– Γέροντα, πῶς θὰ φύγη ἡ μεγάλη ἰδέα ποὺ ἔχω γιὰ τὸν ἑαυτό μου;
– Ἂν στραφῆς μέσα σου καὶ γνωρίσης τὸν ἑαυτό σου, θὰ δῆς τόση ἀσχήμια, ποὺ θὰ σιχαθῆς τὸν ἑαυτό σου.
Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν γνωρίση τὸν ἑαυτό του γιὰ νὰ ταπεινωθῆ φυσιολογικά, ἡ ταπείνωση δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ γίνη κατάσταση, γιὰ νὰ παραμένη μέσα του ἡ θεία Χάρις. Τότε εἶναι σὲ θέση ὁ διάβολος νὰ τοῦ φάη ὅλα τὰ χρόνια τῆς ζωῆς του – ἀκόμη καὶ τὰ χρόνια τοῦ Μαθουσάλα νὰ τοῦ δώση ὁ Θεός –, παίζοντας τὸ παιχνίδι τῆς κολοκυθιᾶς. Δηλαδὴ μιὰ θὰ τοῦ φέρνη ὁ διάβολος τὸν λογισμὸ ὅτι κάτι εἶναι, μιὰ θὰ φέρνη αὐτὸς ἕναν ταπεινὸ λογισμὸ ὅτι δὲν εἶναι τίποτε· μιὰ ὁ διάβολος, μιὰ ὁ ἄνθρωπος, μιὰ θὰ κερδίζη ὁ ἕνας μιὰ ὁ ἄλλος, καὶ θὰ συνεχίζεται τὸ ἴδιο βιολί.
– Βλέπω, Γέροντα, ὅτι ὅλες οἱ ἀδελφὲς μὲ ἔχουν ξεπεράσει στὴν ἀρετή, ἀκόμη καὶ οἱ νεώτερες.
– Ἀφοῦ δὲν ταπεινώθηκες μόνη σου, ταπεινώθηκες ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ξέρεις τί κάνουν, ὅταν θέλουν νὰ στείλουν ἕναν πύραυλο στὸ διάστημα; Μετροῦν κατεβαίνοντας ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἀριθμοὺς στοὺς μικρούς: «δέκα, ἐννιά, ὀκτώ, ἑπτά..., ἕνα, μηδέν!». Μόλις φθάσουν στὸ μηδέν, ἐκτοξεύεται. Ἔτσι κι ἐσύ, τώρα ποὺ ἔφθασες στὸ μηδέν, θὰ ἐκτοξευθῆς καὶ θὰ πᾶς ψηλά. Ἐσὺ φυσικὴ δὲν σπούδασες;
– Ναί, Γέροντα.
– Τώρα λοιπὸν εἶναι καιρὸς νὰ μάθης καὶ τὴν φυσικὴ τῆς μεταφυσικῆς, γιὰ νὰ γνωρίσης πῶς θὰ γίνη ἡ πνευματικὴ διάσπαση τοῦ ἀτόμου σου.
– Πῶς θὰ γίνη, Γέροντα;
– Ὅταν ἀσχοληθῆς μὲ τὸ «ἄτομό σου» καὶ γνωρίσης τὸν ἑαυτό σου, θὰ ταπεινωθῆς καὶ τότε θὰ γίνη ἡ πνευματικὴ διάσπαση τοῦ ἀτόμου σου, θὰ βγῆ ἡ πνευματικὴ ἐνέργεια καὶ θὰ πεταχτῆς στὸ ...διάστημα. Μόνον ἔτσι θὰ μπορέσης νὰ μπῆς στὴν πνευματικὴ τροχιά· διαφορετικὰ θὰ παραμένης στὴν κοσμικὴ τροχιά.
Σὲ τίποτε δὲν ὠφελεῖ νὰ ἐρευνήση κανεὶς ὅλον τὸν κόσμο, ἂν δὲν ἔχη ἐρευνήσει τὸν δικό του κόσμο. Ἂν γνωρίση πρῶτα τὸν ἐσωτερικό του κόσμο, δηλαδὴ τὸν ἑαυτό του, τὸ ἄτομό του, εὔκολα μετὰ γνωρίζει ὄχι μόνον τὴν γῆ ἀλλὰ καὶ τὸ διάστημα. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος γνωρίση τὸ ἄτομό του, τότε γίνεται αὐτομάτως καὶ ἡ διάσπαση τοῦ ἀτόμου του καὶ κινεῖται πλέον στὴν πνευματικὴ τροχιὰ ἔξω ἀπὸ τὴν ἕλξη τῆς γῆς, ἔξω ἀπὸ τὴν ἕλξη τοῦ κόσμου. Ἐνῶ ζῆ στὴν γῆ ὡς ἄνθρωπος, ζῆ δίχως νὰ τὸν ἕλκη ἡ ἁμαρτία καὶ γενικὰ οἱ ἐπιθυμίες τοῦ κόσμου.
– Ὅταν, Γέροντα, παραμένη ἡ ὑπερηφάνεια, δὲν ἔχει κάνει ὁ ἄνθρωπος σωστὴ ἀναγνώριση τοῦ ἑαυτοῦ του;
– Ναί, δὲν ἔγινε ἀκόμη ἡ πνευματικὴ διάσπαση τοῦ ἀτόμου του. Κατάλαβες;
– Δηλαδή, Γέροντα, πάλι στὴν ταπείνωση γυρίζουμε.
– Μὰ βέβαια! Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει ὑπερηφάνεια δὲν ἔχει γνωρίσει τὸν ἑαυτό του. Ἂν γνωρίση τὸν ἑαυτό του, θὰ φύγη ἡ ὑπερηφάνεια. Ἡ ἀναγνώριση εἶναι τὸ πᾶν. Λείπει ἡ ἀναγνώριση, γι᾿ αὐτὸ λείπει ἡ ταπείνωση. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναγνωρίζη ταπεινὰ τὸν ἑαυτό του, ἀναγνωρίζεται καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
– Κι ἄν, Γέροντα, ὑπάρχη ἀναγνώριση καὶ δὲν ὑπάρχη ταπείνωση;
– Τότε δὲν θὰ ὑπάρχη καλὴ διάθεση, φιλότιμο.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Ε' «Πάθη καὶ άρετές»
– Ἂν στραφῆς μέσα σου καὶ γνωρίσης τὸν ἑαυτό σου, θὰ δῆς τόση ἀσχήμια, ποὺ θὰ σιχαθῆς τὸν ἑαυτό σου.
Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν γνωρίση τὸν ἑαυτό του γιὰ νὰ ταπεινωθῆ φυσιολογικά, ἡ ταπείνωση δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ γίνη κατάσταση, γιὰ νὰ παραμένη μέσα του ἡ θεία Χάρις. Τότε εἶναι σὲ θέση ὁ διάβολος νὰ τοῦ φάη ὅλα τὰ χρόνια τῆς ζωῆς του – ἀκόμη καὶ τὰ χρόνια τοῦ Μαθουσάλα νὰ τοῦ δώση ὁ Θεός –, παίζοντας τὸ παιχνίδι τῆς κολοκυθιᾶς. Δηλαδὴ μιὰ θὰ τοῦ φέρνη ὁ διάβολος τὸν λογισμὸ ὅτι κάτι εἶναι, μιὰ θὰ φέρνη αὐτὸς ἕναν ταπεινὸ λογισμὸ ὅτι δὲν εἶναι τίποτε· μιὰ ὁ διάβολος, μιὰ ὁ ἄνθρωπος, μιὰ θὰ κερδίζη ὁ ἕνας μιὰ ὁ ἄλλος, καὶ θὰ συνεχίζεται τὸ ἴδιο βιολί.
– Βλέπω, Γέροντα, ὅτι ὅλες οἱ ἀδελφὲς μὲ ἔχουν ξεπεράσει στὴν ἀρετή, ἀκόμη καὶ οἱ νεώτερες.
– Ἀφοῦ δὲν ταπεινώθηκες μόνη σου, ταπεινώθηκες ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ξέρεις τί κάνουν, ὅταν θέλουν νὰ στείλουν ἕναν πύραυλο στὸ διάστημα; Μετροῦν κατεβαίνοντας ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἀριθμοὺς στοὺς μικρούς: «δέκα, ἐννιά, ὀκτώ, ἑπτά..., ἕνα, μηδέν!». Μόλις φθάσουν στὸ μηδέν, ἐκτοξεύεται. Ἔτσι κι ἐσύ, τώρα ποὺ ἔφθασες στὸ μηδέν, θὰ ἐκτοξευθῆς καὶ θὰ πᾶς ψηλά. Ἐσὺ φυσικὴ δὲν σπούδασες;
– Ναί, Γέροντα.
– Τώρα λοιπὸν εἶναι καιρὸς νὰ μάθης καὶ τὴν φυσικὴ τῆς μεταφυσικῆς, γιὰ νὰ γνωρίσης πῶς θὰ γίνη ἡ πνευματικὴ διάσπαση τοῦ ἀτόμου σου.
– Πῶς θὰ γίνη, Γέροντα;
– Ὅταν ἀσχοληθῆς μὲ τὸ «ἄτομό σου» καὶ γνωρίσης τὸν ἑαυτό σου, θὰ ταπεινωθῆς καὶ τότε θὰ γίνη ἡ πνευματικὴ διάσπαση τοῦ ἀτόμου σου, θὰ βγῆ ἡ πνευματικὴ ἐνέργεια καὶ θὰ πεταχτῆς στὸ ...διάστημα. Μόνον ἔτσι θὰ μπορέσης νὰ μπῆς στὴν πνευματικὴ τροχιά· διαφορετικὰ θὰ παραμένης στὴν κοσμικὴ τροχιά.
Σὲ τίποτε δὲν ὠφελεῖ νὰ ἐρευνήση κανεὶς ὅλον τὸν κόσμο, ἂν δὲν ἔχη ἐρευνήσει τὸν δικό του κόσμο. Ἂν γνωρίση πρῶτα τὸν ἐσωτερικό του κόσμο, δηλαδὴ τὸν ἑαυτό του, τὸ ἄτομό του, εὔκολα μετὰ γνωρίζει ὄχι μόνον τὴν γῆ ἀλλὰ καὶ τὸ διάστημα. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος γνωρίση τὸ ἄτομό του, τότε γίνεται αὐτομάτως καὶ ἡ διάσπαση τοῦ ἀτόμου του καὶ κινεῖται πλέον στὴν πνευματικὴ τροχιὰ ἔξω ἀπὸ τὴν ἕλξη τῆς γῆς, ἔξω ἀπὸ τὴν ἕλξη τοῦ κόσμου. Ἐνῶ ζῆ στὴν γῆ ὡς ἄνθρωπος, ζῆ δίχως νὰ τὸν ἕλκη ἡ ἁμαρτία καὶ γενικὰ οἱ ἐπιθυμίες τοῦ κόσμου.
– Ὅταν, Γέροντα, παραμένη ἡ ὑπερηφάνεια, δὲν ἔχει κάνει ὁ ἄνθρωπος σωστὴ ἀναγνώριση τοῦ ἑαυτοῦ του;
– Ναί, δὲν ἔγινε ἀκόμη ἡ πνευματικὴ διάσπαση τοῦ ἀτόμου του. Κατάλαβες;
– Δηλαδή, Γέροντα, πάλι στὴν ταπείνωση γυρίζουμε.
– Μὰ βέβαια! Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει ὑπερηφάνεια δὲν ἔχει γνωρίσει τὸν ἑαυτό του. Ἂν γνωρίση τὸν ἑαυτό του, θὰ φύγη ἡ ὑπερηφάνεια. Ἡ ἀναγνώριση εἶναι τὸ πᾶν. Λείπει ἡ ἀναγνώριση, γι᾿ αὐτὸ λείπει ἡ ταπείνωση. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναγνωρίζη ταπεινὰ τὸν ἑαυτό του, ἀναγνωρίζεται καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
– Κι ἄν, Γέροντα, ὑπάρχη ἀναγνώριση καὶ δὲν ὑπάρχη ταπείνωση;
– Τότε δὲν θὰ ὑπάρχη καλὴ διάθεση, φιλότιμο.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Ε' «Πάθη καὶ άρετές»
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου