Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2022

Τό Εὐαγγέλιο καί ὁ Ἀπόστολος τῆς Πέμπτης (Ἐλευθερίου ἱερομάρτυρος καὶ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Ἀνθίας) 15 Δεκεμβρίου 2022


 
 Εὐαγγέλιον
 
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Β´ 23 - 28

23 Καὶ ἐγένετο παραπορεύεσθαι αὐτὸν ἐν τοῖς σάββασι διὰ τῶν σπορίμων, καὶ ἤρξαντο οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ὁδὸν ποιεῖν τίλλοντες τοὺς στάχυας. 24 καὶ οἱ Φαρισαῖοι ἔλεγον αὐτῷ· Ἴδε τί ποιοῦσιν ἐν τοῖς σάββασιν ὃ οὐκ ἔξεστι. 25 καὶ αὐτὸς ἔλεγεν αὐτοῖς· Οὐδέποτε ἀνέγνωτε τί ἐποίησε Δαυῒδ ὅτε χρείαν ἔσχε καὶ ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ’ αὐτοῦ; 26 πῶς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ἐπὶ Ἀβιάθαρ ἀρχιερέως καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔφαγεν, οὓς οὐκ ἔξεστι φαγεῖν εἰ μὴ τοῖς ἱερεῦσι, καὶ ἔδωκε καὶ τοῖς σὺν αὐτῷ οὖσι; 27 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον· 28 ὥστε κύριός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ σαββάτου.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Γ´ 1 - 5

1 Καὶ εἰσῆλθε πάλιν εἰς τὴν συναγωγήν· καὶ ἦν ἐκεῖ ἄνθρωπος ἐξηραμμένην ἔχων τὴν χεῖρα. 2 καὶ παρετήρουν αὐτὸν εἰ τοῖς σάββασι θεραπεύσει αὐτόν, ἵνα κατηγορήσωσιν αὐτοῦ. 3 καὶ λέγει τῷ ἀνθρώπῳ τῷ ἐξηραμμένην ἔχοντι τὴν χεῖρα· Ἔγειρε εἰς τὸ μέσον. 4 καὶ λέγει αὐτοῖς· Ἔξεστιν τοῖς σάββασιν ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι; ψυχὴν σῶσαι ἢ ἀποκτεῖναι; οἱ δὲ ἐσιώπων. 5 καὶ περιβλεψάμενος αὐτοὺς μετ’ ὀργῆς, συλλυπούμενος ἐπὶ τῇ πωρώσει τῆς καρδίας αὐτῶν, λέγει τῷ ἀνθρώπῳ· Ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου. καὶ ἐξέτεινε, καὶ ἀποκατεστάθη ἡ χεὶρ αὐτοῦ ὑγιὴς ὡς ἡ ἄλλη. 
 
Ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
 
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Β´ 23 - 28

23 Καὶ συνέβη νὰ βαδίζῃ αὐτὸς ἐν ἡμέρᾳ Σαββάτου κατὰ μῆκος τοῦ δρόμου, ποὺ ἀνοίγετο μέσα εἰς σπαρμένα χωράφια. Καὶ τὸν δρόμον αὐτὸν ἤρχισαν νὰ τὸν ἀνοίγουν οἱ μαθηταί του, οἱ ὁποῖοι πεινασμένοι ἐμαδοῦσαν καὶ ἔτρωγον τὰ στάχυα διὰ νὰ χορτάσουν. 24 Καὶ οἱ Φαρισαῖοι τοῦ ἔλεγαν· Κύτταξε, τί κάνουν τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου οἱ μαθηταί σου. Κόπτουν καὶ μαδοῦν στάχυα, ἔργον ποὺ δὲν εἶναι ἐπιτετραμμένον, διότι μὲ αὐτὸ βεβηλώνεται τὸ Σάββατον. 25 Ἀλλὰ καὶ αὐτὸς τοὺς εἶπε· Δὲν ἀνεγνώσατέ ποτέ, τί ἔκαμεν ὁ Δαβίδ, ὅταν ἔλαβεν ἀνάγκην καὶ ἐπείνασε καὶ αὐτὸς καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ ἦσαν μαζί του; 26 Πῶς δηλαδὴ ἐμβῆκεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἦτο ἀρχιερεὺς ὁ Ἀβιάθαρ, καὶ ἔφαγε τοὺς ἄρτους, ποὺ ἦσαν βαλμένοι ὡς θυσία εἰς τὸν Θεὸν ἐπάνω εἰς τὴν ἱερὰν τράπεζαν τῆς σκηνῆς, καὶ τοὺς ὁποίους δὲν ἐπιτρέπεται νὰ φάγῃ κανείς, παρὰ μόνον εἰς τοὺς ἱερεῖς εἶναι ἐπιτετραμμένον νὰ τρώγουν αὐτούς, καὶ ἔδωκεν ὁ Δαβὶδ ἀπὸ τοὺς ἄρτους τούτους καὶ εἰς ἐκείνους ποὺ ἦσαν μαζί του; Καὶ ὅμως εἰς τὴν περίστασιν ἐκείνην, οὔτε ὁ Θεὸς ὠργίσθη, οὔτε ἡ Γραφὴ ἀπεδοκίμασε τὴν πρᾶξιν αὐτήν. 27 Καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· Ὁ θεσμὸς τοῦ Σαββάτου ἔγινε διὰ τὸν ἄνθρωπον, πρὸς τὸν σκοπὸν νὰ παιδαγωγηθῇ οὗτος καὶ ὁδηγηθῇ εἰς ἠθικὴν τελειότητα. Καὶ δὲν ἔγινεν ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ Σάββατον, διὰ νὰ δουλεύῃ ὡς φοβισμένος σκλάβος εἰς ἕνα νεκρὸν καὶ ξηρὸν τύπον. 28 Ἀφοῦ δὲ τὸ Σάββατον ὡρίσθη διὰ νὰ ὑποβοηθήσῃ πρὸς τελειοποίησιν τὸν ἄνθρωπον, βγαίνει τὸ συμπέρασμα, ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ὁ τέλειος καὶ κατ’ ἐξοχὴν ἐξυψωμένος ἠθικῶς ἀντιπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ποὺ αὐτὸς ὡς Θεὸς ὥρισε τὸν θεσμὸν τοῦ Σαββάτου, εἶναι κύριος καὶ τοῦ Σαββάτου καὶ ἔχει ἐξουσίαν καὶ τὸν θεσμὸν τοῦτον νὰ τροποποιήσῃ. Ἐκεῖνο λοιπὸν ποὺ ἔκαμαν τώρα οἱ μαθηταί, τὸ ἔκαμαν μὲ τὴν σιωπηρὰν συγκατάθεσιν ἐκείνου, ποὺ εἶναι κύριος τοῦ Σαββάτου.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Γ´ 1 - 5

1 Καὶ ἐμβῆκε πάλιν εἰς τὴν συναγωγήν. Καὶ ἦτο ἐκεῖ ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ εἶχε ξηρὸν καὶ ἀκίνητον τὸ χέρι του. 2 Καὶ τὸν παρηκολούθουν προσεκτικὰ νὰ ἴδουν, ἐὰν θὰ τὸν θεραπεύσῃ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου, διὰ νὰ τὸν κατηγορήσουν ὅτι κατέλυε τὸ Σάββατον. 3 Καὶ λέγει εἰς τὸν ἄνθρωπον, ποὺ εἶχε τὸ ξηρὸν καὶ ἀκίνητον χέρι· Σήκω καὶ στάσου εἰς τὸ μέσον τῆς συναγωγῆς. 4 Καὶ τοὺς λέγει· Εἶναι ἐπιτετραμμένον κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου νὰ κάνῃ ὁ ἄνθρωπος καλὸν καὶ νὰ εὐεργετήσῃ μὲ αὐτὸ τὸν πλησίον του ἢ μπορεῖ νὰ παραλείψῃ τὴν εὐεργεσίαν καὶ ἔτσι νὰ γίνῃ αἴτιος κακοῦ καὶ βλάβης εἰς τὸν πλησίον; Ἐπιτρέπεται κατὰ τὸ Σάββατον νὰ σώσῃ ὁ ἄνθρωπος τὴν ζωὴν τοῦ πλησίον ἢ ἐπιτρέπεται νὰ μὴ τὸν βοηθήσῃ κινδυνεύοντα καὶ ἔτσι ἐμμέσως νὰ τὸν φονεύσῃ; Αὐτοὶ δὲ ἐσιώπων. 5 Καὶ ἀφοῦ ἔρριψεν ὁ Ἰησοῦς τριγύρω τους βλέμμα, ποὺ ἐφανέρωνε τὴν ἱερὰν ἀγανάκτησίν του, ἐνῶ συγχρόνως ἐλυπεῖτο ἐκ συμπαθείας πρὸς αὐτούς, διότι ἡ καρδία των ἦτο πεπωρωμένη καὶ σκληρὰ καὶ ἐκινδύνευαν νὰ μείνουν ἀδιόρθωτοι, λέγει εἰς τὸν ἄνθρωπον· Ἐξάπλωσε τὸ χέρι σου. Αὐτὸς δέ, μολονότι ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν του ἠμποδίζετο νὰ πράξῃ τοῦτο, ὅμως φανερώνων τὴν πίστιν του κατέβαλε προσπάθειαν καὶ τὸ ἑξάπλωσε. Καὶ ἔγινε πάλιν ὑγιὲς τὸ χέρι του, σὰν τὸ ἄλλο.
 

  Ἀπόστολος
 
ΠΡΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Β' Α´ 8 - 18

8 μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, 9 τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ’ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, 10 φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, 11 εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. 12 δι’ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ’ οὐκ ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυνατός ἐστι τὴν παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. 13 ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ’ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· 14 τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος ἁγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν. 15 Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελος καὶ Ἑρμογένης. 16 δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ Ὀνησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπαισχύνθη, 17 ἀλλὰ γενόμενος ἐν Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· 18 δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν Ἐφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις.
 
 
Ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
 
ΠΡΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Β' Α´ 8 - 18

8 Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωκε χάρισμα ἀνδρείας καὶ δυνάμεως, μὴ ἐντραπῇς νὰ ὁμολογῇς τὴν μαρτυρίαν περὶ τοῦ Κυρίου μας, τοῦ Χριστοῦ τοῦ ἐσταυρωμένου. Μὴ ἐντραπῇς ἀκόμη μηδὲ ἑμέ, ποὺ ἔχω φυλακισθῇ διὰ τὸ ὄνομά του, ἀλλὰ κακοπάθησε μαζί μου χάριν τοῦ εὐαγγελίου σύμφωνα μὲ τὴν δύναμιν, ποὺ δίδει ὁ Θεός, 9 ὁ ὁποῖος μᾶς ἔσωσε καὶ μᾶς ἐκάλεσε μὲ κλῆσιν, ποὺ μᾶς ἁγιάζει. Μᾶς ἔσωσε δὲ καὶ μᾶς ἐκάλεσεν ὄχι διὰ τὰ ἔργα μας, ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὴν ἰδίαν του ἀγαθὴν θέλησιν καὶ χάριν, ποὺ μᾶς ἐδόθη διὰ τῆς σχέσεώς μας μὲ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Μᾶς ἐδόθη δὲ ἡ χάρις καὶ ἡ σωτηρία αὐτή, προτοῦ νὰ κτισθοῦν τὰ ἐν χρόνῳ δημιουργήματα, διότι ἀνάρχως εἶχεν ἀποφασίσει αὐτὴν ὁ Θεός. 10 Ἐφανερώθη δὲ ἡ χάρις καὶ ἡ σωτηρία αὐτὴ τώρα διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως καὶ ἐμφανίσεως τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκατήργησε μὲν τὸν θάνατον, ἔφερε δὲ εἰς τὸ φῶς τὴν ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου. 11 Διὰ τὸ εὐαγγέλιον δὲ αὐτὸ ἀνεδείχθην ἀπὸ τὸν Θεόν ἐγὼ κῆρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος τῶν ἐθνικῶν. 12 Διότι δὲ εἶμαι κῆρυξ καὶ ἀπόστολος τῶν ἐθνικῶν, δι’ αὐτὸ καὶ ὑποφέρω αὐτά, ποὺ ὑφίσταμαι. Ἀλλὰ δὲν ἐντρέπομαι διὰ τὰ παθήματα αὐτά. Διότι γνωρίζω ποῖος εἶναι αὐτός, εἰς τὸν ὁποῖον ἔχω στηρίξει τὴν ἐμπιστοσύνην μου. Καὶ εἶμαι πεπεισμένος, ὅτι εἶναι δυνατὸς τὸ ὅλον ἔργον, ποὺ μοῦ ἐνεπιστεύθη καὶ ἐπετέλεσα, καθὼς καὶ τὴν δι’ αὐτὸ ἀνταμοιβήν μου, νὰ τὰ φυλάξῃ μέχρι τῆς ἡμέρας ἐκείνης τῆς δευτέρας παρουσίας. 13 Ὡς ὑπόδειγμα καὶ τύπον διδασκαλίας ὑγιοῦς καὶ ἀπηλλαγμένης ἀπὸ τὴν ἀρρώστιαν τῆς πλάνης κράτει στερεὰ τοὺς λόγους, ποὺ ἤκουσες ἀπὸ ἑμὲ καὶ οἱ ὁποῖοι ἀναφέρονται εἰς τὴν πίστιν καὶ ἀγάπην, ποὺ ἀποκτῶμεν διὰ τῆς σχέσεώς μας μὲ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. 14 Τὸν καλὸν καὶ πολύτιμον θησαυρὸν τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, ποὺ σοῦ ἐνεπιστεύθη ὁ Θεός, φύλαξέ τον διὰ τῆς ἐνισχύσεως καὶ τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖον κατοικεῖ μέσα μας. 15 Μὴ μιμῆσαι αὐτούς, ποὺ μὲ ἐγκατέλιπαν. Γνωρίζεις, ὅτι μὲ ἀπεστράφησαν ὅλοι αὐτοί, ποὺ τώρα εἶναι εἰς τὴν Ἀσίαν, ἀπὸ τοὺς ὁποίους εἶναι ὁ Φύγελλος καὶ ὁ Ἐρμογένης. 16 Εἴθε ὁ Κύριος νὰ δώσῃ ἔλεος εἰς τὴν οἰκογένειαν τοῦ Ὀνησιφόρου, διότι πολλὲς φορὲς μοῦ ἔδωκε ἀναψυχὴν καὶ ἀνακούφισιν καὶ δὲν ἐντράπη οὗτος τὴν ἁλυσίδα, μὲ τὴν ὁποίαν εἶμαι δεμένος, 17 ἀλλ’ ἦλθε εἰς τὴν Ρώμην καὶ μὲ μεγάλο ἐνδιαφερον καὶ σπουδὴν μὲ ἐζήτησε καὶ μὲ εὗρεν. 18 Εἴθε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς νὰ δώσῃ εἰς αὐτὸν νὰ εὕρῃ ἔλεος ἀπὸ τὸν Κύριον καὶ Πατέρα κατ’ ἐκείνην τὴν ἡμέραν τῆς δευτέρας παρουσίας. Ἀλλὰ καὶ πόσον μᾶς ἐβοήθησε καὶ μᾶς ὑπηρέτησεν εἰς τὴν Ἔφεσον, τὸ γνωρίζεις σὺ καλύτερον.
 
 
«Πᾶνος»   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου