. 19 Ὁ μὲν οὖν Κύριος μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. 20 ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. ἀμήν. 
 
Ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
 
Ἦχος πλ. δ´ - Ἑωθινόν Γ´
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙϚ´ 9 - 20
 
9 Ὅταν δὲ ἀνέστη ὁ Ἰησοῦς τὸ πρωῒ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, ἐφάνη πρῶτον εἰς τὴν Μαρίαν τὴν Μαγδαληνήν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν εἶχε βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια. 10 Ἐκείνη ἐπῆγε καὶ ἀνήγγειλε τοῦτο εἰς τοὺς μαθητάς, ποὺ ἦσαν προτήτερα μαζί του καὶ οἱ ὁποῖοι εἶχαν πένθος καὶ ἔκλαιαν διὰ τὸν θάνατον τοῦ διδασκάλου των. 11 Ἀλλ’ ἐκεῖνοι, ὅταν ἤκουσαν ὅτι ζῇ καὶ ὅτι αὐτὴ τὸν εἶδε, δὲν ἐπίστευσαν εἰς τοὺς λόγους της. 12 Μετὰ ταῦτα δὲ ἐνεφανίσθη μὲ ἄλλην μορφήν, διαφορετικὴν ἀπὸ ἐκείνην ποὺ εἶχε προτοῦ σταυρωθῇ, εἰς δύο ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἐβάδιζαν καὶ ἐπήγαιναν εἰς κάποιο χωράφι. 13 Καὶ ἐκεῖνοι ἐπῆγαν καὶ ἀνήγγειλαν τοῦτο εἰς τοὺς λοιποὺς Ἀποστόλους, ἀλλ’ οὔτε εἰς ἐκείνους ἐπίστευσαν. 14 Ὕστερα ἐνεφανίσθη εἰς τοὺς ἕνδεκα, ὅταν αὐτοὶ εἶχαν καθίσει νὰ δειπνήσουν. Καὶ τοὺς ἐμέμφθη διὰ τὴν ὀλιγοπιστίαν τους καὶ διὰ τὴν σκληρότητα τῆς καρδίας των, διότι δὲν ἐπίστευσαν εἰς ἐκείνους, ποὺ τὸν εἶδαν ἀναστημένον. 15 Καὶ τοὺς εἶπε· Νὰ πᾶτε εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην καὶ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιον εἰς ὅλην τὴν λογικὴν κτίσιν καὶ δημιουργίαν. 16 Ἐκεῖνος, ποὺ θὰ πιστεύσῃ εἰς τὸ κήρυγμά σας καὶ θὰ βαπτισθῇ, θὰ σωθῇ, ἐκεῖνος ὅμως ποὺ θὰ ἀπιστήσῃ, θὰ κατακριθῇ. 17 Εἰς ἐκείνους δὲ ποὺ θὰ κιοτεύσουν, θὰ παρακολουθήσουν αὐτὰ τὰ ὑπερφυσικὰ σημάδια, ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν τὴν δι’ αὐτῶν ἐνεργοῦσαν χάριν, καὶ τὴν ἀλήθειαν τῆς πίστεώς των· διὰ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματός μου θὰ βγάλουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δαιμόνια, θὰ ὁμιλήσουν γλώσσας ξένας, ποὺ δι’ αὐτοὺς θὰ εἶναι νέαι καὶ ἄγνωστοι μέχρι τῆς στιγμῆς ἐκείνης. 18 Θὰ σηκώσουν μὲ τὰ χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρὶς νὰ πάθουν τίποτε ἀπὸ τὰ δαγκώματά των· καὶ ἐὰν ἀκόμη πίουν δηλητήριον, ποὺ φέρει θάνατον, δὲν θὰ τοὺς βλάψῃ· θὰ βάλουν τὰ χέρια τους ἐπὶ ἀσθενῶν καὶ θὰ γίνουν καλά. 19 Ὁ μὲν Κύριος λοιπόν, ἀφοῦ τοὺς ὡμίλησεν ἐπανειλημμένως καὶ τοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων καὶ αὐτά, ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ. 20 Ἐκεῖνοι δέ, ἀφοῦ ἐβγῆκαν εἰς περιοδείαν, ἐκήρυξαν εἰς κάθε μέρος, καὶ ὁ Κύριος ἦτο συνεργός των καὶ ἐπεβεβαίωνε τὸν λόγον τοῦ κηρύγματός των μὲ τὰ θαύματα, ποὺ ἐπηκολούθουν εἰς τὸ κήρυγμά των. Ἀμήν.
 
 
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 16 - 24

16 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα, καὶ ἐκάλεσε πολλούς· 17 καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. 18 καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες, ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 19 καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 20 καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. 21 καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. 22 καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. 23 καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. 24 λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 14 - 14
 
14 πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοὶ, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.  
 
 Ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
 
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 16 - 24
 
16 Ὁ δὲ Ἰησοῦς διὰ νὰ διδάξῃ, ποίας ἀρετὰς πρέπει νὰ ἔχῃ κανεὶς διὰ νὰ συμμετάσχῃ εἰς τὴν αἰωνίαν εὐφροσύνην τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, εἶπε πρὸς αὐτόν· Κάποιος ἄνθρωπος ἔκαμε βραδυνὸν συμπόσιον μεγάλο καὶ ἐκάλεσε πολλούς. Ἡ χαρὰ καὶ ἀπόλαυσις δηλαδὴ τῆς αἰωνίου βασιλείας παραβάλεται πρὸς δεῖπνον μεγαλοπρεπές, ποὺ ἐτοίμασεν ὁ Θεὸς καὶ εἰς τὸ ὁποῖον ἐκάλεσε εἰς τὰς ἀρχὰς ὄχι ὅλους, ἀλλὰ πολλούς, τουτέστι τοὺς Ἰουδαίους. 17 Καὶ κατὰ τὴν ὥραν τοῦ δείπνου ἔστειλε τὸν δοῦλον του, δηλαδὴ τοὺς εἰς ἐκάστην ἐποχὴν ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, τότε δέ, ὅτε ἐλέγετο ἡ παραβολή, ἔστειλε τὸν Βαπτιστὴ πρῶτον καὶ τὸν Υἱόν του ἔπειτα, ὁ ὁποῖος ἔλαβε διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως μορφὴν δούλου. Τὸν ἔστειλε δὲ διὰ νὰ εἴπῃ εἰς τοὺς προσκαλεσμένους· Ἐλᾶτε, καὶ μὴ ἀναβάλλετε, διότι εἶναι πλέον ὅλα ἕτοιμα. 18 Καὶ ἤρχισαν οἱ προσκαλεσμένοι ἀπὸ μιᾶς γνώμης, σὰν νὰ ἦσαν προσυνεννοημένοι, νὰ δικαιολογοῦν τὴν ἀπουσίαν των ἀπὸ τὸ δεῖπνον. Ὁ πρῶτος εἶπεν· Ἠγόρασα κάποιο χωράφι καὶ ἔχω ἀνάγκην νὰ βγῶ ἔξω καὶ νὰ τὸ ἴδω· σὲ παρακαλῶ θεώρησέ με δικαιολογημένον καὶ ἀπηλλαγμένον τῆς ὑποχρεώσεως νὰ ἔλθω. 19 Καὶ ἄλλὸς εἶπεν· Ἠγόρασα πέντε ζευγάρια βώδια καὶ πηγαίνω νὰ τὰ δοκιμάσω. Σὲ παρακαλῶ συγχώρησε τὴν δικιολογημένην ἀπουσίαν μου. 20 Καὶ ἄλλος εἶπεν· Ἐπῆρα εἰς γάμον γυναῖκα καὶ δ΄ αὐτὸ δεν ἡμπορῶ νὰ ἔλθω. Δηλαδὴ οἱ προσκεκλημένοι ὅλοι ἀπερροφήθησαν ἀπὸ τὰς βιοτικὰς καὶ σαρκικὰς μερίμνας καὶ ἠδιαφόρησαν εἰς τὴν πρόσκλησιν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τοὺς ἐκάλει νὰ γίνουν συμμέτοχοι καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας του. 21 Καὶ ἀφοῦ ἦλθεν ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, διηγήθη εἰς τὸν κύριόν του τὰ ὅσα εἶπον εἰς αὐτὸν οἰ προσκαλεσμένοι. Τότε ὁ οἰκοκύρης ἐθύμωσε καὶ εἶπεν εἰς τὸν δοῦλον του· Ἔβγα γρήγορα εἰς τὰς πλατείας καὶ τὰ στενὰ τῆς πόλεως καὶ φέρε ἐδῶ μέσα τοὺς πτωχούς, τοὺς σακάτηδες καὶ χωλοὺς καὶ τυφλούς, ποὺ θὰ εὕρῃς ἐκεῖ. Κάλεσε δηλαδὴ τοὺς περιφρονημένους μεταξὺ τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἀφοῦ οἱ ἐπίσημοι ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ ἀρνοῦνται νὰ δεχθοῦν τὴν σωτηρίαν, ποὺ τοὺς προσφέρει ὁ Μεσσίας. 22 Καὶ ὕστερα ἀπὸ ὀλίγον εἶπεν ὁ δοῦλος· Κύριε, ἔγινεν ὅπως διέταξες καὶ ὑπάρχει ἀκόμη τόπος ἀδειανὸς εἰς τὸ σπίτι διὰ νὰ προσκληθοῦν καὶ ἄλλοι. 23 Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔβγα ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν εἰς τοὺς δρόμους καὶ εἰς τοὺς φράκτας τῶν κτημάτων, ὅπου συνήθως μαζεύονται οἱ περιπλανώμενοι, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν σπίτι καὶ μόνιμον κατοικίαν, καὶ ἐπειδὴ αὐτοὶ θὰ διστάζουν ἐκ συστολῆς νὰ λάβουν μέρος εἰς τὸ δεῖπνον μου, παρακίνησε τοὺς ἐπιμόνως νὰ ἔμβουν ἐδῶ, διὰ νὰ γεμίσῃ τὸ σπίτι μου. Προσκάλεσε δηλαδὴ καὶ τοὺς ἐθνικοὺς νὰ λάβουν μέρος εἰς τὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Μεσσίου. 24 Διότι σᾶς βεβαιῶ, ὅτι κανένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους τοὺς προσκαλεσμένους, ὄχι μόνον δὲν θὰ παρακαθήσῃ ἀλλὰ οὐδὲ κὰν θὰ γευθῇ τὸ δεῖπνον μου.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 14 - 14
 
14 Διότι πολλοὶ εἶναι οἱ καλεσμένοι εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ὀλίγοι ὅμως εἶναι ἐκλεκτοί, ποὺ ἔχουν τὰς ἀρετάς, καὶ θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλείαν αὐτήν. 


ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Ε´ 8 - 19

8 ἦτε γάρ ποτε σκότος, νῦν δὲ φῶς ἐν Κυρίῳ· ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε· 9 ὁ γὰρ καρπὸς τοῦ Πνεύματος ἐν πάσῃ ἀγαθωσύνῃ καὶ δικαιοσύνῃ καὶ ἀληθείᾳ· 10 δοκιμάζοντες τί ἐστιν εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ. 11 καὶ μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον δὲ καὶ ἐλέγχετε· 12 τὰ γὰρ κρυφῆ γινόμενα ὑπ’ αὐτῶν αἰσχρόν ἐστι καὶ λέγειν· 13 τὰ δὲ πάντα ἐλεγχόμενα ὑπὸ τοῦ φωτὸς φανεροῦται· πᾶν γὰρ τὸ φανερούμενον φῶς ἐστι. 14 διὸ λέγει· ἔγειρε ὁ καθεύδων καὶ ἀνάστα ἐκ τῶν νεκρῶν, καὶ ἐπιφαύσει σοι ὁ Χριστός. 15 Βλέπετε οὖν πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μὴ ὡς ἄσοφοι, ἀλλ’ ὡς σοφοί, 16 ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσι. 17 διὰ τοῦτο μὴ γίνεσθε ἄφρονες, ἀλλὰ συνιέντες τί τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. 18 καὶ μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ, ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία, ἀλλὰ πληροῦσθε ἐν Πνεύματι, 19 λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ᾄδοντες καὶ ψάλλοντες τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ, 
 
Ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
 
ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Ε´ 8 - 19
 
8 Σκεφθῆτε, τί ἦσθε εἰς τὸ παρελθόν. Τόσον πολὺ εἶχεν εἰσχωρήσει μέσα σας ὁ σκοτισμὸς τῆς ἁμαρτίας, ὥστε εἴχετε μεταβληθῆ εἰς σκότος. Τώρα ὅμως διὰ τῆς ἑνώσεώς σας μὲ τὸν Κύριον ἐγίνατε φῶς. Νὰ συμπεριφέρεσθε λοιπὸν σὰν παιδιὰ φωτός· σὰν ἄνθρωποι, ποὺ εἰς ὅλα των εἶναι φῶς καὶ διὰ τῆς ἀρετῆς των λάμπουν. 9 Ὀφείλετε δέ, ἀφοῦ ἐλάβατε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, νὰ δεικνύετε διαγωγὴν φωτεινήν, διότι ὁ καρπός, ποὺ παράγει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἰς τὰς ψυχὰς τῶν φωτισμένων ὑπ’ αὐτοῦ, δεικνύεται ἐξωτερικῶς μὲ κάθε καλωσύνην καὶ δικαιοσύνην καὶ φιλαλήθειαν. 10 Καὶ ἐξετάζετε νὰ μάθετε, τί εἶναι εὐάρεστον ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. 11 Καὶ μὴ γίνεσθε μὲ τὴν ἀνοχήν σας συγκοινωνοὶ καὶ συνένοχοι εἰς τὰ ἔργα τοῦ σκότους, τὰ ὁποῖα δὲν φέρουν κανένα ὠφέλιμον καρπόν. Ἀντὶ νὰ τὰ σκεπάζετε καὶ νὰ τὰ ἀνέχεσθε, ὀφείλετε μᾶλλον νὰ ἐλέγχετε τὰ ἔργα αὐτὰ καὶ νὰ τὰ βγάζετε εἰς τὸ φῶς, ἀποδεικνύοντες πόσον ὀλέθρια εἶναι. 12 Ὁ ἔλεγχος καὶ ἡ διαφώτισις αὐτὴ εἶναι ἐπιβεβλημένη καὶ ὠφέλιμος, διότι τὰ ἔργα, ποὺ πράττουν κρυφίως οἱ ἀπειθεῖς αὐτοί, εἶναι τόσον αἰσχρά, ὥστε καὶ μόνον τὸ νὰ ὁμιλῇ κανεὶς δι’ αὐτὰ φέρει ἐντροπήν. 13 Διὰ τοῦ ἐλέγχου ὅμως τὰ ἔργα αὐτά, ποὺ γίνονται κρυφά, φανερούνται. Γίνεται δηλαδὴ γνωστὸς ὁ αἰσχρός των χαρακτὴρ καὶ αἱ ὀλέθριαι συνέπειαί των καὶ διορθοῦνται ὅσοι ἔχουν καλὴν προαίρεσιν. Καὶ παύουν πλέον νὰ κάνουν τὰ κρυφὰ καὶ ἐργάζονται εἰς τὸ ἑξῆς φανερά. Διότι κάθε τι ποὺ δὲν φοβεῖται τὸν ἔλεγχον καὶ δὲν δυσκολεύεται νὰ φανερωθῇ, εἶναι φῶς. 14 Ἐπειδὴ δὲ πράγματι ἐπέρχεται διόρθωσις διὰ τοῦ ἐλέγχου, δι’ αὐτὸ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον χρησιμοποιεῖ τὸν ἔλεγχον καὶ φωνάζει πρὸς κάθε ἁμαρτωλὸν διὰ στόματος τῶν προφητῶν τῆς Καινῆς Διαθήκης: Σήκω ἐπάνω σύ, ποὺ κοιμᾶσαι τὸν ὕπνον τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀναστήσου ἀπὸ τὴν νέκραν καὶ τὸν θάνατον, εἰς τὸν ὁποῖον σὲ ἔρριψεν ἡ ἁμάρτια. Καὶ θὰ σὲ φωτίσῃ ὁ Χριστός. 15 Ἐλάβατε δὲ καὶ σεῖς τὸν φωτισμὸν αὐτὸν ἀπὸ τὸν Χριστόν. Λοιπὸν προσέχετε, πῶς μὲ πᾶσαν ἀκρίβειαν νὰ συμπεριφέρεσθε ὄχι σὰν ἄσοφοι καὶ ἀσύνετοι, ἀλλ’ ὡς σοφοὶ καὶ φρόνιμοι. 16 Ἡ σύνεσις δὲ καὶ ἡ σοφία σας θὰ φαίνεται μὲ τὸ νὰ ἐπωφελῆσθε πνευματικῆς κάθε εὐκαιρίαν καὶ μὲ πᾶσαν σπουδὴν νὰ ἁρπάζετε αὐτήν. Δὲν πρέπει δὲ νὰ χάνετε καμμίαν εὐκαιρίαν, διότι αἱ ἡμέραι ἕνεκα τοῦ ἐπικρατοῦντος κακοῦ εἶναι γεμᾶται σκάνδαλα, καὶ ὡς ἐκ τούτου αἱ μὲν εὐκαιρίαι τοῦ ἀγαθοῦ παρουσιάζονται σπανιώτερον, αἱ δὲ ἀφορμαὶ πρὸς τὸ κακὸν εἶναι πολυπληθέστεροι. 17 Δι’ αὐτὸ λοιπὸν προσέχετε νὰ μὴ γίνεσθε ἀνόητοι, ἀλλὰ νὰ ἐξετάζετε καὶ νὰ κατανοῆτε, ποῖον εἶναι τὸ εἰς ἑκάστην περίπτωσιν θέλημα τοῦ Κυρίου, ὁπότε, ἐὰν συμμορφώνεσθε πρὸς αὐτό, θὰ γίνεσθε πράγματι σοφοὶ καὶ συνετοί. 18 Καὶ μὴ μεθᾶτε μὲ οἶνον. Εἰς τὴν μέθην ὑπάρχει διαφθορὰ καὶ ἀσωτία. Ἀλλὰ γεμίζετε τὸ ἐσωτερικόν σας μὲ Πνεῦμα Ἅγιον. 19 Καὶ ὁ θεῖος τότε ἐνθουσιασμός, ποὺ θὰ γεμίζῃ τὰς καρδίας σας, θὰ ἐξωτερικεύεται μὲ τὸ νὰ λαλῆτε μεταξύ σας μὲ ψαλμοὺς καὶ μὲ ὕμνους καὶ μὲ ᾠδὰς πνευματικὰς καὶ μὲ τὸ νὰ τραγουδᾶτε καὶ ψάλλετε εἰς τὸν Κύριον ὄχι μόνον μὲ τὸ στόμα σας, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν καρδίαν σας, ποὺ θὰ προσέχῃ τὰ ψαλλόμενα.  
 
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου