Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2021

Οι Σουλιώτισσες χορεύουν τον χορό του Ζαλόγγου και ο ηγούμενος Σαμουήλ ανατινάζει το Κούγκι [16 Δεκεμβρίου 1803]

 
Το τραγούδι τώρα πια ένας θρήνος. Το 1803, είναι η χρονιά της συντέλειας. Το Σούλι με τις τόσες θυσίες και τους ακόμη περισσότερους ηρωϊσμούς πέφτει ύστερα από προδοσία.

Ένας Ηπειρώτικος θρήνος ένα μοιρολόι που μέσα στη λιτότητά του τα λέει όλα. Τον πόνο της καταστροφής. Την ανυποχώρητη κραυγή “Θάνατος ή λευτεριά”.

Οι γυναίκες προτιμούν το Ζάλογγο, ο Σαμουήλ την ολοκαυτωματική ανατίναξη.

  
Ένα πουλάκι ξέβγαινε ψηλά από το Σούλι.

Παργιώτες το ρωτήσανε, Παργιώτες το ρωτάνε:

- “Πουλάκι πούθεν έρχεσαι, πουλί μου πού πηγαίνεις;”.

- “Από το Σούλι έρχομαι και στη Φραγκιά πηγαίνω”.

- “Πουλάκι πες μας τίποτε, κανά καλό μαντάτο”.

- “Αχ τι μαντάτο να σας πω, τι να σας μολογήσω;

Πήραν το Σούλι πήρανε, πήραν τον Αβαρίκον

πήραν την Κιάφα την κακή, επήραν και το Κούγκι

κι έκαψαν τον Καλόγερο με τέσσερις νομάτους”.

Τον Ιούνιο του 1803 ο Αλή Πασάς εφοδιασμένος με σουλτανική διαταγή, εκστρατεύει, επικεφαλής 15.000 τουρκαλβανικών δυνάμεων, εναντίον του Σουλίου. Η επίθεση αποτυγχάνει. Οργανώνεται πολιορκητικός κλοιός γύρω από το Σουλιώτικο όρος. Οι Σουλιώτες που διαισθάνθηκαν τι τους περιμένει άρχισαν να ψάχνουν για συμμάχους για να εξασφαλίσουν την προμήθεια πυρομαχικών, αλλά και των αναγκαίων τροφών. Μεταξύ των άλλων έγραψαν και στους Διοικητές της Κέρκυρας. Τελικά έμειναν αβοήθητοι.

Ακολούθησαν πολλές μάχες και μηχανορραφίες του Αλή, ο οποίος επιτίθεται στο Κούγκι καθημερινά και οι Σουλιώτες αμύνονται λυσσαλέα. Σε κάθε επίθεση σκοτώνονται πάνω από 70 ως 100 Τουρκαλβανοί. Ο Αλή Πασάς απογοητεύεται και όταν διαπιστώνει ότι με τα όπλα δεν πετύχαινε τίποτα προσπάθησε τότε με δωροδοκίες και διαφθορές να εκπορθήσει το Σούλι. Στη προσπάθειά του αυτή ήρθε συνεργός στο γιο του Αλή, τον Βελή Πασά, όπως φημολογείται, ο Σουλιώτης Πήλιος Γούσης, που υπηρετούσε ως έμπιστος του Τουρκαλβανού στρατηγού Ζελιχτάρ Μπόττα, ο οποίος και υπέδειξε στους Τουρκαλβανούς που επιχειρούσαν τον αποκλεισμό των Σουλιωτών ένα ιδιαίτερο αφύλακτο μονοπάτι που οδηγούσε στο Κούγκι.

Όταν ένα τμήμα των τουρκαλβανών ανέβηκε αυτό το μονοπάτι οι μαχόμενοι Σουλιώτες βρέθηκαν ανάμεσα στα πυρά τους όπου αναγκάστηκαν πλέον να υποχωρήσουν, να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους και τελικά, λόγω και έλλειψης τροφών και πολεμοφοδίων να συνθηκολογήσουν και να εκπατριστούν στη συνέχεια στη ρωσοκρατούμενη τότε Πάργα και από εκεί στη Κέρκυρα.

Στις 12 Δεκεμβρίου 1803 υπογράφεται η συνθήκη παράδοσης του Σουλίου. Δύο χιλιάδες περίπου Σουλιώτες με Αρχηγούς τους τον Φώτο Τζαβέλα, Δήμο Δράκο, και Τζίμα Ζέρβα οδοιπορούν για την Πάργα. Ανάμεσα σ’ αυτούς και η φάρα των Θανασάτων (με τις οικογένειες των Σούλων), η οποία κουβαλάει μαζί της και το οικογενειακό χειρόγραφο. Άλλοι χίλιοι περίπου με Αρχηγούς τον Κίτσο Μπότσαρη και τον Κουτσονίκα φέυγουν για το Ζάλογγο. Άλλες μικρότερες ομάδες φεύγουν για το Βουλγαρέλι και άλλα κοντινά χωριά. Ο Καλόγερος Σαμουήλ με τέσσερις Σουλιώτες παρέμεινε στο Κούγκι φυλάγοντας τα πολεμοφόδια των Σουλιωτών, αυτά που δεν πήραν μαζί τους αυτοί που έφυγαν. Στις 16 Δεκεμβρίου 1803, όταν πηγαίνουν οι Τούρκοι να τα παραλάβουν ο Σαμουήλ βάζει φωτιά στο μπαρούτι και ανατινάζει το Κούγκι μαζί με τον εαυτό του, τους τέσσερις Σουλιώτες και τους Τούρκους.

Την ανατίναξη της μπαρουταποθήκης από τον Σαμουήλ πήρε σαν αφορμή ο Βελή Πασάς και δεν τήρησε τους όρους της Συμφωνίας του για την Ειρήνη. Παράλληλα, ενώ το Σώμα του Φώτου Τζαβέλα έφτασε στην Πάργα, το Σώμα του Κίτσου Μπότσαρη και του Κουτσονίκα χτυπιέται στα στενά του Ζαλόγγου από τους Τουρκαλβανούς του Βελή Πασά. Έγιναν σφορδρές μάχες, στις οποίες οι άνδρες σκοτώθηκαν.

Τότε 55 γυναίκες, οι ατρόμητες Σουλιώτισσες ανέβηκαν στους βράχους του Ζαλόγγου και προτίμησαν τον θάνατο παρά την ατιμία.


 
 
 
«Πᾶνος»

2 σχόλια:

  1. Από Ιούνιο-Ιούλιο του 1803 και μέχρι τον Δεκέμβριο είναι μια περίοδος ύψιστης τιμή για τους ανυπότακτους ηρωικούς Σουλιώτες και Σουλιώτισες, που μέχρι τότε ο Αλή πασάς δεν κατόρθωσε να τους υποδουλώσει. Όμως είναι και μια περίοδος ντροπής για τους τότε υπόλοιπους αδελφούς τους "συμμάχους Έλληνες", που τους εγκατέλειψαν ως αμνούς επί σφαγή στα αιμοβόρα χέρια των Τούρκων βαρβάρων και του σφαγέα τους Αλή Πασά, τον οποίο κάποιοι ριψάσπιδες σήμερα "τιμούν" .... Το άκρον άωτο μιας σύγχρονης προδοσίας εις βάρος των αδελφών μας Σουλιωτών, που τα ιερά οστά τους θα τρίζουν και θα ταράσσουν τα ιερά χώματα του Σουλίου ...
    Το 1974 από Ιούλιο μέχρι και 15η Αυγούστου και η ανυπότακτη Ελληνική Κύπρος έτυχε της ίδιας επαίσχυντης αντιμετώπισης από ταγούς Έλληνες ... Πολιορκημένη από μυρίους βαρβάρους, έρημη και μόνη εγκαταλείφθηκε ως βορρά στο αδηφάγο στόμα της Τουρκίας και έπεσε μαχόμενη υπέρ Πίστεως και Ιερών πατρίων χωμάτων ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ. ΗΤΑΝ ΞΈΝΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΠΟΝΑΝΟ (ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΧΤΥΠΟΥΝ, ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΛΛΑΣ), ΚΕΙΤΟΤΑΝ ΜΑΚΡΑΝ ( Η ΚΥΠΡΟΣ ΚΕΙΤΑΙ ΜΑΚΡΑΝ) ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ ΚΑΙ Η ΚΥΠΡΟΣ ΕΑΛΩ ... ΜΕΤΑΞΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΝΤΡΟΠΗΣ ΕΠΕΛΕΞΑΝ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΟΙ "ΤΑΓΟΙ" ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ... ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΣΟΥΛΙΏΤΕΣ, ΠΑΡΑ ΤΙΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΠΛΟΥ ΛΑΟΥ ...
    ΤΙΜΗΣ ΕΝΕΚΕΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΔΟΜΕΝΟΥ ΣΟΥΛΙΟΥ,ΑΦΙΕΡΩΝΩ ΤΟ ΠΙΟ ΚΑΤΩ ΤΙΜΗΤΙΚΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ.

    Η Μόσχω,γυναίκα του Καπετάν Τζαβέλλα, που είναι η προσωποποίηση όλων των ηρωϊκών Ελληνίδων, αρχηγός, τριακόσιων γυναικών αρματωμένων, του Λεωνίδα τους Λακεδαιμόνιους ξεπεράσαν….

    Ξεμαλιασμένες αγριεμένες, ουρλιάζοντας ως λέαινες, με το σπαθί στο γυμνωμένο χέρι, ξεχύθηκαν, κατατρόπωσαν τ΄ Αλή Πασά τ ασκέρι. Χιλιάδες πανικόβλητοι δειλιασμένοι Τούρκοι, απ΄ τις γυναικείες ιαχές, τις κλαγγές των χαντζάρων, τους κεραυνούς απ΄ τα καρυοφίλια*, τις κουμπούρες*, οι άγριες Ελληνίδες αμαζόνες του εικοσιένα, διώξανε τους βάρβαρους, π΄ αλαφιασμένοι φεύγουν. Ξοπίσω τρέχουν τους εχθρούς και τους κατατροπώνουν.

    Ντροπιασμένοι και τρέμοντας από φόβο οι οχτροί, έτρεχαν, λύγιζαν λιποψυχούσαν, ψυχομαχούσαν. Οι ανδρείες γυναίκες δεκαπλάσιους, Τούρκους πολεμούσαν, αλλά δεν λιποψυχούσαν,

    Ο Αλής που τελευταία στιγμή γλύτωσε, απ΄ των ηρωικών γυναικών την οργή, τ ΄ασκέρι του προς σφαγή, από φόβο, εγκατέλειψε, στα Γιάννενα ντροπιασμένος, τρέχει.. Ξοπίσω οι Ελληνίδες αρματωμένες καπετάνισσες, γυναίκες ηρωικές επαναστάτισσες!

    Τρια μπαϊράκια φαίνονται ΄πο κάτω απ΄ το Σούλι Το ΄να’ ναι του Μουχτάρ πασά, τ΄άλλο του Σελιχτάρι, Το τρίτο και καλύτερο είναι του Μιστομπόνου….. Που΄στε του Λάμπρου τα παιδιά, που΄στε Μποτσαραίοι, Τουρκαλβανοί μας πλάκωσαν θέ να μας σκλαβώσου…. Ας έρτουν οι παλιότουρκοι, τίποτα δεν μας κάνουν. Ας έρτουν πόλεμο να ιδούν και Σουλιωτών τουφέκια. Να μάθουν Λάμπρου το σπαθί, Μπότσαρη το τουφέκι… Εδώ είναι το Σούλι το κακό, εδώ είναι το Κακοσούλι. Που πολεμούν μικρά παιδιά, γυναίκες σαν τους άντρες Που πολεμάει η Τζαβέλαινα σαν άξιο παλληκάρι… Και κατατροπώνοντας τους Τούρκους… …ο Μπότσαρη εφώναξε με το σπαθί στο χέρι. Έλα Πασά τι σκιάχτηκες και φεύγεις με μενζίλι…. (Παρομοίωση φυγής άτακτης)
    ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΑΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΠΡΟ. (Απόσπασμα)
    Πρωί πρωί, που το πουρνόν ξημέρωμα,/ τζιείν΄ την ημέραν, την ασβολερήν, την μαυροκαημένην,/ όταν οι Τούρτζιοι βάρβαροι, που απ΄ τ΄ανάθεμαν,/ ήρτασιν τζιαί σ’ άλωσαν, Κύπρος μας αγαπημένη/ τζιαί κατάσφαζαν γέρημα γυναικόπεδα,/ γριές μανάδες, γέροντες πατεράδες τζιαί αδέρφκια,/ τρία ασπροπούλια, καλά πουλιά,/ τρι΄ άσπρα της Κύπρου, ειρήνης περιστέρκα,/ που πισσομαυρισμένα εγίνασιν,/ που τους καπνούς και τα αχνίζοντα αίματα./ Ασβολωμένα ήταν, απού θρηνισμό καρκιάς/ τζι΄ οδύνης, απού την ματοχυσία…./ Τα ΄δασιν ούλλα τα κακά που τ΄άψη,/ της Κύπρου της πομπαρτοκαμένης,/ τζι΄ ακόμη εθωρούσασιν, μαραζωμένα,/ εδερνοπίσκασιν πετώντας γοερά,/ στους θλιμμένους κυπριακούς ουρανούς,/ που βροσιήν μαύρων πικρών δακρύων,/ με οδυρμούς, καταρράκτες ερίχνασιν…/Τζιαί νεκαλιούνταν τα περιστέρκα μας,/ μαζί με τ΄ απροστάτευτα ορφανά,/ τις μάνες τζιαί πατέρες τους χαροκαμένους,/ τους μαυροπικραμένους τζιαί πενθοκτυπημένους./ Γαλάζιοι τζιαί ξάστεροι οι ουρανοί μας ήταν…/, πριν έρτουν, να τους μολύνουσιν,/ που τα πέρατα της βάρβαρης ανατολής,/ ορδές μυριάδες γιουρούκηδες,/ που για γαίμαν Χριστιανικόν αδημονούσαν/ όπως οι πρόγονοι τους Οθωμανοί Σουλτάνοι,/ οι γαιματοβαμμένοι, που τζιαί αυτοί αιμοδιψούσαν…....

    Ενε πρόλαβαν το μήνυμα στην αδιάφορη μάνα μας να πάνε,/τα τρία της Κύπρου, περιστέρκα../
    Απεγνωσμένα μάχουνται,/ στης Κύπρου της ματοτζιηλισμένης/, στην αχάπαρη την μάνα για να πάσιν,/ να ικετεύσουν, ύστατη στιγμή,/ βοήθεια μητρική να κελεύσουν/. Εν είχαν απ΄αλλού βοήθεια,/ τα άμοιρα να εκλιπαρήσουν,/ για την έρμην κόρη, που αργοπέθαινε./ Εθέλασιν μόνο στην μάνα της,/ τα μαύρα μαντάτα να της λαλήσουν,/ για την βαρβαροκτυπημένη θυγατρί,/ απού τα σιέρκα τα ΄γκληματικά κατασφαγμένης,/ αυτόνων των βάρβαρων, τ΄ Αττίλα απογόνων./
    ...
    ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΜΗΤΙΚΑ ΜΟΥ ΑΡΘΡΑ. ( Ίδετε olympia.gr, με βάση τον τίτλο)
    Τιμητικό αφιέρωμα, στην Ελληνίδα μάνα, σύζυγο και αδελφή μας

    Τα τρία της Κύπρου Περιστέρια
    ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΑΣ ΑΠΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΠΡΟ.

    Σαράντα χρόνια μετά, την 1η Αυγούστου 2004, στα αποκαλυπτήρια του μνημείου πεσόντων της μάχης της Τηλλυρίας, ο φίλτατος μου αδελφός αείμνηστος Στρατηγός Γεώργιος Καρούσος ανέφερε: «Σας βεβαιώνουμε, νεκροί συμπολίτες μας, ότι είμαστε έτοιμοι να λογοδοτήσουμε για τον απρόσφορο θάνατο σας. Έτοιμοι για όλα, όταν σε λίγο εκμετρώντας τον βίο μας, βρεθούμε απέναντι σας. Αλίμονο στους ανέτοιμους που ζουν με τις ψευδαισθήσεις ότι θα αποφύγουν το κολαστήριο της αδέκαστης ιστορίας, που επέρχεται ως καταλύτης και κριτής αδυσώπητος, για όσα έπραξαν εις βάρος αυτών που τους εμπιστεύτηκαν».
    ΑΥΤΑ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή