Τὴν περίοδο τῆς Κατοχῆς, οἱ Γερμανοί, τὰ ναζιστικὰ κτήνη, σατανικὰ εὑρηματικοὶ στὰ μαρτύρια καὶ τοὺς βασανισμούς, γιὰ νὰ ἀποφεύγουν καὶ νὰ ἀποτρέπουν τὶς δολιοφθορές - ὅπως στὸν Γοργοπόταμο - στὰ τραῖνα ποὺ μετέφεραν πολεμοφόδια, ἐφηῦραν τὸ ἑξῆς ἀπάνθρωπο καὶ ἐγκληματικὸ ἐπινόημα.
Ἔβαζαν μπροστὰ ἀπὸ τὴν μηχανὴ τοῦ τραίνου μιὰ κλούβα, ἕνα σιδερένιο κλουβί, καὶ μέσα σ᾿ αὐτὸ στρίμωχναν ὁμήρους, Ἕλληνες πολῖτες, τοὺς ὁποίους ἅρπαζαν στὰ διαβόητα «μπλόκα». Τὸ μακάβριο αὐτὸ βαγόνι-«κλούβα», τὸ περίζωναν καὶ μὲ ἐκρηκτικά.
Μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἤθελαν νὰ ἀποτρέψουν ἀνατινάξεις συρμῶν, γιατί, οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ κομματιάζονταν, θὰ ἦταν οἱ ὅμηροι τῆς «κλούβας». Δὲν ἦταν σπάνιο μὲς στὶς «κλούβες» νὰ ὑπάρχουν γυναῖκες.
Ἔχω ἐνώπιον μου τὸ ἱστορικὸ μυθιστόρημα τοῦ Ζήση Σκάρου μὲ τίτλο «Οἱ κλούβες», ἐκδόσεις «ΕΣΤΙΑΣ» τοῦ 1978. Στὴν σελίδα 89, διαβάζω γιὰ τὸ «βαγόνι τῶν αἰχμαλώτων», ὅπως ὀνόμαζαν οἱ γουρνόλυκοι Γερμανοί, τὶς «κλούβες τοῦ θανάτου».
Διηγεῖται ἕνας μελλοθάνατος ὅμηρος: «Ἡ ζωὴ στὴν κλούβα πῆρε τὸ δρόμο της. Τὸν θάνατο δὲν τὸν ἔβλεπες νὰ τρέχει πίσω ἀπὸ τὰ ἐκτελεστικὰ ἀποσπάσματα. Ἄν ἐρχόταν, θὰ ἐρχόταν ἀπροειδοποίητα, μὲ τὴ μορφὴ ἀνατίναξης. Ἡ σκέψη πὼς παραμόνευε κάτω ἀπὸ τὶς κουβέρτες μας - ὑπῆρχαν δυναμίτες-προσαρμοζόταν σιγά-σιγά μὲ τὴν καινούρια πραγματικότητα κι ἔπαψε νὰ ἐξουσιάζεται ἀποκλειστικὰ ἀπ᾿ τὸ φόβο, ὅπως τὶς πρῶτες μέρες. Τὴν ἀπειλή, ποὺ συνεχιζόταν πάντα ἡ ἴδια, τὴ νόθευε ὁ χρόνος μὲ τὴ συνήθεια».
Διαβάζοντας στὸ παραπάνω ἀπόσπασμα τὴν φράση «Τὸ θάνατο... μὲ τὴ μορφὴ ἀνατίναξης», θυμήθηκα κάτι ποὺ εἶχα διαβάσει γιὰ ἕναν ἄλλο λαό, ποὺ διέπρεψε σὲ θηριωδίες, σὲ πολυώδυνα μαρτύρια καὶ βασανιστήρια, σὲ ἀνθρωποφάγα στρατόπεδα συγκέντρωσης, σὲ κράτος-συμμορία ποὺ παρουσίαζε τὸν θάνατο μὲ χίλια ἀποτρόπαια πρόσωπα. Ἦταν οἱ δάσκαλοι τῶν Γερμανῶν, οἱ Τοῦρκοι. Ἐρανίζομαι ἀπὸ τὸ πολύκροτο βιβλίο τοῦ Πολυχρόνη Ἐνεπεκίδη: «Γενοκτονία στὸν Εὔξεινο Πόντο» μιὰ γνωστὴ ἴσως σὲ πολλοὺς παραπομπή. (Σελ. 21, εκδ. «Εὔξεινος Λέσχη Θεσσαλονίκης»).
«Ἡ Γενοκτονία ἀλά τούρκα εἶναι βουβή, πονηρή, ἀνατολίτικη... Οἱ καλούμενες ἐκτοπίσεις, ἐξορίες τῶν κατοίκων ὁλόκληρων χωριῶν, οἱ ἐξοντωτικὲς ἐκεῖνες ὁδοιπορίες μέσα στὸ χιόνι τῶν γυναικόπαιδων καὶ τῶν γερόντων-οἱ ἄνδρες βρίσκονται ἤδη στὰ τάγματα ἐργασίας ἢ στὸ στρατό-δὲν ὁδηγοῦν φυσικὰ σὲ κανένα Ἄουσβιτς μὲ τοὺς διαβολικὰ ὀργανωμένους μηχανισμοὺς τῆς φυσικῆς ἐξόντωσης τοῦ ἀνθρώπου-ὄχι!
Ἦταν ὅμως ἕνα Ἄουσβιτς ἐν ροῇ, οἱ ἄνθρωποι πέθαναν καθ᾿ ὁδόν, δὲν περπατοῦσαν γιὰ νὰ πεθάνουν ἀπὸ τὶς κακουχίες, τὴν παγωνιά, τὴν πεῖνα, τὸν ἐξευτελισμὸ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ ἦταν τὸ διαβολικὸ σύστημα, πονηρὰ ὀργανωμένο. Δὲν ὑπῆρχε στὸ τέρμα κανένα Ἄουσβιτς, γιατί γιὰ τοὺς περισσότερους, δὲν ὑπῆρχε τέρμα. Τὸ ταξίδι πρὸς τὸν θάνατο ἦταν ὁ θάνατος, ὄχι τὸ τέρμα τοῦ ταξιδιοῦ».
Ἦταν ὅμως ἕνα Ἄουσβιτς ἐν ροῇ, οἱ ἄνθρωποι πέθαναν καθ᾿ ὁδόν, δὲν περπατοῦσαν γιὰ νὰ πεθάνουν ἀπὸ τὶς κακουχίες, τὴν παγωνιά, τὴν πεῖνα, τὸν ἐξευτελισμὸ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ ἦταν τὸ διαβολικὸ σύστημα, πονηρὰ ὀργανωμένο. Δὲν ὑπῆρχε στὸ τέρμα κανένα Ἄουσβιτς, γιατί γιὰ τοὺς περισσότερους, δὲν ὑπῆρχε τέρμα. Τὸ ταξίδι πρὸς τὸν θάνατο ἦταν ὁ θάνατος, ὄχι τὸ τέρμα τοῦ ταξιδιοῦ».
Ἔβλεπα τὶς προάλλες τὴν Μέρκελ νὰ χαχανίζει χαζοχαρούμενα κοιτῶντας τὸ καθρέπτη ποὺ τῆς χάρισε ὁ Ἐρντογάν. Φιλίες καὶ κοινὲς συνήθειες, προαιώνιες. Τοὺς ἑνώνουν πολλά. Ἡ φρικώδης βαρβαρότητα τῶν μωχαμετάνων τῆς Ἀνατολῆς καὶ ἡ παγερὴ ἀσυνειδησία τῶν Οὔννων τοῦ Βορρᾶ. Ἔξοχος ὁ συμβολισμὸς τοῦ δώρου. Ἕνας καθρέπτης. Ἡ φράγκικη θηριωδία «καθρεφτίζεται» στὴν τουρκικὴ ὠμότητα. Βλέπει τὸ εἴδωλό της. Ἀπὸ τὴν μιὰ μεριὰ «οἱ Κλούβες» ἀπὸ τὴν ἄλλη τὰ «Ἀμελέ Ταμπουροῦ». Συνάντηση σὲ ὑψηλότατο ἐπίπεδο, ὄντως ἱστορική.
Καὶ ἐρωτῶ: τί ἄλλαξε ἀπὸ τότε ποὺ τὴν «γείτονα» καὶ τὴν «ἑταῖρο» κυβερνοῦσαν ὁ Μουσταφά Κεμάλ καὶ ὁ Αδόλφος Χίτλερ ἀντίστοιχα; Οἱ σημερινοὶ βασανιστὲς καὶ γενοκτόνοι δὲν εἶναι ἔνστολοι ἐπαγγελματίες σαδιστές, ποὺ ποδοπατοῦν καὶ κατασπαράζουν κορμιά, ἀλλὰ ὑπερειδικοὶ στὸ νὰ ἐξουθενώνουν καὶ νὰ ὑποτάσσουν ψυχές. Οἱ νέες κατοχὲς δὲν δροῦν μὲ τὰ ... κλασσικὰ ἐργαλεῖα βασανισμοῦ-ρόπαλα καὶ κνούτα, πυρωμένα σίδερα, βούνευρα καὶ ἠλεκτρόδια.
Ὄχι πιὰ οὐρλιαχτὰ καὶ αἵματα καὶ δυσώδη δεσμωτήρια μὲ λάσπη καὶ περιττώματα, ἀλλὰ ἐπεμβάσεις ἀπὸ ἀπόσταση γιὰ ἀλλαγὴ τῆς συμπεριφορᾶς τῶν πολιτῶν, γιὰ τὴν πειθήνια ὑπακοὴ σὲ διαταγές, σὲ μνημόνια, γιὰ τὴν διάβρωση τοῦ πνεύματος, γιὰ ἁλυσόδεμα τῆς σκέψης, γιὰ τὴν κατάλυση τοῦ ἀντίλογου. Γιὰ ἁρπαγὴ τῆς ψυχῆς καὶ συναίνεση μέσῳ τοῦ φόβου, τοῦ τρόμου γιὰ τὸ αὔριο.
Οἱ Τσέτες καὶ οἱ Ἀξιωματικοί των Ἐς-Ἐς εἶναι πιὰ μέσα στὰ σπίτια μας, νυχθημερόν... Καὶ ἐπιβάλλουν ἀμαχητὶ προδοσίες τῆς Μακεδονίας καὶ λεηλασία τῶν τιμαλφῶν τοῦ λαοῦ καὶ συνεκμεταλλεύσεις καὶ μοίρασμα τοῦ Αἰγαίου καὶ ὑποδοχή τῶν ἀφιονισμένων ἐποίκων τοῦ Ἰσλάμ. Ὅλα εὔκολα, ἀντουφέκιστα μαζὶ μὲ τοὺς χαμογελαστοὺς Κουίσλιγκ τῆς ἡμεδαπῆς. Ὅλη ἡ πατρίδα μεταβλήθηκε σὲ «κλούβα», σὲ βαγόνι ὁμήρων ἕνας ὁλόκληρος λαός, φοβισμένος.
Τὸ χειρότερο ποὺ συνέβη τὰ χρόνια τὰ μνημονιακά, ποὺ ἀρχίζουν, ὄχι ἀπὸ τὸ 2009, ἀλλὰ ἀπὸ τότε ποὺ προσχωρήσαμε στὴν «εὐρωπαϊκὴ οἰκογένεια», εἶναι ὅτι συνηθίσαμε τὴν ὑπακοή, ἀνεπαισθήτως ὑποδουλωθήκαμε, γίναμε πλαδαροί, εὐρωπαειδῆ-ἂς μοῦ συγχωρεθεῖ ὁ νεολογισμός. (Κάθε νέος πρωθυπουργός, ἀφοῦ ἐκτοξεύσει προεκλογικῶς κάποια -προθέσεις πάντοτε -ἀερόπλαστα ἀνδραγαθήματα καὶ παλληκαριὲς τῆς δεκάρας-σχίζω μνημόνια-σπεύδει στὴν Καγκελαρία καὶ ἐπιστρέφει ἄκακος ὡς ἀρνίον, ἱματισμένος καὶ σῶφρον παρὰ τοὺς πόδας τῆς Μέρκελ. Ἡ γνωστὴ τακτικὴ ποὺ μᾶς ἔχουν συνηθίσει οἱ ἡμέτεροι ταρτοῦφοι τῆς πολιτικῆς. Μέσα λεονταρισμοὶ καὶ ἔξω ἐδαφιαίες μετάνοιες στοὺς αὐθέντες τους).
Θυμήθηκα ἕνα περιστατικὸ ποὺ συνέβη κατὰ τὶς πρῶτες μέρες τῆς Ἐπανάστασής του '21. Τὸ περιγράφει ὁ Φωτᾶκος στὰ ἀπομνημονεύματά του. Ἐξηγεῖ τὶς αἰτίες ποὺ «ἐγαυρίασαν» οἱ ἐχθροὶ καὶ ἐμεῖς ὑπομένουμε ἀμαχητὶ τὶς κακουργίες τους.
«Ὅταν δὲ οἱ Τοῦρκοι τοῦ Νιοκάστρου, πολιορκούμενοι ἀπὸ τοὺς Ἕλληνας, ἀπεφάσισαν νὰ παραδοθοῦν, συνέβη τὸ ἑξῆς: οἱ Τοῦρκοι ἐζήτησαν νὰ ἔλθουν εἰς ὁμιλίαν μὲ τοὺς Ἕλληνας, καὶ ὥρισαν τὸν τόπον καὶ τὴν ἡμέραν διὰ νὰ ἀνταμώσουν οἱ ἀξιωματικοὶ καὶ τῶν δυὸ μερῶν. Ἀνυπόμονοι δὲ καὶ ἀπειθεῖς ὄντες οἱ Ἕλληνες στρατιῶται, ὅταν οἱ Τοῦρκοι ἔβγαιναν διὰ νὰ ὁμιλήσουν, ἤρχοντο καὶ αὐτοὶ σωρηδὸν διὰ νὰ ἴδουν, νὰ ἀκούσουν καὶ νὰ μάθουν πῶς ἤθελε παραδοθούν∙ ἀλλὰ τοῦτο ἐφόβιζε τοὺς Τούρκους καὶ οὕτως ἔφυγαν καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸ φρούριον.Ἀφοῦ δὲ πλέον εἶδαν οἱ Τοῦρκοι, ὅτι οἱ Ἕλληνες δὲν ἀκούουν τοὺς καπεταναίους των, μίαν ἡμέρα ὁ Τσιντάραγας, κλειδούχος τοῦ φρουρίου, ἔχασε τὴν ὑπομονὴν καὶ στραφεὶς πρὸς τοὺς στρατιώτας ἐφώναξεν οὕτως· «σοὺτ βρὲ Ρωμηοί». Ἡ φωνὴ αὕτη ἀμέσως ἔφερε σιωπήν. Ἐδῶ δὲ ἐφαρμόζεται τὸ ρητόν· «Εἶδεν ὁ δοῦλος τὸν δεσπότην καὶ ἐφοβήθη». Κατ᾿ οὐδένα ἄλλον τρόπο ἐδύναντο οἱ καπεταναῖοι νὰ ἀπομακρύνουν τοὺς στρατιώτας των διὰ νὰ σταθοῦν οἱ Τοῦρκοι εἰς ὁμιλίαν, ἡ δὲ φωνὴ τοῦ ἀγᾶ μόνη τους ἡσύχασε. Πόσον ὁ φόβος εἶναι δυνατὸς καὶ ἀνεξάλειπτος, ὅταν εἶναι παιδιόθεν ριζωμένος εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων, καθὼς τότε ἦτο εἰς τοὺς Ἕλληνας ἀπὸ τοὺς Τούρκους.»(Ἐκδ. «Βεργίνα», σελ. 87-88)
Τὸ πολιτικὸ τετρομαγμένο ἀσκέρι ποὺ μᾶς κυβερνᾶ ἐμπίπτει στὴν φράση: «Εἶδεν ὁ δοῦλος τὸν δεσπότην καὶ ἐφοβήθη». Παιδιόθεν...
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος- Κιλκὶς
«Πᾶνος»
Να ευχηθώ πρώτα καλό και ευλογημένο τριώδιο σε όλους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστούμε δάσκαλε για αυτά τα ιστορικά γεγονότα,
Οι περισσότεροι δεν τα γνωρίζουμε.
Σε αυτούς τους τερατανθρώπους, μόνο ένας τους βγάζει το καπέλο,
ο σατανάς, ούτε αυτός μπορούσε να τα επινοηθεί αυτά.
Ευλογημένο το Κιλκίς που έχει δύο Αγωνιστές Δασκάλους.
Αν σε κάθε πόλη της πατρίδας μας υπήρχε ένας τέτοιος Δάσκαλος.
τὸ πολιτικὸ τετρομαγμένο ασκέρι ποὺ μας κυβερνά.
ΔΕΝ ΘΑ ΜΑΣ ΚΟΥΝΟΎΣΕ ΤΏΡΑ ΤΟ ΔΆΧΤΥΛΟ.