Κατὰ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας, στοὺς πρώτους Χριστιανοὺς ἔχομε κομμουνιστικὸ σύστημα διαβιώσεως. Ὅποιος ἔχει λίγο μυαλὸ καὶ διαβάσει τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, βλέπει καθαρὰ ὅτι ὅλοι τότε εἶχαν τὰ πάντα κοινά. Καὶ ὅποιος ἤθελε νὰ βαπτισθῇ, ἔπρεπε νὰ δώσει ὅ,τι εἶχε στὴν κατοχή του στὸ κοινὸ ταμεῖο τῆς ἐνορίας. Κανένας δὲν εἶχε ἀτομικὴ περιουσία. Ὅλα ἦσαν κοινά. Μάλιστα ἔχομε τὸ περίφημο παράδειγμα τοῦ Ἀνανία, ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ τὴν γυναῖκα του εἶπαν ψέματα καὶ πέθαναν ἀμέσως.
Μερικοὶ ἰσχυρίζονται ὅτι αὐτὴ ἡ κατάστασις ὑπῆρχε μόνο στὴν Ἀποστολικὴ ἐνορία. Ὅμως ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ φιλόσοφος καὶ μάρτυς εἶχε πῇ στοὺς εἰδωλολάτρες ὅτι «Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἔχομε τὰ πάντα κοινὰ»92. Ἄν λάβωμε τώρα ὑπ᾿ ὄψιν ὅτι ὁ Ἰουστῖνος μάρτυς πέθανε περὶ τὰ τέλη τοῦ 2ου μ.Χ αἰῶνος καὶ ὅτι ἐκεῖνος δὲν εἶχε ὑπ᾿ ὄψιν του καμία ἐνορία Χριστιανῶν ποὺ νὰ μὴν εἶχαν ὅλοι τὰ πάντα κοινά, σημαίνει ὅτι ὁ θεσμὸς αὐτὸς τῆς κοινοκτημοσύνης κράτησε τοὐλάχιστον διακόσια χρόνια. Μετὰ ἄρχισε νὰ διαλύεται καὶ τότε ἄρχισε νὰ ἐμφανίζεται ὁ κοινοβιακὸς μοναχισμός.
Ὅταν πρωτοεμφανίζεται ὁ μοναχισμός, ὀνομάζεται Ἀποστολικὴ ζωή. Αὐτὸς ὁ κοινοβιακὸς τρόπος ζωῆς, μὲ τὰ πάντα κοινά, διασώθηκε μέσῳ τῶν αἰώνων στὸν Ὀρθόδοξο μοναχισμό. Αὐτὸς ὅμως ὁ Ὀρθόδοξος μοναχισμὸς γιὰ νὰ ἐπιτυγχάνῃ, πρέπει πρῶτα νὰ προηγηθῇ στὸν ἄνθρωπο μία ἐσωτερικὴ ἀλλαγή. Μία ἀλλαγὴ στὴν στάσι ζωῆς, ποὺ ὀφείλεται στὴν μετάνοια.
Σ᾿ αὐτό, στὸ ὅτι δηλαδὴ πρέπει νὰ προηγηθῇ μία ἐσωτερικὴ ἀλλαγὴ καὶ ἀλλοίωσις τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νὰ μπορέσῃ νὰ ἐπιτευχθῇ ὁ κοινοβιακὸς τρόπος ζωῆς, ἢ γιὰ τοὺς κομμουνιστὲς ὁ κομμουνιστικὸς τρόπος ζωῆς, συμφωνοῦν καὶ ὁ Μαρξ καὶ ὁ Λένιν. Ὁπότε ἀπὸ κοινωνιολογικῆς ἀπόψεως, ἐξ ἐπόψεως δηλαδὴ τῆς ἐξωτερικῆς κοινωνικῆς δομῆς τους, δὲν ὑπάρχει διαφορὰ μεταξὺ Κομμουνισμοῦ καὶ Ὀρθοδόξου κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ. Μεταξύ τους συμφωνία ὑπάρχει ἐπίσης καὶ στὴν ἀνάγκη τῆς ἐσωτερικῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἀνθρώπου. Διότι καὶ οἱ Πατέρες αὐτὸ λένε. Στὴν Ἐκκλησία τὸ ἅγιο Βάπτισμα εἶναι ἐκεῖνο ποὺ φέρνει αὐτὴ τὴν ἀλλαγὴ στὸν ἄνθρωπο δυνάμει.
Ὁ πυρῆνας ὅμως τοῦ Ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ, ποὺ ἤκμασε ἐπὶ τόσους αἰῶνες, εἶναι ἡ ἀσκητικὴ ἀγωγή. Οἱ Πατέρες γιὰ νὰ ἐπιτύχουν αὐτὴν τὴν ἀλλαγὴ στὸν ἄνθρωπο, αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουν καλὴν ἀλλοίωσιν, ὥστε ἡ ἀλλαγὴ νὰ γίνει ἐνεργείᾳ, λένε ὅτι χρειάζεται στὸν ἄνθρωπο ἡ ἀσκητικὴ ἀγωγή. Γι᾿ αὐτὸ ὑπάρχουν στὸν μοναχισμὸ ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ νηστεία καὶ ἡ προσευχή.
Αὐτὰ δὲν εἶναι ὅμως μόνο γιὰ τοὺς ἀγάμους, ἐξ ἐπόψεως Πατερικῆς, ἀλλὰ εἶναι καὶ γιὰ τοὺς ἐγγάμους. Ἀπόδειξις ὅτι ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους ἀσκητικοὺς συγγραφεῖς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἕνας παντρεμένος δεσπότης93, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης - ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου -, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἔχει γράψει ἕνα πολὺ ὡραῖο βιβλίο Περὶ Παρθενίας. Μερικοὶ νομίζουν ὅτι ἡ παρθενία συνίσταται μόνο στὴν βιολογικὴ παρθενία. Δὲν εἶναι ὅμως αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων. Ὅταν οἱ Πατέρες μιλοῦν περὶ ἐγκρατείας καὶ νηστείας, ἀναφέρονται καὶ εἰς τοὺς ἐγγάμους94. Ἡ ἀσκητικὴ ἀγωγὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι γιὰ ὅλους τοὺς Χριστιανούς, ἄγαμους καὶ ἐγγάμους.
Ἡ ἐπιτυχία τῆς ἀσκητικῆς ἀγωγῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἱστορικὰ τοὐλάχιστον, σημειώθηκε κυρίως στὰ ἀσκητικὰ καὶ μοναστικὰ κέντρα τῆς Ἐκκλησίας. Παλαιότερα τὰ μοναστήρια δὲν ἦσαν ἔξω στὶς ἐρημιὲς μόνο, ἀλλὰ ἦσαν καὶ μέσα στὶς πόλεις. Ἡ ἴδια ἡ Κωνσταντινούπολις ἦταν γεμάτη ἀπὸ μοναστήρια καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀπεκαλεῖτο τὸ Μέγα Μοναστήρι.
Ἡ σημερινὴ τάσις εἶναι νὰ διώχνουμε τὰ μοναστήρια ἀπὸ τὶς πόλεις καὶ νὰ πηγαίνουν στὰ βουνά, γιὰ νὰ μὴν ἐπηρεάζουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ μολυνθῇ ὁ Νεοελληνισμός, ποὺ ἤθελε πάντοτε νὰ ἀκολουθῇ τὸν ἀστισμό. Βέβαια, γιὰ νὰ ἐπιτύχῃ, γιὰ νὰ ἀναπτυχθῇ ἡ ἀστικὴ κοινωνία, γιὰ νὰ στερεωθοῦν οἱ μπουρζουά95, ποὺ εἶναι οἱ φορεῖς τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ καὶ Ἀμερικανικοῦ πολιτισμοῦ, ἔπρεπε νὰ παραμερισθῇ ἀπὸ τὶς πόλεις ὁ μοναχισμὸς ὡς ἐπικίνδυνος.
__________________________
Σημειώσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου