Ἡ προσκύνησις τῆς Τιμίας ἁλύσεως τοῦ Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Ἀποστόλου Πέτρου
Σὴν προσκυνοῦντα Πέτρε σειρὰν τιμίαν,
Σειρὰς μακρᾶς λῦσόν με τῶν ἐγκλημάτων.
Σειρὴν προσκυνέω Πέτρου δεκάτῃ ἑνὶ ἕκτῃ.
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τελοῦμε τὴν προσκύνηση τῆς τιμίας ἁλυσίδας τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Πέτρου, μὲ τὴν ὁποία τὸν ἔδεσε καὶ τὸν ἔριξε στὴν φυλακὴ ὁ τετράρχης Ἡρώδης, σύμφωνα μὲ τὴν ἐξιστόρηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.
Ὁ Ἡρώδης ἔβαλε τοὺς Ἰουδαίους καὶ συνέλαβαν τὸν Ἀπόστολο Πέτρο κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς ἑορτῆς τῶν ἀζύμων. Καὶ ὅταν τὸν ἔπιασε, τὸν ἔβαλε στὴν φυλακή. Τὴ νύκτα, πρὶν τὴν ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἡρώδης ἔμελλε νὰ τὸν παρουσιάσει στὸν λαό, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος κοιμόταν μεταξὺ δύο στρατιωτῶν καὶ φρουροὶ φύλαγαν μπροστὰ στὸ κελί του. Ξαφνικὰ ἦλθε Ἄγγελος Κυρίου καὶ ἔλαμψε φῶς στὸ κελί. Ἀφοῦ κτύπησε τὴν πλευρὰ τοῦ Πέτρου, τὸν ξύπνησε καὶ τοῦ εἶπε: «Σήκω γρήγορα». Καὶ ἔπεσαν οἱ ἁλυσίδες ἀπὸ τὰ χέρια του.
Κάποιοι Χριστιανοὶ εὐσεβεῖς διαφύλαξαν αὐτὴ τὴν ἁλυσίδα διαδοχικὰ ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά, μέχρι ποὺ τὴν μετέφεραν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν ἐναπέθεσαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου, ποὺ βρίσκεται μέσα στὴ μεγάλη Ἐκκλησία, ὅπου ἐτελεῖτο καὶ ἡ Σύναξη τοῦ Ἀποστόλου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Τὴν Ῥώμην μὴ λιπών, πρὸς ἡμᾶς ἐπεδήμησας, δι’ ὧν ἐφόρεσας τιμίων Ἁλύσεων, τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονε· ἃς ἐν πίστει προοκυνοῦντες δεόμεθα, ταῖς πρὸς Θεὸν πρεσβίαις σου, δώρησαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἡ πέτρα Χριστός, τὴν πέτραν τῆς πίστεως, δοξάζει φαιδρῶς, τῶν Μαθητῶν τὸν πρωτόθρονον· συγκαλεῖ γὰρ ἅπαντας, ἑορτάσαι Πέτρου τὰ θαύματα, τῆς τιμίας Ἁλύσεως, καὶ νέμει πταισμάτων τὴν συγχώρησιν.
Μεγαλυνάριον.
Σύνδησον ἀγάπῃ εἰλικρινεῖ, Πέτρε κορυφαῖε, ὁ φιλήσας Χριστὸν θερμῶς, τοὺς τὴν Ἅλυσίν σου, σεμνῶς ἀσπαζομένους, Ἀπόστολε θεόπτα, καὶ σὲ δοξάζοντας.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη. Μαρτύρησε ἀπὸ τοὺς Τούρκους, τὴν ἴδια μέρα μὲ τὸν Ἅγιο Ἱερομάρτυρα Δαμασκηνό.
Εις τον Πεύσιππον, Ελάσιππον και Μέσιππον.
Κἂν ὧσιν ἱππεῖς, κλήσεων σημασίᾳ,
Πεζοὶ τρέχουσι τρίδυμοι τρεῖς πρὸς φλόγα.
Εις την Νεονίλλαν.
Νεονίλλα γραῦς· ἀλλὰ πῦρ ἀνημμένον,
Ὥς πὲρ τις ἀκμάζουσα καρτερεῖ νέα.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Πεύσιππος, Ἐλάσιππος καὶ Μέσιππος ἦταν τρίδυμοι ἀδελφοὶ καὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Εἶχαν ἀσκηθεῖ νὰ ἡμερώνουν τοὺς μικροὺς καὶ ἀτίθασους ἵππους. Πατροπαράδοτη θρησκεία εἶχαν τὴν εἰδωλολατρική, ἀλλὰ ἦταν Χριστιανὴ ἡ γιαγιά τους Νεονίλλη, ἡ ὁποία ἔφερε καὶ τοὺς τρεῖς ἐγγονούς της στὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀλλαγὴ τῆς πίστεώς τους δὲν ἄργησε νὰ γίνει γνωστή. Τοὺς συνέλαβαν καὶ τοὺς προκάλεσαν νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ἐκεῖνοι ὅμως ὁμολόγησαν μὲ γενναιότητα τὴν πίστη τους στὸν Κύριο καὶ κατέθεσαν τὴν μαρτυρία τῆς συνειδήσεώς τους. Οἱ εἰδωλολάτρες ἐξοργισμένοι τοὺς ἔριξαν στὴ φωτιά. Ἔτσι καὶ οἱ τρεῖς εὐλογημένοι αὐτοὶ νέοι, ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Δάναξ ὁ Ἀναγνώστης
Ἀφῃρέθης τὸ Δέλτα σὺν κάρᾳ Δάναξ.
Τμηθεὶς γὰρ ὤφθης οὐρανοκράτωρ ἄναξ.
Ὁ Ἅγιος μάρτυρας Δάναξ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Αὐλῶνα τοῦ Ἰλλυρικοῦ καὶ ἦταν ἀναγνώστης τῆς Ἐκκλησίας ἐκείνης.
Ὅταν κάποτε ὅρμησαν μέσα στὴν Ἐκκλησία οἱ εἰδωλολάτρες, ὁ Ἅγιος πῆρα τὰ ἱερὰ ἐκκλησιαστικὰ σκεύη καὶ κειμήλια, γιὰ νὰ τὰ διασώσει καὶ νὰ μὴν πέσουν στὰ χέρια τῶν ἀπίστων καὶ τὰ βεβηλώσουν καὶ τὰ διαφύλαξε σὲ τόπο ὀχυρὸ πέντε μίλια ἀπὸ τὴν πόλη πρὸς τὴ θάλασσα. Οἱ ἄπιστοι ὅμως τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν πίεζαν μὲ κάθε τρόπο νὰ θυσιάσει στὸ θεὸ Διόνυσο. Ὁ Ἅγιος ὅμως δὲν ὑποχωροῦσε στὶς πιέσεις, ἀλλὰ ἔμενε ἀκλόνητος καὶ σταθερὸς στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Τότε οἱ εἰδωλολάτρες ἀπέκοψαν τὴν τίμια αὐτοῦ κεφαλή, τὸ δὲ τίμιο λείψανο αὐτοῦ τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.
Ὁ Ἅγιος Δαμασκηνὸς ὁ Ἱερομάρτυρας
Χαρίζεταί σοι διά συκοφαντίαν,
Το μαρτύριον ω αθλητά Κυρίου.
Ὁ Ἅγιος Δαμασκηνὸς καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Γάμπροβο τῆς ἐπαρχίας Τυρνόβου τῆς Βουλγαρίας. Ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, μόνασε στὸ μοναστήρι τοῦ Χιλανδαρίου καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Ἀπὸ τοὺς πατέρες τῆς μονῆς ἀπεστάλη στὴν πόλη Σφιστόβι τῆς Βουλγαρίας, ὅπου ὑπῆρχε μετόχι τῆς μονῆς. Προτιθέμενος νὰ ἐπιστρέψει στὴ μονὴ τῆς μετάνοιάς του, μετὰ τὸ πέρας τῆς ἀποστολῆς του, ζήτησε ἀπὸ κάποιο Τοῦρκο νὰ ἐπισπεύσει τὴν ἀπόδοση τῶν ὀφειλῶν του πρὸς τὸ μετόχι τῆς μονῆς. Ὁ κακόπιστος Τοῦρκος συκοφάντησε τὸν Ἅγιο ὅτι εἶχε σχέσεις μὲ μωαμεθανὴ γυναίκα, ἅρπαξε τὴν περιουσία τοῦ μετοχίου καὶ ὁδήγησε μὲ βία αὐτὸν στὸν κριτή. Παρὰ τὶς ἀντιρρήσεις τοῦ κριτοῦ, οἱ ψευδομάρτυρες πέτυχαν τὴν δι’ ἀγχόνης θανατικὴ καταδίκη τοῦ Ἁγίου. Παρὰ τὶς ἐπίμονες προτάσεις τῶν Τούρκων νὰ ἀσπασθεῖ τὸν Ἰσλαμισμό, γιὰ νὰ κερδίσει τὴν ζωή του, ὁ Μάρτυς παρέμεινε σταθερὸς στὴν Ὀρθόδοξη πίστη.
Ἀφοῦ προσευχήθηκε, λίγο πρὶν τὸ μαρτύριό του, δέχθηκε τὸν δι’ ἀγχόνης θάνατο τὸ ἔτος 1771.
Όσιος Ρωμύλος ο Αγιορείτης και οι συν αυτώ Νέστωρ, Μαρτίνος, Δανιήλ, Σισώης, Ζωσιμάς και Γρηγόριος
Ὁ Ὅσιος Ρωμύλος γεννήθηκε στὴν πόλη Βιντίν. Ἀσκήτεψε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου († 6 Ἀπριλίου). Ἔζησε κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη στὴ μονὴ Ραβάνιτσα τῆς Σερβίας.
Ὁ Ὅσιος Ὀνωρᾶτος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀρελάτης
Ὁ Ὅσιος Ὀνωρᾶτος γεννήθηκε στὴ Λωραίνη καὶ οἱ ὁμοεθνεῖς του τὸν ὀνόμαζαν Ληρώνη ἢ Πλανασία. Οἱ γονεῖς του ἦταν ἐθνικοί. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀσπάσθηκε τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἦλθε στὴν Ἀνατολή, γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὰ πράγματα τῆς μοναχικῆς πολιτείας.
Ἀργότερα ἦλθε στὰ νησιὰ τῶν Λερίνων τῆς Γαλλίας, ὅπου ἔκτισε τὸ 375 μ.Χ., τὴν μονὴ τῶν Λερίνων, ἡ ὁποία συνέβαλε τὰ μέγιστα στὸν ἐκχριστιανισμὸ τῆς Προβηγγίας καὶ ἄλλων τμημάτων τῆς Γαλατίας. Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἂρλ (Ἀρελάτης ἢ Ἀρελάτου), ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴ Μασσαλία τῆς Γαλλίας καὶ ἦταν ἐπισκοπικὴ ἕδρα ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ τρίτου αἰῶνος, ἀρχιεπισκοπὴ δέ, ἀπὸ τὸ 400 μέχρι τὸ 1801.
Ὁ Ὅσιος Ὀνωράτος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 429 μ.Χ., τὴ χρονιὰ ποὺ ὁ Ἀέτιος ἀπέκρουσε στὴν πόλη τῆς Ἀρελάτης τοὺς Βησιγότθους.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός καὶ Θαυματουργὸς τῆς Τότμα
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος γεννήθηκε τὸ ἔτος 1565. Ἀσκήτεψε στὴν Τότμα, στὴν περιοχὴ Βολογκντὰ τῆς Ρωσίας καὶ ἦταν διὰ Χριστὸν Σαλός. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1650.
Όσιος Φουρσάς
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Οσίου.
Ἡ Ἁγία Νεονίλλη ἡ Μάρτυς
Ἦταν ἡ γιαγιά τῶν Ἁγίων Πευσίππου, Ἐλασίππου καὶ Μεσίπου, ποὺ ἑορτάζονται τὴν ἴδια ἡμέρα.
Ὅταν ἔμαθε τὸ μαρτύριο τῶν τριῶν ἐγγονῶν της, εὐχήθηκε νὰ τὴν ἀξιώσει ὁ Ἅγιος Θεός, νὰ τελειώσει θεαρέστως καὶ τὴν δική της πρόσκαιρη ζωή. Μαρτύρησε καὶ αὐτή, γιὰ νὰ συναντήσει τοὺς Μάρτυρες ἐγγονούς της στα ἀθάνατα σκηνώματα τῆς θείας μακαριότητος.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου